Συνθηματική μπουρδελοσλάνγκ για την εκσπερμάτωση, κυρίως όταν αυτή προκαλείται από φραπέ δια χειρόςποδός) επιδέξιας φραπεδιάρας σε φραπενείο, φραπενέ, ή άλλο ευαγές ίδρυμα που σερβίρει καφέ.

Εκ του αγγλικάνικου happy ending. Βλ. επίσης: τέρμα.

Σ.ς..: αναρτάται προς τιμήν της 6ης επετείου της Παγκόσμιας Ημέρας Frappernité και αφιερούται στους φραπελημματογράφους του σλανγκρρ με προεξέχοντα τον χαμένο σλανγκοδράκο Gatzman.

1.
- Δεν την εστειλα στο διαολο μηπως και είχαμε ευτυχή κατάληξη. Στο μισάωρο με γύρισε ανασκελα και συνεχισε το μασαζ απο μπροστά αποφευγοντας τα επιμαχα. Δεν ηθελα πολύ και αφου είχε γινει τουμπανο τη ρώτησα με οση ευγενεια και χιουμορ διεθετα αν θα υπηρχε happy end είτε στο πρόγραμμα είτε με επιπλεον χρέωση. Μετά από ένα γελάκι μου «άνοιξε την καρδιά της» και μου είπε πως αυτή ηταν η ιστορια της ζωης της και πως πολλοί πελάτες της προσέφεραν 200 και 300 ευρω για φραπέ, αλλά αυτή τα χεράκια της τα είχε ταγμένα μόνο στο μασαζ και στον πρίγκηπα που περιμένει. Προφανώς και δεν ήμουν τόσο καυ.... για να προτείνω 200αρι για ενα φραπε ούτε ήθελα να πουλήσω το σπίτι μου για να πείσω την αθηνά να μου ανοίξει τα πόδια της οπότε την χαιρέτησα και σκεφτηκα πόσο μλκ μπορεί να είμαστε ώστε να σκαμε μισο μισθό σε ένα αδιάφορο πιπίνι για μια μλκ και να τρωμε και πρότα....

2.
- Για να μην χαθεί τελείως η παρτίδα, επειδή καταλάβαινα ότι δεν θα είχαμε ευτυχή κατάληξη, της ζήτησα να με τελειώσει με στοματικό (με προφύλαξη), κάτι που δέχτηκε χωρίς να δυσανασχετήσει, για να έρθει τελικά το τέλος μετά κόπων και βασάνων.

3.
- Έτσι παραμένοντας ξαπλωμένος ανάσκελα, και της ζήτησα να αναλάβει πρωτοβουλίες και με στοματικό, hand job και φιλιά και χάδια στο σώμα μου, είχαμε την ευτυχή κατάληξη.

4.
... μονο μη μου τα δαγκωνεις, ζητησα συγγμωμην και αυτη κάνοντας μου φραπέ ..... σε ένα μπαρ, με την ευτυχή κατάληξη που μπορεί να έχει η όλη διαδικασία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όσοι στρατιώτες αποστέλλονται σε βέβαιο θάνατο στα χαρακώματα προκειμένου να επιτευχθεί κάποιος στρατηγικός στόχος. Χρησιμοποιείται υποτιμητικά κυρίως για στρατευμένες δευτεράντζες (π.χ. πεζικάριους) που θεωρούνται περισσότερο αναλώσιμοι από τις πιο κυριλάτες και καλά εκπαιδευμένες μονάδες (ναυτικό, αεροπορία, κλπ). Σε μορφές ατάκτου πολέμου, συνώνυμο της «ανθρώπινης ασπίδας».

Σλανγκικά και μεταφορικά έχει υιοθετηθεί ένθερμα ως ξύλινη γλώσσα φιλειρηνιστών και αριστεριτζήδων. Ενώ τα φαλλικά συμφραζόμενα κανονιού - σαρκός είναι πρόδηλα, η έκφραση δεν καταγράφεται σε πλαίσια φάσωματος τόσο συχνά όσο θα περίμενε ο αρρωστημένος νους ενός σλάνγκου.

Η πρώτη καταγεγραμμένη χρήση ανήκει στον François-René de Chateaubriand και στρέφεται κατά του Ναπολέοντα (1814): «On en était venu à ce point de mépris pour la vie des hommes et pour la France, d'appeler les conscrits la matière première et la chair à canon», τουτατέστιν, «η περιφρόνηση για τις ανθρώπινες ζωές και για τη Γαλλία φτάνει στο σημείο να αποκαλούν τους στρατευμένους πρώτη ύλη και κρέας για κανόνια».

Αγγλιστί: cannon fodder.

Βλ. και σχετική μαγειρική συνταγή.

(από το ΔΠ: Χάνκοντας)

- Φτώχεια, πόλεμος μεταξύ των Μαφιών, ισλαμιστική τρομοκρατία: το Κρεμλίνο έχει χάσει τον έλεγχο του Βόρειου Καυκάσου. Tην πληρώνουν, όπως πάντα, οι άμαχοι. Ας αρχίσουμε με τις «μαύρες χήρες», που έδωσαν πάλι τίτλο χθες σε όλες τις εφημερίδες του κόσμου. Για τον γάλλο συγγραφέα και φιλόσοφο Μαρέκ Αλτέρ, που γνωρίζει καλά την Τσετσενία, πρόκειται για νέες γυναίκες- οι περισσότερες απ΄ αυτές είναι 15 ώς 19 ετών- που είτε έχουν πουληθεί από τους γονείς τους είτε έχουν πέσει θύματα απαγωγής, όπως συνέβαινε στην Καμπότζη του Πολ Ποτ. Γυναίκες υποταγμένες - άλλωστε η ίδια η λέξη «μουσουλμάνος» σημαίνει υποταγμένος- που γίνονται εύκολα κρέας για τα κανόνια. (εδώ)

- Καταταγείτε: Γίνετε κρέας για τα κανόνια μας. «Ράμπο» με ΝΑΤΟικές προδιαγραφές ψάχνει απεγνωσμένα η κυβέρνηση με διαφημιστική καμπάνια που απευθύνει στους νέους
(εκεί)

- Τα συμφέροντα είναι τεράστια και οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν ξανά τους Ελδυκάριους (ΕΛΔΥΚ-ΤΟΥΡΔΥΚ) ως κρέας στα κανόνια τους. Εξάλλου ποιος ξεχνά τους νεκρούς Κύπριους φαντάρους και αξιωματικούς από την έκρηξη στην Ναυτική Βάση στο Μαρί, που γειτονεύει με το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, εξαιτίας των πολιτικών παιχνιδιών της κυβέρνησης Χριστόφια.
(παραπέρα)

- Είναι φρόνιμη ιδέα η Δίκυκλη Αστυνόμευση, κυριολεκτικώς “Chair a Canons”(Κρέας για τα κανόνια) σε μια πόλη που παρουσιάζει πλέον χαρακτηριστικά τριτοκοσμικού τύπου ανομίας, με δράση συμμοριών βαρέως οπλισμένων και αδίστακτων κακοποιών; (παραδίπλα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά λέξη μετάφραση του αγγλικού «what's your poison» που στην ουσία ρωτά «με τι φτιάχνεσαι;», «με τι την βρίσκεις;», «ποιο το κόλλημά σου;».

Αν κι αναφέρεται κυρίως σε ξίδια, ουσίες και βίτσια, έχει φτάσει να κυκλοφορεί από και καλά αλάνια μπάρμεν, ίσως, γιατρούς και νταβατζήδες με πολλά κονέ, μέχρι το πληκτρολόγιο κάθε βιαστικής ντεμέκ άνετης και περπατημένης νετο-γιαλόμας, όταν βολιδοσκοπεί τα όποια γούστα του εκάστοτε συζητητή.

To γνωστό αναντάμ παπαντάμ απ' τον Titus Lucretius Carus: Ut quod ali cibus est aliis fuat acre venenum πως «ό,τι αποτελεί τροφή για κάποιον, αποτελεί πικρό δηλητήριο για κάποιον άλλον», μοιάζει να ανάγεται από μια υπερανεκτική κοινωνία, σχεδόν χαριτωμένα και τελείως απενοχοποιητικά, σε αήθη κατανάλωση (ο πελάτης έχει πάντα δίκιο) οποιουδήποτε προϊόντος ή υπηρεσίας (όλα εμπορεύματα προς πώληση, για να κινηθεί με το νταλαβέρι η Αγορά).

Υπονοείται προφανέστατα, πως καθένας έχει τουλάχιστον από ένα, που στην τελική τον χαρακτηρίζει μονοδιάστατα, τουλάχιστον σ' όποιον ρωτά.

1.
-Η μόνη απορία πλέον είναι ποιο είναι το δηλητήριο σου πρωί - πρωί. Ουίσκι; Βότκα; Ρούμι; Τσίπουρο; Ποιο; -Όλα ρε, σε σφηνάκι.

2.
Λοιπόν, ποιο είναι το δηλητήριό σου απόψε; Τι είναι αυτό που σε βοηθά να κρύψεις αυτό που τα μάτια σου προσπαθούν να προδώσουν; Τι είναι αυτό που σου δίνει ενέργεια να χορεύεις όλο το βράδυ, αυτό που σε κάνει να δείχνεις όμορφη, ευχάριστη κι ενδιαφέρουσα; Τι έχει κάνει όλα τα μάτια να καρφωθούν πάνω σου; Είναι μήπως αυτό που βρίσκεται μέσα στο ποτήρι σου, που έχει γεμίσει κι αδειάσει ήδη τρεις φορές; Είναι η μουσική που έχει πλέον γίνει ένα με τους παλμούς της καρδιά σου, τα φώτα που έχουν κάνει τα πάντα γύρω σου να εξαφανιστούν κι αισθάνεσαι σα να έχεις μεταφερθεί ολομόναχη σ' έναν πύρινο πλανήτη;

(όλα απ' το δίχτυ)

Δες και δηλητήριο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»

Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.

Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:

---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.

Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),

---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και

---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).

Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.

---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.

---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.

---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.

---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.

1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.

2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…

3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!

4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)

5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται, ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο. ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.

6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.

(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)

7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!

(κλασικό, προσαρμοσμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαστορική αργκό, εννοείται το μίνιο, δηλαδή η μολυβδούχος χρωματική ουσία που χρησιμοποιείται ως αντισκωριακό και ως πλαστικό χρώμα. Σημαίνει γαμώ και εκσπερματίζω. Η έμφαση είναι στο μαζικόν της εκσπερμάτισης. Μπορεί να σημαίνει και τον αυνανισμό, όπως το ασπρίζω τοίχους κ.τ.ό. (Να μην συγχέεται με τα μίνια, εκτός κι αν τα μίνια απλωθούν πάνω στα μίνια, όπως στην περίπτωση του Πλύντον).

- Πώς πήγε χτες μάστορα; Άπλωσες τα μίνια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμμαζεύοντας, ανακεφαλαιώνοντας και προσθέτοντας για να μη μείνει έξω από τη συλλογή ένα λήμμα που ήδη χρησιμοποιείται κάργα στο σάη:

Προέρχεται από τον Πάξαμο, πολυγραφότατο συγγραφέα αρτοποιό και μάγειρα που ζούσε στη Ρώμη τον 1ο μΧ αιώνα.

  1. Πρόκειται για τον δίπυρο (διπλά ψημένο / φουρνισμένο) κομμάτι ψωμιού (εξού και το λατινικό bis coto, απ’ όπου το ιταλικό biscotti και το αγγλικό biscuit και το δικό μας μπισκότο), ώστε να αφυδατωθεί και να γίνει σκληρό, για να διατηρείται περισσότερο.

Αποτελεί βασικό συστατικό του περίφημου Κρητικού ντάκου.

Υπάρχουν και:
α. το παξιμάδιασμα που σημαίνει εκτός από το ψήσιμο του ψωμιού ώστε να γίνει παξιμάδι / το φρυγάνισμα,

β. το αντίστοιχο παξιμαδιάζω που, όταν μιλάμε για άτομα, σημαίνει αδυνατίζω υπερβολικά σε σημείο ασχήμιας και

γ. η παξιμάδα (που ‘ναι –άσχετο- και νησί κοντά στη Σητεία) για το ακόμη πιο χοντρό και μεγάλο παξιμάδι (να μη συγχέεται με το 5).

  1. Η πασίγνωστη (και επικαιρότατη) έκφραση «κάνει το σκατό του παξιμάδι», όπως και η παρόμοια «ξεραίνει το σκατό του», σημαίνουν πως (όπως αφήνουμε το ψωμί να γίνει παξιμάδι για να ‘χουμε κάτι να τρώμε στο μέλλον):

α. επειδή υπάρχει μεγάλη ανευρεία στερούμαστε (αναγκαστικά και χωρίς να το θέλουμε) και τα βασικότερα των αγαθών,

β. κάνουμε υπερβολική οικονομία (στερούμενοι ηθελημένα κάτι που άλλοι –ίσως όχι άδικα- να θεωρούν βασικό), με σκοπό να αποκτήσουμε στο μέλλον κάτι που κοστίζει ακριβά.

  1. Η έκφραση «θέλει βρεγμένο το παξιμάδι» σημαίνει πως ο εν λόγω είναι τόσο τεμπέλης που δε στέργει να ταλαιπωρηθεί ούτε στο ελάχιστο, ακόμη και για να απολαύσει κάτι. Βρεγμένο παξιμάδι τρώνε οι γέροι που ‘ναι φαφούτηδες. Αναφορά και εδώ.

  2. Η ψωλή. Προφανώς από το ξερή (ξερό ψωμί είναι το παξιμάδι). Απ’ εδώ η έκφραση «βουτά το παξιμάδι του στον καφέ / το μέλι» κι άλλα, ανάλογα με την περίπτωση.

  3. Παξιμάδα, παξιμάδω και παξιμαδοκλέφτρα σημαίνει κοκότα, πουτάνα. Αναφορά και εδώ.
    Σύμφωνα με το Ρεμπέτικο φόρουμ, προέρχεται απ’ τις καλντεριμιτζούδες που διπλαρώνανε στους καφενέδες της Ομόνοιας και πέριξ, τους θαμώνες προς άγρα πελάτη ή έστω της αρπαγής του μικρού παξιμαδιού που ήταν στο πιατάκι του καφέ και σερβιριζόταν μαζί.

  4. Το μεταλλικό κινητό περικόχλιο (μικρός τετράγωνος ή εξάγωνος δίσκος) με τρύπα, που έχει εσωτερικό σπείρωμα (βόλτα), για να βιδώνεται μέσα σε αυτό ο κοχλίας (βίδα), οπότε συνδέονται διάφορα αντικείμενα ή εξαρτήματα μηχανισμού μεταξύ τους.

  5. Υπάρχει και η έκφραση «Το στρίβεις το παξιμάδι;»

Τέλος: ποξαμάτι στα Κυπριακά.

  1. Κόντρα παξιμάδι.
    α. «Βιδώνω κόντρα παξιμάδι» στην κυριολεξία. είναι όταν βιδώνοντας κάτι, με το γαλλικό κλειδί, κρατάω και το παξιμάδι κόντρα.

β. Επίσης κυριολεκτικά, το δεύτερο παξιμάδι που κρατώντας κόντρα ενισχύει το πρώτο ακριβώς όπως περιγράφεται εδώ.

γ. Συμπληρώνοντας την εδώ δεύτερη έννοια, σημαίνει το χοντρό δούλεμα. ειδικά όταν συνοδεύει το γνωστό ψιλό γαζί.

δ. Δημοφιλής ξινίζουσα σεξουαλική στάση (αναφορά και εδώ).

  1. Η έκφραση «έχω μείνει παξιμάδι» είναι συνώνυμη των «έχω μείνει μαλάκας / κόκκαλο / κάγκελο / παγωτό / έκπληκτος / άναυδος / στήλη άλατος / με το στόμα ανοιχτό» / καγκελώνω.

  2. Ο στεγνός / αυτός που έχει μείνει ρέστος / ταπί / πανί με πανί / δίχως μία. Ακούγεται όλο και συχνότερα παρέα με το «μένω» (χωρίς να μπερδεύεται με το 9.) αλλά και το «είμαι» τόσο για πρόσωπα όσο και για εταιρείες.

1.β. Ποιος θα γυρίσει να σε κοιτάξει βρε μίζερη, έτσι που παξιμάδιασες; Βάλε και λίγο λάδι στη σαλάτα κι έγινες σαν τον άγι’ Ονούφριο.

2.α. Ξεσκιζόμαστε κι οι δυο σε δυο δουλειές πρωί - βράδυ, έχουμε κάνει το σκατό μας παξιμάδι, ο μήνας βγαίνει με δανεικά κι έχουμε και το χοντρομαλάκα να λέει πως μαζί τα φάγαμε. Τότε γιατί πεινάμε χώρια ρε;

2.β. Για να κάνουν το σπίτι αυτό που βλέπεις, έκαναν το σκατό τους παξιμάδι πάνω από μια δεκαετία.

3. Ποιος βρε, ο Χρήστος; Αυτός θέλει βρεγμένο το παξιμάδι του, σιγά μη κουνηθεί για το λιοχώραφο. Τσιμέντο να γίνουν όλα, μου πέταξε ο ντεμέκ οικολόγος όταν του το ‘φερα απ’ έξω–απ’ έξω.»

4. «…όσο για τους χαμηλόβαθμους ..ε!! όσο μπορούν και τους παίρνει, βουτούν το παξιμάδι τους στον καφέ της χήρας…»

5.****Ήσουνα τι ήσουνα. Το πασίγνωστο παλιό μουρμούρικο. (Οι παραλλαγές είναι ατελείωτες, αντιγράφω τον Ηλία Πετρόπουλο)

Ρε, ήσουνα ξυπόλυτη και γύριζες στους δρόμους
τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις ιπποκόμους

Βρε, ήσουνα ξυπόλυτη και μάζευες 'κοσάρια τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις κατοστάρια

Βρε, ήσουνα αδέκαρη και μάζευες ραδίκια
τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις σκουλαρίκια

Βρε, με χίλια χρόνια φυλακή τιμώρησα το Χάρο
Να είσαι πάντα ελεύθερη μαζί σου να γουστάρω

Βρε, ήσουνα ξυπόλυτη και τάιζες κοκόρους
τώρα που σε πήρα εγώ ζητάς αεροπόρους

Τα ζάρια μου τα κούνησα και ήρθαν έξι-πέντε Μπάνιζε μπάτσους στη γωνιά τους πάει πέντε-πέντε

Βρε, ήσουνα ξυπόλυτη και μάζευες χορτάρια τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις κατοστάρια

Βρε, ήσουνα δεν ήσουνα μια τσουβαλοπλέχτρα τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις σούρτα φέρτα

Βρε, ήσουνα δεν ήσουνα μια παξιμαδοκλεύτρα τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις σούρτα φέρτα

Βρε, ήσουνα ξυπόλυτη και μάζευες ραδίκια
τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις βαντανίκια (κοσμήματα).

Βρε, ήσουνα ξυπόλυτη και πάταγες στις λάσπες
Τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις άσπρες κάλτσες.

Βρε, ήσουνα στη μάνα σου και πότιζες τη γλάστρα
τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις (τακτιριτακτα)

8γi) «…Μας δουλεύεις ψιλό γαζί και κόντρα παξιμάδι, μεσιέ; Προϊόντα κατασκευάζει και η κουτσή Μαρίκα... Με τί, όμως, αν δεν έχει πρώτες ύλες;»

8γii) «…Υπόβαθρο είναι οι ευσεβείς πόθοι τού λαού και γνώμονας το συμφέρον αυτού και αυτών που σχεδιάζουν τα πολιτικά συστήματα. Βεβαίως ο λαός έχει πειστεί πως είναι «σοφός» και δεν δέχεται πως τον δουλεύουν ψιλό γαζί και κόντρα παξιμάδι..»

8.δ.i. «…Εμένα πάντα με υποψιάζουν δημόσια πρόσωπα που το παίζουν έντονα κάτι. Αν αυτό είναι πατριωτισμός, σημαίνει ότι την Ελλάδα την έχουν γραμμένη εκεί που την είχαν γράψει και οι άλλοι ”υπερπατριώτες” οι χουνταίοι. Αν το παίζουν αντριλίκι, το γκρόβερ σε κόντρα παξιμάδι είναι δεδομένο. …»

8.δ.ii. «…Αυτά τα rap γκομενίδια μου αρέσουν ΦΟ-ΒΕ-ΡΑ γιατί είναι ρυθμικά, γενικώς και δεν κάνουν τα έξυπνα όπως τα ανάλογα ροκ γκομενίδια που και δεν μεγαλώνουν ποτέ και κάνουν ότι τα ξέρουν κι όταν τους λες “Μωρό, είσαι για ένα βιδωτό κατσαβιδάτο ή τουλάχιστον για κόντρα παξιμάδι και τα ξαναλέμε αργότερα για τον Ντύλαν, στο τσιγάρο”…»

8.δ.iii «….Το φιλί της ήταν βαθύ και με πολύ σάλιο και οι κινήσεις της έδειχναν πως είχε μάθει από καιρό το καμασούτρα, μιας και οι έμεινα έκπληκτος από τις παραλλαγές του all time classic «κόντρα παξιμάδι».

  1. Διάβασα σήμερα και είδα το βίντεο και απλά έμεινα παξιμάδι! Έμεινα παξιμάδι γιατί είδα με τι ψυχραιμία κάποιος συνάνθρωπος μας ήταν ικανός να κάνει τη θυσία του για τα πιστεύω του, χωρίς να προσπαθήσει να κάνει κακό σε κάποιο υπεύθυνο για τη κατάστασή του όπως το βλέπει! Δεν έχω λόγια να πω για αυτόν τον άνθρωπο, πραγματικά ανατρίχιασα βλέποντας τη ψυχραιμία του! Την απελπισία του και με ποιο τρόπο την έδειξε…
    (αναφέρεται στη βουτιά στο κενό απεγνωσμένου Ρουμάνου μέσα στο ρουμανικό κοινοβούλιο πέρσι)

  2. Ήταν που ήταν παξιμάδι του ‘ρθε και το τέλος επιτηδεύματος. (sic)

(όλα αγορασμένα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τον αγγλοαμερικάνικο όρο vertical smile κι αναφέρεται:

  1. (κυρίως) στο γυναικείο αιδοίο του οποίου τα μεγάλα χείλη σχηματίζουν ένα «χαμόγελο», το οποίο όμως, όταν η γυναίκα είναι όρθια, είναι κάθετο σε σχέση με το κλασικό χαμόγελο των χειλιών του προσώπου. Φαίνεται καλύτερα όταν το μουνί είναι ξυρισμένο. Γι’ αυτό και αποτελεί έκφραση σε περιβάλλοντα όπως στούντιο ομορφιάς όπου γίνονται αποτριχώσεις, και πλασάρεται από γυναικεία περιοδικά.

  2. (πολύ σπανιότερα) στο στόμιο της ανδρικής ουρήθρας.

Παρακαλώ πολύ, να μην εμφανιστούν σχόλια ή μήδια σχετικά με τον πασίγνωστο οργανισμό προστασίας των δικαιωμάτων του (όλοι ξέρουμε). Πιασάρικο μεν, ψιλοφθηνό δε (κατά την ταπεινή μου γνώμη). Σαν λογοπαίγνιο σχετίζονται κάργα, αλλά το να ψάχνει κάποιος το ένα και να του εμφανιστούν και τα δύο μπορεί να θίξει, πράγμα που δεν θα το ήθελα. Ναι, ρε, έχω ταμπού.

  1. «Η ζωή αρχίζει μ’ ένα κάθετο χαμόγελο»

- Νομίζω πως χρειάζομαι μια ..περιποιησούλα για ν’ αναδειχθεί το κάθετο χαμόγελό μου.
- Χόλυγουντ, Μπραζίλιαν, μπικίνι, τριγωνάκι, κάτι ιδιαίτερο;
- «Να καεί ο Αμαζόνιος» που θέλει ο δικός μου δεν κάνετε;
(από μπλογκ)

  1. «…Είχε γυρίσει μπρούμυτα όταν ξύπνησε. Ένοιωσε κάτι να βρίσκεται κάτω από αυτόν που τον ενοχλούσε πολύ έντονα. Κάτι σκληρό υπήρχε ανάμεσα σε αυτόν και στο στρώμα του κρεβατιού που τον ανάγκαζε να αισθάνεται άβολα. Άνοιξε τα μάτια του, γύρισε ανάσκελα και έκπληκτος είδε τη φύση να προεξέχει απ' το σώβρακο με το γνωστό κάθετο χαμόγελό της. Χαμογέλασε κι αυτός με ικανοποίηση και του ήρθαν στο μυαλό αυτά που σκεφτόταν πριν λίγες ώρες στη βεράντα. Η μητέρα φύση με θυμήθηκε, άδικα την κατηγόρησα, σκέφθηκε. Τη χούφτωσε και εκτονώθηκε…» (από μπλογκ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συναντάται και με την προσθήκη του «ντάλα μεσημέρι».

Χρησιμοποιείται ως εξής:

  1. Για να υποδηλώσει κοπιαστική έως εξαντλητική χειρωνακτική (και όχι μόνο) εργασία (παράδειγμα 1).

  2. Ως σεξουαλικό υπονοούμενο για το άγριο και αχαλίνωτο σεξ (παράδειγμα 2).

  1. - Μάστορα, αύριο έχουμε μπετά στην οικοδομή;
    - Ναι ρε. Βάρα μανέλα από το πρωί.

  2. - Κολλητέ, νομίζω ότι το παρακάνατε με τη Λουκία εχθές. Στο ρετιρέ ακουγόσασταν.
    - Τι να σου λέω. Τα είδα όλα. Βάρα μανέλα ντάλα μεσημέρι. Κλατάρισα. Λουμπάγκο έχω πάθει.

(από dimitriosl, 19/03/10)Μανέλα (από poniroskylo, 21/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παλιά χρόνια, τότε που υπήρχαν ακόμη Αξίες και Ιδανικά στον τόπο αυτό, πριν εκχυδαϊστεί εντελώς το σύμπαν δηλαδή, ακόμη και στους οίκους ανοχής υπήρχε μία αξιοπρέπεια στον τρόπο με τον οποίο η τσατσά διαφήμιζε τις παρεχόμενες υπηρεσίες στους εν δυνάμει πελάτες.

Περιποίηση ήταν (και είναι ακόμα στα παραδοσιακά μπουρδέλα) το γνωστό, πολυαγαπημένο και χιλιοτραγουδισμένο τσιμπούκι. Την εποχή που ο όρος χρησιμοποιείτο κατά κόρον, το στοματικό σεξ ΔΕΝ ήταν στάνταρ στο μενού, οπότε υπήρχε η ανάγκη να διαφημισθεί με ιδιαίτερη αναφορά, ώστε ν' αποτελέσει τον καταλύτη για την καταφατική απάντηση του πελάτη στο τελικό ερώτημα της τσατσάς «θα περάσει κανείς;».

Η περιποίηση πήγαινε πακέτο με τον όρο «ελεύθερα πιασίματα». Χρήσιμη πληροφορία για τον εκλεκτό πελάτη διότι ελεύθερα πιασίματα σήμαινε ότι αν άπλωνε τα ξερά του να πιάσει κανα βυζάκι ή κανα μουνάκι πάνω στην τρελή γκάβλα, δεν θα 'πεφτε καμιά αδέσποτη σφαλιάρα.

Στην προαναφερθείσα εκθείαση των παρεχομένων υπηρεσιών υπήρχαν και υπάρχουν και άλλες στάνταρ εκφράσεις, οι οποίες παρατίθενται παρακάτω σε μία μικρή και σίγουρα μη εξαντλητική λίστα, αν και δεν συνιστούν σλανγκ, έτσι για την ιστορία:

  • Καθήστε, μη στέκεστε όρθιοι: Για κάποιο περίεργο λόγο, δεν υπάρχει τσατσά στην ελληνική επικράτεια η οποία να ανέχεται να στέκονται όρθιοι περιμένοντας την κοπέλα οι πελάτες. Στον αντίποδα, οι μπουρδελοτσαρκαδόροι θέλουν να είναι πάντα κοντά στην έξοδο διότι έτσι όταν έχει πολλή κίνηση η περιοχή τη βγαίνουν πιο μπροστά από άλλους συναδέλφους, κερδίζοντας καλύτερη θέα ή μικρότερο χρόνο αναμονής στην περίπτωση που τελικώς αποφασίσουν να ενδώσουν.
  • Η κοπέλα είναι... Είναι πολύ καλή στο δωμάτιο, δεν βιάζεται...: Η εν λόγω έκφραση συνήθως βρίθει ανακριβειών, γεγονός που εν μέρει γίνεται αντιληπτό διά γυμνού οφθαλμού και εν μέρει (και μετά από το μπετσάλεν) αφού μασήσει ο θύμας. Συνήθως ο όρος «κοπέλα» χρησιμοποιείται μάλλον υπό την ευρεία έννοια, ότι δηλαδή είναι γένους θηλυκού, αλλά ηλικιακά παίζει να είναι από θείτσα μέχρι γιαγιούμπα. «Πολύ καλή στο δωμάτιο»... Νταξ, ρώτα και τον θείο μου τον ψεύτη... «δεν βιάζεται»... Πολλά έχουν δει τα μάτια μου, μα αυτό μου φέρνει τρόμο. Ιδανικά θέλουν ο πελάτης να τελειώσει πριν μπει στο δωμάτιο, ένοντας κάνει το 1.7% αυτών που η τσατσά υποσχέθηκε. Άστα να παν...
  • Περιποίηση, ελεύθερα πιασίματα, πισωκολλητό: Self explanatory - πλέον;)
  • Ποιός θα περάσει;: Εξελιγμένη μορφή του «θα περάσει κανείς» υπό την έννοια ότι δεν αφήνει περιθώρια για αρνητική απάντηση και δημιουργεί μία αίσθηση κάτσε-να-προλάβω-πριν-μπει-ο-μαλάκας (ευγενής συναγωνισμός).
  • Έχει ωραίο στήθος: Απάντηση στην ερώτηση «έχει μεγάλο στήθος η κοπέλα;», ενδεικτική της σκληρής δουλειάς και ενδελεχούς εκπαίδευσης που λαμβάνει χώρα στις σχετικές σχολές για τσατσάδες. Ρωτάει ο δύσμοιρος για να μην περιμένει τζαμπαντάν αν το φετίχ του είναι το μεγάλο στήθος για παράδειγμα και αντί για μία μονολεκτική απάντηση τύπου Ναι / Όχι παίρνει την προαναφερθείσα, η οποία τον καθηλώνει στον προθάλαμο για να μορφώσει ιδίαν απόψιν μόλις η κοπέλα βγει από το δωμάτιο.

DISCLAIMER
Το παρόν αποτελεί αποκλειστικά προϊόν (α) επιστημονικής έρευνας του γράφοντος στο διαδίκτυο και (β) προσωπικών συνεντεύξεων με θαμώνες των εν λόγω οίκων. Ο γράφων δηλώνει εν γνώσει των συνεπειών του νόμου περί ψευδούς δηλώσεως ότι ουδεμία σχέση διατηρεί με οίκους ανοχής, διευθύντριες των οίκων αυτών, εργαζόμενες / εργαζόμενους των οίκων αυτών, μη σου πω ότι δεν έχει περάσει ούτε καν απ' έξω, το φελέκι μου μέσα.

Αυτό με κάνει και εμένα να απορώ. Υποθέτω ότι ήταν τόση η στέρηση πριν από 30 χρόνια ώστε μαζί με το σχετικό χαβαλέ υπήρχε και αρκετός ερεθισμός. Επειδή η πορνεία σαν θέμα με έχει απασχολήσει κατά καιρούς θα σου πω και μια ιστοριούλα: παλιά (25 και βάλε χρόνια πριν) οι πόρνες ήταν πολύ σεμνές. Ας πούμε ότι 30 ή 40 χρόνια πριν πήγαινες στο μπουρδέλο και η γυναίκα σήκωνε τη νυχτικιά να κάνεις τη δουλειά σου και να φύγεις. Δεν σου χάριζε πλήρη θέα του κορμιού της και ήταν δύσκολο να βρεις κάτι πιο πικάντικο από το κολπικό σεξ. Πρωκτικό και στοματικό ήταν σχεδόν ανήθικα και περιορισμένα.
Από την δεκαετία του 80 αρχίζει λοιπόν να αλλάζει το αγοραίο σεξ και από εκεί που αρχικά ήταν απλώς για εκτόνωση αρχίζει και απευθύνεται στην απόλαυση. Όλο και περισσότερες πόρνες έβαλαν στο στάνταρ την στοματική επαφή αλλά επειδή οι πελάτες στους οίκους ανοχής είχαν μπερδευτεί σχετικά με το ποια προσφέρει στοματικό και ποια όχι η τσατσά έλεγε πάντα την λέξη “περιποίηση” που σήμαινε στοματικό. Οι τακτικοί θαμώνες το ήξεραν αλλά οι ουρανοκατέβατοι γίνονταν ανέκδοτο γιατί πάνω στην κάβλα τους - με το συμπάθειο - άκουγαν την τσατσά να λέει “περιποίηση, ελεύθερα πιασίματα” και επειδή δεν άκουγαν αυτό που ήθελαν ρωτάγαν με αγωνία: “τσιμπουκάκι κάνει η κοπέλα;” Από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πίπα όπου ο άντρας παίρνει το πάνω χέρι (κυριολεκτικά και μεταφορικά) δίνοντας το ρυθμό στη γυναίκα, πιάνοντάς την από τα μαλλιά ή το κεφάλι και κουνώντας την πάνω κάτω όπως αυτός γουστάρει και ευχαριστιέται στο κάτω κάτω. Με άλλα λόγια απενεργοποιεί την αυτόματη πίπα όπου δεν κανει τίποτα και το βάζει στο χειροκίνητο (=manual). Για τους πλέον τολμηρούς υπάρχει και η έκδοση ultra manual όπου την στιγμή που χύνεις και της κρατάς το κεφάλι, όπως στο κλασικό manual, της το ακινητοποιείς εκεί και της κλείνεις τη μύτη, αναγκάζοντάς την να καταπιει τους καρπούς του αμοιβαίου μόχθου σας!

  1. - Τι λέει, τελικά σε πίπωσε τελικα το Λιτσάκι;
    - ..Ναι...
    - Τι λέει καλή είναι;
    - Μπαα... Άμα δεν την βάλω στο manual δεν βλέπω προκοπή.

  2. (πλουτς-πλουτς-πλουτς)
    - Κοπελιά, άστο δεν το 'χεις μονη σου... Θα σε βάλω στο manual...

  3. - Θα σε τσιμπουκώσω αλλά άμα μου ξανακλείσεις την μύτη θα ξεράσω στον πούτσο σου!
    - Δεν παίζει κοπελιά, ειμαι ultra manual τύπος εγώ!
    - Ultra μαλάκας είσαι, άντε και στο διάολο ηλίθιε!

Εμ, άμα δεν έχεις τον έλεγχο της κατάστασης, παίζει και αναπηρία... (από Galadriel, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified