Φάε λάδι και έλα βράδυ να σου ξηγηθώ αλφάδι!

Αναφέρεται στη μείωση της τριβής λόγω λιπαντικού κατά την επαφή (συνήθως από τη πίσω πόρτα). Εναλλακτικά, «βάλε λάδι».

- Εμένα να προσέχεις πως μου μιλάς, δε σε 'χω και τίποτα, να ξες...
- Θα με κλάσεις! Φάε λάδι και έλα βράδυ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν για κάποιον λέμε ότι «του άνοιξε» εννοούμε του άνοιξε ο κώλος. Επικρατεί ο ανοιχτός κώλος λόγω διείσδυσης να θεωρείται κάτι σαν γούρι που φέρνει καλή τύχη.

Ντάξει! Έβαλε τρίποντο με κλειστά μάτια από το κέντρο του γηπέδου! Του άνοιξε κανονικά!

(από Khan, 29/01/12)

βλ. και σούφρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για όρο που προέκυψε από το internet. Χρησιμοποιείται όταν κάποιος μπαίνει σε μια διαδικτυακή συζήτηση και μπερδεύει τους υπολοίπους. Το μυστικό στο σωστό τρολάρισμα δεν είναι απλά να λες άσχετα ή φανταστικά πράγματα, γιατί τότε ο διαχειριστής της συζήτησης (admin) θα σε διώξει, αλλά να λες άσχετα με σοβαρό τρόπο.

Το καλύτερο είναι να παριστάνεις κάποιον που δεν είσαι. Το τρολ απλά βγάζει γέλιο σε βάρος των υπολοίπων που προσπαθούν να καταλάβουν μάταια τι εννοεί. Η πρακτική αυτή μεταφέρεται συχνά και σε συζητήσεις στην πραγματική ζωή.

ΠΡΟΣΟΧΗ: το τρολάρω είναι διαφορετικό από το τρολιάζω. Τρολιάζω σημαίνει ότι απλά λέω ό,τι να 'ναι με καθόλου έξυπνο τρόπο.

Μπήκα σε ένα φόρουμ για αμάξια τις προάλλες και για πόση ώρα προσπαθούσα να τους πείσω ότι κατασκευάστηκε το πρώτο αμάξι που πετάει! Άσε! Τους τρόλαρα κανονικά!

(από Khan, 29/01/12)Να τρολάρουμε την Ιστορία (από Khan, 28/04/12)

βλ. και τρολ, τρολιά, τρολιάζω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται σε περιπτώσεις όπου κάποιος εμπλέκεται σε μπυροποσία η οποία ήτο μακροσκελής και ο εμπλεκόμενος ήθελε να ξεφύγει και δεν μπορούσε-η τουλάχιστον έτσι θέλει να πιστέψουμε (κλασσική περίπτωση «τραβάτε με κι ας κλαίω»).

Γνωστές ατάκες μπυραγχόπληκτων: «Άλλη μία και φύγαμε», «Η Amstel με έβαλε να το κάνω» και άλλα συναφή.

  1. - 'Μέρα ρε Σάκη, κομμένο σε βλέπω, τι έπαθες;
    - Ε, εχθές το βράδυ, δέχτηκα επίθεση από κάτι μπυράγχας...

  2. Άσε ρε μάγκα εχθές μπλέχτηκα με τον Κώστα και δεν με άφηνε να φύγω, ε μετά πλακώσαν και κάτι μπυράγχας και καταλαβαίνεις, ξημερωθήκαμε.

  3. - Ρε αλήθεια ρε όλη την ώρα έψαχνα ευκαιρία για να φύγω ρε, αλλά ο μπάρμαν είχε ξαμολήσει τα μπυράγχας!
    - Άσε σε μάθαμε τόσα χρόνια Τάκη, είναι μην πιεις τις πρώτες δυο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντίστοιχη έκφραση του : «Μας τα 'πρηξε». Αναφέρεται στους κουραστικούς - εκνευριστικούς.

- Και τελικά τι έγινε όταν γύρισες χθες;;
- Άσε, δε φτάνει που ήμουνα πτώμα μου τα 'κανε πλανήτες με την μουρμούρα της μέχρι τις τρεις...

(από Khan, 29/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάθηση σχετική με την συμπεριφορά ή / και το ήθος τσόγλανου.
Ιατρικώς κατηγοριοποιείται ως οξεία ή καλπάζουσα.
Συνήθως διαγιγνώσκεται με συνοδά φαινόμενα κωλοπαιδισμού.

Η παρούσα επισήμανση ας θεωρηθεί πάσα προς κάθε ενδιαφερόμενο να ανεβάσει το σχετικό λήμμα.

Ο λημματογράφος δεν είναι σε ψυχολογική κατάσταση να ασχοληθεί και με κωλόπαιδα. Οι τσόγλανοι του είναι υπεραρκετοί.

«Σταμάτα ρε τσογλάνι !», του ξανάπα κι ο Μήτσος σταμάτησε, αλλά όχι εντελώς, έβλεπα στο ύφος του την ανυπομονησία του, ή θ ε λ ε να κατέβω ο Μήτσος, ο Μήτσος ο π α τ ρ ι ώ τ η ς, χάρηκε που επιτέλους δεν άντεξα την τ σ ο γ λ α ν ί α σ ή του και πήδηξα κάτω, κλείνοντάς του την πόρτα στα μούτρα [...]

(Γιώργου Σκούρτη «Ο Μήτσος απ' τ' Αγρίνιο», από το βιβλίο «Αυτά κι άλλα πολλά»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο bomber είναι αυτός που κάνει γκράφιτι, ο γκραφιτάς.

Terror X crew - Ο Έλληνας που έχεις συνηθήσει
«Κι αν ακόμα δεν εχεις μαθει αρκετά για μένα
είμαι 50-50
Ραπ και γραφιτι
MC και bomber
μέσα στην ομίχλη»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σόι της συζύγου -με απαξιωτική διάθεση.

Πήγαμε λίγες μέρες στο εξοχικό να ηρεμήσουμε αλλά πού... Κουβαλήθηκαν τα κουνιάδια μου, τα πεθερικά μου και όλο το μουνόσογο. Άντε να ’βρεις ησυχία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι φράσεις του παρακάτω καταλόγου έχουν συνδυαστεί στο μυαλό μου με μέση ελληνική μικροαστική οικογένεια (βλ. και την αποτύπωσή τους στο γυαλί Ρετιρέ και Μικρομεσαίοι), πλέον άτομα ηλικίας τουλάστιχον 50-φεύγα, αλλά ίσως να ξεφεύγουν οριακά απ' αυτά τα συμφραζόμενα.

Με τέτοιες εκφράσεις θα περιγράψει κάποιος κάποια στιγμή που διασκέδασε στη ζωή του, ενώ γενικά μιζεριάζει. Τη μοναδική φορά που τον ζάλισε λίγο το αλκοόλ, και ο ίδιος βίωσε ως μεθύσι, αλλά δεν θα μιλήσει για μεθύσι, προτιμώντας φράσεις από αυτές της λίστας και εκφράσεις όπως του παραδείγματος.

Κάποιες άλλες χρησιμοποιούνται για την περιγραφή καθημερινών ευτράπελων καταστάσεων, στις οποίες ειδικεύεται και η στήλη «δεξιό χιούμορ» στο Μετέχνιο.

  • Πήγαμε σε ένα κέντρο διασκέδασης (ή διασκεδάσεως, αλλά κεντράκι για πιο χάρκορ καταστάσεις μικροαστίλας): Πρόκεται για ταβερνοειδή μέρη, αλλά με μεγαλύτερους χώρους, χειρότερη μουσική, σέρβις και φαγητό, πλην όμως με πίστα. Το τελετουργικό επιβάλει φαγητό πρώτα (συνήθως μπριτζόλες (σικ), τηγανιτές πατάτες, σαλάτες, αλλά μάλλον όχι κοκορέτσια, συνοδευόμενα από κοκακόλες και για τους πιο τολμηρούς κρασί). Είναι πιθανόν ο ομιλών να χαίρει ειδικής μεταχείρισης, καθότι ο μαγαζάτορας είναι καλός άνθρωπος και γι αυτό πηγαίνει μόνο σ' αυτόν γιατί οι άλλοι είναι απατεώνες αλλά αυτός βρήκε τον σωστό επιχειρηματία που σέβεται τον πελάτη. Εναλλακτική επιλογή είναι το τοπικό κουτουκάκι, το οποίο είναι ταβερνοειδές επίσης, αλλά χωρίς πίστα, με εξ ίσου κακό φαΐ και κρασί, αλλά έχει μία εσάνς απ' τον παλιό καιρό, που «δεν ήταν έτσι οι άνθρωποι».
  • Πήγαμε σε μια εκδήλωση: λέγεται όταν η μάζωξη στο κεντράκι δεν οργανώνεται κατά μόνας από την παρέα, αλλά από κάποιον εκπολιτιστικό παύλα εξωραϊστικό σύλλογο, η κορυφή των δραστηριοτήτων του οποίου είναι τέτοιου τύπου «εκδηλώσεις».
  • Ήπιαμε (κι) ένα ποτηράκι παραπάνω: Συνήθως κρασί, το οποίο ο ομιλών θα σπεύσει να χαρακτηρίσει ως χωριάτικο, χωρίς φάρμακα, το αγοράζει ο ίδιος (ο μαγαζάτορας), κοκκινέλι. Το παραπάνω σημαίνει ότι άρχισε να ζαλίζεται, πιθανόν στο 2ο ποτήρι, και μετά το γύρισε στην κοκακόλα ή στο νερό, ενδέχεται να του έκαναν και καφέ για να συνέρθει, αν βρίσκονταν σε σπίτι.
  • Ήρθαμε στο κέφι: Η φυσική συνέπεια του «ενός ποτηριού παραπάνω». Τουτέστιν, αν πρόκειται για έξοδο σε κάποιο κέντρο, η πίστα γέμισε και κάποια στιγμή κάποιος χόρεψε και το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας, ή αν πρόκειται για μάζωξη σε σπίτι, έβαλαν το σιντί απ' το τελευταίο «περιοδικό Πίστα»*. Η περιγραφή διανθίζεται με φράσεις του τύπου «πού να σ' τα λέω», «και το τι έγινε, δεν περιγράφεται».
  • Το ρίξαμε έξω: συνοψίζει όλα τα παραπάνω.
  • Είδα ένα έργο (στην τηλεόραση): η κατ' εξοχήν ασχολία όταν, τον περισσότερο καιρό, δεν βγαίνει απ' το σπίτι. Έργο ίζολ ταινία, και η φράση σημαίνει ότι άνοιξε την τηλεόραση και είδε ό,τι έπαιζε. Σε εξτρήμ καταστάσεις, έχει νοικιάζει ντιβιντί απ' τη γωνία, αλλά μάλλον απίθανο. Εναλλακτική επιλογή διασκέδασης, το Δελφινάριο και ο Σεφερλής.

Βλέπε και ταΐσαμε τις πάπιες στο πάρκο....

Ευχαριστώ και θείο χότζα και τον cavallino απ' το φόρουμ των 4Τ που μου θύμισαν κάποιες απ' αυτές. Επίσης και τον μπρο μου και κάποιους σύσλανγκους που έχουν υπομείνει την καΐλα μου με το θέμα. Βοήθειά σας και μή γίνετε ποτέ έτσι.

*για τον μελετητή πρόκειται για περιοδικό μουσικής, χειρίστου ποιότητος ήτοι σκυλάδικο το οποίο διαφημιζόμενο στην τηλεόραση εντυπώνει την φράση «το περιοδικό πίστα» στο τάργκετ γκρουπ του, που αποτελείται από τέτοιου τύπου άτομα. Δεν θα πει ποτέ κάποιος ότι η Φιλιώ Πυργάκη έδωσε συνέντευξη στο «πίστα», αλλά στο περιοδικό πίστα.

  1. - Τι κάνατε τα χριστούγεννα θείο;
    - Ε, διακοπές, μελομακάρονα, το ρίξαμε και λίγο έξω...

  2. - Πήγαμε χτες σε ένα κεντράκι, που λες, τι να σου λέω. Είχανε και μουσική, όχι ονόματα, αλλά καλοί. Κάνανε κέφι.
    - Περάσατε ωραία δηλαδή.
    - Ναι, ναί. Ήπιαμε κι ένα ποτηράκι παραπάνω, και όταν άρχισε ο χορός, το τί έγινε, δεν περιγράφεται.

  3. - Είδα κι ένα εργάκι παραπάνω χτες στην τηλεόραση, και μετά έβαλα Τριανταφυλλόπουλο και όλη μέρα στη δουλειά κοιμόμουνα.

(από Vrastaman, 28/01/12)(από Khan, 29/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διοικητής λόχου αυνανιστών (< αγγλ. captain = λοχαγός). Συνήθως δεν έχει αποφοιτήσει από κάποια σχετική σχολή, αλλά αναδεικνύεται στο πεδίο της μάχης σε φυσικό ηγέτη της ομάδας, λόγω των αναμφισβήτητων προσόντων του και του έμφυτου χαρίσματος που διαθέτει.

Ο καπετάν-μαλάκας υποστηρίζεται κατά την άσκηση των καθηκόντων του από έναν ή περισσότερους ανθυπομαλάκες των οποίων τις δραστηριότητες συντονίζει με ζήλο.

Χότζα μου, δουλεύοντας ήδη το μέχρι σήμερα ανύπαρκτο λήμμα, έπεσα πάνω σε σχετικό σχόλιό σου στον καπετάν Φλωριά. Έχεις απόλυτο δίκιο, ο λημματογραφούμενος καπετάνιος κρύβεται στις σελίδες του Κονδυλάκη. Κατέβασα όσα κείμενά του διαθέτω, κατέβασα και κάμποσα καντήλια και ΧΠ αλλά εις μάτην, του κάκου. Ο καπετάνιος παρέμεινε ασύλληπτος.

Ίσως γι αυτό να λένε ότι η μαλακία είναι ανίκητη.

Για να βγάλω λοιπόν το άχτι μου, στο παράδειγμα παραθέτω από μνήμης και στο περίπου τη φράση του Κονδυλάκη.

«Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι αυτός ο καπετάν-μαλάκας ήταν πατέρας μου».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified