Selected tags

Further tags

Πολύ ισχυρή ηχητικά λέξη. Είναι το άτομο ή ζώο τεραστίων διαστάσεων είτε από λίπος είτε από μύες. Πιθανόν να προέρχεται από το μουλάρι.

  1. (βλέποντας μια χοντρή φλόμπα να έρχεται προς το μέρος σας)
    - Τι μουλάδι είναι ετούτο;

  2. (βλέποντας τον σκύλο του φίλου σας)
    - Παναγία μου ένα μουλάδι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη συγγενής με τη φλοκάτη και τα άλλα ενδεχόμενα συνώνυμα που ίσως να μου διαφεύγουν, ίσως πάλι και όχι.
Μεταξύ μας, είναι μάλλον άθλιο να γεφυρώνεις το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές του τάργκα, αλλά χαρίζει γέλιο, ατάκες και λεξιλογικό πλούτο.

- Επ, θείο, τι έγινε; Αρχίσαμε τις γέφυρες; Μήπως έχει καεί και η μικρή σκάλα;
- Άντε χάσου ρε μόμολο. Α, θες και χαρτζιλίκι, ε;
- ...έχει μια έκθεση Τουλούζ Λωτρέκ στο Ζεφύρι και θέλω να πάω με το γκομενάκι διήμερο στην Αράχωβα.

Got a better definition? Add it!

Published

Η υπερβολικά κοντή γκόμενα - ερωμένη/ος. Τόσο ώστε να θεωρείται ότι μπορεί να κάνει στοματικό σεξ χωρίς να γονατίσει. Το όρθιο τσιμπούκι είναι το ακραίο κοντοπούτανο/ πινεζοπούτανο.

Αντώνυμα: όρθιο χιλιόμετρο, τσολιάς.
Συνώνυμο: τσολιάς στα υποβρύχια

- Πουτσομεζές η Ανίτα!
- Τι να το κάνω που 'ναι πουτσομεζές ρε φίλε! Η κοπέλα είναι όρθιο τσιμπούκι με τα χέρια στην ανάταση!

Βλ. και Π.Τ.Ο., Π.Π.Ο., πίπα όρθια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός γυναίκας που το παίζει σημαντική προσωπικότητα και ψάχνει διακαώς να ζει σαν μεγαλοαστή. Στην ουσία περιφέρεται σαν σούργελο. Η κακή έκφανση της κοκέτας. Κυρίως αναφέρεται σε μέσης ηλικίας γυναίκες.

- Για δες Γιάννη αυτήν εκεί πώς κουνιέται...
- Τον ξέρω τον ντιβανέ μωρέ... κάθε μέρα εδώ είναι με τον πουρόγερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός γυναίκας, που από το λαιμό και κάτω λαμβάνει βαθμολογία άριστα αλλά που από πρόσωπο δεν βλέπεται... Οπότε πετάς το κεφάλι και τρως το υπόλοιπο...

-Καλά ε, η Πόπη είναι και γαμώ τις γκόμενες..τν ξέσκισα χθες..;]
-Ναι, αλλά από μούρη...
-Γαρίδα, φίλε, γαρίδα..

Στα αγγλικάνικα λέγεται butterface εκ του "γαμάτο σώμα but her face..." (από Khan, 13/05/14)

Ακόμη: γκόμενα-γαρίδα, γυναίκα-γαρίδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χοντρός άνθρωπος. Βέβαια χρησιμοποιείται και για τους εύσωμους, τα γομάρια.

  1. - Κρύφτε τα φαγητά παιδιά, έρχεται ο Μπάμπης η αρκούδα!

  2. - Ρε τα έμαθες; Ο Βασίλης χθες πλακώθηκε με το Σπύρο.
    - Ναι ε; Φαντάζομαι τις έφαγε ο Βασιλάκης.
    - Ε ναι λογικό είναι, το μυρμήγκι τι να κλάσει μπροστά στην αρκούδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μυς. Το λέμε κυρίως για τους γυμνασμένους που οι μύες τους ξεχωρίζουν.

- Βλέπω έχεις κάνει ποντίκια τελευταία! Πλακώθηκες στα γυμναστήρια ε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση παραπλήσια του χτίζω κοιλιακούς. Σημαίνει τρώω τον αγλέορα, αλλά με τον τίμιο σκοπό να χτίσω τους μύες των σαγονιών. Δεν θέλει κόπο, θέλει μάσα!

- Τι κάνει ο Βάγγελας; Άρχισε κανά γυμναστήριο μπας και συμμαζευτεί λιγάκι;
- Προς το παρόν χτίζει σαγόνια και βλέπουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος εκείνος ο οποίος φοράει παντελόνια που δεν ταιριάζουν στον κώλο του, με αποτέλεσμα αυτά να κρέμονται σε εκείνο το σημείο του σώματος σαν κατσαβράκια.

Κοίτα, πώς του κρέμεται το παντελόνι! Ε, τον παλιοσκατοβρωμο-γκατσάβρα!!!

Βλ. και σχετικό λήμμα χαρμπαγιάγκαλος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που θα λέγαμε ελληνιστί τσοντόφατσα. Χρησιμοποιείται κυρίως για άντρες, και εκτός από τη μακρυά μαλαπέρδα, είναι από τα βασικότερα προσόντα που πρέπει να έχει ένας πορνοστάρ αν θέλει να κάνει διαχρονική καριέρα στο χώρο.

Είναι η φάτσα που έχει κάτι το διεστραμμένο, το παρακμιακό αλλά και το διαχρονικό μαζί. Βέβαια τσόντα-face μπορεί να είναι και κάποιος που δεν είναι πορνοστάρ, αλλά «το 'χει», θα μπορούσε να είναι π.χ. Γεωργίτσης (ή μήπως έχει παίξει σε τσόντα αυτός;)

Νομίζω ότι τα μύδια θα βοηθήσουν στην κατανόηση του λήμματος, είναι τα απόλυτα τσόντα-faces, για όσους βλέπουνε καμιά τσοντούλα. Ειδικά της γενιάς μου (βλέπε νοικιασμένο VHS από το βιντεοκλαμπάδικο της γειτονιάς.)

(Μεταξύ αντροπαρέας που βλέπει τσόντα)

- Πάλι αυτός ο τύπος;
- Καλά σε πόσες τσόντες τον έχουμε πετύχει;;;;
- Απίστευτο τσόντα-face!!!!!!

Δες και -φατσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified