Μεγάλα βυζιά έχει αυτή. Συγκαλυμμένος τρόπος περιγραφής και καλά ότι δήθεν μιλάμε για ποδόσφαιρο.
Περπατάς το κορμί σου και αναστενάζει όλος ο ντουνιάς. Μεγάλη ομάδα ο Βύζας.
Μεγάλα βυζιά έχει αυτή. Συγκαλυμμένος τρόπος περιγραφής και καλά ότι δήθεν μιλάμε για ποδόσφαιρο.
Περπατάς το κορμί σου και αναστενάζει όλος ο ντουνιάς. Μεγάλη ομάδα ο Βύζας.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σύνθετη λέξη από τις λέξεις πούστης και μικρούλα. Η πουστρούλα είναι πάντα παθητική. Η ηλικία της κυμαίνεται μεταξύ 13-14 εφηβικό και 23-24 μετεφηβικό στάδιο a.k.a. στάδιο του εκκολαπτόμενου πούστη. Οπωσδήποτε όμως κάτω των 25. Η πουστρούλα πάει σχολείο ή σπουδάζει συνήθως κομμωτική, ονυχοπλαστική, ενδυματολογία, θεατρικές σπουδές κτλ.
Η εξωτερική της εμφάνιση είναι από θηλυπρεπής έως θηλυπρεπέστατη και τονίζεται από παντελή απουσία τριχοφυϊας στο σώμα και το πρόσωπο (λόγω έλλειψης τεστοστερόνης), μακρυά ή μέσου μήκους μαλλιά και εξεζητημένα/προκλητικά χτενίσματα, μακιγιάζ στο πρόσωπο κτλ.
Οι συνήθεις σωματικές διαστάσεις μιας πουστρούλας είναι παρόμοιες με εκείνες μιας συνηθισμένης αδύνατης και μικρόσωμης γυναίκας: 1,50-1,70 εκ. ύψος και 45-70 κιλά βάρος χωρίς αυτό να αποκλείει και την ύπαρξη φυσικά μεγαλύτερων διαστάσεων (νταρντανοπουστρούλες).
Ψυχικά η πουστρούλα είναι συνήθως μπερδεμένη λόγω της νεαρής της ηλικίας για την μετέπειτα πορεία της ζωής της. Ακροβατεί και αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο επιλογές. Το σχετικά εύκολο μονοπάτι του κλασσικού πούστη και το σχετικά δύσκολο και δυσβάσταχτο ηθικά, επαγγελματικά και κοινωνικά μονοπάτι της τραβεστί.
- Ρε συ τι ήταν αυτό που έκατσε στο διπλανό τραπέζι; Αγόρι ή κορίτσι;
- Αγόρι ήτανε ρε φίλε, την είδες βάψιμο την πουστρούλα; χαχαχα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο πολύ άσχημος που έχει χάλια μούτρα.
Αν είσαι λεφτάς, και χαλιαμούτρας να είσαι, μπορείς να βγάλεις γκόμενα!
Got a better definition? Add it!
Ένας εκκεντρικός συνήθως καλλιτέχνης ροκάς / μεταλλάς / γκοθάς κτλ. με θηλυπρεπή εμφάνιση, έντονο έως προκλητικά έντονο μακιγιάζ, προσεγμένη κόμη που πραγματικά μπορεί και να μην είναι ομοφυλόφιλος. Παραδείγματα τέτοια ο Marilyn Manson, ο Βrian Molko κ.α.
Ο πούστης με έντονη θηλυπρέπεια και μακιγιάζ στο πρόσωπο, αλλά ταυτόχρονα και αντιφατικά μεν με περίσσια μαγκιά συνήθως σε μια απέλπιδα προσπάθεια του να πείσει τους επικριτές του ότι τουλάχιστον είναι μάγκας, ντόμπρος και βαρύς στα λόγια και στις πράξεις κι ας είναι πούστης. Βρίσκεται σε διαρκή άρνηση και μη αποδοχή της ομοφυλοφιλίας του και καταλήγει να γίνεται διπλή ρόμπα και ξεφτίλα μιας και δεν καταφέρνει να πείσει ούτε τον ίδιο του τον εαυτό ότι η καινοτομία που πάει να εισάγει (αυτή του μάγκα πούστη) θα του αποφέρει καρπούς / μερικούς πόντους για να ανέβει κατηγορία πάνω από τον κλασσικό πούστη. Στον Ελλαδικό χώρο καταξιωμένος πουδρόμαγκας είναι ο Ανδρέας Ευαγγελόπουλος a.k.a «Εθνικός Σταρ», trash είδωλο των 90's, που εισήγαγε την, τολμηρή ομολογουμένως, «μεγάλη Ιδέα» για την εποχή του μάγκα πούστη με πεταλουδέ μάτι(όπως τον έκραζε τότε ο ανταγωνιστής του και επίσης πουδρόμαγκας Μίστερ Μπούτιας σε μια διαμάχη που είχαν στην trash εκπομπή του Ερωτοδικείου).
Ο Εθνικός Σταρ σε πολλές εμφανίσεις του κρατούσε ένα κομπολόϊ από τα 90's μέχρι πρόσφατα. Σε μια του δήλωση είπε χαρακτηριστικά:
-«Εγώ χορεύω κορίτσι μου ζεϊμπέκικα, αυτό με εκφράζει εμένα. Είμαι βαρύς εγώ αγάπη μου κι ας φοράω πούδρα!»
Ο Λ.Λαζόπουλος σε εκπομπή του γκρέμισε το προφίλ/καινοτομία του πουδρόμαγκα πούστη ξεφτιλίζοντας δημοσίως τον εμπνευστή της μεγάλης αυτής Ιδέας και τότε μπήκε στο χρονοντούλαπο ο πρώτος και τελευταίος μεγάλος πουδρόμαγκας της εποχής μας...
-Είμαι βαρύς κι ας φοράω πούδρα. Ο πουδρόμαγκας...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο ορισμός της κοκέτας θείας... Με περιποιημένη εμφάνιση και μπομπαρισμένο μαλλί, που είναι σε ετοιμότητα να ποζάρει στο φακό.
Δοσμένο εξαιρετικά από τον Τάκη Ζαχαράτο!
Δεν το κρεπάρατε τζάμπα το μαλλί σας πήρε η κάμερα
(Pretty Θειά) Ep.5 Yfsf_ant1
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Θηλυκό ή/και ουδέτερο άκλιτο. Χαϊδευτικό, φιλικότερο και ευγενικότερο προς τις ιδιαιτερότητες και τα ανθρώπινα δικαιώματα των εν λόγω ατόμων στο άκουσμά του από το εκχυδαϊσμένο τραβέλι.
Από το άκλιτο (αρσενικό ή/και θηλυκό) τραβεστί εκ του Γαλλικού «travesti» και Ιταλικού «travestire» (vestire/ντύνομαι).
Άρρεν που ντύνεται (και ικανοποιείται με το να ντύνεται ή/και να κυκλοφορεί και δημοσίως) με γυναικεία ρούχα, ο παρενδυτικός.
- Όταν λες φίλη εννοείς τίποτα καμιά τράβυ;
- Όχι γυναίκα καλέ. Καλέ Χριστός και Παναγία!
- Πωπω αυτό μου ενισχύει αυτό που είπα περισσότερο! Καλέ Χριστός κι Αποστολάκης!
(Από εκπομπή του Γιώργου Γεωργίου)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η τούφα στην κορυφή των μαλλιών που πετάει και κάνει στυλ, τύπου εϊτίλα από αυτά που αγαπάμε να μισούμε, θυμίζοντας λοφίο κόκορα. Συνεκδοχικά αυτός/ή που το φέρει.
Όταν βλέπω τη φωτό του Σπηλιωτόπουλου με το ριγμένο 80s Δαπ λουκ πουλόβερ στους ώμους, τσαντίζομαι που δεν είμαι από δίπλα του με βάτα, κοκόρι, φουσκωτό μαλλί και κρεμαστό σκουλαρίκι. (Από το Φέισμπουκ).
Got a better definition? Add it!
Πριν γίνει ο ακριβής ορισμός της λέξης «λιγδοτάγαρο» σκόπιμο κρίνεται να αναλυθεί η κάθε χρήση κυριολεκτική ή μεταφορική της λέξης «ταγάρι».
Σύνθετη λέξη από τις λέξεις λίγδα & ταγάρι. Το ταγάριον (ο τορβάς) εκ της Τουρκικής torba είναι σακίδιο υφασμάτινο, συνήθως παρδαλό (αλλά και διακριτικό μονόχρωμο μαύρο για πιο goth και underground γούστα) φοριέται στον ώμο εναλλακτικά σαν τσάντα αλλά συνήθως από γυναίκες hippie και κνίτικης κουλτούρας (βλ. [ταγάρω], [ταγάρι] κατά ironick για λεπτομερέστερη περιγραφή των εξωτερικών της χαρακτηριστικών).
Ταΐστρα που χρησιμοποιούσαν παλιοί και σκληροπυρηνικοί ερασιτέχνες κτηνοτρόφοι που επέμεναν στον παλιό καλό παραδοσιακό (και φτηνιάρικο) τρόπο ταΐσματος των πτηνών τους συνήθως κτλ. Ουσιαστικά συνηθίζονταν πολλές φορές να λένε «ταγάρι» τον πάνινο σάκο/τσουβάλι της τροφής που κρέμαγαν σε μια αλυσίδα στα κοτέτσια για να τρώνε οι κότες από μια οπή ή μια πλαστική/inox ταΐστρα που προσαρμόζονταν στην άκρη του ταγαριού (σάκου/τσουβαλιού). Έχει εκλείψει στις μέρες μας και έχει αντικατασταθεί από σύγχρονες ξύλινες, πλαστικές και inox ταΐστρες.
Λόγω του ιδιαίτερου χρωματικού τόνου της λέξης αποδίδεται πολλές φορές από έναν επαρχιώτη (αλλά όχι απαραίτητα) προς έναν άλλον επαρχιώτη για να του αποδώσει τον χαρακτηρισμό του άξεστου, του αγενή, ή του αργόστροφου κτλ.
Λιγδοτάγαρο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και η πιο βρώμικη εκδοχή των περιπτώσεων 2 & 3. Αλλά περισσότερη έμφαση πρέπει να δοθεί στην περίπτωση 1. Όμως επειδή θα μπορούσε να αποδοθεί και στο υποκείμενο αλλά και στο αντικείμενο θα χωριστεί η ανάλυση σε δύο σκέλη.
α) Αυτή του ταγαριού της κνίτισας/χίπισσας γκόμενας δηλαδή. Συνήθως οι καθημερινότητα αυτής της τύπισσας αλλά και το νοικοκυριό της είναι ανύπαρκτο(ακόμη κι αν βρίσκεται σε μιλφόνιο ή ματσούριο στάδιο μιας και το έχει αναλάβει η μητέρα της). Το ταγάρι που φέρει στον ώμο της για την μεταφορά των απαραίτητων(τσιγάρα, χασίς, προφυλακτικά, make up κτλ.) αν είχε φωνή θα ζητούσε να μπει στο πλυντήριο μιας και η τύπισσα αυτή βαριέται ακόμα κι από τον ώμο της να το βγάλει και να το δώσει με τα υπόλοιπα βουνά απλύτων που έχουν μαζευτεί στο δωμάτιό της για να το πλύνει η μητέρα της(μιλάμε για άχρηστη μέχρι το τελευταίο κύτταρο). Το αποτέλεσμα είναι να έχει γίνει από την λίγδα και την μάκα αδιάβροχο και τελικώς λιγδοτάγαρο.
β) Αυτή της παρομοίωσης του λιγδοτάγαρου με την χίπισσα/κνίτισα γκόμενα μιας και τα underground στέκια και παρέες με τις οποίες συχνάζει είναι πέρα για πέρα άγνωστα με τους κανόνες υγιεινής. Συνήθως για κολλητούς ή γαμιάδες επιλέγει αναρχοάπλυτους που έχουν να κάνουν μπάνιο και να ξυριστούν από την εποχή του Νώε, πάσχοντες από οξεία μασχαλίτιδα και με κοινά ενδιαφέροντα τα πολιτικά ή/και την κατανάλωση χασίς. Τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της τύπισσας σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη καθαριότητας πάνω της, στον χώρο της ή στα άτομα που συναναστρέφεται της χαρίζουν bonus μάκας/λίγδας και την πιο hardcore εκδοχή του ταγαριού, εκείνη του λιγδοτάγαρου.
- Πωπω ρε φίλε αυτές οι γκόμενες στα Εξάρχεια με τα ταγάρια και τα πολύ μεγάλα περίεργα τσιγάρα είναι το χειρότερό μου. Τι ταγάρι ήταν αυτό που μας κοίταζε με την παρέα του ρε...
- Τι ταγάρι ρε, λιγδοτάγαρο να πούμε.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
« [...]μὰ σοὔχει ἡ φακλάνα στὴ μέση μιὰ χωρίστρα,
σοῦ ἔχει κἄτι φρύδια καὶ κἄτι μαῦρα μάτια![...] »
Λέγεται δε ότι η λέξη είναι τόσο παλιά που μάλιστα προϋπήρχε στην Ελληνική γλώσσα από τους μεσαιωνικούς χρόνους.
Η έννοια με την οποία χρησιμοποιείται στις μέρες μας (η οποία διαφέρει κατά πολύ). Κατέληξε να σημαίνει την χοντροκώλα, την έχουσα πληθωρικό κώλον γυναίκα και έντονες καμπύλες. Το νταρντανοchubby ή/και BBW. Ενίοτε και το μπάζο.
Με την κατάληξη -ς,(Φακλάνας, ο), αρσενικό. Για άντρες χοντρούς και ίσως και θηλυπρεπείς (χοντροί λούγκρες, τσάτσοι σε μπουρδέλα βαρέων βαρών κ.α.).
1 & 2. - Ωραίο πρόσωπο το Λιζάκι έτσι; - Ωραίο πολύ αλλά και το Λιζάκι πολύ φακλάνα ρε παιδί μου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
O μυστακιοφόρος αλλά συνάμα βαρύς κι ασήκωτος μόρτης. Λέξη βασισμένη στον φανταστικό χαρακτήρα «Μυστόκλα» από την ταινία «Μήτσος ο ρεζίλης»(1984). Τον ρόλο του ρεμπέτη μάγκα Μυστόκλα υποδύθηκε ο αείμνηστος Σωτήρης Μουστάκας. Χρησιμοποιείται μάλλον χιουμοριστικά ή/και ειρωνικά για κάποιον (ψευτό)βαρύμαγκα με μεγάλα μουστάκια ή με μουστάκια γενικότερα που παραπέμπουν σε αισθητική της τότε εποχής.
Μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν για το αν η λέξη αποτελεί προϊόν λεξιπλασίας ή παρθενογένεσης/προϊόν φαντασίας του σεναριογράφου. Πιθανή εικασία θα μπορούσε να ήταν ότι αποτελείται από τις λέξεις Μυστάκιον και Πιστόλα με την κατάληξη -ς, (αρσενικό). Δεδομένου ότι ο Μυστόκλας ήταν φανταστικό και όχι πραγματικό πρόσωπο γιατί στην ταινία παρουσιάζεται εκτός τόπου και χρόνου μιας και ο ίδιος, οι υπόλοιποι μάγκες και το περιβάλλον παρουσιάζει καταστάσεις προπολεμικές ή πρώιμες μεταπολεμικές(1925-1950) και περιέργως λόγω κακού σεναρίου/σκηνοθεσίας πριν την σκηνή του Μυστόκλα γράφει χαρακτηριστικά «Αθήνα 1984». Κλασσική άκυρη ελληνική σκηνοθεσία που μπάζει από παντού αλλά και που θα μείνει για πάντα στις καρδιές μας λόγω του μεγάλου Σωτήρη Μουστάκα. Ο σεναριογράφος ήθελε να τονιστεί η (ψευτο)μάγκικη και ρεμπέτικη φύση του γι' αυτό και παρουσίασε τον Μυστόκλα με 50 εκατοστά μουστάκια σαν αρχιρεμπέτη και (ψευτο)μάγκα του μαχαλά.
- Ρίξε το ψαρικό στο φούρνο, πλακί. Πριν σε πλακώσω στις γρήγορες.
- Παίδαρέ μου!
- Εμείς οι δυό θα περάσουμε φίνα. Με τις φάπες μας. Και τα ωραία μας.
(Μυστόκλας σαν υποψήφιος γαμπρός και απευθυνόμενος στην Σπεράντζα Βρανά)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified