Πέραν από την προφανή ρίζα και την κυρίαρχη χρήση της σλανγκοπεριγραφής του ανδρικού ενδύματος, το παρόν λήμμα προέρχεται από τον αγγλικό όρο «customization», ήτοι επί το ελληνικότερον κι επικουρικότερον την «προσαρμογή» και χρησιμοποιείται εν προκειμένω για να περιγράψει την μετατροπή που υπέστη κάτι.

Ειδικότερα, αφορά σε κατά παραγγελία κατασκευή/προσθήκη η οποία υπέστη τροποποίηση ως προς το σχήμα και το μέγεθος προκειμένου να εξατομικευθεί, συνιστώσα σαφώς ενοχή είδους κι ουχί γένους, που βγάζει μάτι ότι μετρήθηκε, σχεδιάστηκε, τοποθετήθηκε και εντέλει κούμπωσε με ακρίβεια και μεράκι (και συνήθως ένα σκασμό λεφτά) πάνω στις ιδιόμορφες ανάγκες του όποιου την παρήγγειλε και η οποία επουδενί θα μπορούσε να συγκριθεί προς το αγοραστό τυπικών γιουνιβέρσαλ διαστάσεων πράγμα.

  1. Γιώργος: Πλάτωνα έβαλα το γαμιστερό "Χ" ηχοσύστημα στο πέρσοναλ για να κάνουμε την κάθε διαδρομή πανηγύρι. Καλό;
    Πλάτων: Πλάκα κάνεις!; Αυτό έχει μεγαλύτερα ηχεία από τη μπάκα μου, που τα χώρεσες;
    Γιώργος: Μην ξεχνάς σαμπγούφερ, πυκνωτές και ενισχυτές. Κουστουμιά στο πορμπαγάζ. Πλέον θα παίρνεις τις βαλίτσες στα πόδια σου.
    Πλάτων: βάλε και χαντρολαίμι, θα στο ματιάσει κάνας κάγκουρας.

  2. Πλάτων: #!@^@@ το τάμπλετ μου μέσα.. μα δεν πουλάει κανείς #$!!%^ μια @^$&* θήκη για οθόνη 12,1";
    Γιώργος: Εμ πήγες και πήρες ό,τι πιο γκουμούτσα κυκλοφορούσε. Μόνο κουστουμιά σε βιοτεχνία αδερφέ.
    Πλάτων: Μήπως να πουλήσω και το τάμπλετ για να ράψω τη θήκη;
    Γιώργος: Εγώ φταίω.

Βλ. και καστομιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το προσφιλές strap-on, το ζωνάτο δηλαδή ντίλντο που φέρουν όσες / όσοι επιθυμούν να συνουσιάσουν ενεργητικά αλλά αδυνατούν ελλείψει (λειτουργικού) πέοντος.

Βλ. επίσης: στραπούτσα, στραπονάρι, στραπονιάζω, αστραπόνγιαννος, γαμπρός, κ.ά συμπληρώματα διαστροφής.

1. κουφάλα Μαρκογιαννάκη το γλίτωσες το στραπόνι απ την Κωνσταντοπούλου

2.
Μαρία αν το δεις τράβα να ισιώσεις με κανα στραπόνι την γκεοπαρέα σου... φιλιλα πολλά μωρή μπαλότσα και στον Νικολάκι που έχει περίοδο αυτό τον καιρό !

2.
όταν τελειώσει το μπυρόνι
έλα περσεφόνη
λιώσε με με το στραπόνι
αλλά μάλλον θα με καψουρευτεί σαν χαζόνι
και τελικά θα φάω χυλοπιτόνι
και θα μείνει το στραπόνι
ξεχασμένο πάνω στο κουτί με το πριόνι
να θυμίζει όμορφες στιγμές στο χιόνι

2.
…Κορίτσι μου πολύτιμο
κατακτητή μεγάλε
το πέος σου είναι σκληρό
και δε νομίζω να μπορώ
τέτοια υπέρμετρο δοκό
ξωπίσω μου να βάλω…
(από το ποήμα «Το στραπόνι»)

(από σφυρίζων, 03/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γούτσικη εκδοχή του σέλφι, της σελφιάς.

Το μικρό σλανγκαρχίδι μέσα μου ίσταται και ξεσκίσταται:

- Ρε μαλάκα το τερμάτισες! Αν είναι να ανεβάζεις το υποκοριστικό κάθε σλανγκιάς στο σάη, πάει, το γαμήσαμε και ψόφησε.

Ο αμετανόητος όμως καβουροσλανγκόσαυρος συγκάτοικός του τον τάπωσε, ποιούμενος τον ναζί τση γραμματικής:

- Η αγγλικάνικη λέξη selfie είναι από μόνη της υποκοριστικό, πράγμα που δεν αντικατοπτρίζεται στην μορφή «σέλφι». Το σελφάκι είναι πιο slangically correct καθώς αποκαθιστά το γλωσσολογικό και μεταφραστικό αυτό ὄνειδος.

1. #sweet το πρωτοχρονιατικο σελφάκι μας ♡♡

2. Χαχαχα σελφάκι στο σχολείο κι έτσι;

4. Καλημερούδια.....με ενα σελφακι......!

5. Θέλω σελφακι μαζι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διευκρινίζεται οτι η έκφραση δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τον ηρωικό αγωνιστή του 1821 στον οποίο ενδεχομένως παραπέμπει το άκουσμά της. Απλά αποτελεί μια άλλη εκδοχή για το τηλεκοντρόλ (telecontrol). Δηλαδή το ασύρματο (η μη) τηλεχειριστήριο ηλεκτρικών συσκευών, όπως τηλεοράσεις, δορυφορικοί δέκτες, κλιματιστικές συσκευές κλπ.

Η έκφραση αποδίδεται σε άτομο ελληνικής καταγωγής ηλικίας περίπου 3 ετών, όπου για λόγους προστασίας της ανηλικότητας δεν αναφέρονται τα στοιχεία του. Παρατηρήστε ότι η έκφραση ως ευηχεστέρα (μπαρδόν για το κακέμφατον) της αυθεντικής, δύναται να την αντικαταστήσει στη καθημερινή χρήση.

Μπαμπά, που είναι το κολοκοτόν; θέλω να δω την «Πέπα το γουρουνάκι».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χασισλανγκιά για μπάσταρδη ποικιλία φούντας από σπόρους σκανκ που καλλιεργείται στην ελληνική και αλβανική ύπαιθρο ανεξέλεγκτα και χωρίς προδιαγραφές πχοιότητας.

Οι γευσιγνώστες χασίστες και φουντικοί, όταν ακούν σκανόφουντα κρατάν μικρά καλάθια, γιατί συχνά έτσι πλασάρονται στην αγορά μπαμπάνες αίσχιστου είδους τ. Albanian Haze. Άλλωστε τι να κλάσει ή όποια σκανόφουντα μπροστά σε παραdédéγμένα Προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης από την Καλαμάτα, τον Ψηλορείτης, τον Ταΰγετο...

Α, και όποιον δεν το το γνωρίζει, σχεδόν το σύνολο των δασικών πυρκαγιώνε μετά τα ενενήνταζ οφείλεται σε κάψιμο χασισοφυτειώνε. Κοινό μυστικό της αστυνομίας και των δασικών υπηρεσιώνε.

1.
Το sage πάει σε όλα τα πεδία
Πίνω σκανόφουντα από την Αλβανία
Ελά να σε κεράσω ένα μικρο γαρότσι
Ελα να συζητήσουμε για τη Τζένη Μπότση

2.
Πριν μια βδομαδα ομως , μολις ειχα σβησει το τσιγαρο μου με την σκανοφουντα (ενα περιεργο σαν σκανκ-ελληνικο που το φερνουν απο ...

3.
- το μόνο πιο γελοίο στον κοσμό απο το κάπνισμα είναι το χασίς και τα ναρκωτικά
- ασε ρε..σε τα μας ρε; αφου σε εχω πετυχει να αρραζεις πανω πλατεια με σκανκοφουντα..ελα τωρα...

4. αντι για φινγκερ φουντς και τετοια new age sex and the city παπαριες ψωνισε σκανκοφουντα και πιτσες να ντερλικοσετε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαντάται και ως βράχια, βράχοι. Αγγλιστί rocks. Μορφή ηρωίνης ή κοκαΐνης. Είναι κομμάτια ακανόνιστου σχήματος, που παρασκευάζονται με τη διαδικασία της συμπίεσης / πρεσαρίσματος / πατικώματος της σκόνης.

Εγχωρίως, τα βραχάκια είναι σχεδόν πλήρως ταυτισμένα με την κόκα. Όπως συνήθως συμβαίνει με τη σλανγκ των τοξικομανών, η λέξη δεν περιγράφει απλά τη μορφή του σταφ, αλλά διατηρεί και συνθηματική, ξεκαρφωτική αξία.

Τα βραχάκια παίζουν σε διάφορα μεγέθη. Από λίγα μιλιγκράμ έως κάποια γραμμάρια. Στην τελευταία περίπτωση δεν κάνουμε λόγο πλέον για βραχάκια, αλλά τουλάχιστον για βράχους. Σε ακόμη πιο χοντρές περιπτώσεις, μιλάμε για βουνά ή και παγόβουνα (που είναι και άσπρα).

Τα πιο γνωστά βραχάκια είναι τα κινέζικα, τα οποία παρασκευάζονται σε ευρωπαϊκά εργαστήρια, με βάση που έρχεται από Κίνα και Ινδονησία. Με τον όρο βάση αναφερόμαστε στο προτελευταίο στάδιο επεξεργασίας για τις σκόνες, τη συμπυκνωμένη πρώτη ύλη που σπανίως σκάει στη λιανική. Σε γενικές γραμμές η παρασκευή έχει ως εξής: σπάμε τη συμπυκνωμένη βάση με σφυρί και εν συνεχεία αναμειγνύεται με παρακεταμόλη (depon, panadol etc) και άλλες ουσίες. Το μείγμα μπαίνει στο μίξερ, μετά προστίθεται ασετόν (ξεβαφτικό για τα νύχια, παραισθησιογόνο ελαφράς μορφής) και ακολουθεί η συμπίεση σε ειδικό καλούπι. Η καθαρότητα των βράχων που προκύπτουν, κυμαίνεται γύρω στο 40-50%. Βράχια τέτοιας καθαρότητας δεν διακινούνται στις πιάτσες, όπου θα αρκεστείς σε καθαρότητα της τάξης του 20%.

Τώρα τελευταία έχουν στηθεί και εντός των συνόρων εργαστήρια κατεργασίας ναρκωτικών, καθώς οι ντήλερς φαίνεται πως σταδιακά εγκαταλείπουν την παραδοσιακή εισαγωγή έτοιμου τελικού προϊόντος από το εξωτερικό, και στρέφονται στην υποστήριξη των εγχώριων παραγωγικών δυνάμεων...

- Και τι έκανε νομίζεις ο Λαζόπουλος στο κότερο του Λυμπέρη; Κρατούσε τσίλιες; Βραχάκια κατάπινε. Κοκάκιας, κωλογλείφτης των εφοπλιστών, ένα αρχίδι με προτίμηση στα κρεάτινα τσιγάρα, νομίζει πως έχει το ηθικό ανάστημα να κρίνει τους πάντες και τα πάντα. Ρε ουστ!

(Εμπνευσμένο από εδώ)

σκόνη + βραχάκια (από johnblack, 20/07/09)βράχια, μπορεί και παγόβουνα (από johnblack, 20/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified