Χαρακτηρισμός για τον οπαδό ή μέλος της ομάδας του Ολυμπιακού, αλλά και γενικότερα για τον Πειραιώτη.

Πρόκειται για ένα παλιό παρατσούκλι, που χρονολογείται από τις αρχές της ομάδας, και προσδίδει μια ταξική διάσταση στην αντιπαράθεση των δύο αιωνίων αντιπάλων, του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού (βλ. παραδείγματα και άρθρα στους συνδέσμους): Από τη μια οι ταπεινοί μαουνιέρηδες του λιμανιού, ενός τόπου εργατικού και προσφυγικού, και από την άλλη ο αστικός κόσμος. Στο πλαίσιο αυτό, η ονομασία και χρησιμοποιήθηκε μειωτικά, αλλά και πανηγυρίστηκε από τους ίδιους τους Ολυμπιακάκηδες ως μια λαϊκή υπεροχή τους έναντι των φλώρων και τζιτζιφιόγκων του Παναθηναϊκού. Τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς η ταξική αυτή αντίθεση υποχώρησε κάπως, χρησιμοποιείται λιγότερο από παλιότερα.

Σημειωτέον, ότι το μαουνιέρης χρησιμοποιείται επίσης και ευρύτερα για να χαρακτηρίσει στερεοτυπικά έναν λαϊκό, ακαλλιέργητο άνθρωπο, που βρίζει υπέρμετρα σε φράσεις τ. «μη βρίζεις σα μαουνιέρης», «πώς βρίζεις έτσι; Μαουνιέρη μεγάλωσα;», που βγάζουν έναν μπαμπαδισμό- παππουδισμό.

Πάσα: Χότζας.

  1. Κανονιέρηδες-.... Μαουνιέρηδες (μόνο) 2-0! Η ήττα του Ολυμπιακού από την Αρσεναλ με 2-0 για το τσάμπιονς λιγκ, απασχολεί κυρίως τα σημερινά πρωτοσέλιδα του αθλητικού Τύπου. (Εδώ).

  2. Στη δεκαετία του ’50, λ.χ., τότε που ο Ολυμπιακός έγινε και ονομάστηκε κατά γενική παραδοχή Θρύλος, δεν ήταν trendy για τον «καλό φίλαθλο» να υποστηρίζει τους «μαουνιέρηδες» και την «ψαραγορά»... δεν ήταν «comme il faut», δεν ήταν «καθώς πρέπει». Η ομάδα μας μπορεί να ιδρύθηκε από ανθρώπους της μέσης αστικής τάξης, αλλά από την πρώτη της κιόλας μέρα τράβηξε κοντά της το λαϊκό στοιχείο του Πειραιά –της μεγάλης αυτής εργατομάννας– και των λιμανιών της χώρας. Απλώθηκε ο Ολυμπιακός σε όλη την Ελλάδα όχι μόνο για τις αγωνιστικές επιτυχίες του, που ήσαν πολλές, αλλά και γιατί εξέφραζε το άδολο όνειρο του λαϊκού ανθρώπου: να δει επί τέλους στη ζωή μιαν άσπρη μέρα. Νικώντας οι «μαουνιέρηδες» τους «τζιτζιφιόγκους» ήταν σαν να νικούσαν οι Αποκάτω τους Αποπάνω. Ιδεολόγημα; Βεβαιότατα! Και αν, μάλιστα, κάτσεις και καλοσκεφτείς ότι «τζιτζιφιόγκοι» δεν ήσαν οι ποδοσφαιριστές του ΠΑΟ (που ήσαν μεν και εκείνοι παιδιά των λαϊκών τάξεων, αλλά έπαιζαν για την ομάδα της «καλής κοινωνίας»), τότε το συγκεκριμένο ιδεολόγημα γίνεται αφόρητο και απύθμενο.
    Ωστόσο, ιδεολόγημα-ξεϊδεολόγημα, από όλη αυτή τη συγκρουσική ιστορία έβγαινε κάθε Κυριακή απόγευμα ένα συμπέρασμα: ότι ο εργατικός και προσφυγικός Πειραιάς νικά την καλοταϊσμένη Αθήνα των βολεμένων αστών. (Εδώ).

  3. Κάποτε υπήρχαν φλώροι και μαουνιέρηδες. Σήμερα οι παράγοντες του Ολυμπιακού θα ήταν μαουνιέρηδες αν οι θαλαμηγοί μετονομάζονταν σε μαούνες. (Εδώ).

  4. Κάπως έτσι ο ΠΑΟ έγινε η ομάδα που στη συλλογική νεοελληνική συνείδηση είναι ταυτισμένη με τον μεγαλοαστισμό. Η ομάδα των μεγαλοαστών, αλλά και η ομάδα εκείνων που ονειρεύονταν μεγαλοαστικές καταξιώσεις, δηλαδή που ονειρεύονταν να γίνουν μεγαλοαστοί. Είναι τυχαίο ότι το υποτιμητικό παρατσούκλι των οπαδών του Ολυμπιακού για πολλές δεκαετίες ήταν το «μαουνιέρηδες»; Όχι φυσικά! Το «μαουνιέρηδες» συνδηλώνει το σηκωμένο φρύδι του πλούσιου απέναντι στον φτωχό, την αίσθηση υπεροχής και υποτίμησης του μεγαλοαστού απέναντι στον ταξικά υποδεέστερο. (Εδώ).

  5. Oι Πειραιώτες μεταλλάχθηκαν από «ψαράδες» σε «μαουνιέρηδες» για να καταλήξουν σε «ψευτόμαγκες». Tώρα πια έχουν εξαφανιστεί αυτά τα παρατσούκλια και το μόνο που τους έχει μείνει είναι το «γαύροι», χαρακτηρισμός που έχει να κάνει με τους φίλαθλους της αιώνιας αγάπης της πόλης, που δεν είναι άλλη από τον Oλυμπιακό. «Tι ομάδα είσαι;» «Γαύρος!». Έτσι απλά... (Εδώ).

Μυδασίστ: Σαράντ. Στην αρχή του άζματος. (από Khan, 31/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκαζοζέν ήταν κάτι τρόλεϊ που κάναν δρομολόγιο Κολιάτσου - Παγκράτι στην δεκαετία του 50 και για καύσιμο χρησιμοποιούσαν φιάλες υγραερίου.

Παραληρηματικά, γκαζοζέν, σύμφωνα με το νέο αλεφάντειο θεώρημα, είναι ο Ζιλμπέρτο Σίλβα, κατά τα άλλα εξέχων βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής του βάζελου, ο οποίος γυρνάει άσκοπα δεξιά αριστερά στο γήπεδο αγκομαχώντας σαν το παλιό υγραεριοκίνητο τρόλεϊ.

- ... στο κέντρο έπρεπε να παίξει ο Ζιλμπέρτος και όχι σέντερ μπακ που τον έβαλε ο Νιόπλιας, και τον εξέθεσε μου θύμιζε γκαζοζέν! Σαν τα λεωφορεία στην Κατοχή, που είχαν πίσω κάτι μπουκάλες με υγραέριο, ανέβαιναν τους δρόμους και αγκομαχούσαν! Δεν μπορούσε να στρίψει ο κακομοίρης ο Ζιλμπέρτος...

(από polemarxos90, 06/10/10)For Italians Adequate Technology= FIAT (από anchelito, 07/10/10)

Ο κυριολεκτικός αυτός ορισμός του χρήστη δεν είναι σωστός, συμπληρώνεται όμως ορθά από τον χρήστη anchelito σε σχόλιο κάτω από το λήμμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικά, τύπος άξεστος και βωμολόχος - η σημασία αυτή έχει καλυφθεί στον ορισμό του krepsinis.

Ειδικότερα, οπαδός του ΠΑΟΚ. Ιστορικά, απαξιωτικός χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούν οπαδοί άλλων ομάδων - κυρίως της Θεσσαλονίκης - για να δείξουν ότι θεωρούν τους Παοκτζήδες άτομα κατώτερης κοινωνικής στάθμης. (Παρ. 1 & 2). Πιο πρόσφατα, αυτοχαρακτηρισμός που έχουν υιοθετήσει κάποιοι χαρκόρ Παοκτζήδες ως τίτλο τιμής, σε ένα κλίμα νοσταλγίας για τα χρόνια 1972 - 1986, για τον καλύτερο ΠΑΟΚ όλων των εποχών και, κυρίως, για την έξαλλη κερκίδα που τον στήριζε.

Παλιότερα, η λαχαναγορά στη Θεσσαλονίκη βρισκόταν σε σχετικά κεντρικό σημείο - στην Αγίου Δημητρίου, δέκα λεπτά με τα πόδια από το Διοικητήριο/Υπουργείο Βορείου Ελλάδος και είκοσι λεπτά από την Τσιμισκή. Οι θόρυβοι, οι μυρωδιές, οι εικόνες της λαχαναγοράς ήταν οικεία για την πόλη. Και οι άνθρωποι της λαχαναγοράς επίσης - και είναι αλήθεια ότι οι Παοκτζήδες μεταξύ τους ήταν πολλοί.

Η χρήση της λέξης λαχαναγορίτης ως βρισιά με στόχο τους οπαδούς του ΠΑΟΚ άρχισε, νομίζω, να ατονεί στις αρχές της δεκαετίας του '80, όταν πια η αγορά είχε μεταφερθεί στην Δυτική Είσοδο της πόλης και οι άνθρωποι της ήταν πλέον αθέατοι. Η επαναφορά του χαρακτηρισμού, αυτή τη φορά με θετική φόρτιση, από τους ίδιους τους Παοκτζήδες συμπίπτει με τα πέτρινα χρόνια του συλλόγου, επί διοικήσεων Βουλινού, Μπατατούδη και Γούμενου, από το '90 και μετά.

Θέτικη φόρτιση, σε κάποιο βαθμό, έχουν η λαχαναγορά και οι μανάβηδες και στην σημειολογία του ρεμπέτικου - Παπάζογλου, Μπίνης, Τσιτσάνης, Σκαρβέλης, Παγιουμτζής, Μπαγιαντέρας και Γιοβάν Τσαούς έχουν όλοι αναφορές. Οι άνθρωποι της λαχαναγοράς μπορεί να είναι άξεστοι αλλά θεωρούνται και τσαμπούκια και μαγκίτες, ζόρικοι και λαρτζ - ιδιότητες με τις οποίες σαφώς θέλει να αυτοπροσδιορίζεται ο πωρωμένος Παοκτζής, ειδικά όταν τα πράματα πάνε στραβά. (Παρ. 3)

Έχει σημασία και το γεγονός ότι όσοι κοιτούσαν αφ' υψηλού τους ανθρώπους της λαχαναγοράς δεν έκαναν διακρίσεις μεταξύ τους - και τον χαμάλη που δούλευε μέχρι να βγάλει τη ρετσίνα και τον πατσά και τον μεγαλοφρουτέμπορα με το κλασικό μασούρι τα χιλιάρικα που έκαιγε (κυριολεκτικά) τα μπουζουκομάγαζα, και τους δυο λαχαναγορίτες τους έβριζαν. Η ισοπέδωση αυτή λειτουργεί ως επιβεβαίωση ενός καίριου Παοκτζήδικου μύθου, ότι δηλαδή η αγάπη για τον ΠΑΟΚ ενώνει και καταργεί τις διαφορές - εξ ου και ο ΠΑΟΚ είναι θρησκεία/ιδεολογία/πάνω απ' όλα (Αθήνα καριόλα). (Παρ. 4)

Εμβληματική φυσιογνωμία για τον σύγχρονο Παοκτζή που γουστάρει να αυτοχαρακτηρίζεται ως λαχαναγορίτης είναι, εννοείται, ο Μάκης ο Μανάβης. Κατά κόσμον Θωμάς Μαυρομιχάλης, ήταν ο αναμφισβήτητος αρχηγός του σκληρού πυρήνα της Θύρας 4 στις δεκαετίες '70 και '80. Ήταν όντως μανάβης - δεν δούλευε, όμως, στη λαχαναγορά αλλά είχε δικό του μαγαζί στην πόλη. Οι φανατικοί πιτσιρικάδες που τον ακολουθούσαν ήταν γνωστοί και ως μαναβόσκυλα. (Παρ. 5, 6 & 7 και μήδια - αν θέλει κανείς να δει περισσότερα για τον Μάκη τον Μανάβη, ας πάει εδώ).

Άλλοι χαρακτηρισμοί για τους οπαδούς του ΠΑΟΚ: γύφτοι, Τούρκοι, Τουρκάκια, Τουρκόγυφτοι, μωαμεθανοί, κοτόπουλα (ως σαρκασμός του δικέφαλου αετού) και βούλγαροι (αυτό σε χρήση μόνον από Νότιους).

  1. Γύφτοι - αλήτες - λαχαναγορίτες! (Ιστορικό σύνθημα των οπαδών του Άρη)

  2. Γιατί χωρίς τον Ντιόγκο μας, πάμε στην Τούμπα και μας κερδίζουν αυτοί οι αλήτες, οι άξεστοι, οι βάναυσοι οι Παοκτζήδες. Ας είχαμε τον Ντιόγκο μας και θα βλέπατε εσείς, ρεμάλια λαχαναγορίτες. Από εδώ

  3. Όσο για το «χωριάτικο»... φιλαράκι να σε πω δυό πράγματα γιατί με τσάτισες; Εμείς είμαστε λαχαναγορίτες απ' τη Σαλονίκη, δεν είμαστε φλώροι και ας έχουμε τελειώσει και πανεπιστήμια. 'ντάξει τ' αγόριμ; ;ο) (Από εδώ)

  4. Θυμάστε τότε που βγαίναμε στην αυλή του σχολείου και τραγουδούσαμε το «ήρθαμε από τη Βουλγαρία και μαμάμε Αθήνα Πειραιά»; Θυμάστε κάποτε που πηγαίναμε στο σταθμό και ζητάγαμε διαβατήρια από τους Αθηναίους; Θυμάστε πριν από χρόνια που μπαίναμε σε ραδιοφωνικούς σταθμούς και τα κάναμε γυαλιά καρφιά επειδή λέγανε διάφορα για τον ΠΑΟΚ; Θυμάστε κάποτε που λαχαναγορίτες, μορφωμένοι, αμόρφωτοι, κάθε καρυδιάς καρύδι ήμασταν ένα και το αυτό μέσα και έξω απ' την Τούμπα; (Από εδώ).

  5. Ναι, ο Μάκης ο Μανάβης ήταν και η πρώτη μούρη των Ελληνικών γηπέδων. Κάθονταν προσοχή μπροστά του όλη η αλητεία της 4. (Σχόλιο στο You Tube)

  6. Βλέποντας ότι θα φτάσουμε νωρίς, ο αρχηγός (Μάκης Μανάβης) πήρε το μικρόφωνο και κοντά στις 12 το βράδυ είπε: «Ακούστε λίγο ρε, να πούμε. Επειδn να πούμε, είναι πολύ νωρίς για να φτάσουμε στηv Αθnνα, θα κάνουμε μια στάση να πούμε, στη Λαμία, τρεις ωρίτσες. Ακούστε, να είστε, να πούμε, προσεκτικοί στις κινnσεις σας και να μn δώσουμε δικαίωμα μέσα στη Λαμία. Δε θα συγχωρέσω κανένα παρατράγουδο,…λέω,... με καταλάβατε να πούμε; . ..» (Από εδώ).

  7. Γιατί δεν βγήκε κανένας από τα μαναβόσκυλα που τότε κάνανε πόλεμο στον Παντελάκη να πούνε κάτι αυτές τις μέρες; Για εσάς που γουστάρετε τον μάκη το λέω... αυτά τα ξέρετε η μόνο για τα ντου σας έχουν μιλήσει; (Από εδώ)

Μια σπάνια εμφάνιση του Μάκη του Μανάβη on camera (από poniroskylo, 10/02/10)Ο Μάκης ο Μανάβης στα κάγκελα (από poniroskylo, 10/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μου το θύμισε ο betatzis μ' ένα σχόλιό του εδώ.

Κραυγή της ποδοσφαιρικής κερκίδας (και της αλάνας) με ρίζες στη Θεσσαλονίκη του μεσοπολέμου και των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων.

Λέγεται κυρίως ως προτροπή προς παίκτη της δικιάς μας ομάδας να διώξει τη μπάλα όσο πιο μακριά μπορεί - εκτός αγωνιστικού χώρου ή και εκτός γηπέδου, αν είναι δυνατόν - με σκοπό είτε να αποσοβηθεί ο άμεσος κίνδυνος να φάμε γκολ είτε, συνηθέστερα, να κερδηθεί χρόνος και να κρατήσουμε το προβάδισμα στο σκορ ή να διαφυλάξουμε το βαθμό της ισοπαλίας.

Λέγεται, σπανιότερα, και ως σχόλιο όταν ένα άτεχνο σουτ στέλνει τη μπάλα απελπιστικά άουτ.

Εκτός ποδοσφαίρου, η φράση χρησιμοποιείται περιορισμένα, νομίζω, κυρίως ως παρότρυνση για κωλυσιεργία.

Σε ό,τι αφορά την προέλευση της φράσης, την βρίσκουμε σε μια ενδιαφέρουσα τομή της ποδοσφαιρικής και της εθνοτικής γεωγραφίας της Θεσσαλονίκης.

Μέχρι τα τέλη του '50, τα γήπεδα του ΠΑΟΚ και του Ηρακλή γειτόνευαν. Το γήπεδο του ΠΑΟΚ, από το 1930 μέχρι το 1959 που εγκαινιάσθηκε η Τούμπα, βρισκόταν στο λεγόμενο Συντριβάνι, πλάι στην έκθεση και εκεί που σήμερα είναι η Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ. Το γήπεδο του Ηρακλή ήταν 500 μέτρα πιο πάνω, εκεί που σήμερα είναι η πλατεία του Χημείου. Τώρα, ανάμεσα στα δυο γήπεδα ήταν το νεκροταφείο της Ισραηλιτικής Κοινότητας, γνωστό στους Θεσσαλονικείς ως τα «Εβραίικα Μνήματα», ΒΔ από το γήπεδο του ΠΑΟΚ και ΝΑ από το γήπεδο του Ηρακλή. Ε, και όταν ένας παίκτης έστελνε τη μπάλα έξω από το γήπεδο, είτε το ένα είτε το άλλο γήπεδο, λέγανε οι φίλαθλοι - κατ' απόλυτη κυριολεξία - ότι έστειλε τη μπάλα στα μνήματα. Ο παππούς μου, ο οποίος ήταν Παοξής, ορκιζόταν, βέβαια, ότι η πατρότητα της φράσης ανήκε στους Ηρακλειδείς φιλάθλους. Κατά τον παππού μου, οι παίκτες του Ηρακλή τις εποχές εκείνες ήταν τέτοιοι ξυλοκόποι που το βασικό τους gameplan ήταν να στέλνουν τη μπάλα στα μνήματα.

Σχετικές, αν και όχι συνώνυμες, εκφράσεις είναι το πετάω την μπάλα στην εξέδρα και το πολύ περιγραφικό κεραμιδώνω
...........................................................

Τα Εβραίικα μνήματα της Θεσσαλονίκης καταστράφηκαν στη διάρκεια της Κατοχής και τα ταφικά μνημεία λεηλατήθηκαν. Αργότερα το Πανεπιστήμιο έχτισε από πάνω. Περισσότερα υπάρχουν εδώ και εδώ. Εδώ υπάρχει ένα σύντομο σχετικό κείμενο του συγγραφέα Γιώργου Ιωάννου.

Για τα παλιά γήπεδα της Θεσσαλονίκης μπορείτε να διαβάσετε εδώ

  1. Δες το κριάρι, ρε... - Άσε τα τσαλίμια, ρε, τη μπάλα στα μνήματα... ένα λεπτό θέλει για να το σφυρίξει, γαμώ τον αντίθεό μου...

  2. Καλά ρε, τι παλτό ειν' αυτός; Τετ-α-τετ τρεις φορές και τρεις φορές τη μπάλα στα μνήματα;

  3. Λοιπόν, μάγκες... αυτοί θα μας πιέζουνε να υπογράψουμε αλλά εμείς τρία πουλάκια κάθονται, τη μπάλα στα μνήματα και σφυρίζουμε αδιάφορα... να κερδίσουμε λίγο χρόνο μπας και έρθει και καμιά σοβαρή προσφορά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική ιαχή των οπαδών του Ολυμπιακού, ιδίως σε γκολ, νίκες, και σε αγώνες που εξελίσσονται σε πορνόσφαιρο.

Από εκεί μεταφέρθηκε και στα γαμησιάτικα μπινελίκια, ως συμπλήρωμα των «τι σου κάνω μάνα μου, μάνα μου Τουρκογύφτισσα», «πες μου πού κάθεσαι μάνα μου» κι άλλων παρόμοιων εκφράσεων που αναπέμπουν τα αρσενικά στα θηλυκά την ώρα του ζευγαρώματος (ελπίζω να μην με ακούει η Μες και χαλάσω την ωραία εντύπωση που έδωσα με το ροντάρω).

Ο Χάρρυ Κλυνν το «λογόκρινε» ως «έτσι αγαπάει ο Πειραιάς» κι έμεινε. Επίσης, μπορεί να αλλάξει πόλη, λ.χ. «έτσι γαμάει το Τορίνο», αν νικήσει η Ίντερ κ.ο.κ.

Μένιος, κατά την διάρκεια διασπερμάτευσης με την Λάουρα: - Στα αυτιά ρε Λαουράκι, αφού έτσι αγαπάει ο Πειραιάς!
Λάουρα: - Γιατί Πειραιώτης είσαι;
Μένιος: - Όχι, αλλά κάνε τον σλανγκισμό και ρίξ' τον στον Γιαλόμ.

(από GATZMAN, 25/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Επίρρημα: α. Στην έκφραση «παίζω μονότερμα»: σε παιχνίδι με μπάλλα (πχ ποδόσφαιρο) η αντίπαλη ομάδα ήταν καθόλη τη διάρκεια του αγώνα στην περιοχή της δικής μας, κοντά στο δικό μας τέρμα δηλαδή, άσχετα αν έβαλε δεν έβαλε γκολ τελικά. Ήμασταν δηλαδή διαρκώς στην άμυνα και ποτέ στην επίθεση και όλο το παιχνίδι παίχτηκε δίπλα σε ένα μόνο τέρμα.

β. Στην έκφραση «παίρνω κάποιον μονότερμα», η οποία προέκυψε από την παραπάνω: μιλάω ακατάπαυστα και δεν αφήνω τον συνομιλητή μου να αρθρώσει κουβέντα, κοινώς του τα πρήζω.

  1. Ουσιαστικό:
    α. η πίεση που ασκεί η μία πλευρά πριν καλά-καλά προλάβει η άλλη να αντιδράσει.

β. στο σεξ: η συνεύρεση με έναν μόνο παρτενέρ, δηλ το σεξ για δύο και όχι παρτούζα. Επίσης: το μονοπώλιο στην απόλαυση, πχ μόνο τσιμπούκι ή μόνο γλειφομούνι.

1.α.
Τι να πρωτοθυμηθούμε; Το συγκλονιστικό μονότερμα απέναντι στη Λα Κορούνια στη Καλογρέζα επί Κυράστα (το Νοέμβρη του 1999) που δεν επιβραβεύτηκε ούτε καν με νίκη, μιας και μας ισοφάρισε ο Μακάι στο τέλος (1-1) στη μοναδική επίθεση της πιο φορμαρισμένης ευρωπαϊκής ομάδας, εκείνη την εποχή; (από ιστιοσελίδα)

1.β.
Και εμεις εχουμε δικαιωματα φιλε...αλλα δεν παιρνουμε συνεχεια μονοτερμα τους moderators...αμα δεν μας αρεσει κατι, απλα σηκωνομαστε και φευγουμε.
(από φόρουμ)

2.α.
Τουρκικό μονότερμα στο Αιγαίο με παραβιάσεις
Στο γήπεδο ισοπαλία, στο Αιγαίο, Ελλάδα-Τουρκία 0-35. Η «μάχη» συνεχίζεται σχεδόν καθημερινά την τελευταία εβδομάδα και αφού αποχώρησαν από τον ελληνικό εναέριο χώρο τα ΝΑΤΟϊκά ιπτάμενα ραντάρ που περιπολούσαν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. («Ελευθεροτυπία»)

2.β.
Μονο Για Σεχ Απο Θεσσαλονικη Για Μονοτερμα Η Διπλο
επικοινωνήστε με τον καταχωρητή
ΚΟΡΙΤΣΙΑ, ΚΟΠΕΛΕΣ ΚΥΡΙΕΣ.ΜΟΝΕΣ ΤΟΥΣ Η ΜΕ ΠΑΡΕΑ.ΜΟΝΟ ΕΜΦΑΝΙΣΙΜΕΣ ΚΑΙ ΚΟΥΚΛΑΡΕΣ.
(από το διαδίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της γνωστής, και κάποτε χρήσιμης και αντικειμενικής από ότι μου λέει ο πατέρας μου, ο θείος μου και ο Τάσος που έχει το καφενείο Το Στέκι Του Φιλάθλου, αθλητικής εκπομπής από τότε που μετακόμισε στην ΝΕΤ εκ της ΕΤ1. Ο λόγος είναι ότι την Κυριακή ασχολείται αποκλειστικά με τα θέματα που αφορούν τις τρεις μεγάλες Αθηναϊκές ομάδες ενώ για τις υπόλοιπες παίρνει μπρος μετά τα μεσάνυχτα δηλαδή Δευτέρα. Ωσεκτουτού, για κάποιους η εκπομπή χωρίζεται σε δύο features: την Αθηναϊκή Κυριακή και την Για Τους Υπόλοιπους Δευτέρα.

Η σκέψη, φαντάζομαι, πίσω από αυτή την ενέργεια είναι ότι οι οπαδοί της τριάδας είναι αντικειμενικά περισσότεροι οπότε και έχουν προτεραιότητα. Αλλά μάλλον κανείς δεν σκέφτηκε πως όλοι πληρώνουν το «πάνελ» της εκπομπής και επιπλέον αυτοί οι όλοι δεν είναι βαμπίρ, δεν έχουν αϋπνίες, δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι/φοιτητές/αργόσχολοι, δεν είναι οπαδοί των τριών μεγάλων ομάδων αλλά κανονικοί άνθρωποι που το τραγούδι των Λουκιανού Κηλαηδόνη και Ημισκουμπρίων Νωρίς τους αγγίζει. Μάλιστα, η εν λόγω καθυστέρηση δεν οφείλεται σε ο,τιδήποτε μπορεί να κατανοήσει ή έστω να δικαιολογήσει κανείς αλλά στην φλυαρία και στην, ενσωματωμένη στο ελληνικό γένος, ανάγκη να δείξει ποιος τα έχει βαρύτερα το κάθε φερέφωνο παλιός ποδοσφαιριστής (ισχύει και για το θηλυκό του πάνελ αυτό αλλά στην ζυγαριά μπαίνει άλλο ζευγάρι πράματα %:)=Β).

Παραδόξως, αυτό που συμβαίνει ενοχλεί όλους ανεξαιρέτως τους οπαδούς. Δυστυχώς μέχρι τώρα δεν έχει βρεθεί αντίδοτο στην απέραντη βλακεία που θα έσωζε πολύ κόσμο αλλά και όλοι όσοι βρίσκονται κοντά στους «συντελεστές» έχουν αρνηθεί τεράστια ποσά, σύμφωνα με πληροφορίες, για να εκτελέσουν μερικά απλά συμβόλαια θανάτου. Τέλος, υπάρχουν και οι περίεργοι που, πως να το κάνουμε ρε παιδί μου, γουστάρουν Μίνο και πουρουπουπού. Για αυτούς δεν υπάρχει γυρισμός.

- Βάλε ΝΕΤ ρε να δούμε τα γκόλ της Μπαοκάρας!
- Καλά, αν περιμένουμε από την Αθηναϊκή Κυριακή ξύπνα με κατά τις 3.
- Χαζός είσαι ρε; Με τον Παναθηναϊκό παίζαμε, από τους πρώτους θα μας δείξει.
- Ε δε στο πα ρε συ; Τώρα που είμαστε δεύτεροι όλοι ψιλοκόβουν το τουμπεκί και πληρώνουν τα ρισπέκια!
- Ναι, αυτό πρέπει να είναι...

Οι καλοί φίλαθλοι φροντίζουν τις δημοσιογράφους. (από Galadriel, 18/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οπαδός της ΑΕΚ. Χρησιμοποιήθηκε λόγω της καταγωγής του συγκεκριμένου σωματείου από την Πόλη, ειρωνικά από τους οπαδούς των αντίπαλων ομάδων.

Τίγκα στα χανούμια είναι η Νέα Φιλαδέλφεια.

(από Galadriel, 15/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γηπεδικό άκουσμα, προσφώνηση-παρουσίαση των προϊόντων του κινητού κυλικείου. Παρόλο που σαν φράση ακούγεται απλή, η άρθρωσή της αποτελεί μία ιδιαίτερα επίπονη δοκιμασία. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για την έκφρασή της, σύμφωνα με το βιβλίο των 7 σοφών και του Θοδωρή Ζαγοράκη, είναι η εξής: για περίπου 2 δευτερόλεπτα τραβούμε την πρώτη λέξη της πρότασης προσέχοντας τον τονισμό (κο-κα-κόλα) και στη συνέχεια, χωρίς ανάσα, λέμε όλα τα υπόλοιπα σε χρονικό διάστημα μικρότερο του 1/2 δευτερολέπτου. Αυτή η γλωσσοδετική της ιδιότητα την κάνει ξεχωριστή αλλα και συνάμα χρήσιμη, καθώς αποτελεί μέτρο νηφαλιότητας για κάποιον οδηγό (ένας σουρωμένος είναι πρακτικά αδύνατον να την ξεστομίσει τηρώντας κατα γράμμα τις οδηγίες χρήσεως).

......Λίγα στοιχεία για τα προϊόντα......

- Κοκακόλα: Μαύρο πόσιμο υγρό, χωρίς ίχνος φυσαλίδας και σε θερμοκρασία περίπου 25 βαθμών. Αποτελεί μακρινό απόγονο του γνωστού αναψυκτικού Coca- Cola και χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι ότι το μπουκάλι-περιέκτης ανοίχθηκε 1-2 εβδομάδες πριν την κατανάλωσή του.
- Καφεδάκι: Με τον όρο αυτό εννοείται κάθε είδος καφέ που κυκλοφορεί στην αγορά. Φραπές γλυκός, μέτριος, με γάλα, χωρίς γάλα, ελληνικός, καπουτσίνο, γαλλικός, εσπρέσσο, φρέντο, φρεντοτσίνο, νες με ζάχαρη, με ζαχαρίνες, ακόμα και σκέτοι κόκοι καφέ αντιπροσωπεύονται από αυτή τη λέξη, καθώς σε περίπτωση ζήτησής τους ο καταναλωτής-φίλαθλος θα πάρει θετική απάντηση απ'τον πωλητή. Το χαμόγελο όμως του πρώτου θα παγώσει γρήγορα αφού, ανεξαρτήτως της παραγγελίας του, θα παραλάβει έναν φραπέ σκέτο, σχεδόν αχτύπητο. Εάν μάλιστα τολμήσει να ζητήσει το λόγο θα εισπράξει τον εξοργισμό όχι μόνο του πωλητή αλλά και των υπολοίπων φιλάθλων, αφου η αγωραπωλησία καθυστερεί και τους κρύβει τη θέα του ματς.
- Σποράκι: το γνωστό σε όλους μαύρο σποράκι για τσακατσούκα. Το χαρακτηριστικό του γνώρισμα που το καθιστά μέλος της φράσης όμως έιναι η αντιστοιχία ποσότητας- τιμής. Έτσι ένα σακουλάκι των 48 σπορίων, εκ των οποίων τα 12 είναι κούφια, πωλείται στην τιμή του 1 ευρώ (= κέρδος για τον πωλητή 1200%). Σύμφωνα με εξακριβωμένες πληροφορίες, η συγκεκριμένη αγοραπωλησία διδάσκεται ως παράδειγμα αισχροκέρδιας στο London School of Economics.
- Ροξάκι: αποτελεί guest star της πρότασης καθώς δυστυχώς η εμφάνισή του γνωστού γλυκίσματος στα γήπεδα τείνει να μηδενιστεί, όπως περίπου συνέβη και με την εξαφάνισή του από τα ζαχαροπλαστεία, το τραπέζι της κας. Πόπης και των μνημοσύνων. Σύμφωνα με καταξιωμένους αναλυτές η συνεχόμενη μείωση των ροξακίων από τα γήπεδα δεν οφείλεται στην άνθηση της αγοράς των πτι-φούρ ( ή αλλίως πιτί-φουράκια) αλλά στα πολλαπλά κρούσματα γαστρεντερίτιδας που προέκυψαν από ανάμειξή τους με πιτόγυρα και Τouba-Libre.

  1. - Ρε Τάκη καλά είμαι σε λέω, μπορώ να οδηγήσω... - Τι λες ρε κλαμπαρχίδα, γιά πες τη φράση... - Κοκακόλακφακισπορξακ - Άστο κομμάτια είσαι, θα πάρουμε κανά ταξί.

  2. - Κοκακόλα καφεδάκι σποράκι ροξάκι παιδιά...
    - Εσπρέσσο φρέντο μέτριο με αφρόγαλο και σαντιγύ έχεις;
    - Ε πώς δεν έχω!
    - Πιάσε ένα και ένα σποράκι.
    - 4 ευρώ είναι...
    - Ρε φίλε πλάκα με κάνεις, αυτό που μου δωσες είναι φραπές!
    - Ε τι να κάνω και γω τώρα ρε παληκάρι, δε βλέπεις τι γίνεται; Πιες αυτό τώρα και κάτσε ήσυχα!
    - Μαα...
    ...............Απο πίσω................
    - Άντε ρε παιδιά τώρα κάτω-κάτω θα χάσουμε τη φάση, α ρε πουσταρά Κασναφέρη ξύλο που θα φας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Παναθηναϊκός.
Ο οπαδός της ομάδας του Παναθηναϊκού (ή αλλιώς: βαζελάκι)

Γαύρος: Πότε είναι το ντέρμπι με τον βάζελο;

Θέλει προσοχή το πράμα για να καταλάβεις την συνάφεια χε χε (homework) (από Galadriel, 13/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified