Ψαγμενίστικο συνώνυμο του άσε με να νομίζω.

Ο όρος φαντασιακή αυτοθέσμιση ανήκει στον φιλόσοφο, κοινωνιολόγο κ.ά. Κορνήλιο Καστοριάδη. Πολύ χοντρικά σημαίνει μια φαντασία, μία φαντασιακή κατασκευή με την οποία αυτο-ορίζουμε την θέση μας μέσα στον κόσμο, είτε ως άτομα, είτε ως συλλογικότητες. (Εδώ για τα περαιτέρω). Μερικές σπουδαίες φαντασιακές αυτοθεσμίσεις είναι λ.χ. η αντίληψη κάποιου ότι ανήκει στον περιούσιο λαό του Θεού, ή και η ίδια η έννοια του Θεού, η πεποίθηση ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι φυσικά ή και η ίδια η έννοια της φύσης, η διάκριση Έλλην- βάρβαρος, η θεώρηση ότι το πολίτευμά μας είναι δημοκρατία. Κάποιες πιο τρίβιαλ φαντασιακές αυτοθεσμίσεις μπορεί να είναι λ.χ. ότι η γκόμενά μου είναι θεόμουνο, ότι είμαι γκρηκ λόβερ και αρέσω στις Σουηδανές κ.ο.κ.

Ευτυχώς ή δυστυχώς, υπάρχει αυτό το αηδιαστικό και μοχθηρό είδος ανθρώπων που λέγονται γειωτές, (όπως φαίνεται παραστατικά και στον κνάσειο ορισμό του άσε με να νομίζω) οι οποίοι σε χρόνο ντετέ μπορούν να ανιχνεύσουν ποια ακριβώς είναι η ιδιαίτερη φαντασιακή σου αυτοθέσμιση και να κάνουν ό,τι μπορέσουν για να σου την γαμήσουν. Οπότε η φράση λειτουργεί ως άμυνα απέναντι σε αυτούς τους γειωτές, όπως και τα άσε με να νομίζω και μη μου το γαμάς.

Ως προς την ιστορία της φράσης, στην δεκαετία του '80 κυρίως, αλλά και λίγο νωρίτερα και λίγο αργότερα, ο όρος φαντασιακή αυτοθέσμιση ήταν πολύ της μοδός και χρησιμοποιείται σαν μια πασπαρτού και πασπαντού καραμέλα, που όλοι οι κουλτουριαρέοι χρησιμοποιούσαν χωρίς να ξέρουν όλοι τι ακριβώς σήμαινε. Έτσι το μη μου γαμάς την φαντασιακή αυτοθέσμιση χρησιμοποιήθηκε εντός τέτοιων κουλτουριάρικων παρεών για να διακωμωδήσει αυτήν την πασπαρτουζοποίηση του Καστοριάδη, αλλά και για τον λόγο ότι επρόκειτο για εποχές γεμάτες από ουτοπικές φαντασιακές αυτοθεσμίσεις αλλά και τους συναφείς γειωτές που τις ισοπέδωναν. Σήμερα, νομίζω, η έκφραση έχει περισσότερο μουσειακή αξία ως μία από τις πλέον τιραμισουρεαλιστικές εκδοχές του νεοελληνικού σχήματος γαμώ + αντικείμενο, ήτοι του τι μπορεί να γαμήσει ο Νεοέλληνας.

- Καλά, δηλαδή, επειδή το Λίλιαν σου έδωσε το νούμερο του κινητού της νομίζεις ότι σε ερωτεύτηκε κιόλας; Ξύπνα ρε, αυτή έχει πάει με 6766 Σλάνγκους! Άλλωστε και τι είναι το Λίλιαν; Νομίζεις ότι πράγματι έχει μαλλιά ως την μέση; Εξτένσιον είναι. Και τα γαλάζια μάτια της είναι φακοί επαφής. Η βυζοχαράδρα της αγοραστή. Χωρίς τα ψηλοτάκουνα ζήτημα αν φτάνει το 1.60. Μη σου πω ότι και η πατούρα της είναι τουρλοκώλι... Την έχεις δει ποτέ άβαφη το πρωί; Ούτε με ξένο πούτσο!
- Ώπα μεγάλε, ώπα, μη μου γαμάς τη φαντασιακή αυτοθέσμιση. Άσε με να νομίζω...

Και ο Οτεγιάννης ανθίσταται στο να του γαμήσουν την φαντασιακή αυτοθέσμιση. (από Khan, 22/09/11)(από HODJAS, 22/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Λεξιπλασία εκ των βλάκας και Βαλκάνια, αποτελεί έναν μειωτικό τρόπο να αποκαλέσει κανείς τα Βαλκάνια και τις χώρες τους, που ναι μεν είναι μπανεύκολος, αλλά αρκετά διαδεδομένος (πάνω από 10 σελίδες χτυπήματα στον γούγλη). Μπορεί να λεχθεί σε διαφορετικά συμφραζόμενα, λ.χ. ότι τα Βαλκάνια είναι ένας καθυστερημένος τόπος, ή ότι μας πιάνουν κότσους κ.ά.

  1. Και για να το δούμε σφαιρικά..... ΚΡΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑα στα ΒΛΑΚΑΝΙΑ που μας νταβατζάρουν τόσα χρόνια και εμείς γιορτάζουμε και ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΕΣ.........ΚΡΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
    παιδιά σόρρυ αν το βάρυνα πολύ αλλά ήθελα να κράξω..... (Εδώ).

  2. Εδώ είναι Βλακάνια, δεν είναι παίξε - γέλασε (Εδώ).

  3. Την ίδια ώρα στα βλακάνια, οι συνομήλικοί τους πηδούσαν κατσίκια. (Εδώ).

(από Khan, 22/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνηθες υποκοριστικό για τον τοξικομανή, τον ντρογκάτο, ή, δευτερευόντως, και για την ίδια τη ντρόγκα, δηλαδή τη ναρκωτική ουσία.

  1. Τι θα γίνει με την ντρογκαρισμένη νεολαία που εγκαταστάθηκε λόγω της αδιαφορίας των αρχών στο πλάι του Πολυτεχνείου (μεταξύ Πατησίων και Μπουμπουλίνας) αποτελώντας πια εστία λύπης, απόγνωσης κι ενίοτε αγανάκτησης των ανθρώπων της γειτονιάς, καθώς ντρογκάκια, βαποράκια, μαυράκια και παρατρεχάμενοι κάθε λογής λύνουν και δένουν. [...] Άλλωστε η κρίση που περνάει η χώρα είναι το καλύτερο μέσο για να βγάλει όνομα η περιοχή, να πάρουν των ομματιών τους οι κάτοικοι κι έτσι να μπουν τα φιλέτα στο μεγάλο τηγάνι.
    (Παπαγιώργης, Κωστής, «Οδός Τοσίτσα και πέριξ». Εν: Αθηνόραμα, Β΄593).

  2. Αλήθεια, όταν βλέπουν οι τηλεθεατές τον κ. Πέτρο Κωστόπουλο να μοστράρει στις οθόνες τους το ξεθυμασμένο μεν αλλά πάντα δηλητηριώδες λαϊφοστυλάδικο ντρογκάκι του, γνωρίζουν ότι την ίδια ώρα απολύει εργαζόμενους από τη δική του επιχείρηση, την «Imako», από την υπεραξία των οποίων χαίρεται τα κοστούμια του και τα σπίτια του; Κι αν το γνωρίζουν αυτό οι τηλεθεατές, το ενθυμούνται καθώς χαυνώνονται κι αποχαζεύουν παρακολουθώντας (ως παρακολουθήματα) το κυρίαρχο βλαχομπαρόκ κυριλίκι της ημιθανούς μας νεοπλουτιάς; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τις ατάκες που καθιέρωσε ο αθλητικογράφος Γιώργος Γεωργίου.

Χρησιμοποιείται ως απάντηση σε ατάκα προλαλήσαντος συνομιλητή. Μερικές περιπτώσεις που την χρησιμοποιούμε:

- Όταν ο συνομιλητής ξεστομίζει παπαριά καμαρωτή, δηλαδή μια άνευ νοήματος φράση, η οποία όμως ακούγεται ως ψαγμενιά, οπότε τον καυτηριάζουμε ως δοκησίσοφο. Με αυτήν την σημασία την χρησιμοποιεί και ο Γεωργίου.

- Όταν ο συνομιλητής λέει κάτι που θεωρούμε ότι είναι βασικά λάθος, όμως στην πορεία της έκθεσης της σκέψης του κάνει ένα πόιντ. Δηλαδή σε περιπτώσεις που θέλουμε να πούμε «διαφωνώ, αλλά μου αρέσει ο τρόπος που σκέφτεσαι» (που λέει και το ανέκδοτο). Ή πιο απλά που αναγνωρίζουμε στον συνομιλητή ότι έχει πει κάτι witty στην προσπάθειά του για να αποδείξει μια μαλακία. Έχω την εντύπωση ότι και με αυτήν την σημασία το χρησιμοποιεί ο Γεωργίου.

Γενικότερα, η έμφαση είναι άλλοτε στο μαλακία (συνηθέστερα), και άλλοτε στο σοφή (πιο σπάνια). Στην πρώτη περίπτωση ασκούμε κριτική στο ότι κάποιος λέει μια μαλακία με περιτύλιγμα σοφίας. Στην δεύτερη αναγνωρίζουμε ότι ό,τι και να πει κανείς για ένα θέμα, ή έστω η πλειοψηφία αυτών που λέγονται, είναι μαλακίες, αλλά as far as μαλακίες go , η συγκεκριμένη έχει ψήγματα σοφίας.

Ως προς την τελευταία αυτή σημασία, μπορούμε να κάνουμε μια προέκταση. Στον προγραμματικό πλουραλισμό του μηντιακού πολιτισμού μας, συχνά πανηγυρίζουμε εκ των προτέρων ότι τίποτα από όσα θα ειπωθούν δεν θα είναι η αλήθεια, αλλά θέλουμε να τα πούμε για να νιώσουμε ότι έχουμε δημοκρατία των πολλών απόψεων. Οπότε αποφασίζουμε α πριόρι ότι θα πούμε μαλακίες, ή και ότι όλα θα είναι μαλακίες, ως άσχετα με την αλήθεια, αλλά επιβραβεύουμε αν ορισμένες από αυτές τις μαλακίες έχουν ένα πόιντ. Όλοι έχουν από μια κωλοτρυπίδα, αλλά κάποιων είναι καλύτερη.

Συναφώς, σε ερμηνευτικές «επιστήμες», όπως λ.χ. η ψυχανάλυση ή και η ιστοριογραφία (με την πιο αφηρημένη έννοια του όρου), όπου δεν ισχύει αυστηρά η αρχή της διαψευσιμότητας, ο κάθε επίδοξος ερμηνευτής μπορεί να καταθέσει την δική του πρόταση, και εντέλει δεν έχει πάντα σημασία ποιος είναι πιο κοντά στην ούτως ή άλλως δυσθήρατη αλήθεια, αλλά ποιανού η μαλακία δείχνει πιο σοφή, ήτοι ποιανού το ερμηνευτικό σχήμα φαίνεται πιο ψαγμένο και μας ικανοποιεί περισσότερο.

Για να το γειώσουμε κάπως, η φράση μπορεί να ειπωθεί και σε μια παρέα, που συζητούν με γιαλομική διάθεση λ.χ. τις αντιδράσεις γυναικών ή αντρών σε ερωτικά παιχνίδια. Ο καθένας θα πει και μια μαλακία, καθώς σε αυτά τα θέματα είναι αδύνατο να κατέχεις την αλήθεια, λ.χ. να καταλάβεις τι έχουν στο μυαλό τους οι γυναίκες, αλλά ορισμένων οι μαλακίες θα είναι πιο εμπειρικά φορτισμένες, πραγματιστικά επιτυχείς, αισθηματικά συντονίσιμες, εν ολίγοις πιο σοφές.

Τέλος, να επισημάνουμε ότι η έκφραση είναι πρόσφορη ως διαδικτυακό σχόλιο, λ.χ. στο Facebook ή σε blogs, ή σε φόρα, κυρίως αθλητικά, για να καυτηριάσει καμαρωτές παπαριές πολιτικών, δημοσιογράφων ή απλά αντίπαλων συνομιλητών (λ.χ. από άλλες αθλητικές ομάδες).

  1. - αν έπρεπε για την υπόλοιπη σας ζωή να ακούσετε έναν μόνο ράπερ... Ελληνα και Ξένο ..ποιός θα ήταν αυτός;
    - εγω φιλε δεν θα επιλεξω 1 ξενω και 1 ελληνα (επειδη πολλη απλα δεν ακουω ξενη ραπ) λοιπον μανιακο και σχιζοφονικο
    - σοφη η μαλακια σου. μανιακος(απο bong da city). σχιζοφονικος(απο ορθολογιστες)
    - ela mwree xalarwse..apla dn akouw katholou bong da city k orthologistes..
    - ηρεμος ειμαι φιλε
    - φίλη θες να πεις..κοπέλα είμαι.. κ όντως πέταξα σοφή μαλακία πριν χαχα. (Εδώ)

  2. - Άραγε άμα έρθει χειμώνας, όλοι αυτοί που κυκλοφορούν με μαγιό στο φέισμπουκ, θα φορέσουνε πουλόβερ;
    - Σοφή η μαλακία σου!... (Εδώ).

  3. - Εγώ, πάντως, παιδιά, νομίζω ότι οι γκόμενες θέλουν ένα μείγμα από τρυφερή αγάπη και από περιφρόνηση, ταυτόχρονα να χορηγείς, αλλά και να τις ματαιώνεις...
    - Σοφή η μαλακία σου!

  4. - Είναι ντροπαλούλης, συνεσταλμένος και ευαισθητούλης, επειδή είναι καρκινάκι. Αλλά είναι και δυναμικός, μπροστάρης και εξωστρεφής, επειδή έχει Ωροσκόπο Λέοντα.
    - Σοφή η μαλακία σου!

  5. - Κοίτα, είναι απλό. Οι Αμερικάνοι θέλαν να είναι υψηλά το Ευρώ για να κάνουν εξαγωγές, μετά όμως ήθελαν να πέσει για να μην καταποντιστεί το δολάριο, οπότε προκάλεσαν την ελληνική κρίση, τώρα όμως δεν θέλουν να διαλυθεί το Ευρώ και για αυτό τελικά θα μας σώσουν.
    - Σοφή η μαλακία σου!

το Κορδελιό το μήνυμα (από Khan, 27/09/11)(από Khan, 11/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια από τις πολλές εκφράσεις που λέγεται κατά την διέλευση μιας επικίνδυνα όμορφης γκόμενας, ή για να την αξιολογήσει / χαρακτηρίσει συνολικά ως τέτοια.

Η έκφραση μπορεί να συσχετισθεί με την συνώνυμη εργαλείο. Για να παραφράσουμε ατάκα του Ζακ του Λακάν για τον φαλλό, ο άντρας έχει το εργαλείο, ενώ η γυναίκα είναι το εργαλείο. Κατά παρόμοιο τρόπο, ο άντρας έχει το όπλο, δηλαδή το εν στύσει πέος (πρβλ. οπλίζω= τελώ εν στύσει, και όπλο πρωκτικής καταστροφής), ενώ η γυναίκα είναι το όπλο. Αν, δηλαδή, ο στόχος είναι η άπιαστη εκπλήρωση της επιθυμίας (γκαύλας), τότε η ούμπερ-σέξι πανέμορφη γκόμενα είναι το πολύτιμο εργαλείο-όπλο για την επίτευξή του.

Καίτοι (Γαρμπή) συνώνυμα τα εργαλείο και όπλο έχουν διαφορετικές αποχρώσεις. Το εργαλείο, όταν δηλώνει την ευειδή γκόμενα, έχει μια υφή βάναυσης χρηστικότητας. Η ομορφιά γίνεται ένα tool για την χρηστική ικανοποίηση του άντρα. Αντιθέτως, η έκφραση όπλο παραπέμπει περισσότερο στο αριστοκρατικό ιδεώδες ενός ευγενούς πολεμιστή που αποδύεται σε έναν αγνό αγώνα (τ. Holy Graal κιέτσ'), όπου πολύτιμο αναδεικνύεται το ιδιαίτερο προσωπικό του όπλο (λ.χ. το Excalibur). Είναι σημαντικό εν προκειμένω ότι ο κυρίως στόχος δεν είναι η κατάκτηση της ίδιας της γκόμενας, αλλά το ακράγγιγμα μιας μέγιστης αποφατικής γκαύλας, για την ουτοπική επίτευξη της οποίας η συγκεκριμένη γκόμενα δεν είναι παρά ένα όπλο- φίλος του ιππότη. Συγκρίνοντας όπλο και εργαλείο , θα μπορούσαμε να πούμε ακόμη ότι η έκφραση όπλο ανήκει συχνά (όχι αποκλειστικά) σε ένα δεξιό ντίσκουρς φίλιο προς την οπλοκατοχή κιετς, ενώ για τον γερμανό μεταφραστή να πούμε ότι η έκφραση εργαλείο για την όμορφη γκόμενα είναι πολύ πιο συχνή από ό,τι το πιο σπάνιο όπλο.

Σχετικό συνώνυμο του όπλο είναι το τουφέκι, ενώ επίσης συναφές είναι το έγκλημα.

Πάσα: John Black.

  1. - Γιατρέ μου, πιάσε ένα όπλο που μπαίνει στα αριστερά σου.
    - Κακούργημα!

  2. (Περνάει το Λίλιαν μπροστά από δύο φίλους, οι οποίοι αφού έχει διέλθει αναφωνούν ταυτοχρόνως:)
    - Όπλο!

  3. - Νταξ το Μαράκι είναι απλώς μια αξιοπρεπής γαμησάμπλ γκόμενα, δεν είναι και κανένα όπλο, όπως η Τασούλα.

(από Khan, 15/07/12)(από Khan, 04/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που μοιάζει με αστυνομικό (είτε είναι όντως αστυνομικός, είτε δεν είναι). Και ως εμφάνιση, αλλά δευτερευόντως και ως συμπεριφορά ή ως ψυχική ποιότητα.

Πώς είναι μια μπατσόφατσα; Σίγουρα είναι σκατόφατσα, αν όχι ως άσχημη, τότε σίγουρα ως αποτυπούσα ψυχικά χαρακτηριστικά. Μπορούμε βεβαίως να υποθέσουμε ότι η μπατσόφατσα θα είναι πολύ καθώς πρέπει, καλοξυρισμένη και καλοκουρεμένη, ενώ ως συμπεριφορά θα χαρακτηρίζεται από αυταρχισμό και καθεστωτισμό.

Περισσότερο σημαντική είναι η συνάφεια, όπου βρίσκουμε συχνά τον όρο. Αφενός χρησιμοποιείται σε αντιεξουσιαστικό ντίσκουρς, ιδίως για αστυνομικούς που κρύβονται φορώντας πολιτικά ή ως προβοκάτορες, κουκουλοφλώροι κ.τ.ό. Αφεδύο στην μπουρδελοσλάνγκ για κάποιον που προκαλεί δυσπιστία σε κορασίδα, επειδή δίνει την εντύπωση ότι είναι στρουμφάκι, οπότε αυτή αρνείται το κατιτίς παραπάνω (είναι μεγάλη ατυχία για μπουρδελιάρη να έχει μπατσόφατσα). Επίσης σε περιπτώσεις, όπου υβρίζονται όχι μόνο οι αστυνομικοί, αλλά και αυτοί που έχουν ψυχή / νοοτροπία μπάτσου.

  1. α) Ρε παιδια ειναι η σκατοφατσα που φαινεται στο πλανο με την κοπελα που του δινει το λουλουδι. εχει κλασσικη μπατσοφατσα δολοφονου το μουνοπανο.ενα εχω να πω εχουμε χρεος απεναντι στην κοινωνια να το καψουμε ζωντανο αυτο το ανθρωποειδες, τωρα που ειναι ευρεως γνωστη κ η συμπαθητικη φατσουλα του......... (Εδώ).

β) ρε πιονακια του κρατους που απορω πως δεν εχετε φουνταρει με τοσους φονους στις πλατες σας..ντυθειτε και μαζορετες οι μπατσοφατσες ξερουμε ποιεσ ειναι,αλλαξτε λοιπον τη στολη αφου δεν βολεβει αν ηταν καλη θα τη φοραγαμε κι εμεις αλλα με τη δικη μας στολη κανετε τσαμπουκα. (Εδώ).

  1. Τοτε μαλλον εχεις μπατσοφατσα γιατι δεν εχω ποτε προβλημα. (Από ierodoules.com σε θέμα σχετικό με συνεννοήσεις που γίνονται σε μασαζερί για εξτραδάκι).

  2. New Year's Resolution.
    10 πραγματα που ή με φρικάρουν ή με τρομάζουν ή με αηδιάζουν - Οι μπάτσοι στους δρόμους, όχι οι αστυνομικοί.. οι μπάτσοι, οι μπατσοφατσες, το μπατσοβλέμμα που σε κόβει από πάνω μέχρι κάτω λες και είσαι η ξαδέρφη του Κουφοντίνα. (Εδώ).

Δες και -φατσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να χαρακτηρίσουμε κάποιον ως βλάκα είναι σύνηθες το λολοπαίγνιο να βάζουμε να κάνουν ρίμα με τον Δείκτη Νοημοσύνης (Intelligent Quotient), ζώα, φυτά, φαγητά, ή άλλα όντα, των οποίων η νοημοσύνη είναι προφανώς χαμηλότερη από του ηλιθιωδέστερου ανθρώπου ή ανύπαρκτη.

Κάπως έτσι προκύπτουν οι εκφράσεις:

- άι κιου ραδικιού
- άι κιου κατσικιού
- άι κιου ποντικιού
- άι κιου τζιτζικιού
- άι κιου τζατζικιού
- άι κιου μπιφτεκιού

Αλλά: άι κιου αμοιβάδας.

Δύο ακόμη μπανεύκολα λολοπαίγνια που γίνονται με το I.Q. είναι ο άγιος Άη Κιού, προστάτης των ξανθιών, και η υποτιθέμενη βρισιά άι κιου, κατά το άι γαμήσου προς όσους μας εκνευρίζουν με τον ψυχαναγκασμό τους για τους δείκτες νοημοσύνης.

Πάσα: tzagos.

Έξυπνος ή άι κιου κατσικιού;

εδώ.

ΑΙ ΚΙΟΥ ΠΟΝΤΙΚΙΟΥ!!!
Ο Βενιζελος ελεγε
ο Γιωργος μυαλο δεν εχει
και πως ο δικος του νους
νοημοσυνη βρεχει!!!!

Κι ηρθε και μας εφορμαρε
το νομο το μεγαλο
πως πρεπει να του δωσουμε
αβαστακτο ρεγαλο!!

εδώ.

ΕΙΣΑΙ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΟ ΑΠΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΙ ΕΧΕΙΣ ΑΙ ΚΙΟΥ ΤΖΑΤΖΙΚΙΟΥ ΠΑΛΙΟΜΑΛΑΚΑ

εδώ.

Κοίταξε μπουμπούκο με το άι-κιού μπιφτεκιού

εδώ

Η Vicca είχε άι κιου πάνω από 148, αλλά κατέληξε πορν-σταρ. (από Khan, 03/10/11)(από Galadriel, 13/01/14)

Δες και αϊ κκιού ζέρο στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται πολύ λιγότερο σε ένα στόμα που λόγω κάποιων ανατομικών λεπτομερειών, όπως λ.χ. τα τσιμπουκόχειλα, φυσικά ή κονάτα, θα προσέφερε ηδονjική αίσθηση κατά την τέλεση πεολειχίας, ενώ περισσότερο είναι βρισιά που χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να απαιτήσουμε από τον συνομιλητή μας να σωπάσει άμεσα. Χρησιμοποιείται, δηλαδή, περισσότερο σε φράσεις τύπου «μην πιάνεις το τάδε στο τσιμπουκόστομά σου», «να πλένεις το τσιμπουκόστομά σου όταν μιλάς για το τάδε», «βούλωσε το τσιμπουκόστομά σου» κ.τ.ό. Εννοείται ότι το στόμα του συνομιλητή είναι μιασμένο και για αυτό δεν έχει το δικαίωμα να ομιλεί για ορισμένα θέματα, που χαρακτηρίζονται από ιερότητα.

Δευτερευόντως, βέβαια, ο όρος μπορεί να αναφερθεί και κατά την περιγραφή μιας αναγεννησιακής πουτανόφατσας, ή ως γαμησιάτικο μπινελίκι κυρίως κατά την τέλεση CIM.

  1. Αυτη η καριολα-παλιοπουτανα-βιζιτου-ξεκολιαρα κ.λ.π. κ.λ.π...μην τολμησει να ξαναβαλει στο γαμημενο το τσιμπουκοστομα της ξανα το ΠΑΟΚ μας. (Εδώ).

  2. Κατά τα άλλα το «Για όλα φταίει ο εθνικισμός» ξέρουν να το πιπιλάνε στο τσιμπουκόστομα τους, αλλά ξεχνάνε ότι ΚΑΙ για την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ τους οι «κακοί» εθνικιστές ματώσανε..... (Εδώ).

  3. Αν θελετε να μιλησετε για Μακεδονια να πληνετε το τσιμπουκοστομα σας εκατο φορες με μπεταντιν και μετα. και μετα να κανετε πλαστικη γλωσσας (Εδώ).

  4. Και χαίρονται οταν ακούνε απο ένα Τσιμπουκόστομα μιάς Πουτανας..να λέει ...¨ΟΛΟ ΣΤΟΜΦΟ....«ΕΜΕΙΣ ΣΤΟ ΠΑΣΟΚ !!!!! (Εδώ)

  5. είναι μια αδύνατη κοπέλα με μεγάλα τουρμπινάτα συλικονάτα στήθη tits και ένα απίστευτο τσιμπουκόστομα. (από μπουρδελοσάιτ)

Βλ. και τσιμπουκότρυπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτικά η πόλη Τρίκαλα, υπονοώντας ότι οι κάτοικοί της είναι τυρόβλαχοι, τύροι, ή τυρόλδοι (βλ. και ντιρόλο). Βέβαια, συνήθως οι παρόμοιες εκφράσεις χαρακτηρίζουν τους Λαρισαίους, πρβλ. τυρί, τυρέμπορας, τυρόγαλο, αλλά πιάνει η μπάλα και τους Τρικαλινούς.

- Πώς το βλέπεις το Μαράκι; Νταξ, είναι από τα Τυρίκαλα, αλλά από όταν πήγε Εράσμους στην Μπαρτσελόνα έχει κάνει στροφή στην πχοιότητα!
- Καλό το Τρίκαλο! Τι λέω; Τι καλό; Τρίκαλο και βάλε.

(από Khan, 05/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι νωθρός, ράθυμος, άχρηστος, τεμπελιάζω και το μόνο που κάνω είναι να ξύνω τα αρχίδια μου.

Πρόκειται για την ορίτζιναλ έκφραση από την οποία προήλθαν πολλές, μεταξύ άλλων οι επαγγελματίας ξύστης, ξύσ' τ' αρχίδια σου με το γκράιντερ ή με τον γκασμά γιατί η τσουγκράνα αφήνει κενά, ξυσαρχίδας, ξυσαρχίδι, ξυσαρχιδισμός, ξύσιμο, ξύσιμο συνεχές, και χωρίς ενοχές, ξυσοκάρυδος, ξυστό, τρεις και ξύστα, δυοξύνη, εντωμεταξύνομαι, ποιο με ξύνει, τα ξύνω, www.xystarhidiasou.gr, www.ksistarxidiasou.gr.

Στο Δ.Π. υπό Galadriel.

Ο δημόσιος υπάλληλος που διορίσθηκε από τον Βουλευτή και είχε μάθει επί 20 χρόνια να ξύνει τα αρχίδια του ραθυμών, είναι δύσκολο να βγεί - ΑΠΌ ΤΗΝ ΜΙΆ ΜΈΡΑ ΣΤΉΝ ΆΛΛΗ - στο χωριό να καλλιεργήσει και να εξάγει λεμόνια (4 Euro το κιλό πωλούνται στήν Πολωνία και Γερμανία, εδώ σαπίζουν), ή να κάνει κοτόπουλα ελευθέρας βοσκής, άκρως περιζήτητα. (Εδώ).

Ορχεόξεστρον (από Khan, 06/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published