Further tags

Επαγγελματική αργκό που υποδηλώνει ότι ένα ανταλλακτικό ή εξάρτημα είναι της πλάκας.

Ειδικά τα τελευταία χρόνια που όλα είναι κινέζικα και ιμιτασιόν, και άρα αμφιλεγόμενης ποιότητος, χρησιμοποιείται ακόμα πιο πολύ αφού συνήθως τα παίρνεις στο χέρι.

Η ρίζα βρίσκεται στα παιχνίδια που πουλούσαν στα πανηγύρια τα οποία χάλαγαν την επόμενη μέρα, εξ ου και η έκφραση της Κυριακής χαρά και της Δευτέρας λύπη.

— Φτού σου Ιούδα, γαμώ τα είδωλα μου γαμώ μέσα, πάλι χτύπησε έμβολο...
— Ε, με τα πανηγυριώτικα που πας και παίρνεις τι περιμένεις; Μόνο μαμά ανταλλακτικά από δω και πέρα.

Made in China (από notheitis, 24/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κάλαθος αχρήστων.

Χρησιμοποιείται όταν δεν θέλουμε να πούμε ξεκάθαρα ότι το αίτημα του ενδιαφερόμενου μας προκαλεί παντελή αδιαφορία, δίνοντας έτσι μια επίφαση επιμελούς καταχώρησης.

- Ναι, ναι κύριε Απιθανόπουλε, ο κ. Τμηματάρχης έχει επιληφθεί προσωπικά. Ναι, θα σας καλέσουμε εμείς.
(κλακ!)
- Χρήστο, στείλ' το παιδί μου στον στρογγυλό ντοσιέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθης όρος στο χώρο της πληροφορικής. Σημαίνει αυτόν που ασχολείται με τη βάση δεδομένων (database administrator).

Οι βάσεις είναι το πιο νευραλγικό κομμάτι οποιουδήποτε σύγχρονου project πληροφορικής, συμπεριλαμβανομένων sites τύπου slang.gr, blogs, ενημερωτικών sites, Αmazon, και ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε. Κατά συνέπεια, οι διαχειριστές των βάσεων είναι πολύ σημαντικά άτομα για την εύρυθμη λειτουργία όλων αυτών των θαυμαστών επιτευγμάτων.

Θα περίμενε κανείς λοιπόν ότι η συμβολή τους αναγνωρίζεται και τυγχάνει σεβασμού. Συνήθως όμως συμβαίνει το αντίθετο. Οι άνθρωποι αυτοί αποτελούν αποδιοπομπαίο τράγο για όλων των ειδών τα προβλήματα.

Η πιο διαδεδομένη βάση δεδομένων είναι η Oracle. Σ' αυτήν την περίπτωση, ο διαχειριστής ονομάζεται ορακλάς.

Προγραμματιστής 1: Ρε πούστη, πάλι δεν δουλεύουν τα κουίρια. Έσκασε η γαμο-βάση;
Προγραμματιστής 2: Αφού οι βασάδες τα ξύνουν όλη μέρα ρε φίλε. Πήγα τις προάλλες από εκεί να ζητήσω ένα snapshot, και παίζανε όλοι πασιέντζα.
Βασάς (που έτυχε να ακούσει): Κάντε πρώτα debug στον άθλιο κώδικά σας, και μετά κατηγορήστε τους βασάδες, ζώα.

Βλέπε και ντάτα μπέης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ως γαλατάδικο αποκαλείται το πολύ πρωϊνό (ξημερώματα ή/και πριν φέξει ακόμα) δρομολόγιο αεροπορικών και ακτοπλοϊκών γραμμών, το οποίο κατά κανόνα αφορά προορισμούς εντός των συνόρων μίας χώρας. Η εξήγηση της μεταφοράς είναι απλή: Όπως τα παλαιά εκείνα χρόνια ο γαλατάς ξεκίναγε το δρομολόγιο του στα μαύρα σκοτάδια για να αφήσει τη μπουκάλα στο κατώφλι των καταναλωτών-συνδρομητών, έτσι και τα εν λόγω μεταφορικά μέσα ξεκινούν νωρίς προκειμένου οι επιβάτες να είναι στη σωστή ώρα στον προορισμό τους για να πάρουν πρωϊνό. Λέμε τώρα...

  2. Επίσης, αναφορικά με την ώρα που ξεκινάνε, ως γαλατάδικα αποκαλούνται και οι πολύ πρωϊνές ενημερωτικές εκπομπές της τηλεόρασης -ο συντάκτης του παρόντος λήμματος επιφυλάσσεται ως προς την αντίστοιχη ονομασία των ραδιοφωνικών εκπομπών, αν και φαίνεται εκ πρώτης όψεως λογικό να τις πιάνει κι αυτές. Ο συνειρμός με το ωράριο του γαλατά είναι, για μία ακόμη φορά, προφανής.

Υ.Γ. (1) Επίσης, δεν έχει εξακριβωθεί αν η ίδια ονομασία αφορά και τα πολύ πρωϊνά δρομολόγια αστικών και υπεραστικών λεωφορείων αν και για μία ακόμη φορά φαίνεται λογικό να πιάνει και αυτά. Όποιος έχει υπόψη του κάποια ένδειξη για τη στήριξη αυτού του συλλογισμού, ας κάνει τη καλή να την αναφέρει στα σχόλια.

  1. Βασικά από που προέκυψε το «γαλατάδικα»; Γνωρίζεις κάτι για τις ώρες;(btw: «γαλατάδικα» έχει επικρατήσει να λέμε τα πολύ πρωινά δρομολόγια)Μα είναι φυσικό να έχουν αλλάξει τα δρομολόγια τους, 2 χρόνια μετά. Το παράδοξο θα ήταν να επιμένουν επί 2 χρόνια στο ίδιο πλάνο... (Εδώ)

  2. -Ο αεροσταθμός είχε αρχίσει να γεμίζει από κόσμο που έπαιρνε τα γαλατάδικα (πρώτες πρωινές πτήσεις). Έχοντας φτάσει αρκετά νωρίς, αποφασίσαμε να μπούμε σε λίστα αναμονής για νωρίτερη πτήση από την καθορισμένη που είχαμε κλείσει το εισιτήριο. Εύσημα στους Ιρανούς για την ευελιξία τους!! (Πιο'δω)

  3. Λοιπόν, επειδή έχει τύχει να δω ουκ ολίγες φορές τα «γαλατάδικα», όπως έχουν αυτοχαρακτηριστεί, έχω καταλήξει ότι ναι μεν η ΝΕΤ διαθέτει ίσως το πιο αξιόλογο δίδυμο, αλλά αναμφίβολα το καλύτερο πρωϊνό είναι αυτό του MEGA. (Εκεί)

  4. -Η αποστολή του ALPHA μαζεύει από το τραπέζι του μεσημβρινού κολατσιού κασέτες, κινητά και λοιπά απαραίτητα σύνεργα και ετοιμάζεται για αναχώρηση. Η αποστολή του STAR έχει ήδη πάρει το δρόμο της επιστροφής. «Τι θες να κάνουν παρασκευιάτικα; Βλέπεις, αύριο δεν έχουμε και «γαλατάδικα» (σ.σ.: πρωινές ενημερωτικές εκπομπές) για να βγάλουν κανένα ζωντανό» αστειεύεται ο Κώστας, τεχνικός του MEGA, που περιμένει κι αυτός το σφύριγμα για το ξεκίνημα της επιστροφής στην Αθήνα... (Παρακεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του ρήματος «βουτάω» που σημαίνει πέφτω από ένα επίπεδο σε άλλο χαμηλότερο και βάζω κάτι μέσα σε κάτι άλλο. Ωσεκτουτού η λέξη «βούτα» έχει τις εξής σημασίες:

  1. Η παπάρα. Όταν δηλαδή βουτάμε ψωμιά μέσα σε σάλτσες, σαλάτες και ροφήματα.

  2. Περιοχή - τμήμα της οδού Βουλιαγμένης όπου τις δύο κυρίως προηγούμενες δεκαετίες διεξάγονταν καγκουρ(γ)ιές, κόντρες, πραπρά και κυνηγητό με τους τροχαίους.

  3. Περιοχή του Ηρακλείου Κρήτης, αγνώστου αιτιολογίας σε μένα περί του τρόπου απόκτησης του συγκεκριμένου ονόματος (ας βοηθήσει κάποιος σύντεκνος).

  4. Περιστέρι υβριδικής προέλευσης από το Colombin (Columba Oenas), κάποια ντόπια περιστέρια της Θεσσαλίας, κάποια περιστέρια από την Ανατολή, που είχαν μεταφέρει στον Ελλαδικό χώρο οι Τούρκοι κατά τον μεσαίωνα, όπως και ράτσες της Ουκρανίας όπως το Rustand. Βούτες υπάρχουν σχεδόν σε όλο τον κόσμο σήμερα, χάρη στους Έλληνες μετανάστες λάτρεις της ράτσας (όπως λέει και η Βίκυ). Το πουλί αυτό ανεβαίνει πολύ ψηλά και στη συνέχεια, με εντολή του αφέντη-περιστερά, κάνει βουτιά με τεράστια ταχύτητα φρενάροντας ελάχιστα μέτρα πριν την προσταράτσωσή του. Το είδος έχει πολλούς φανατικούς φίλους στις τάξεις των περιστεράδων.

  5. Το δοχείο νυκτός στην φυλακή, στο παρελθόν στην Ευρώπη, δυστυχώς όμως σε τριτοκοσμικές χώρες υπάρχει μέχρι και σήμερα μαζί με όλο το υπόλοιπο κόνσεπτ. Τη βούτα αυτή την άδειαζαν οι νέοι κρατούμενοι στις ποινικές φυλακές, ενώ στις πολιτικές την άδειαζαν με τη σειρά.

  6. Βούτα σε κρεοπωλείο: ψυγείοκαταψύκτης ομοιάζων με μπανιέρα, με γυάλινη επιφάνεια στην οριζόντια συρόμενη πόρτα του.

  7. Βούτα σε βουλκανιζατέρ: λεκανοειδές περιστροφικό μηχάνημα που επισκευάζει στραβωμένα ζαντικά.

  8. Βούτα σε επιμεταλλωτήριο: μπανιεροειδής δεξαμενή γαλβανισμού ή επιχρύσωσης-επαργύρωσης μεταλλικών αντικειμένων με την μέθοδο της ηλεκτρόλυσης.

  9. Βούτα μηχανουργείου: μεταλλική δεξαμενή στην οποία μπαίνουν κυρίως μοτόρια για καθαρισμό με καθαριστικά υγρά, κυρίως για απολάδωση.

  10. Βούτα σε αργυροχρυσοχοείο: πλαστική δεξαμενή γεμάτη με αραιωμένο θειικό οξύ για καθαρισμό των κοσμημάτων αφού αυτά περάσουν από την φωτιά.

  1. Άσε τις βούτες κι έχεις γίνει σα μοσχάρα. Μετά σου φταίει ο θυρεοειδής σου!

  2. Πάμε Βούτα να δοκιμάσω ρε το νίτρομπούκαλο; Έτοιμο το 'χω.

  3. ...

  4. Συνομιλια από φόρουμ petbirds.gr:
    Διαστάυρωση βούτας με ταχυδρομικό:«λένε ότι δεν βουτάνε όπως οι βούτες και «κολλάνε», αλλά έχουν μυαλό«. Σκέφτομαι να κάνω διασταύρωση και μετά να τα ξαναδιασταυρώσω με βούτα και με επιλογή να διαλέξω αυτά που συμπεριφέρονται σαν βούτα αλλα έχουν το ένστικτο του ταχυδρόμου...»

  5. Έλα μικρέ, βούτα τη βούτα κι αμόλα να την αδειάσεις...

  6. Αυτό είναι το νέας Ζηλανδίας μανδάμ, ολόφρεσκο. Το βάλαμε στη βούτα λίγο να δροσιστεί.

7, 8, 9 και 10.
- Μάστορα, έτοιμο το εργαλείο;
- Συγνώμη ρε Νιόνιο, αλλά κάτσανε στραβές. Το'χω ακόμα στη βούτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το από θέση ευθύνης καθαιρεθέν και πλέον ανυπόληπτο στέλεχος οργανισμού ή εταιρείας.

Λογοπαίγνιο με τις λέξεις πρώην και προϊστάμενος.

- Ήρθε ο Δημητρίου και ζήτησε αναφορά μέχρι την Παρασκευή για τις νέες συμβάσεις και φώναζε.
- Ποιος καλέ, ο κ. πρωηνστάμενος, άστον να λέει. Δεν είδες το καινούργιο οργανόγραμμα στο ΣουΔουΠού;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το ιδιόλεκτο των τατουατζήδων (tatto artists).

Είναι -σχεδόν- συνώνυμο με το χτυπάω (ένα τατού). Υπάρχουν όμως μερικές σημαντικές διαφορούλες.

  1. Το χτυπάω ένα τατού δεν χρήζει αυτοτελούς καταχώρισης καθότι περιπτωσιολογικού χαρακτήρα. Το χτυπάω διαθέτει ευρύτατες εφαρμογές (π.χ. χτυπάω ένα σάντουιτς, χτυπάω καινούριο μηχανάκι, χτυπάω γκόμενα, χτυπάω οχταράκι στα Λατινικά, χτυπάω υποτροφία κ.ο.κ) και του αρμόζει ένα κατά το δυνατόν εξαντλητικό λήμμα-ομπρέλα.

  2. Όταν πας να κάνεις ένα καινούριο τατού, λες «πάω να χτυπήσω» ή «πάω να βαρέσω». Όχι «πάω να πατήσω».

  3. Όταν όμως έχεις:

α) ένα παλιό τατού που έχει ξεθωριάσει (πρασινίσει) από τον ήλιο, τη μη χρήση προφυλάξεων ή απλώς τον πανδαμάτορα χρόνο,
β) ένα ημιτελές τατού που χρήζει συμπλήρωσης,
τότε λες «θα πάω να το ξαναπατήσω» ή «θα πάω να το πατήσω».

  1. Πατημένο είναι το μέρος εκείνο που έχεις χτυπήσει τατού.

- Και το μπράτσο πατημένο το 'χει, και τους ώμους και τη πλάτη και την κοιλιά και όλα. Εφημερίδα σκέτη σου λέω ο τύπος. Μόνο τα πόδια έχει αφήσει λέει γιατί και καλά έχουν πολλές νευρικές απολήξεις και πονάει.

  1. Γενικά, το πατάω χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε σε ένα συγκεκριμένο κομμάτι δέρματος.

- Την πλάτη δε στην πατάω που να χτυπιέσαι... είσαι τίγκα στις κρεατοελιές και μπορεί να γίνει καμιά μαλακία.

  1. Όταν δεν μας ενδιαφέρει να εξειδικεύσουμε το πού γίνεται το τατού, χρησιμοποιούμε πάντα τα βαράω και χτυπάω.

[I]- Που είναι ο μαλάκας ο Αμπού; Τον ζητάει μια γκόμενα στο τηλέφωνο..
- Μέσα είναι και βαράει σ' ένα παλικάρι, πάω να τον φωνάξω[/I].

  1. - Μπόιζ καλησπέρα..
    - Βρε καλώς το παιδί...
    - Έχετε δουλίτσα ή να σας πω μισό λεπτάκι;
    - Πες μου.
    - Είχαμε κάνει εδώ στον ώμο, πρόπερσι, αυτό το τραϊμπαλάκι αλλά έχει πάρει λίγο στις άκρες κι έλεγα να το πατήσουμε απο πάνω λίγο να έρθει...
    - Όταν σου 'λεγα να του βάζεις αντιηλιακό εσύ προφανώς μ' έγραφες στ' αρχίδια σου. Αυτό μόνο;
    - Αυτό και θα χτυπήσουμε κι ένα καινούριο στα πλευρά, έναν κινέζικο δράκο, έχω το σχεδιάκι έτοιμο.
    - Για να δω πότε θα σε βάλω τώρα...

  2. - Ουάου, γαμάτο ρε φίλε το τράϊμπαλ στον ώμο! Σε ποιον το χτύπησες;
    - Είναι ένα φιλαράκι που τα κάνει στο σπίτι του, με τα μισά λεφτά. Και μην το βλέπεις έτσι, το σχέδιο δεν έχει τελειώσει ακόμα, θα το ξαναπατήσω μόλις βρω κάνα φράγκο...

(από alamo, 05/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομάντο στο οποίο έχει απονεμηθεί η πουλάδα του αλεξιπτώτα, το μόνο στρατιωτικό διακριτικό που σχεδόν πάντα εμπνέει ανομολόγητο έστω ρησπέκτ, σε στρατόκαυλους και μη.

Ανεβαίνοντας την τροφική αλυσίδα των πουλαδερών, συναντάμε τους βατραχοπολαδερούς (με θαλάσσιες πτώσεις), τους αστεροπουλαδερούς (με 30 πτώσεις) και τους δαφναστεροπουλαδερούς (με 90 πτώσεις).

Ασίστ: Ο Άλλος, Φώτης Νιτσιοπουλαδερός, costasl.

  1. - Κι εγώ ρε παιδιά πολύ θα ήθελα να γίνω πουλαδερός βάτραχος αλλά δεν γινεται να μου στείλουν τα διακριτικά στό σπίτι;
    (εδώ)

  2. - ακουσον ακουσον...οχι απλα κρουσμα ξυλοδαρμου-απειθαρχιας...αλλα ενας βατραχοπουλαδερος μπηκε σε ναυτικη βαση και πακετωσε εναν απλο ναυτη (εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελήφθη. To 'πιασα. Ακούει.

- Άλλαξαν τα σχέδια για το βράδυ, άκυρο το έξω, θα μαζευτούμε στου Γκιμπ για pro.
- Ρότζερ.

(από Vrastaman, 08/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για λεξικογραφημένες χρήσεις βλ. π.χ. εδώ.

Τραπεζική και επιχειρηματική αργκό. Σημαίνει ότι η τράπεζα σφραγίζει ως «ακάλυπτες» επιταγές που έχω εκδώσει και συνεπώς η ευθύνη μου πια εκτός από αστική (χρηματική) είναι και ποινική. Η τράπεζα αναγγέλλει την σφράγιση στον Τειρεσία, μέσω αυτού ενημερώνονται όλες οι Τράπεζες και, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, αποκλείουν τον εκδότη από άμεση ή έμμεση πιστοδότηση. Σε δεύτερο επίπεδο ενημερώνονται οι πελάτες των τραπεζών που προμηθεύουν τον εκδότη με αγαθά και πράττουν αναλόγως, δηλαδή αρνούνται να αποδεχθούν επιταγές του, κάτι που οδηγεί στο να μην μπορεί αυτός να προμηθευτεί τίποτα αν δεν έχει μετρητά. Και αν είχε μετρητά δεν θα είχε σφραγίσει.

Η σφράγιση είναι η ώρα μηδέν για τον επιχειρηματία. Όλη η προσπάθεια σε μια δοκιμαζόμενη επιχείρηση είναι να μην χάσεις την φερεγγυότητά σου. Και τίποτα δεν φωνάζει πιο δυνατά και ταυτόχρονα πιο απλά και συνοπτικά στην πιάτσα «αφερέγγυος» από την οριστική αδυναμία σου να καλύψεις μια επιταγή.

Για να προλάβω τις δικαιολογημένες αντιρρήσεις στην καταχώρηση του λήμματος, διευκρινίζω το εξής: Το λεξικογραφικό ενδιαφέρον έγκειται στην ενεργητική φωνή και στην παράλειψη του αντικειμένου. Όταν λέω «σφραγίζω», εγώ δεν σφραγίζω τίποτα, ούτε εμένα σφραγίζει κανείς. Σημαίνει σφραγίζουν επιταγές μου. Και μάλιστα χρησιμοποιείται κυρίως ο ενεστώτας για να καταδείξει αυτήν την φάση στην οποία βρίσκεται η επιχείρηση για την οποία μιλάμε.

Συμβολικό ενδιαφέρον υπάρχει στον παραλληλισμό «σφραγίζω» και «σταμπάρομαι», τα οποία συγγενεύουν νοηματικά.

  1. Κλασικός τηλεφωνικός διάλογος μεταξύ τραπεζικών υπαλλήλων της ίδιας ή διαφορετικής τράπεζας:

- Καλημέρα, ο τάδε είμαι από τάδε Τράπεζα, πληροφορίες για έναν πελάτη σας θα ήθελα...
- Ο διευθυντής είμαι, λέγε όνομα...
- Σκορδομπούτσογλου Σταμάτης, εξοπλισμοί καφετερ...
- Σφραγίζει.
- Τι;
- Σφραγίζει. Τέλος. Πάπαλα. Τρία τεμάχια χθες από το γραφείο συμψηφισμού και δύο του σφράγισα εγώ ο ίδιος στο Κατάστημα.
- Ευχαριστώ... Α ρε Παναή, πάλι δολάρια Λιμνούπολης σου πασάρανε...

  1. - Έλα ρε, από Λάρισα σε παίρνω, να κάνουμε έναν έλεγχο στον Τειρεσία;
    - Δημήτρη αυτά τα πράματα δεν γίνονται από το τηλέφωνο, φυλακή θα με βάλεις καμιά μέρα. Θά ’ρθει επιθεώρηση της Τράπεζας της Ελλάδος και θα με ρωτάει για τα ΑΦΜ που ψάχνω. Τεσπά, ακούω, λέγε.
    - Ταδόπουλος Α.Ε., βιομηχανία ζωοτροφών...
    - Ο Γιώργος ή ο Γιάννης;
    - Ο Γιώργος.
    - Δεν χρειάζεται να το ψάξω καν. Άμα είναι ο Γιώργος είσαι οκ, λίρα εκατό. Μόνο πρόσεξε να είναι ο Γιώργος γιατί ο άλλος σφραγίζει. Πόσα;
    - Είκοσι με εξάμηνες.
    - Απ’ τ’ ολότελα...

  2. [Σε παρελθοντικό χρόνο]
    - Τι θα γίνει με τον θείο σου; Θα τον βάλεις στο μαγαζί ρε άχρηστε;
    - Και τι να τον κάνεις; Σφράγισε κι αυτός, πάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified