Further tags

Κελεπούρι: από το τουρκικό kelepir, σημαίνει «ευκαιρία». Χρησιμοποιείται για αντικείμενα, τα οποία θα μπορούσε κανείς να αγοράσει, αλλά και ανθρώπους τους οποίους μπορεί να σταμπάρει κανείς για διάφορες χρήσεις («κρεβάτι» με όλες τις παραλλαγές του, γαμπρό/νύφη, πατέρα/μητέρα παιδιών και τα τοιαύτα).

Για αντικείμενα: το κελεπούρι είναι κάτι που συμφέρει να αγοράσει κάποιος, όχι με την έννοια της φτήνιας απαραίτητα, αλλά κατά κύριο λόγο με την έννοια του καλού value for money –σαν να λέμε τα αξίζει τα λεφτά του και με το παραπάνω. Συχνά η συγκεκριμένη έκφραση συναντάται σε αγγελίες με αντικείμενα προς πώληση, για να γίνει η αγγελία πιο τραβηχτική και να πετύχει τον στόχο της (να ξεφορτωθεί ο έχων το κελεπούρι του).

Για ανθρώπους (άντρες/γυναίκες): κάποιος χαρακτηρίζεται ως «κελεπούρι» δεν σημαίνει ότι είναι «φτηνός», ίσα ίσα, υποδηλώνει ότι πρόκειται για «ευκαιρία» που κανείς δεν θέλει να χάσει.

Η έννοια του κελεπουριού είναι όπως όλες οι έννοιες σχετική, ανάλογα με την οπτική γωνία του καθενός. Συγκεκριμένα, το τι ασυνεννοησία υπάρχει μεταξύ των δύο φίλων, στην προκείμενη περίπτωση για το τι χαρακτηρίζει έναν άντρα κελεπούρι, μπορούμε να τα δούμε στα δύο (πραγματικά) τεστ που ακολουθούν –το πρώτο από ανδρικό και το δεύτερο από γυναικείο περιοδικό. Για κάντε και ποστάρετε τα αποτελέσματα να ξέρουμε και μεις με τι κελεπούρια έχουμε να κάνουμε...


Test ανδρικού περιοδικού:

Μπορεί να έχεις την εμφάνιση, το σώμα και την κίνηση, αλλά όταν το κορίτσι χρειάζεται κάτι, μπορείς να της το κάνεις; Μιλάμε για όλα αυτά τα μικρά πράγματα που σε κάνουν άντρα και που κάνουν τη γυναίκα να αισθάνεται γυναίκα: Η αίσθηση ότι μπορείς να την προστατέψεις ακόμα κι όταν δεν το χρειάζεται. Δες τα παρακάτω σημεία και τσέκαρε αυτά που μπορείς να καταφέρεις με ευκολία ή πιστεύεις ότι κατέχεις. Όταν τελειώσεις, πρόσθεσέ τα και δες το αποτέλεσμα.

Μπορείς να...
1) ...βγάλεις ένα φελλό κρασιού χωρίς να τον σπάσεις και χωρίς να γεμίσεις το κρασί κομματάκια;
2) ...οδηγήσεις και αυτόματα, και χειροκίνητα αυτοκίνητα;
3) ...ρίξεις μπουνιά σε σάκο;
4) ...ανάψεις φωτιά σε τζάκι ή κάμπινγκ χωρίς τη χρήση οποιουδήποτε χημικού προσανάμματος;
5) ...εξολοθρεύσεις παράσιτα όταν σου ζητηθεί;
6) ...αλλάξεις λάστιχο χωρίς να πάρεις την Εxpress Service;
7) ...φέρεις στην κοπελιά σου ένα ποτό σε ένα γεμάτο μπαρ σε λιγότερο από πέντε λεπτά;
8) ...κάνεις μία γαμήλια πρόποση που δεν τελειώνει σε μπουνιές ή ακύρωση του μυστηρίου;
9) ...ρυθμίσεις ένα σύστημα home theater;
10) ...διαβάσεις και να προσανατολιστείς σε χάρτη;
11) ...ανοίξεις ένα βάζο χωρίς να κάνεις γκριμάτσες ή να βάλεις μαχαίρι;
12) ...βάλεις μπρος ένα αυτοκίνητο με χαλασμένη μίζα;
13) ...ξεμπλοκάρεις ένα σιφόνι χρησιμοποιώντας μόνο ζεστό νερό και βεντούζα;
14) ...βάλεις αποσκευές ενάμισι αυτοκινήτου σε ένα;
15) ...κάνεις τουλάχιστον δέκα έλξεις χωρίς να αρχίσουν να τρέμουν τα χέρια σου;
16) ...αλλάξεις λάδια στο αυτοκίνητό σου;
17) ...ανοίξεις μία μπύρα χωρίς ανοιχτήρι;
18) ...της κάνεις μασάζ περισσότερο από 10 λεπτά χωρίς να βαρεθείς;
19) ...αλλάξεις ασφάλειες στο σκοτάδι;
20) ...κοιτάξεις ένα δωμάτιο και να μαντέψεις το εμβαδόν του κατά προσέγγιση;
21) ...καταφέρεις να συναρμολογήσεις έπιπλα επιτυχώς;
22) ...ψήσεις κρέας όπως το θέλει ο φίλος σου;
23) ...γράψεις χωρίς ορθογραφικά λάθη;
24) ...κάνεις λέι απ και να βάζεις βολές τις περισσότερες φορές;
25) ...φτιάξεις μια βρύση που στάζει;
26) ...παρκάρεις σε πολυσύχναστο δρόμο με την πρώτη προσπάθεια;
27) ...ξεκουμπώσεις σουτιέν με το ένα χέρι;
28) ...χορέψεις έναν απλό χορό;
29) ...διαπραγματευτείς καλύτερη τιμή σε καινούργιο ή μεταχειρισμένο αυτοκίνητο;
30) ...της φτιάξεις ένα επαρκές κοσμοπόλιταν, τσοκοτίνι, ή κάποιο άλλο εντελώς κοριτσίστικο κοκτέιλ, που δεν θα ήθελες ποτέ να σε δουν να πίνεις; 31) ...κάνεις 10 μέτρα μακροβούτι;
32) ...τυλίξεις ένα δώρο;
33) ...συμβουλευτείς ένα χάρτη στην αρχή του μονοπατιού και μετά να βρεις το δρόμο σου μέσα από το δάσος σαν Ινδιάνος ανιχνευτής;
34) ...κόψεις ξύλα με τσεκούρι;
35) ...κάνεις καλό σπάσιμο στο μπιλιάρδο;
36) ...βρεις ταξί σε ώρα αιχμής;
37) ...δέσεις γραβάτα με δύο διαφορετικούς κόμπους;
38) ...πιάσεις και να πετάξεις ένα φρίσμπι;
39) ...φτιάξεις μία απλή βιβλιοθήκη μετά από επίσκεψη στον ξυλουργό;
40) ...τεμαχίσεις ένα κοτόπουλο σωστά;
41) ...τραγουδήσεις τουλάχιστον ένα καραόκε κομμάτι (ακόμα κι αν σε βάλουν με το ζόρι πάνω στη σκηνή);

Αν συγκέντρωσες...
...0-18: Ηρθε η ώρα να ξεκινήσεις δραστηριότητες και να εμπλουτίσεις τον κόσμο σου. Ταξίδεψε, διάβασε, άλλαξε παραστάσεις και τα πράγματα θα φτιάξουν.

...19-31: Μόλις πέρασες τη βάση. Έχεις πολλά καλά στοιχεία. Έχεις, όμως, ακόμη δρόμο μπροστά σου μέχρι να μπορέσεις να ρίξεις τη γυναίκα των ονείρων σου.

...32-41: Συγχαρητήρια, είσαι ένας πραγματικός άντρας (σ.ς. Κελεπούρι). Γιατί το έχεις ψάξει. Γιατί παίζεις και βλέπεις αθλήματα. Πάνω απ' όλα, γιατί πάντοτε καταφέρνεις να τη ρίξεις.


Test γυναικείου περιοδικού:

Ο άντρας-κελεπούρι και πώς τον ξεχωρίζεις:

Ο καλός σου είναι ταύρος στο κρεβάτι. Όμως, εσύ συνεχίζεις ν' αναρωτιέσαι μήπως πέραν του σεξ, μπορεί να αποδειχτεί και ιδανικός σύντροφος. Αν αμφιβάλλεις για το κατά πόσο ο αγαπημένος σου αποτελεί το πρότυπο του τέλειου άντρα, «του σωστού, του πρόστυχου, του έξυπνου, του γοητευτικού», υπάρχουν δέκα γνωρίσματα που θα σε κάνουν να καταλήξεις. Μέτρα πόσα απ' αυτά διαθέτει ο αγαπημένος σου, και μάθε αν πέτυχες κελεπούρι, ή αν ο θησαυρός σου είναι σκέτο... κάρβουνο.

  1. Έχει πολύ καλή αίσθηση του χιούμορ. Γελάει με τα αστεία σου και δεν σε αποκαλεί χαζή ή ηλίθια, όπως κάνουν οι περισσότεροι για να σου την σπάσουν. Αν τα αστεία που κάνεις είναι πράγματι χάλια, δεν σε διορθώνει αλλά συνεχίζει να γελάει για να σε βλέπει χαρούμενη.

  2. Διαθέτει φοβερή προσωπικότητα (και ακόμα πιο φοβερούς μηρούς) και διακρίνεται για την εργατικότητά του, τόσο στη δουλειά του, όσο και στα θέματα που έχουν να κάνουν με τη σχέση σας.

  3. Έχει πολλούς φίλους. Αυτό δεν τον εμποδίζει να ξεχωρίζει τη διαφορά ανάμεσα στην οικογένεια (εσένα εννοούμε) και τους φίλους και να βάζει τις σωστές προτεραιότητες (και πάλι εσένα εννοούμε).

  4. Σε αφήνει να πληρώνεις σε κάποια από τα ραντεβού ή τις εξόδους σας και δεν κάνει τον χορτασμένο σε περίπτωση που ξεμένει από μετρητά. Έπειτα, στη διάρκεια του κάθε ραντεβού, είναι πραγματικός ιππότης. Δεν ξεχνά να σου ανοίγει την πόρτα (στο αυτοκίνητο, στο εστιατόριο, στο διαμέρισμα) και να πληρώνει όλα τα έξοδα του σπιτιού.

  5. Ξέρει να βάζει πλυντήριο σωστά, χωρίς να μπερδεύει τα τζην με τα λινά, τα μάλλινα με τα βαμβακερά και τα λευκά με τα χρωματιστά ρούχα. Τέλος, δεν ξεχνά ότι το λευκαντικό μπαίνει μόνο στα λευκά και το μαλακτικό σε όλες τις πλύσεις.

  6. Ξέρει πως δεν πρέπει να πετάει τις υγρές πετσέτες του στο πάτωμα. Όταν εσύ κάνεις μπάνιο, πάντα σε περιμένει στην πόρτα για να σε σκουπίσει με την πιο απαλή πετσέτα.

  7. Μπορεί να ξυρίσει τα πόδια σου, χωρίς να σε κόψει.

  8. Δεν ξεχνάει ποτέ πως πρέπει να σηκώνει το καπάκι της τουαλέτας πριν την ανάγκη του και να το κατεβάζει μόλις τελειώσει.

  9. Έχει μάτια μόνο για εσένα και δεν έχει σκεφτεί ούτε να κοιτάξει άλλη γυναίκα (μπροστά ή πίσω από την πλάτη σου). Είναι πιστός και σε κοιτάει ονειροπόλα μέσα στα μάτια μετά το τρίτο ραντεβού, μετά από τρία χρόνια γάμου, ακόμα και μετά την εικοστή σας επέτειο.

  10. Ξέρει πότε υποφέρεις και σε κρατάει αγκαλιά χωρίς να κάνει περιττές ερωτήσεις. Γνωρίζει πως πονάς, σε αφήνει να κλάψεις με την ψυχή σου και περιμένει να του μιλήσεις εσύ πρώτη για το πρόβλημα που αντιμετωπίζεις.

Η ετυμηγορία

Από 0 έως 3 ναι: αγαπητή μου, πάμε γι' άλλα. Αν ο καλός σου δεν διαθέτει ούτε ένα από τα παραπάνω γνωρίσματα, σίγουρα δεν είναι ο ιδανικός σύντροφος, ούτε για εσένα, ούτε για καμία. Αυτό σημαίνει πως γαμπρό δίπλα σου στην εκκλησία δεν τον βλέπω, κι ας διαθέτω ζωηρή φαντασία. Παρ' όλα αυτά, αν είναι άσσος στο κρεβάτι, προτείνω να τον ξεζουμίσεις όσο θέλεις και όσο δεν καίγεσαι για κάτι πιο σοβαρό και του δίνεις την κόκκινη κάρτα, αργότερα.

Από 4 έως 7 ναι: βρίσκεσαι σε καλό δρόμο. Τον αγαπάς και σίγουρα σε αγαπάει και με το παραπάνω. Όμως, για να αγγίξει το αγοράκι σου την τελειότητα, πρέπει να μοχθήσει. Μην τον λυπάσαι, προπόνησε τον, τσιτσίρισε τον, κάν' τον Τέλειο. Θα σου πάρει λίγο χρόνο παραπάνω, αλλά έχει τα φόντα να γίνει ο Εκείνος που ονειρεύεσαι. Αν νιώσει πως κουράζεται στο κυνήγι της τελειότητας, εμψύχωσε τον. Είσαι μια τέλεια γυναίκα και θέλεις τον καλύτερο δίπλα σου.

Από 8 έως 10 ναι: εσύ κλείνεις εκκλησία, εκείνος βγάζει τις άδειες και εμείς αναλαμβάνουμε την οργάνωση του γάμου. Περιττό να σου πούμε ότι χτύπησες τζακ-ποτ, το έπιασες το κελεπούρι και το καλό που σου θέλω, κράτησέ τον με νύχια και δόντια. Και μην το αργείς. Γιατί θα το μυριστεί τον τυχερό σου καμία άλλη και θα έχουμε μαλλιοτραβήγματα.


Από τα δύο ανωτέρω τεστ αποδεικνύεται για άλλη μια φορά ότι, οι άντρες δεν έχουν ιδέα για το τι θέλουν οι γυναίκες. Ααατα.

Παράδειγμα 2:
Η μάνα, η κόρη, η ξαδέρφη, η φίλη της + η προξενήτρα

Προξενήτρα: Αχ τέτοια παλικάρια είναι δυσεύρετα Ευμορφία μου, κελεπούρι σκέτο, ό,τι πρέπει για την Αφροδίτη μας, μοναχοπαίδι, λεφτά, περιουσία, σπουδαγμένος στην Αμερική, με ντοκτορά, έχει φεράρι, ταξιδεμένος, στα καλύτερα θα την έχει.

Μάνα: Ακούς Αφροδίτη; Ακούςςςς;;; Αυτός είναι άνθρωπος για σένα, όχι κάτι ψωραλέοι που μπλέκεις...

Κόρη (χασμουριέται): Άσε με ρε μάναααααα, αφού σας έχω πει είμαι μικρή ακόμα, ούτε τα σαράντα δεν έχω κλείσει, άσε που τα προξενιά είναι μπανάλ. Και στην τελική τι σκατά κελεπούρι είναι, που βάζει να του βρουν γυναίκα, κουσούρι θα 'χει...

Ξαδέρφη στην προξενήτρα (ενθουσιασμός): Κυρία Νίτσα μου, να το γνωρίσουμε κι εμείς ρε συ το κελεπούρι, αφού δεν θέλει η Αφροδίτη.

Προξενήτρα στην ξαδέρφη: Τι είναι φτούνα αυτά που λες παιδάκι μου, η Αφροδίτη κοντεύει τα σαράντα και το ράφι κοντεύει να σπάσει από το βάρος, σκάσε, να κοιτάξεις τα μαθήματά σου εσύ που θες γκομενιλίκια στην ηλικία σου, άιντε.

Ξαδέρφη στην φίλη ψιθυριστά: Κοιμήσου εσύ ρε μοσχάρι Αφροδίτη και θα το τυλίξω το κελεπούρι σε dt εγώ.

Φίλη στην ξαδέρφη ψιθυριστά: Πόσο καριόλα μπορεί να είσαι μωρή, σε παραδέχομαι, πρότυπο είσαι, πρότυποοοοο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσωνύμιο των τσιγάρων Καρέλια Κασετίνα (όχι της νεόκοπης χρυσής, μιλάμε φυσικά για το παλιό, Φίλτρο ή Πλακέ ή...). Αγαπημένο φτηνό τσιγάρο της εργατικής τάξης ανεξαρτήτως ηλικίας (με μόνο ανταγωνιστή το άσο φίλτρο και τα διάφορα άφιλτρα, αλλά με αρκετά σαφή υπεροχή, αν όχι στην συγκριτική κατανάλωση, τουλάχιστον στην αναπαράσταση της εργατιάς) και κάποιων μποέμ τύπων (όχι όμως των διανοουμενίζοντων που προτιμούσαν τα sante ή τα gauloises). Όλ' αυτά βέβαια πριν τα στριφτά, αλλά υπολειμματικά ακόμα και σήμερα υπάρχουν αυτές οι αντηχήσεις.

Ως φτηνό και βαρύ τσιγάρο έχει γενικά ταυτιστεί με τον εμβληματικό εργάτη της Ελλάδας, τον οικοδόμο, με το καρέλια στην κωλότσεπη ή την τσέπη του ποκαμίσου. Σχεδόν αποκλειστικά αντρικό τσιγάρο (αν δείτε γυναίκα να τα παίρνει, είναι πιθανά αντρολεσβία), που έχει ταυτιστεί και με άλλα σκληρά επαγγέλματα όπως του νταλικέρη (βλ. και την επίδρασή του στις φωνητικές χορδές) εξού καμιά φορά και νταλικέρικο, αλλά και του ναυτικού.

Γενικά το Καρέλια Κασετίνα θεωρείται τσιγάρο που «βρωμάει» λόγω του μη αρωματισμένου χαρμανιού (αλλά ας μην ανοίξουμε αυτή την κουβέντα), γι' αυτό και αποτελεί τον καλύτερο τρακαδιώκτη εναντίον ακόμα και των πιο των φανατικών καπνιστών Απόλλων.

Το παρατσούκλι μαστόρικο το άκουσα στην Ήπειρο, αλλά ενδεχομένως να λέγεται έτσι και αλλού. Μάλιστα, πέρα από την προτίμηση που του έδειχναν οι μάστοροι, λεγόταν έτσι γιατί το χρησιμοποιούσαν στις κατασκευές ως πρόχειρη γωνιάστρα, λόγω του τετράγωνου σχήματός του.

Εντελώς παρεκβατικά, να αναφέρω ότι οι Ηπειρώτες μαστόροι των γεφυριών δεν ξέρω αν κάπνιζαν καρέλια κασετίνα, αλλά είχαν τη δική τους slang, ειδικά οι εκ Κονίτσης, τα «κουδαρίτικα» ή «μαστόρικα». Μια σχετική φράση των κουδαρίτικων ήταν:
«Άραξι μια φουντιάρα» = Δώσε μου ένα τσιγάρο (κάποιες πληροφορίες εδώ).

- Πιάσε ένα καρέλια κασετίνα
- ... (πιάνει τη χρυσή)
- Όχι αυτό, το άσπρο.
- ... (Πιάνει μια χρυσή lights)
- Όχι αυτό, το παλιό, το φίλτρο...
- Το οικοδομικό;
- Το οικοδομικό... (γαμώτ, από πότε καρέλια κασετίνα είναι η χρυσή κασετίνα;)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παρακάτω απάνθισμα αρχαίων μπινελικίων προέρχεται από εδώ, από εκεί κι από αλλού.

ἁβροβάτης: λουγκρίτσα με κουνιστό βάδισμα [> αβρός (τρυφερός) + βαίνω (προχωρώ)]
ἁβροβόστρυχος: λουγκρίτσα με κοριτσίστικα κοτσιδάκια κοτσίδες (> αβρός (τρυφερός) + βόστρυχος (κοτσίδα))
ἀγγεῖον: μουνί
ἄμβων: Το μουνόχειλο [> ανά + βαίνω]
ἄντρον: η σπηλιά, το μουνί
ανασεισίφαλλος: η φραπεδιάρα (> ανασείω + φαλλός)
ἀνασύρτολις: η Άντα που κάνει τα πάντα ἀπεψωλημένος: ο αισχρός, ο ξεψωλιάρης. ἀπόψυγμα: σκατό [> αποψύχω (αφήνω κάτι να κρυώσει] ἀποψωλέω: επιδεικνύω την βάλανο την ψωλής μου όπου βρω, λατινιστί: praeputium retrahere alicui [> ψωλή]
ἄροτος: το γαμήσι [> όργωμα]
ἄτρητον: το ξεσκισμένο μουνί [α- επιτακτικό + τρωτόν]

βδέω: κλάνω [> βρωμάω]
βληχώ: το μουνάκι [ > βληχή (αρνάκι μαλλιαρό)]
βορβορόπη: Βρωμομούνα ή βρωμόκωλη (> βόρβορος + οπή) βουβονιῶ: καβλώνω[> βόμβων (πρήξιμο)]
βρῦσσος: μουνί-αχινός [> βρύσσος (αχινός)]
βυττός: μουνί-βαρέλι [> βυττός (βαρέλι)]

γεῖτον: μουνί-μαχαλάς
γίγαρτον: κλειτορίδα [> γίγαρτον (κουκούτσι σταφυλιού)]
γλωττοδεψέω: το γλειφομούνι [> γλώττα + δεψέω (κάνω μαλάξεις)]
γογγύλη: το καλοσχηματισμένο βυζί [> ολοστρόγγυλη]
γυναικοπίπης: ο μπανιστιρτζής [> γυναίκα + οπιπτεύω]

δέλτα: το μουνί, λόγω σχήματος και γονιμότητας.
δελφύς: το μουνί [> βολβός, αγριοκρεμμύδο]
δίδυμος: το αρχίδι [> δις]
διθυραμβοχάνα: το ραψωδικό μουνί-βόρβορος
δορίαλλος: το μουνί
δέλτα: το μουνί
δρομάς: τροτέζα [> δρόμος]

ἑδρόστροφος: πούστης που σου τουρλώνει τον κώλο του [> έδρα + στρέφω]
εἰλίπους: γκομενα που λικνίζει τους γλουτούς της.
ἐκμιαίνω: χύνω [> εκ + μίασμα]
ὲπανθούσα: το ανθηρόμουνο
ὲπιδερμίς: το μουνί
ἐσχάρα: το μουνί [> από το ρήμα ίσχω (εμποδίζω)]
εὔπυγος: γκόμενα με κώλο αναφοράς [> ευ + πυγή]
εὔστρα: το μουνί [εύστρα = σφαγείο όπου καψαλίζουν τα ζώα]

ἡδονοθήκη: το μουνί

θύρα: το μουνί

ἴακχος: το βακχικό ή τραγουδιστό μουνί
ἱπποπόρνος: Πληθωρική πουτάνα, έφιππη πουτάνα
ἰσθμός: το μουνί που σέρνει καράβι

κασσωρίς: πουτανίτσα [> κάσις (αδελφός, εταίρος)]
κῆπος: το μουνί[ > κήπος (μεταφορικά μουνί)]
κίνουρης: αυτός που περπατά κραδαίνοντας την ψωλή του σαν γύφτικο σκεπάρνι [> κινέω + ουρά]
κόκκος: η κλειτορίδα
κοσμάριον: το μουνί-στολίδι [κοσμάριον = στολίδι]
κτένιον: το μουνί-εδώ-ο-κόσμος-χάνεται
κύντερος: ο αναίσχυντος, ο κοπρίτης [> κύων]
κυσαρόν: το μουνί [> κυσανώ (γαμώ)]
κῦσθος: το μουνί [> κυσανώ (γαμώ)]
κυσολαμπίς: το φωτεινό μουνί [> κυσανῶ (γαμώ)]
κύων: η ψωλή [ > κύω (γεννώ)]

λαικαστής: ο έκφυλος [ > λαι (επιτατ.) + πασχητιάω (επιζητώ μίξη παρά φύση)]
λέχριος [ > λέχριος (λεχρίτης)]
λεωφόρος: η πουτάνα
ληκώ: Η ψωλή λοπάς: το μουνί [> λοπάς (πιάτο)]
λόχμη: το τριχωτό μουνί [> λόχμη (θάμνος)]

μανιόκηπος: γκόμενα νυμφομάνα [ > μανία + κήπος (μουνί)]
μέλαθρον: το μουνί
μῖνθος: το σκατό (> μίνθος (ανθρώπινο περίττωμα)
μύζουρις: η τσιμπουκλού[> μυζάω + ουρά (πέος)]
μυλλός: το μουνί [> μύλλος (χείλος)]
μυρρῖνον: το τριχωτό μουνί [> μύρρα (μυρτιά)]
μυρτοχειλίδες: το μουνί μου μοχχοβολάει
μῦσχος: το αφιλόξενο μουνί [> μύσις (κλείσιμο χειλιών)]
μυσχάνη: το αφιλόξενο μουνί [> μύσις (κλείσιμο χειλιών)]

ὄλεθρος: το μουνί

πανδοσία: Η Άντα που κάνει τα πάντα [> παν + δίδω]
πασιπόρνη: πόρνη που παίρνει τους πάντες
πελλάνα: το μουνί [> πέλλα (δέρμα κατεργσμένο)]
περιβασώ: η γυναίκα που καβαλάει τον άνδρα κατά το φίκι-φίκι [> περί + βαίνω]
πίττα: το μουνί με απ' όλα [> πίττα (κολλώδης ουσία, ρετσίνα)]
πιθηκαλώπηξ: ο μπαγαπόντης [> πίθηκος = αλώπηξ]
πλύμα: η ξεπλένω πουτάνα της εσχάτης υποστάθμης [πλύμα (ξέπλυμα)]
πορνοκόπος: ο μπουρδελιάρης
πορνομανής: ο μπουρδελιάρης
πόσθων: ο πουτσαράς [ > πόσθη (πούτσος)]
πτυχή: το μουνί
πτωχελένη: το φτωχομπινεδιάρικο πουταναριό πυγιστής: ο κωλομπαράς [> πυγή]
πύλη: το μουνί της κολάσεως

ῥαφανιδόω: χώνω ραπανάκια στον κώλο κάποιου. Αρχαία τιμωρία για την μοιχεία [ > ῥάφανος (ραπανάκι)]
ῥωποπερπερήθρας: ο φλύαρος, ξερόλας [> ρώπος (φτηνόπραγμα) + πέρπερος (φλυαρία)]

σλακανδρος: το μουνί
σαυλοπρωκτιάω: περπατάω κουνώντας τον κώλο μου.
σαῦλος: ο κουνιστός, η κουνίστρα.
σκύλλη: πουταναριό, σκυλί.
σποδηριλαύρα: σκατοφάγος [σποδή (καταβροχθίζω) + λαύρα (απόπατος)]
σῦκον: το προσφιλές σε όλους μουνί.

τέτανος: η ψωλή η καυλωμένη τιτίς: το μουνί (κυριολεκτικά, το πουλάκι που κελαηδά)

χαλκιδῖτις: η πολύ φτηνή πουτάνα, αυτή που εκδίδεται για ένα χάλκινο νόμισμα.
χοιροπωλεώ: γουρουνιάρα καριόλα [> χοίρος]

- ΕΥΜΕΝΙΟΣ: Αφού γλωττόδεψε την εύπηγο πλην βορβορόπη Λάουρα, η κασσωρίς Λίλιαν μου ξηγήθηκε πιθηκαλώπηκομυζουριά ! Έφτυνα αποψύγματα !

- ΠΕΡΙΚΛΗΣ: Τουλάστιχον εμείς οι λαικαστοί αβροβάτες πλένουμε την ληκώ τα δίδυμά μας πριν! Λέμε τώρα...

« Ω πασιπόρνη και κάπραινα και σαπρά...» (Έρμιππος, απόσπασμα)

«Ειπέ μοι, ω πόσθων εις τον σαυτού πατέρ’ άδεις;» (Αριστοφάνης, Ειρήνη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ίσως ο κλασικότερος και πλέον καθιερωμένος σλανγκ όρος για την πρέζα, την ηρωίνη. Συναντάται και στο ουδέτερο: άσπρο.

Πρόκειται για ονομασία μάλλον παραπλανητική, στο βαθμό που η πραγματικά άσπρου χρώματος πρέζα, η λεγόμενη και καθαρή, σπανίζει. Για να βγει τέτοιο αστεράτο πράμα, απαιτείται ολοκληρωμένη κατεργασία των πρώτων υλών (όπιο) σε τέλεια εξοπλισμένα εργαστήρια. Τέτοιες μονάδες λειτουργούν κατά κύριο λόγο στο περίφημο Χρυσό Τρίγωνο στη ΝΑ Ασία. Η ταϊλανδέζικη πρέζα, η τάϊ, θεωρείται η καλύτερη του κόσμου και η λιγότερο αρρωστιάρα. Πάλλευκη και παντελώς άοσμη, έχει τη μορφή λεπτής κρυσταλλικής πούδρας. Τόσο λεπτής, που σχεδόν εξαφανίζεται με απλή τριβή πάνω στο δέρμα ή ανάμεσα στα δάχτυλα. Είναι δε εξαιρετικά όξινη, ρευστοποιείται πανεύκολα, χωρίς ξινά, λεμονάδες και άλλες διαλυτικές μαλακίες. Σχεδόν ούτε νερό δεν θέλει.

Στο Ελλάδα απλά δεν παίζει με την καμία να πετύχεις τέτοιο μπερκέτι. Αν τύχει και δεις άσπρη πρέζα, θα' ναι στάνταρ απ' τη ζάχαρη του κοψίματος... Ειδικά για την καθαρή ηρωίνη, επιφυλάσσονται λίαν χαϊδευτικά και γουτσιστικά σλανγκωνύμια, όπως Ασπρούλα ή Χιονάτη (με το δεύτερο να παραπέμπει τόσο στη λευκότητά όσο και στο γλυκό παραμύθιασμα της).

Οι εγχώριες αγορές μας, βολεύονται συνήθως με ηρωίνη χαμηλής ποιότητας, ατελώς επεξεργασμένη και με περισσότερες προσμείξεις. Σε αντίθεση με τη σιαμέζικη άσπρη, παίρνει τη μορφή χοντρόκοκκης σκόνης, με πολλούς σβόλους. Το χρώμα της ποικίλει από κιτρινωπό (συνήθως) μέχρι ροζ, γκρι ή καφέ. Παραδοσιακά, η πρέζα στις ελληνικές πιάτσες καταφθάνει εξ ανατολών, την Τουρκία ή το Πακιστάν, εξ ου και τα γνωστότατα «τούρκικη» και «πακιστάνικη». Σήμερα πίνουμε και μπόλικη αλβανική πρέζα, αλλά και σκοπιανή (!) Σ' όλες αυτές τις χώρες λειτουργούν καζάνια, προχειροστημένα δηλαδή εργαστήρια παραγωγής κι επεξεργασίας ηρωίνης. Ως τη δεκαετία του '60, καζάνια υπήρχαν και στην Ελλάδα.

Συμπέρασμα: η άσπρη είναι τυπική περίπτωση σλανγκ που λειτουργεί τρόπον τινά ευφημιστικά, εξωραΐζοντας μια πραγματικότητα και εκφράζοντας το «δέον», το ευκταίο (μακάρι δηλαδή όλες οι ζαπρέ να 'ταν άσπρες!).

Γενικά, παίρνοντας ως αφορμή τη λευκότητα, την ακουστικότητα, τη βρωμιά, την επίσημη ονομασία ή και οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα της ηρωίνης, μπορεί οποιοσδήποτε με λίγη φαντασία να δημιουργήσει άπειρα σλανγκωνύμια για την ουσία αυτή, πολλά από τα οποία δεν ξεπερνούν τα όρια της ιδιωτικής χρήσης. Θα έλεγε κανείς - με μια δόση υπερβολής - πως ο καθένας χρήστης έχει κατοχυρώσει μια δική του, καταδική του λέξη για να περιγράφει την ουσία-αρρώστια του...

Παραδείγματα: white horse=άλογο, hairy=μαλλιαρή (διότι προκαλεί μυρμήγκιασμα στο δέρμα), Harry=Ερρίκος (από το hairy), polvo, blanco, salt=αλάτι (υπάρχει και στο Εγκληματολεξικό του Γ. Πανούση), ζάχαρη, chick=γκόμενα, charlie, Helen, Hero, shit... Πολλά χρησιμοποιούνται αδιακρίτως και για την κόκα.

  1. Συχνά η άσπρη αντιδιαστέλλεται προς το μαύρο, δλδ το χασίς. Που κι αυτό, εξίσου παραπλανητικά, πολλές φορές μόνο μαύρο δεν είναι.

- Τρελάθηκες ρε; Δεν έχω φάει ποτέ άσπρη, μόνο κανά μαυράκι πού και πού πίνω, έτσι για το τζερτζελέ..

  1. Θεέ των μαύρων, τον καλό συγχώρεσε Γουίλ
    και δώστου εκεί που βρίσκεται λίγη απ' την άσπρη σκόνη.

Νίκος Καββαδίας, «Ο Γουίλι ο Μαύρος Θερμαστής από το Τζιμπουτί».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Έρως

Πολύ απλά, πρόκειται για τον ήχο «τάκα-τάκα» που κάνει η καρδιά όταν ο ανθρώπινος οργανισμός αποβλακώνεται από την αιφνίδια, ακούσια και ανορθολογική έκχυση ορμονών και νευροδιαβιβαστών (όπως η οξυτοκίνη, η βασοπρεσίνη και ντοπαμίνη) στη θέα και μόνο μιας θελκτικής και πιπινώδους (ή μιλφικής, ανάλογα με τις προτιμήσεις εκάστου) ύπαρξεως.

Β. Αυνανισμός

Δεδομένου ότι το πολύ το τάκα- τάκα κάνει το παιδί μαλάκα, ο όρος έχει εφαρμογές και στον εκούσιο ερωτικό αυτοερεθισμό. Δέον να σημειωθεί ότι ο αυνανισμός και τα ολέθρια αποτελέσματά του (τύφλωση, κύφωση, ροπή προς την ΚΝΕ και άλλες επάρατες παθήσεις) απορρίπτεται δε με ζήλο και από την Εκκλησία, εκτός εάν τελείται με την μέθεξη κληρικών.

3. Εκσπερμάτωση σε χρόνο dt

Η χρήση του τάκα-τάκα σαν προσδιοριστικό ταχύτητας προήλθε από το φαινόμενο της πρόωρης εκσπερμάτωσης αλλά μοιραίως παρείσφρησε και στην πραγματική οικονομία (βλ. επιχειρήσεις με ονόματα όπως «τακούνια στο τάκα-τάκα»).

4. Χούντα: Η αρχή του τέλους

Πολλοί σημερινοί σαραντάρηδες θυμούνται νοσταλγικά την μανιώδη αλλά εφήμερη μόδα του τάκα-τάκα. Επρόκειτο για παιγνίδι συνεχούς κρούσης δυο πλαστικών σφαιριδίων που κρεμόσαντε με σχοινάκι από ένα σιδερένιο κρίκο. Ο κτύπος των τάκα-τάκα ήταν διαολεμένα δυνατός. Τα τάκα-τάκα προκάλεσαν τόσο την οργή νομοταγών πολιτών (πού δεν μπορούσαν πλέον να κλείσουν μάτι το μεσημέρι), όσο και τον πανικό γονέων που έβλεπαν τα δαιμονισμένα παιδιά τους να αυτοτραυματίζονται. Το στρατιωτικό καθεστώς αντέδρασε θέτοντας το τάκα-τάκα εκτός νόμου, αναδεικνύοντάς το έτσι σε σύμβολο αντίστασης και Δημοκρατίας.

Τάκα τάκα τάκα τάκα τάκα τα
τάκα τάκα τάκα τάκα τάκα τα
τάκα τάκα τάκα τάκα τα
καρδιά μου πώς χτυπάς
(Γκράν σουξέ εποχής, Τέρης Χρυσός)

Προχθές θυμήθηκα το τάκα-τάκα. Ποιος το θυμάται πια;
Κι όμως αποτέλεσε μαζική υστερία. Τάκα- τάκα όλη η Ελλάδα.
Πόσο κράτησε; Πάντως συμπεριέλαβε ένα καλοκαίρι. Εξαγριωμένοι συνταξιούχοι με τις πιζάμες μας κυνηγούσαν για να κοιμηθούν. Εμείς διακόπταμε μόνο για λίγο. Με το που εξέπνεε το λιοπύρι ξεχυνόμαστε πάλι ακάθεκτοι σαν το διαρκές τζι-τζι- τζι του καλοκαιριού. (από ιστιοσελίδα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδού μια όσο σύντομη γίνεται, υποκειμενική και σίγουρα γεμάτη ελλείψεις αναλυσούλα:

Ο Ρομαντισμός (χοντρικά: τέλη 18ου αι.) είναι ένα καλλιτεχνικό ρεύμα που υπέστη κατά τον 20ό αιώνα -και εξακολουθεί να υφίσταται- μεγάλη υποτίμηση, παρά την ψευδο-επιστροφή σε αυτόν, και παρά την μέχρι στιγμής αδιάκοπη (αν και όχι εύκολα ορατή) επιρροή του σε μεγάλες στιγμές της σύγχρονης τέχνης.

Η οριστική και αμετάκλητη υποτίμησή του επήλθε με τα απανωτά σοκ που πέρασε ο δυτικός κόσμος κατά το πρώτο μισό του 20ού: τους δύο παγκόσμιους πολέμους, την Οκτωβριανή επανάσταση, την πτώση των αυτοκρατοριών και την κατάπτωση της θρησκείας, σοκ τα οποία τον προσγείωσαν απότομα στην ωμή ζωή, πάνω που ανθούσε η παλιά καθεστηκυία κατάσταση πραγμάτων (με όλα της τα πλην αλλά και τα συν), γκραν φινάλε της οποίας υπήρξε η Μπελ Επόκ.

Τα σοκ αυτά, μαζί με άλλους παράγοντες, έθεσαν υπό απόλυτη αμφισβήτηση τις αξίες του δυτικού πολιτισμού, εδραιώνοντας, συγχρόνως, την νεότερη εποχή. Όμως ο ρομαντισμός (που κατά τη γνώμη μου, όσο ακραίο και να ακούγεται αυτό, ελλοχεύει ακόμα και σε ωμά μοντέρνα κινήματα σαν τους αξιονιστές) ήταν ένα σπουδαίο -αν και πολύ συχνά υπερβολικό- κίνημα, που εξέφρασε την πρώτη στην ιστορία του ανθρώπου νοσταλγία για τη φύση και τις αγνές ανθρώπινες σχέσεις. Κι αυτό γιατί ο άνθρωπος είχε πια εγκατασταθεί για τα καλά στις πόλεις: η ζωή του και η σχέση του με τον συνάνθρωπο άλλαξε προς αυτό το οποίο βιώνουμε σήμερα. Ως προς αυτή την διάθεσή του, ο ρομαντισμός είναι το πρώτο νεωτεριστικό κίνημα.

Επειδή είχε μεγάλη πέραση στην εποχή του, κακοποιήθηκε αργότερα -όπως οτιδήποτε έχει γνωρίσει επιτυχία με την αξία του σε αυτόν τον ντουνιά. Και ήταν εύκολο θύμα γιατί, σε πρώτη ανάγνωση, ο ρομαντισμός δείχνει «εύπεπτος». Το βάθος του εκφράζεται με μέσο την θλίψη και την γλυκιά μελαγχολία και όχι την ωμότητα ή τη βία.

Η κακοποίησή του συνίσταται στην κακέκτυπη απομίμησή του, η οποία είναι αυτό που λέμε «ρομαντζούρα». Πλην αλλ' όμως, όσοι (οι περισσότεροι δηλαδή) απαξίωσαν στα νεότερα χρόνια να εντρυφήσουν στον ρομαντισμό και τον προσπέρασαν κατευθείαν, αντιμετωπίζοντάς τον υποτιμητικά, ακριβώς λοιπόν επειδή ποτέ δεν τον γνώρισαν σε βάθος, αποφάσισαν πως οποιαδήποτε ρομαντζούρα είναι το ίδιο και το αυτό με τον καθαρόαιμο ρομαντισμό, άρα τον απέρριψαν -και τον απορρίπτουν ακόμα- ως ρομαντζούρα και τον ίδιο.

Όσα τρωτά σημεία και να έχει το Ρομαντικό κίνημα (τα οποία, προσωπικά, εντοπίζω περισσότερο στη ζωγραφική του, λιγότερο στη λογοτεχνία του και ακόμα λιγότερο στη μουσική του), η πλήρης απαξίωσή του είναι μια καθαρά κομπλεξική και βιαστική αντιμετώπιση, που πηγάζει από ταμπού ταξικοκοινωνικής φύσης, κττμγ.

Υπάρχουν όμως ρομαντζούρες. Είναι, για να μιλήσουμε για σημερινά πράγματα, οι new age κιέτσ' μουσικές που χαρακτηρίζονται ως σούπες. Είναι τα μυθιστορήματα τύπου άρλεκιν και το 70% της σημερινής παγκόσμιας «λογοτεχνικής» παραγωγής. Είναι οι πίνακες του Μπομπ Ρος. Είναι δηλαδή το κιτς ή η ξεπέτα που φέρει και εκμεταλλεύεται κάποια στοιχεία ρομαντικά για να ξεγελάσει αφενός τον αδαή, αφεδύο τον με στεγανά και στερεότυπα κριτή.

Κατά το «ρομαντζούρα» πάει και η κλασικούρα, η γενικούρα, κλπ.

Δύο παραδείγματα όπου τα πράγματα είναι εντελώς τελείως ανάποδα και παρεξηγημένα:

  1. - Σ΄αρέσει ο Σοπέν;
    - Αμάν ρε φίλο, ξεκόλλα με αυτές τις ρομαντζούρες πια...

  2. - Σ' αρέσει ο Μπομπ Ρος;
    - Αχ ναι, είναι πολύ ρομαντικά τα τοπία του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τσιγάρο που περιέχει χασίσι (βλ. και γάρο)

  1. Έλα να γυρνάει ο μπάφος.
  2. Θα σκάσουμε κάνα μπάφο;
  3. Τι μαλακίες λες ρε! Ληγμένο μπάφο ήπιες;
  4. Παίζει πολύ μπάφος στο παρκάκι.

Κύπριος αδελφός Μπάφος Μπάφους (από Vrastaman, 20/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη του Αριστοφάνη, από το έργο Ειρήνη. Κυριολεκτικά σημαίνει οπίσθια τόσο σπάνια ωραία, που τα βρίσκεις μια φορά στα 5 χρόνια.

- Πω πω ρε φίλε, τι παιδί είναι αυτό, κοίτα ένα κώλο!
- Θεϊκός λέμε, σκέτη πρωκτοπεντετηρίς...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλεννώδες / κολλώδες έκκριμα υψηλής συγκέντρωσης (αυτό που λέμε «κομμάτι»), χρώματος υποκίτρινου έως χαλκοπράσινου, αναμεμειγμένο με σίελο και προερχόμενο κυρίως εκ της ρινικής κοιλότητος κι εξερχομένο εκ της στοματικής, σε διάμετρο προσομοιάζουσα το πάλαι ποτέ ισχύον ελληνικό νόμισμα (θα έλεγα όχι αυτό το κούτσικο των τελευταίων δεκαετιών προ αντικαταστάσεως της Δραχμής εκ του Ευρώ, μεταπολιτευτικής κυκλοφορίας, απεικονίζον τον Αριστοτέλη, αλλ' αυτό το χορταστικού μεγέθους με τον τέως βασιλιά Παύλο που είχε προηγηθεί).

Κατά περίπτωση, εμπλουτίζεται με ανάλογο υλικό προερχόμενο εκ του φάρυγγος.

Συνώνυμα: ταληράκι, ροχάλα, χλέπα, χλεμπόνα κ.α.

Του έφτυσε ένα τάληρο κατάμουτρα, που ήθελε γυαλόχαρτο να φύγει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified