Το αρμόνιο, ιδίως σε σκυλοδημοτικά, σκυλονησιώτικα, σκυλολαϊκά και καθαρά σκυλάδικα συμφραζόμενα. Η λέξη χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε σχέση με λάιβ - ποτέ για ηχογραφήσεις, αφού η (όποια) ομοιότητα είναι μόνο οπτική.

Ειδικότερα, για την περίπτωση όπου ο ψήστης δεν παίζει κανονικά αλλά βάζει μόνο τα έτοιμα ακομπανιαμέντα, οπότε κάθε ενάμισι λεπτό απλώς πατάει ένα πλήκτρο για να αλλάξει ακόρντο ενώ όλη την υπόλοιπη ώρα είναι ελεύθερος να στρίβει τσιγάρο, να γράφει μηνύματα ή να κατεβαίνει για κατούρημα, εκεί λοιπόν χρησιμοποιείται και η έκφραση «Γύρνα τα σουβλάκια»!

-Πώς πήγε το φρη κάμπινγκ στη Χιλιαδού;

-Μια φρικαλεότητα! Εκτός ότι ήμασταν μιλιούνια κόσμος, πέσαμε και στη Γιορτή Σαρδέλας. Ένα τύπου πανηγύρι, με ορχήστρα, πυροτεχνήματα, διαγωνισμό ψαρέματος και ό,τι σουρεάλ μπορείς να φανταστείς.

-Τουλάχιστον η μουσική δεν έλεγε τίποτα;

-Μια ελεεινιά σου λέω! Άθλια σκυλοκιεγωδεγξερωτί, μπουζούκι - βιολί - ψησταριά, ξεκουρδιστάν, εκατομμύρια ντεσιμπέλια, ένα γεροντοξέκωλο κακοφωνίξ, άσε, να μη σου τύχει! Κι όλα αυτά μες στη μέση της παραλίας, όλη νύχτα!

Στο 3.15 περίπου ο απίστευτος αρμονίστας (από Hank, 04/07/09)

Δες και γυφταρμόνιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιατάκι στο οποίο κατέθεταν οι μερακλήδες τον οβολό τους υπέρ αναξιοπαθούντων μπουζουξήδων που αναγκάζονταν να βγουν με το ζητιανόξυλο στη γύρα από κουτουκίου εις κουτούκιον για τον επιούσιο.

Ετυμολογικώς, ο λημματογράφος εικάζει ότι η εδώ έννοια της λέξης συνδέεται με το σφουγγάρι που το βουτάς στον κουβά, κι όσο νερό κρατήσει.

Ιστορικώς, η σφουγγάρα στην Ελλάδα γνώρισε δόξες στην τριακονταετία 1930-1960, αν και αυτού του είδους η εύσχημη επαιτεία (βλ. παράδειγμα Νο 2 ) ουδέποτε (ευτυχώς) εξέλιπε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Αν και οι πλανόδιοι μουσικοί κάποτε κοσμούσαν με την Τέχνη τους βασιλικές αυλές, οι ρεμπέτες στους οποίους αναφέρεται το λήμμα είχαν μάλλον διαταραγμένες σχέσεις με την εξουσία (βλ. παράδειγμα Νο 1).

Στις μέρες μας, το πάλαι ποτέ πιατάκι έχει αντικατασταθεί από κάποια μπανάνα, ταγάρι, κασκέτο, ή, στην περίπτωση των στατικών και όχι περιφερόμενων μουσικών (βλ. παράδειγμα Νο 4), από την ανοιχτή επί του εδάφους θήκη του οργάνου τους.

Το λήμμα είναι αφιερωμένο σε όλους τους μουσικούς του σάιτ.

  1. [...] Για να ζήσω γύρισα και με το πιατάκι από ταβερνάκι σε ταβερνάκι. Δεν είναι ντροπή. Αλλού μ' αφήνανε αλλού με διώχνανε. Μέχρι που με πιάσανε επί αλητεία. Τ' ακούς ; Με πιάσανε επί αλητεία. Ρε πού καταντήσαμε.

(Γιώργος Μουφλουζέλης, από τη Ρεμπέτικη Ανθολογία του Τάσου Σχορέλη, εκδ. Πλέθρον).

  1. [...] ο Μαρινάκης, παρέα με τον Ποτοσίδη [...] στις άσχημες στιγμές γυρίσανε με το πιατάκι (το σφουγγάρι όπως το λέγαμε) από κουτούκι σε κουτούκι [...] Όποιος από τους παλιούς έχει πει πως δεν το έκανε αυτό, λέει ψέματα [...] Το έκανα κι εγώ [...] «εύσχημη επαιτεία» [...] το όργανο τότε το λέγαμε ζητιανόξυλο [...]

(Γιάννης Μπαφούνης ή Σαμιώτης, ομοίως).

  1. [...] βγήκα πολλές φορές στο «σφουγγάρι» [...] από ταβέρνα σε ταβέρνα, παίζαμε και τραγουδάγαμε κι ύστερα βγάζαμε πιατάκι, το λεγόμενο σφουγγάρι [...] Ο Μάρκος, ο Γενίτσαρης, ο Κηρομύτης, ο Μπαγιαντέρας, ο Ρούκουνας, ο Χατζηχρήστος [...]

(Μαρίνος Γαβριήλ ή Μαρινάκης, ομοίως).

  1. Ήμουνα εξασκημένο ζητιανάκι. Καθηγητής στη Σφουγγάρα. Ξέρεις τι είναι η σφουγγάρα ; Βουτάς το όργανό σου, πας και κάθεσαι εκεί που περνάει ο πολύς κόσμος, αρχινάς να παίζεις, σε βλέπει ο άλλος, του αρέσεις και σου πετάει το κέρμα του.

(Στέλιος Βαμβακάρης, εδώ).

  1. Γυρολόγος μπουζουξής με σφουγγάρα εκεί.

  2. [...] Τρεις άνθρωποι ξεχωρίζω. Ο συγχωρεμένος ο Απόστολος ο Χατζηχρήστος [...], το ίδιο κι ο Παπαϊωάννου [...] λέγανε στους μαγαζάτορες :
    - Όταν έρχεται αυτό το παιδί να βγάζει σφουγγάρα, δεν θα το διώχνετε.
    Το ίδιο κι ο Στράτος [...]
    (παραπέρα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η (διπλή) χοντρή χορδή (ρε) του τρίχορδου μπουζουκιού ή οι δυο (διπλές) χοντρές χορδές (Φα, Ντο) του τετράχορδου μπουζουκιού. Οι εν λόγω μεταλλικές χορδές είναι διπλές, αποτελούνται δηλαδή από μια χοντρή και μια λεπτή, θεωρούνται όμως ως μια καθόσον χορδίζονται στον ίδιο τόνο με διαφορά μιας οκτάβας.

Απαντάται και ως μπουργάνα η μπουργκάνα.

Η προέλευση της είναι, κατά πάσα πιθανότητα ηχομιμητική, λόγω ομοιότητας με μούγκρισμα (μουγκάνισμα) ζώου.

1.Τα ταξίμια που παίζει ο Βύζας στις μουργκάνες είναι ανεπανάληπτα.

  1. Το «γειτόνισα χανούμισσα» του Βοσκόπουλου έχει φοβερή εισαγωγή στις μουργκάνες.

ΓΕΙΤΌΝΙΣΆ ΧΑΝΟΥΜΙΣΣΑ (από iwn, 23/04/13)Βυζας Δημητρης (από iwn, 23/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λεπόν, υπάρχουν τουλάστιχον τρεις μεγάλες κατηγορίες σκαφτού:

  • Στη μπάλα: είδος περίτεχνου ψηλοκρεμαστού σουτ από μικρή απόσταση: ο παίχτης κλωτσάει την μπάλα από πολύ χαμηλά, ωσάν να «σκάβει» το χόρτο.
  • Στο μπιλιάρδο: είδος πικέ όπου ο παίχτης χτυπά την μπίλια κάθετα με τη στέκα έτσι ώστε να εκσφενδονιστεί πάνω από τις μπίλιες του αντιπάλου με (συχνά) παράπλευρο θύμα την τσόχα (ασίστ: johnblack, βλ. παράδειγμα 2).
  • Έγχορδο οργανάκι του οποίο το βυζί «σκάβεται» από ένα κομμάτι ξύλου (συνήθως μπαγλαμαδάκι ή τζουράς).

    Αατα.

1. 39΄: Με ωραίο σκαφτό σουτ από το ύψος του πέναλτι ο Ζιώγας «έγραψε» το 2-0.

2. Υπάρχει επίσης και το σκαφτό χτύπημα ή σκαφτή: χτυπάς την άσπρη (στο αμερικάνικο βιλιάρδο συνήθως) με τέτοιο τρόπο ώστε να σηκωθεί στον αέρα, υπερπηδώντας τυχόν εμπόδια (μπίλιες του αντιπάλου) και να χτυπήσει το χρώμα που θες. Εννοείται πως σκαφτό παίζει μόνο σε συνοικιακά σεφαιριστήρια και πιο πολύ για το τζερτζελέ. Δε στέκει σαν επίσημος κανόνας. Το σκίσιμο τσόχας δύσκολα αποφεύγεται.

3. - Αφου υπαρχει σκαφτος μπαγλαμας και σκαφτος τζουρας, γιατι δεν υπαρχει και σκαφτο μπουζουκι; (η μηπως υπαρχει και δεν το ξερω;)
- Αν θυμάμαι καλά, το παλαιό μπουζούκι με την επιγραφή «ΑΚΡΟΝΑΥΠΛΙΑ» που ανήκει στη συλλογή Ηλία Πετρόπουλου στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη είναι σκαφτό. Το όργανο είναι πάρα πολύ βαρύ. Νομίζω πως αυτός μπορεί να είναι ένας αποτρεπτικός παράγοντας για σκαφτό μπουζούκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό που αντιστοιχεί στον αγγλικό όρο reverb (< reverbation), ο οποίος δηλώνει την αντήχηση (με φυσικά ή τεχνητά μέσα) στον ήχο ενός οργάνου ή ακόμη και της ανθρώπινης φωνής, δημιουργώντας έτσι στον ακροατή την αίσθηση του βάθους, ή καλύτερα, την αίσθηση πως ο ήχος παράγεται σε χώρο με υπαρκτές διαστάσεις, βελτιώνοντας έτσι το τελικό ηχόχρωμα –αρκεί να μην γίνεται κατάχρηση του εφέ αυτού (περισσότερα τεχνικά στοιχεία εδώ και εδώ).

Το βαθάκι χρησιμοποιείται αναφορικά τόσο ως προς την εντύπωση που δίνει ο τελικός ήχος, όσο και ως προς το ίδιο το μέσο που του προσδίδει αυτή την ιδιότητα, είτε αυτό είναι πετάλι εφέ, είτε ρύθμιση σε κονσόλα, ενισχυτή, ή ηχοσύστημα. Αυτό σημαίνει πως το βαθάκι (ή τα βάθια, μία άλλη ονομασία) δεν περιορίζεται μόνο σε αμιγώς μουσικό εξοπλισμό, αλλά σε οποιοδήποτε hi-fi σύστημα, οικιακό, επαγγελματικό ή ακόμη και αυτοκινητιστικό.

Από γλωσσική άποψη, το βαθάκι αποτελεί μία από τις λίγες περιπτώσεις όπου ένας αμιγώς τεχνικός όρος έχει υποστεί καθαρά σλανγκική οικειοποίηση, αν και γενικά ακούγεται και χρησιμοποιείται αυτούσιος ο αγγλικός όρος σε διάφορες περιπτώσεις.

  1. Χθες το βράδυ έφτιαξα άλλους 3 ήχους που χρησημοποιώ στα Live. Ένα καθαρό (επιπλέον), ένα με rectifier για κάτι ψιλό-heavy κομμάτια και ένα με pitch shifter σε στύλ drop-c που χρησημοποιώ για 1 κομμάτι.
    Το καθαρό ήταν πολύ καλό και με αρκετό σκάσιμο (που φυσικά συνέβαλαν και οι μαγνήτες (HS-2, HS-3)) και το έβγαλα με τον 59Bassman, ήταν καλός ο ήχος και με τον 65 twin αλλά τελικά προτίμησα τον bassman, λίγο chorus, λίγο delay, βαθάκι...αυτά. (Εδώ)

  2. Ντακίμι είναι η ορχήστρα δημοτικής παραδοσιακής μουσικής στα «γιαννιώτικα». Χωρίς μικρόφωνα ενισχυτές «βαθάκια» και επαναλήψεις (reverb και delay δηλαδή) στα «σκέτα». Εκτοξεύτηκε το κέφι στα ύψη!! Κόσμος άρχισε να εισρέει στο καφέ από παντού, χαμός, έπιναν και γλεντούσαν ως το βράδυ. (Εκεί)

  3. Δεν χρειάζεται να πάει κάποιος στο Μέγαρο για να ακούσει ζωντανούς ήχους. Την ανθρώπινη φωνή, ποιος από εσάς την αποδίδει πιστά στο σύστημά του;

Από τα συστήματα που έχω ακούσει, ΚΑΝΕΝΑ δεν μπορεί να αποδώσει πιστά τις ανθρώπινες φωνές, πόσο μάλλον τα υπόλοιπα όργανα.

Οπότε, ξεχνάμε το φυσικό και πάμε τρέχοντας προς ο αφύσικο αλλά όμως εντυπωσιακό. Είναι ίσως και αυτό μια λύση που μάλιστα την προτιμούν και πολλοί μουσικοί. Πολλοί δηλαδή είναι αυτοί που αναζητούν το ψεύτικο για να εντυπωσιάσουν τον ακροατή, γιατί σου λένε ότι δεν ακούγεται καλά η ηχογράφηση που δεν περιέχει «βαθάκι» και διάφορα άλλα εφέ. (Παρακεί)

  1. κατ'αρχην να πουμε ότι εφέ όπως είναι το chorus το phaser και το flanger μπορούν να μπούν και στο dry σήμα αλλα πάντα μετά την βρωμιά (π.χ. σε μία λούπα για εφφέ που πιθανός έχει ο ενισχυτής σου). Τα delay και τα βάθια καλύτερα είναι να μπαίνουν μετά την ηχογράφιση εκτός και αν βασίζεις το παίξιμο σου σε ένα συγκεκριμένο σημείο σε ένα τέτοιο εφε (π.χ. ένα σημείο που θές να παίξεις με slap back delay και θές να έχεις την αίσθηση στα χέρια σου!) (Παραπέρα)

(από Mr. Cadmus, 23/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευρισκόμενος σε μουσικό κόντεξτ, ο θόρυβος μπορεί να λαμβάνει τις εξής διακριτές σημασίες:

  • Το τελικό μουσικό αποτέλεσμα (εφεξής με την έννοια του ολοκληρωμένου αποτελέσματος μετά από διαδικασίες σύνθεσης, εκτέλεσης, παραγωγής και παρουσίασης) είναι απροσδιόριστο, όσο και καινοτόμο, εννοώντας πως δεν χωράει παρά μόνο σε γενικού τύπου ταμπέλες -ίσως ούτε καν και σ' αυτές. Αυτό στην πράξη σημαίνει πως τα κομμάτια καλύπτουν ένα ευρύ και συχνά-πυκνά ετερόκλητο φάσμα μουσικών ιδιωμάτων με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία στην απόσταξη των επιρροών. Ο θόρυβος μπορεί να αφορά μουσικές που στηρίζονται σε κάποια αναγνωρίσιμη ακουστικά μουσική βάση (π.χ. ροκ, μέταλ, κ.α.) ή σπανιότερα, μπορεί να δηλώνει κάτι το ολότελα καινούργιο και ανήκουστο (με την καλή έννοια). Π.χ.: Ποστίλες.
  • Σε συνδυασμό με το παραπάνω, αλλά όχι απαραίτητα, το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να είναι τιγκαρισμένο φουλ στα εφέ, έτσι ώστε η απροσδιοριστία να είναι τεχνητή ενώ η μουσική βάση να είναι στην πραγματικότητα πιο στάνταρ και βατή απ' ότι υποδηλώνεται με την πρώτη ακρόαση. Σαν μπόνους, η κατάχρηση των εφέ μπορεί να εντείνει την αίσθηση της χαοτίλας και του χασίματος κατά το άκουσμα, οδηγώντας τον ακροατή σε πιο ατμοσφαιρικά μουσικά μονοπάτια. Π.χ.: Πάλι ποστίλες, αλλά και ambient, industrial, new rock, διάφορα metal παρακλάδια κλπ.
  • Το τελικό μουσικό αποτέλεσμα είναι κυριολεκτικά θορυβώδες και χαοτικό, αλλά και πάλι με την καλή έννοια: Συνθετικά και εκτελεστικά έχει κάτι να πει και το λέει, οπότε η παραγωγή μπορεί να είναι θόρυβος είτε ηθελημένα (πιο συχνό φαινόμενο) είτε λόγω απειρίας κατά την τελική μίξη/μάστερινγκ (ευτυχώς, πλέον όχι τόσο συχνό φαινόμενο). Το ίδιο ισχύει και σε συναυλιακό περιβάλλον (όπου ο θόρυβος, λιγότερο κολακευτικά όμως, δυστυχώς είναι περισσότερο κανόνας παρά εξαίρεση). Π.χ.: Ντεθιές.
  • Το τελικό μουσικό αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται από τη δημιουργική χρήση μη μουσικών ήχων του περιβάλλοντος, δηλαδή αξιοποιεί τους θορύβους που μπορούν να παράγονται με τεχνητό ή φυσικό τρόπο, π.χ. το κουδούνισμα των κλειδιών σ' ένα μπρελόκ, ο ήχος του ανέμου/ της βροχής/ της πόρτας που τρίζει/ των μηχανών και μηχανημάτων κ.α. Κάπως έτσι υποτίθεται ότι γεννήθηκε και το μουσικό ιδίωμα του industrial.
  • Το τελικό μουσικό αποτέλεσμα είναι Γ.Τ.Π. και η συνθετάρα/γκρουπάρα/παραγωγάρα είτε μας δουλεύει ψιλό γαζί πουλώντας άποψη, είτε την έχει ακούσει τελείως με την πάρτη του και πολύ απλά δεν νιώθει. Επειδή, όμως, ο μέσος άνθρωπος δεν είναι τόσο κάφρος που να μην καταλαβαίνει ότι αυτό που του έχουν σερβίρει είναι μια παπαριά και μισή, αποκαλείται γενικά θόρυβος με σκοπό να ψαρώσει ο πιθανός ακροατής, μιας και η αφηρημένη αυτή έννοια ενδέχεται να υποδηλώνει κάποια από τις τέσσερις παραπάνω περιπτώσεις. Συναντάται συχνά σε πονήματα μουσικοκριτικών σε καθ' όλα έγκριτες και αξιόπιστες εκδόσεις του μουσικού τύπου.

Εννοείται φυσικά ότι η λίστα περιπτώσεων και υποπεριπτώσεων του θορύβου δεν εξαντλείται στο παρόν λήμμα. Αντιθέτως, οι ορισμοί μπορούν δυνητικά να είναι τόσοι όσοι και οι ακροατές που προσπαθούν να τον ορίσουν.

Αναρτηθέν εις Δ.Π. υπό Khan.

  1. Η πρώτη αφορά τις Κυριακές, όπου για 24 ώρες θα μπορείτε να ακούτε μουσική από επιλεγμένα soundtracks κινηματογραφικών ταινιών.
    Η δεύτερη, αρχής γενομένης από σήμερα, έχει να κάνει με ένα από τα αγαπημένα μας παρακλάδια της indie μουσικής, το shoegaze. Κάθε Τετάρτη, και για τέσσερις ώρες, θόρυβος, χαοτικές και dreamy μελωδίες όπου το συναίσθημα ανακυκλώνεται διαρκώς, αποφεύγοντας πεισματικά το κουραστικότατο post rock. (Από εδώ)

  2. Ο βρόμικος ροκ θόρυβος του «Helter Skelter» που κυκλοφόρησε το ,68 ήταν το τραγούδι που σύμφωνα με τον παράφρονα Τσαρλς Μάνσον προειδοποιούσε τις ΗΠΑ για έναν φυλετικό πόλεμο, γι' αυτό και έστειλε και τους πιστούς του να σφάξουν τη Σάρον Τέιτ και τα υπόλοιπα θύματα. (Εδώ)

  3. Στον 13ο όροφο τρίζουν οι πόρτες και τα τζάμια! Δεν έχουμε πάρτι όπως λένε οι Τρύπες αλλά… ο ένας από τους ιδρυτές των συγκροτημάτων “ NIGRA SILVA” και “ NITERESO”, Νίκος REDFOX παίρνει το μικρόφωνο του MIRROR RADIO και κάνει πανικό.!Ελληνικός και ξένος ροκ “θόρυβος” όπως μόνο ο άρχοντας της ροκ μουσικής σκηνής REDFOX ξέρει να παίζει. Μία εκπομπή με αρκετά αφιερώματα , δύναμη, ευθύτητα, κοινωνικοπολιτικά σχόλια, μπύρες και πάνω από όλα ΒΑΡΥ ΡΟΚ. (Από εδώ)

  4. Μόνο που ο ήχος τους δεν ήταν το λυρικό ροκ που είχε συνηθίσει το κοινό τους, όπως στους τελευταίους δίσκους των Bad Seeds, αλλά ένας άγριος, ωμός ροκ θόρυβος, όπου οι γκαράζ κιθάρες συναντούσαν την απλότητα των μπλουζ. Οι Griderman όπως ονομάστηκαν από έναν παλιό μπλουζ στίχο κυκλοφόρησαν το 2007 το ντεμπούτο τους, το «Griderman» και πέρυσι έβγαλαν το «Griderman 2». Ο τύπος τους βάφτισε «οι μεσήλικες που παίζουν ατίθασο ροκ εν ρολ» και αυτό ακριβώς θα παρουσιάσουν την Τετάρτη 6 Ιουλίου στο Terravibe Park της Μαλακάσας. (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βυζί αποκαλείται κουτσαβακιστί και το σκάφος ή ηχείο του μπουζουκιού, λόγω διογκωμένης καμπυλωτής εμφάνισης.

Να σημειωθεί ότι κι άλλα μουσικά όργανα παραπέμπουν στον καυλιδερό γυναικείο αισθησιασμό (βλ. το βιολί του Man Ray, διάφορα πνευστά, κ.α.).

Από το δουπού: Πανκελής.

Σαν τον Σαμουήλ στο Κούγκι
μπαίνω μέσα στο μπουζούκι
με ταξίμια, με φυτίλια
με βυζαντινά καντήλια
Στο βυζί του αμπαρωμένος
θα πετάξω το καπάκι,
κάλλιο να 'μαι πεθαμένος
παρά Αμερικανάκι
(Τζιπάκος, Ρομπέν των Χαζών)

Περί μπουζουκίου (παρα)ετυμολογίαι και πορτοκαλισμοί :

- Πρόθεση: εν + επίθετο :… «βυζός» (διογκωμένος)... + ηχείο…
Όλα αυτά μας κάνουνε το εμβουζούχιον= εμπουζούκιον =μπουζούκι, στα λαϊκά. (Ε, όχι και να χαρίσουμε στους γείτονες τέτοιο οργανάκι!)
(Ρεμπέτικο Φόρουμ)

- Το «βυτίο» επίσης πιθανότατα συγγενεύει με τα ρήματα βύω και βυσνέω που πιθανότατα προέρχονται από την ίδια ρίζα που σημαίνει βουλώνω ταπώνω (πβ. Βύσμα, buzzi/βουτσί, δηλαδή ασκί, αλλά και βυζί, μπουζί με παρόμοια σχήμαι). Συνεπώς πιθανότατα η λέξη μπουζούκι, είναι αντιδάνειο.
(Λάουτα κι ετς)

Ωραία βυζιά (από Vrastaman, 23/01/12)Violon d\'Ingres του Man Ray (από Vrastaman, 23/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξάρτημα που χρησιμοποιείται αντί της κλασσικής μπαγκέτας στα ντραμς, κυρίως σε συγκροτήματα τζαζ ή αντίστοιχου ήχου.

Το γούγλε δίνει χτυπήματα για τη λέξη «βούρτσα», απ' ευθείας μετάφραση του αγγλικού brush, αλλά το θυμάμαι κι έτσι. Ο λόγος για τον οποίο στέκει είναι η ομοιότητα του εξαρτήματος με την κλασσική ψάθινη σκούπα.

Πάσα: Tom Waits.

- Θέλει να παίξει και με σκούπες ο χασάπης. Δεν κοιτάει να μάθει να κρατάει το ρυθμό πρώτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοείται λαμπάτος ενισχυτής (ή προενισχυτής), στα αγγλικά tube amplifier ή valve amplifier. Είναι ο ενισχυτής που χρησιμοποιείται στην μουσική και βασίζεται στην παλαιότερη τεχνολογία των λυχνιών (λυχνία=λάμπα) για να ενισχύει το σήμα του ήχου, σε αντίθεση με την τεχνολογία των ημιαγωγών (transistors) που, σε εμπορικό επίπεδο, έχουν γενικώς επικρατήσει.

Λαμπάτοι ενισχυτές χρησιμοποιούνται και σε ηχοσυστήματα αλλά κυρίως στην υπηρεσία ηλεκτρικών μουσικών οργάνων: κιθάρα, μπάσο κλπ.

Κυρίαρχο θετικό χαρακτηριστικό των λαμπάτων ενισχυτών είναι ο ήχος τους. Οι περισσότεροι τον χαρακτηρίζουν πιο «ζεστό» και «πλούσιο» από τον ήχο των τρανσίστορς, με καλύτερο όγκο.

Επίσης, παρουσιάζουν από κατασκευής το φαινόμενο της παραμόρφωσης με διαφορετικό και, παραδόξως, ιδιαίτερα ελκυστικό αποτέλεσμα, από μουσικής άποψης (τουλάχιστον σε κάποια είδη μουσικής: ροκ, χαρντ ροκ, μέταλ κλπ). Πολλοί από τους ροκ ήχους που αγαπήσαμε βασίζονται στην ιδιόμορφη παραμόρφωση που αποδίδουν οι λαμπάτοι ενισχυτές όταν αγγίζουν τα όρια ισχύος τους.

Στα αρνητικά τους καταλογίζονται το κόστος αγοράς και συντήρησης, το μεγάλο βάρος τους και η κατανάλωση ρεύματος, καθώς και το γεγονός ότι ζεσταίνονται σημαντικά και παρουσιάζουν μικρότερη αξιοπιστία (οι λυχνίες έχουν περιορισμένο χρόνο ζωής).

Η κουβέντα για την ποιότητα του ήχου στην μία τεχνολογία συγκριτικά με την άλλη είναι πάντα ανοιχτή και θυμίζει την διαμάχη ανάμεσα στους λάτρεις του CD και τους πιστούς του βινυλίου.

  1. (Από εδώ)
    «Κοίτα έχεις πρόβλημα λάμπας....θέλουν άλλαγμα...Σίγουρα μπορείς να βρεις κάποιο κατάστημα....Με ρωτάς κάτι το οποίο δεν περίμενα να ακούσω...Ένας λαμπάτος ενισχυτής 75W είναι πανάκριβος και μάλιστα όταν λέμε 75 είναι σαν να εννοούμε πάνω από έναν 125W τρανζίστορ (με κυκλώματα). Η ποιότητα του ήχου των λαμπάτων ενισχυτών είναι ασύγκριτα καλύτερα με αυτόν των τρανζίστορ. Δυστυχώς οι ερασιτεχνικοί λαμπάτοι λιγοστεύουν (υπάρχουν κάποιο αλλά δεν είναι απευθείας με λάμπα) και γι' αυτό είναι πάρα πολύ ακριβοί.»

  2. (Από εδώ)
    «Φίλε όντως μην πάρεις τον συγκεκριμένο Μάρσαλ. Πάρε έναν λαμπάτο Πηβη/Λανευ/Φεντερ ... στα ίδια λεφτά, και πάρε και το σωστό πετάλι για Ζέπελιν για να ησυχάσεις. Μην μπερδεύεσαι ότι θες Μάρσαλ για να βγάλεις ήχο Ζέπελιν...»

(από patsis, 06/09/10)Στο μέσον ο Γιωργος Λαμπάτος (από GATZMAN, 06/09/10)(από electron, 08/09/10)

Δες και -άτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό ουσιαστικό relic (= λείψανο, αντικείμενο πολύ παλιό και μεγάλης θρησκευτικής ή ιστορικής αξίας). Το ρήμα relic, ελληνοποιημένο ως ρελικάρω, είναι νεότερο και δηλώνει κάτι εξειδικευμένο:

Ρελικάρω σημαίνει παλαιώνω τεχνητά ένα μουσικό όργανο, κυρίως ηλεκτρικό και ιδίως ηλεκτρική κιθάρα, ώστε να αποκτήσει ένα ταλαιπωρημένο και αξιοσέβαστο λουκ. Υπάρχουν και έτοιμες προ-ρελικαρισμένες ηλεκτρικές κιθάρες, κάτι σαν τα έτοιμα ταλαιπωρημένα και φθαρμένα μπλουτζήν ένα πράμα. Αν το κάνεις μόνος σου θα χρειαστείς γυαλόχαρτα, εργαλεία, χημικά, στόκο (!) και άλλα τέτοια - υπάρχουν και κατατοπιστικά βιντεάκια στο youtube.

Τώρα γιατί κάποιος θα προτιμήσει να ρελικάρει την κιθάρα του για να πουλήσει μούρη, παρά να την λιώσει στο παίξιμο και να γίνει και καλύτερος μουσικός ταυτόχρονα είναι ένα ζήτημα.

Στα ακουστικά όργανα κατά κανόνα δεν γίνεται ρελικάρισμα γιατί η φυσική κατάσταση των υλικών επηρεάζει τον ήχο τους. Εκτός κι αν κάποιοι επιλέξουν να υποβαθμίσουν και τον ήχο για χάρη του φαίνεσθαι, άβυσσος η ψυχή τους, τι να πω.

Λιγότερο χρησιμοποιούμενος είναι ο τύπος ρελικιάζω > ρελίκιασμα.

Προσοχή στην αντιδιαστολή: Βίντατζ (vintage) όργανο είναι το πραγματικά παλιό, π.χ. μια κιθάρα, που έχει αξία για διάφορους λόγους, ή, καταχρηστικά, αυτό που είναι μεν καινούριο αλλά χρησιμοποιεί μια παλαιότερη και γενικά ξεπερασμένη τεχνολογία από άποψη, π.χ. ενισχυτές με λυχνίες. Η λέξη βίντατζ χρησιμοποιείται και εκτός μουσικής, π.χ. στον κινηματογράφο: vintage porn.

  1. Από εδώ:

- Όχι όχι δεν επηρέασαν τον ήχο...αλλά βασικά ποιον ήχο;;;πριν δεν είχε ήχο... είχε σκατούλες (με τους μαμίσιους epiphone καταλαβαίνεις...)
Θα βάλω και το πίσω μέρος μόλις μπορέσω.
- Ωραίος!! τέτοια projects χρειάζονται να γίνονται κ ας είναι «καγκούρικα», κακόγουστα ή οτιδήποτε... εμένα πάντως μ' αρέσει το αποτέλεσμα...
- Πάντως για να είναι ολοκληρωμένο το αποτέλεσμα θα έπρεπε να ρελικάρεις και το hardware... γέφυρες, κλειδιά κλπ πρέπει να φαίνονται κι αυτά ''ταλαιπωρημένα'' ;)

  1. Από εδώ:

Οι κιθάρες που πραγματικά σιχαίνομαι είναι αυτές που έρχονται από το εργοστάσιο προ-ρελικιασμένες. Πρέπει να είσαι πραγματικά πολύ ΦΛΩΡΟΣ για να πάρεις μια τέτοια κιθάρα. Η αγορά μιας τέτοιας κιθάρας συνεπάγεται πολύ απλά ότι είσαι ΑΝΙΚΑΝΟΣ να πάρεις μια ολοκαίνουργια κιθάρα και να την καταντήσεις σαν τα μούτρα σου. Οι άνθρωποι ( ; ) που ψωνίζουν ΤΕΤΟΙΕΣ κιθάρες, εκτός από υπερβολικά χαζοί (μιας και είναι πανάκριβες και χαλασμένες) είναι επικίνδυνοι για το κοινωνικό σύνολο, θα πρέπει να απομονώνονται και να εξαναγκάζονται σε ακρόαση country και demo blackmetal συγκροτημάτων ΕΝΑΛΛΑΞ. Αν επιζήσουν από αυτήν την διαδικασία (η πιθανότητα αυτή τείνει στο μηδέν) θα υποχρεώνονται να κάνουν ΔΩΡΕΑΝ τηλεφωνική υποστήριξη σε πελάτες καμένους από τα προϊόντα της μικρομαλακής αε για το υπόλοιπο της θλιβερής τους ύπαρξης.

Επίσης δεν μου αρέσουν οι φέντερ.

  1. Από εδώ:

- Σε κάποιους αρέσει και για το χρησιμοποιημένο / broken-in feel.
- Στο παίξιμο εννοείς; Τι αλλαγές περιλαμβάνει το ρελικάρισμα σε αυτό;
- Ναι. Συνήθως όσο πιο απογυμνωμένο είναι το μανίκι από το βερνίκι και φθαρμένο / φαγωμένο το ξύλο, τόσο πιο «εύκολο / ευχάριστο / γρήγορο» θεωρείται στο παίξιμο.
- Ναι κατάλαβα, αν και αυτό γίνεται και ανεξαρτήτως υπόλοιπης εμφάνισης.

Απίστευτα εγκλήματα σε μια αθώα, γέρικη κιθάρα. (από patsis, 06/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified