Further tags

(Ακόμα πιο) αργκοτική ονομασία για το σκανκ. Μπορεί να υπονοεί και το καλλίτερης πχοιότητας σκανκ απ' ότι συνήθως (sic)!

-Ωραίο, ρε λοςτρε! τι είναι;

-Σκανούρι ρε μαν.

Got a better definition? Add it!

Published

Θηλυκό, παλιά σχετικά λαϊκίζουσα ονομασία για το Λονδίνο. Υπάρχει και στο πληθυντικό ως Λόντρες! Έγινε και τραγούδι από το Τραϊφόρο, το τραγούδησε η Βέμπο περί τα 1944 με τίτλο "Λόντρα, Παρίσι, Νιου Γιορκ..."

-Που να τρέχουμε τώρα Λόντρες και Παρίσια.

Got a better definition? Add it!

Published

..ή αλλιώς "ο μέιν μαν" (main man).

Είναι:

  • κάποιος με εμπειρία στο συγκεκριμένο θέμα.
  • αυτός που ξέρει τι συμβαίνει.
  • ο κύριος παίχτης.
  • ο οργανωτής.

- Σε ποιον να απευθυνθώ;

- Στον Μπάμπη ρε συ, αυτός είναι ο μαν της φάσης.

Επίσης:

- Ο Lubomyr Melnyk είναι γαμάτος ρε συ.

- Ε, καλά, αφού είναι ο μαν της φάσης.

Got a better definition? Add it!

Published

Το νέο trend στα ίντερνετς, το λεγόμενο mangina (σύντμηση των αγγλικών λέξεων: man+vagina),
όπου άνδρες μαγκώνουν το πουλί τους ανάμεσα στα πόδια τους και το κάνουνε μουνάκι.
Ό,τι πρέπει για σνάπτσατ και ίνσταγκραμ δηλαδή.

- Κυρία Μαρία, έχω ένα καλό κι ένα κακό νέο για το γιό σας. Από που να αρχίσω;
- Από το κακό..
- Ο γιός σας ο Δημητράκης, ανέβασε χθες φωτο στο facebook να κάνει mangina..
- ΟΟΟΟΧΙΙΙΙΙΙ, ο γιόκας μου να κάνει πουτσομούνι;; Δε μπορεί, δεν είναι δυνατόν.. Και ποιό είναι το καλό νεό;
- Έγινε viral, χαχαχχχχ!!

Στα παρακάτω λινκς μπορείτε να δείτε φωτο με νεανίες που έτυχε να γεννηθούν τη λάθος εποχή,
και κάνουν μουνάκι, ένας-ένας ή παρέες ολόκληρες. Σε σπίτια, σε βουνά, σε θάλασσες και βουνά:
http://luben.tv/stream/86199
http://www.lifo.gr/viral/is_viral/109077

mangina

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ε μα... αυτά! Δεν τα θυμάστε; Έτσι τα έλεγαν όλοι, άλλοι κάνοντας πλάκα και οι υπόλοιποι νομίζοντας ότι έτσι προφέρονται στ' αλήθεια.

Δεν θα βρείτε καμία αναφορά στον ηλεκτρονικό κόσμο. Η έκφραση κράτησε πολύ λίγο και δεν καθιερώθηκε, προφ επειδή στην καταναλωτική μας κοινωνία η αγορά πλημμύρισε με το καλημέρα με παρόμοια είδη που προτιμήθηκαν (ή διαβάζονταν πιο εύκολα οι ονομασίες τους).

Κανονικά μόνο πληθυντικός, αλλά ειρωνικά και στον ενικό: μία βετόνα.

- Και με τι σκουπίστηκες;
- Έχω πάντα βετόνες στην τσάντα μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουτσέντζα ή αλλιώς μουτζέντζα (πληθ.: μουτσέντζες). Απότομη μετάπτωση της διάθεσης. Από το αγγλικό mood changes.

- Γιατί τόσο νταουνιασμένη η Σουλτάνα;
- Τίποτα μωρέ, της ήρθε περίοδος και την πιάσαν οι μουτσέντζες της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαιτητής (προφ. ετυμ. < αγγλ. referee). Απ' ευθείας ενσωμάτωση του σχετικού αγγλισμού που βλέπουμε στο τελευταίο παράδειγμα.

Αλλαγή, ρεφ!!! (Όπως το άκουσα ιδίοις ωσίν από προπονητές παιδικών ομάδων ποδοσφαίρου κατά τη διάρκεια αγώνα).

Μετά την εκδίκηση του διαιτητή προς τους ποδοσφαιριστές έρχεται η ΕΠΙΚΗ ομιλία του Σερβικής καταγωγής ρέφ, Ντράγκαν Νίκολιτς να μας τρελάνει

εδώ

Οι ρεφ της αγωνιστικής - Η Κυπριακή Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου ανακοινώνει τους διαιτητές, βοηθούς διαιτητές και παρατηρητές των αγώνων Πρωταθλήματος CYTA.

και στην Κύπρο

The two Texas high school football players filmed brutally tackling a referee during a game say the ref made racial slurs, prompting the suggested retaliation from an assistant football coach.

και πιό μακριά

Got a better definition? Add it!

Published

Σιδηροδρομικός όρος για τις ελαφρού τύπου (αυτοκινούμενες) αυτοκινητάμαξες. Από το αγγλικό railbus. Στην Ελλάδα ο όρος εισηχθεί μάλλον πρόσφατα, παλαιότερα χρησιμοποιούνταν η γαλλικής προέλευσης λέξη οτομοτρίς. Συχνά είναι ηλεκτρικά ή ντίζελ. Στην Ελλάδα ως ρέιλμπας χαρακτηρίζεται κυρίως το υπόθετο γνωστο και ως Stadler 560 και Stadler 4501(μετρικό). Τα ρέιλμπας είναι σε χρήση σε σύντομα δρομολόγια όπως τα προαστιακά, τα μητροπολιτικά και τα τοπικά.

-Πήραμε το ρέιλμπας και πήγαμε από την Ολυμπία στο Κατάκωλο, καλά ήτανε, αλλά καλύτερη φάση θα ήτανε αν έβαζαν και καμιά ατμομηχανή με βαγόνια εποχής για το καλοκαίρι.
Ρέιλμπας Stadler 4501 του ΟΣΕ σε δρομολόγιο Ολυμπία-Κατάκωλο Ρέιλμπας Dodge στη Ν.Αμερική, στη προηγούμενη ζωή του ήταν... μπας(schoolbus)!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ρήμα "ξεκουλάρω" <ξε+ cool + άρω> σημαίνει ξε-χαλαρώνω. Χρησιμοποιείται για την ανατροπή υπερβολικά "cool", χαλαρών καταστάσεων, προκειμένου να μπει ένα μέτρο, για την αποτροπή ακραίων καταστάσεων χαλαρότητας, που μπορεί να επιφέρουν ακόμη και το θάνατο.

1.Είσαι έξι μέρες μέσα στο σπίτι και μπαφιάζεις. Ξεκούλαρε λίγο, γιατί θα το κάψεις.
2. "Πάμε να κάνουμε μια παρτούζα, να πιούμε 10 ουίσκια, να ρουφήξουμε 3 κοκίτσες, να στανιάρουμε λιγάκι!" "Ξεκούλαρε ρε φίλε, εσύ πριν 2 μέρες ούτε τσιγάρο δεν έκανες"
3. "Γεια σου κούκλα! Και γαμώ τα βυζάκια έχεις! Θες να πάμε μία μέσα.." "Για ΞΕΚΟΥΛΑΡΕ λιγο"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που για πρωινό τρώει στεροειδή και λόγω υπερβολικής σωματικής διάπλασης γεμίζει ασφυκτικά το κάθισμα στο τραίνο ή ένα στενό πεζοδρόμιο και δε χωράς να περάσεις.

Σύνθετο, ετυμολογείται από το Ράμπο και την κατάληξη -ειδές.

Χαρακτηρίζεται ως άτομο όχι απλώς βίαιο αλλά ως άτομο που έχει φετιχοποιήσει τη βία και δεν αγαπάει ούτε άντερα του. Συντηρεί τις εταιρίες παραγωγής και πώλησης αναβολικών και τις εταιρείες συμπληρωμάτων διατροφής. Ο ναρκισσισμός του είναι σε άλλα επίπεδα και στόχος της ζωής του το "τέλειο" σώμα που οι πολλοί κοιτώντας το με οίκτο θα το χαρακτηρίζαμε τερατώδες. Υπερβολικά φουσκωμένοι ιστοί, βαρύ πάτημα, αφύσικα φαρδιές πλάτες. Πουλάει ποζεριλίκι στο γυμναστήριο και στη παραλία. Πουλάει τσαμπουκάδες στους πιο αδύναμους από αυτόν και σε γυναίκες. Το χαρακτηρίζουν μεταξύ άλλων ο κομπλεξισμός, η καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, η έλλειψη παιδείας με αποτέλεσμα τη προσήλωσή του σε κούφιες έννοιες όπως: αίμα, φυλή, θρησκεία, έθνος και έτσι είναι απόλυτα χειραγωγήσιμο άτομο. Συχνά αναζητά την επιβεβαίωση και χρησιμοποιεί την γυναικεία παρουσία και τους τραμπουκισμούς ως άλλοθι... έναντια στην ασεξουαλικότητα του ή την σεξουαλική του ανικανότητα λόγω των αναβολικών. Συχνάζει κυρίως σε γυμναστήρια ή σιδεράδικα αλλά και σε καφετέριες που συχνάζουν και άλλοι γορίλες σαν αυτόν. Στους χωρους αυτούς τους αναζητούν διάφοροι όπως: άνθρωποι της νύχτας για να τους προσλάβουν για μπραβιλίκια, νεοναζί για να τους στρατολογίσουν και να κάνουν τη βρώμικη δουλειά, συνδεσμίτες για να τους στρατολογίσουν επίσης, αναρχικοί/αυτόνομοι/αντίφα για να τους επιβραβεύσουν για την βοήθεια που πρόσφεραν στους νεοναζί. Αν το ραμποειδές καταφέρει να τελειώσει το λύκειο (λέμε τώρα) αποκαθίστατο επαγγελματικά ως γουρούνι των ΜΑΤ (εκεί και αν βγάζει όλα του τα κόμπλεξ), αλλιώς γίνετε μπράβος σε στριπτιτζάδικο ή σκυλάδικο, ασφάλεια προσώπων, σεκιουριτάς. Τον ελεύθερο του χρόνο οργανώνεται στις νεοναζιστικές συμμορίες και στους συνδέσμους οπαδών. Υπάρχουν και μερικά δείγματα ραμποειδών που δεν ασχολούνται με ναζιστάκια και χουλιγκάνους και ειδικά αν έχουν λύσει το οικονομικό η ζωή τους είναι σπίτι-σιδεράδικο, σιδεράδικο-σπίτι. Ο δείκτης IQ τους είναι γενικά κάτω του μετρίου και είναι τραμπούκοι και ψευτόμαγκες.

Συνώνυμα: Γορίλας, σβάρτσος, ράμπο, γυμναστηριακός, ντουλάπα, φαρμακωμένος, μπιλντέρι, πρησμένος, ντούκι, σώμας, χτιστός, φουσκωτός, donkey-kong, σφίχτερμαν, μπονταίο, τίγκας, τέρας κ.τ.λ.

- Δες ρε μαλάκα το ραμποειδές με πόσο γλοιώδη τρόπο την πέφτει στη κοπέλα.
- Μου έρχεται να τον πατήσω ένα μπουκέτο στη μάπα και να τον ξαπλώσω κάτω.
- Ώπα ρε άντρα πρόσεχε τα ψωλοχύματα μη μας πιτσιλίσεις και εμάς...

ραμποειδές γορίλας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified