Τύπος κουρέματος, οπου ο κάτοχος εχει αφήσει τη γνωστή απο την δεκαετία του '80 χαίτη, πλανισμένη όμως στα πλαινά...
- Κοίτα χαίτη ο τύπος...
- Ναι... σαν λασπωτήρας από Toyota-Nissan-Isuzu κ.α.
Τύπος κουρέματος, οπου ο κάτοχος εχει αφήσει τη γνωστή απο την δεκαετία του '80 χαίτη, πλανισμένη όμως στα πλαινά...
- Κοίτα χαίτη ο τύπος...
- Ναι... σαν λασπωτήρας από Toyota-Nissan-Isuzu κ.α.
Λέξεις για τη χαίτη: (μαλλί-)λασπωτήρας, μάλετ, μουλέτι, χαιτικό, δες και χαιταίος
Σε άλλες γλώσσες: mullet (αγγλικά), nuque longue (γαλλικά), Vokuhila (γερμανικά), svenskerhår (δανέζικα), czeski piłkarz (πολωνικά), hockeyfrilla (σουηδικά), takatukka (φινλανδικά)
Got a better definition? Add it!
Με την έννοια του «πολύ ωραία γκόμενα» (και ουχί την παιδόφιλη τοιαύτη).
Η έκφραση χρησιμοποιείται τόσο για λιμπιντιάρικα παστάκια όσο και για πουτσανάφτρες μιλφέιγ.
- Andriana Lima ……Πολύ παιδί μιλάμε… (Από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Ο πολύ κοντός άνθρωπος. Το λέμε κυρίως για γκόμενα: Γκόμενα- μπρελόκ.
- Γκόμενα-μπρελόκ, ναι, αλλά πουτσομεζές!
Σχετικά: απολειφάδι, τάπα, πινέζα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τα σπυράκια της ακμής που έχουν κάποιοι έφηβοι νέοι. Υπονοείται έμμεσα ότι προκύπτουν λόγω παρατεταμένης αγαμίας.
(Ισχύει και για αγόρια και για κορίτσια...)
- Καλά... μαλάκα έχεις γεμίσει καβλόσπυρα... τι θα γίνει; Πότε θα πρωτογαμήσεις να συνέρθεις;
- Θες να μου πάρεις μια... πίπα να συνέρθω;
Got a better definition? Add it!
Μποντιμπιλντεράδικες φλέβες. Δέον όπως προφέρονται «φλεβίδγια» (όπως αρχίδια).
Τα φλεβίδια ουδεμία σχέση έχουν με τις φλατ και φλώρικεςφλέβες των κοινών θνητών (ξέρετε, αυτές που χρειάζεται να σφίγγει κανά μισάωρο η νοσοκόμα μ’ εκείνη τη μαλακία για να μπορέσει τις πετάξει λίγο έξω και να σου πάρει αίμα). Μη σας ξεγελά η κατάληξη –ίδια (που παραπέμπει σε υποκοριστικό). Quite the opposite. Τα φλεβίδια είναι διογκωμένα ορμητικά ποτάμια, που διασχίζουν τα μπράτσα (και όχι μόνο) του φετιασμένουαθλητή, σχηματίζοντας περίπλοκα γραμμικά και πλαστικά μπαρόκ μοτίβα, ανακαλώντας δαιδαλώδεις διακλαδώσεις υπεραιωνόβιου δένδρου (ζωγραφίζω ο πούστης). Εξυπακούεται πως φλεβίδια και γράμμωση πάνε πακέτο. Δεν νοείται το ένα χωρίς το άλλο.
Τα φλεβίδια αναδεικνύονται και πετιούνται (σαν τη Ρωμιοσύνη στα Λιανοτράγουδα του Ρίτσου ένα πράμα) όταν μειωθεί δραματικά το λίπος, πιο συγκεκριμένα αν αρχίσει και πέφτει σε μονοψήφια νούμερα το ποσοστό του επί της όλης σωματικής μάζας. Tip: το σωματικό λίπος δεν είναι μόνο υποδόριο (που περιβάλλει τους μύες) αλλά εισχωρεί ύπουλα και εντός αυτών!
Τα φλεβίδια είναι παράσημα. Διαχωρίζουν τα πρόβατα από τα ερίφια (δηλαδή τους άγριους από τους μπουχέσες) στην άτυπη (κι αλίμονο τόσο αληθινή) ιεραρχία στο χώρο του γυμναστηρίου. Όποιος τα έχει μπόλικα απολαμβάνει το ρησπέκ και το θαυμασμό των συναθλητών του.
All time classic φλεβίδια είναι οι δύο βασιλικές φλέβες, χοντρές σα μακαρόνια σπαγέτο μικρό νούμερο, που διασχίζουν τους δικέφαλους βραχιόνιους μύες (τα ποντίκια εν στενή εννοία). Αν τραβιέσαι με γυμναστικούλα κάποιο καιρό και δεν έχεις πετάξει ούτε αυτά, τότε χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι. Καλύτερα πάψε να το παίζεις βαριτζής και γύρνα το στο πλέξιμο. Παράδεισος του φλεβιδίου είναι επίσης οι μύες του πήχεος, δηλαδή η κερκίδα και η ωλένη (πςς…).
Για πιο εξτρίμ φλεβοκαταστάσεις, το φαρμακάκι επιβάλλεται. Τότε βλέπεις ξάφνου να ξεπετιούνται φλεβίδια στα πόδια (βλέπε Κεντέρης), στους ώμους, το στήθος, την πλάτη. Γενικά χρειάζεται μια προσοχή και μια ρέγουλα, κι αν το παραχέσει κανείς παίζει να φαίνεται λιγουλάκι αντιαισθητικός. Διότι μας έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια κάτι κομπλεξικές γκόμενες που και καλά δε γουστάρουν τους πολύ γυμνασμένους και θέλουν ο άντρας να έχει το μπυροκοιλάκι του. Ου να μου χαθείτε κάργιες!
Ρε φίλε, τελευταία ο Μήτσος έχει φλεβιάσει άσχημα, το ‘χεις προσέξει;
Παίζει να κάνει διατροφή κι έτσι το παλικαράκι..
Καλά τραγούδα. Τέτοια φλεβίδια αγορίνα μου χωρίς να πέσει στο γυαλί φαρμάκι δεν παίζει ούτε με σφαίρες.
Got a better definition? Add it!
Απαξιωτική περιγραφή για κάποιον που την έχει δει και καλά και θέλει να μας πουλήσει υφάκι («πού πας ορέ Καραμήτρο») ενώ στην ουσία πρόκειται για έναν παρακατιανέουρα μπαδεαμέα του γλυκού νερού που όσο και να φτιαχτεί θα μείνει κάγκουρας. Συνώνυμο του «Μαγκιά, κλανιά κι εξάτμιση», δηλώνει ότι κατέχουμε το εν λόγω θρασύ ατομάκι σαν κάλπικη δεκάρα, και όσο και να κουνηθεί, δε φτουράει σε τα μας.
Καλά, μιλάμε, το θυμάσαι το χθεσινό τσουτσέκι για ΑΜίτη που μας τα έκανε τσουρέκια στην Πύλη μέχρι να μας αφήσει να βγούμε; Τον είδα στο κλάμπι εξοδούχο, γυαλί μαλλί και παντελόνι Lee, αλλά τί να λέει - χόρευε κάτι σαν μεταξύ προσοχής και ημιανάπαυσης και δε σταύρωσε όλο το βράδυ ούτε θηλυκή αγελάδα. Κηδεία σκέτη.
Δες και το μαλλί, γυαλί και παντελόνι Lee
Got a better definition? Add it!
Η άσχημη γκόμενα.
- Τι έγινε ρε μαλάκα με την γκόμενα που γνώρισες από το internet;
- Άσε ρε συ, την έψησα να βγούμε και όταν την είδα δεν βλεπότανε... Μιλάμε έφαγα ένα παλτό!!! Πολύ μπάζο η γκόμενα. Γάμησέ τα!!!
Got a better definition? Add it!
Η πλήρης έκφραση είναι «αυτή δε τη γαμάει ούτε φυλακισμένος» (με τις προβλεπόμενες επουσιώδεις παραλλαγές, όπως «δεν την παίρνει ούτε φυλακισμένος»). Πρόκειται πολύ απλά για το υπέρτατο μπάζο, αυτή που δε την παίρνει ούτε ο Χάρος.
Είναι μάλλον ότι πιο χοντρό μπορεί κανείς να πει για την εμφάνιση μιας γκόμενας, η Μητέρα πάσης προσβόλας. Αν της το πετάξεις στη μάπα, είναι σα να της έκοψες τα ποδάρια (και να περπατάει με τα γόνατα). Δέον λοιπόν όπως λέγεται αποκλειστικώς στα πλαίσια χαλαρής κουβεντούλας με φίλους.
Εναλλακτικά παίζει και η έκφραση «αυτή δε τη γαμούσα ούτε μετά απο δέκα χρόνια φυλακή» (ή δεκαπέντε ή είκοσι, όπως αγαπά κανείς). Δίδεται ως αποστομωτική απάντηση σε κλασικές αντρικές ερωτήσεις του τύπου «τη γαμούσες αυτή;», «της πάταγες ένα αυτηνής;», «της τον σφύριζες άμα λάχει ναούμε;» κ.ο.κ.
Και όλοι φανταζόμαστε μέσες άκρες τι πήξιμο και τι αγαμία πέφτει εντός των τειχών, σε φάση που οι φυλακόβιοι κάνουν αλλαξοκωλιές μεταξύ τους (βλ. και Midnight Express).
Σεταρισμένο το λημματάκι, don't you think;
Got a better definition? Add it!
Όπως το λέει και ο συνδυασμός λέξεων κρεμαστάρια είναι τα β(υ)ζ(ι)ά που είναι τεράστια (μαστάρια), αλλά λόγω της βαρύτητας κρέμονται (χρειάζεται να γράψω κρέμα;).
Βρίσκονται κυρίως στα μιλφέιγ και στα τζιλφέιγ, αλλά δεν είναι απίθανο να δείτε και σε νεαρότερες ηλικίες.
Απαραίτητα επιπλέον χαρακτηριστικά είναι η καμπουρίτσα λόγω του βάρους που πρέπει να σηκωθεί, οι στηθόδεσμοι με γάντζους τόσο μεγάλους και ισχυρούς πίσω που φαίνονται από κάτω από τη μπλούζα, λιγούρια που περιφέρονται γύρω από την κρεμασταρού και δέκα λίτρα σάλιο στο έδαφος.
Από τα ακριβώς παραπάνω γίνεται φανερό ότι τα κρεμαστάρια δεν είναι απαραίτητα αντιαισθητικά, αν και τις περισσότερες φορές είναι, γιατί υπάρχει και η νοοτροπία του όσο περισσότερο βυζί τόσο το καλύτερο. Οπότε το ότι δεν είναι στητά δεν αποτελεί πρόβλημα γιατί το συγκριτικό (κατά Ρικάρντο) πλεονέκτημά τους είναι στο μέγεθος. Νταβάι.
(Δύο φίλοι συζητούν)
Φίλος Α: Την είδες την γκόμενα του Τάκη; Αστέρι φίλε (Β).
Φίλος Β: Σιγά μωρέ, τα είδες τα βυζιά της; Μέχρι το πάτωμα φτάνουν τα κρεμαστάρια της.
Φίλος Α: Όχι φίλε (Β), όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
Φίλος Β: Με είπες αλεπού ή δεν κατάλαβες τη λέξη;
Got a better definition? Add it!
Ρήμα αμτβ. ενεργ., κυρίως απαντώμενο σε στιγμιαίους χρόνους και δη παρελθοντικούς. Αναφέρεται σε κοπέλα και σημαίνει αποκτώ, μάλλον αιφνιδιαστικώς, σέξυ γυναικεία χαρακτηριστικά, εξελίσσεται η εμφάνισή μου, από αδιάφορη ή έστω απλά γαμήσιμη, σε παστάκι ή και μουνάρα.
- Είδες την Μαίρη τώρα τελευταία;
- Όχι, γιατί;
- Πώς μούνεψε έτσι ρε παιδάκι μου. Καμία σχέση με το Λύκειο που την ξέραμε. Κουκλάρα σου λέω!
- Θα χώρισε με τον μαλάκα και πρόσεξε λίγο τον εαυτό της η κοπέλα...
Got a better definition? Add it!