Παρουσιαστής talk show ή κοινωνικού περιεχομένου εκπομπής με τάση να μην αφήνει τους καλεσμένους του να μιλήσουν, να τα ξέρει όλα πριν του τα πει κανένας, να διακόπτει για διαφημίσεις όποτε δεν τον συμφέρει ο διάλογος και γενικά να διαμορφώνει απόψεις σε ανθρώπους κατώτερης πνευματικής ικανότητας και να προκαλεί την σιχαμάρα στους υπόλοιπους.

-Ή κλείσε την τηλεόραση, ή βάλε κανένα dvd γιατί δεν την παλεύω με όλους τους Τηλευαγγελομικρουτσικαυτιάδες που μας δουλεύουν όλη μέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ημέρα που βγαίνουν όλες οι άσχημες γκόμενες (βλ. σαύρα).

Πάλι Σάββρατο βγήκαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη έκφραση για το ονοματεπώνυμο, για το «όνομα και επίθετο» κυριολεκτικά. Προφέρεται ως μια λέξη, ενώ δεν υφίσταται στον γραπτό λόγο. Μάλλον άχρηστη λεξιπλασία που, ως κύριο στόχο, έχει την αύξηση των λημμάτων του σλανγκρ, αλλά, οπωσδήποτε μπορεί να σπάσει λίγο τη μονοτονία των ερωτήσεων σε δημόσιες υπηρεσίες, εφορίες, ΟΑΕΔ, ΙΚΑ κλπ. Μπορεί, δηλαδή, ο υπάλληλος, αντί να ρωτάει συνέχει «Ονοματεπώνυμο;», να λέει πού και πού «Ονομακιεπίθετο;», κάνοντας μια ευχάριστη έκπληξη στον ταλαιπωρημένο πολίτη, φορολογούμενο, άνεργο ή ασφαλισμένο.

Υ.Γ.
Λανθασμένα, αναφέρεται και ως ονοματεπίθετο. Αυτό δείχνει χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, έλλειψη κουλτούρας.

  1. Πες το ονομακιεπίθετό σου.

  2. Εύκολο είναι, συμπληρώνεις τα στοιχεία σου, ονομακιεπίθετο, αριθμό ταυτότητας, ΑΦΜ κλπ. και το πας στο γκισέ.

Ονομακιεπίθετο; (από panos1962, 25/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνική μετάφραση της λέξης «brunch» από τα αγγλικά. Το πεύμα (πρωινό + γεύμα) είναι το γεύμα που τρώγεται συνήθως αργά το πρωί ή προς τις μεσημεριανές ώρες.

«Σήμερα θα πάμε για πεύμα με τα παιδιά!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν είναι ο Μπαμπινιώτης, (δεν είναι ο κροταλίας), αλλά μία επικίνδυνη μεταλλαγμένη παραλλαγή του, βγαλμένη μέσα από λάθος πειράματα που πραγματοποιήθηκαν σε φρικτά ναζιστικά εργαστήρια γενετικών ερευνώνε, και ο οποίος κάποια στιγμή το έσκασε και ανέλαβε να κατακρεουργήσει τον πλούτο της γλώσσης ήν μας έδωκαν Ελληνικήν. Πρόκειται για τερατώδες όν, κάτι μεταξύ μπαμπουίνου και Μπαμπινιώτη, που κυκλοφορεί ελεύθερο και πυροβολεί αδιακρίτως, σκορπίζοντας τον τρόμο και το σύστριγγλο. Ά, κόντεψα να το ξεχάσω, είναι και μέλος του slang!

Μεταξύ φίλων :
- Άσε ρε μεγάλε που θα μου πεις ότι η Ελενίτσα ξέρει Γαλλικά...
- Ναι ρε μαλάκα σου λέω, αφού έχει πάρει το Μπακαβλορεά...
- Ωοοοο, μεγάλε έγραψες! Για πάρτε ρε ένα μπαμπουινιώτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με μία λέξη χίλιες εικόνες για την ατέλειωτη κατάντια, την ασταμάτητη κατρακύλα της ελληνικής τηλεόρασης. Όπου κυριαρχούν δημοσιογράφοι, όπως ο Νίκος Χαρδαβέλας, και διασκεδαστές, όπως η Ανίτα Πάνια-Καρβέλα.

-Δεν έχεις κουραστεί όλη μέρα πάνω απ' το σλανγκ τζη αρ; Κάνε και κάτι πιο υγιεινό! Δες λίγο τηλεόραση!
-Τι να δω μωρέ; Τον Χαρκαρβέλα; Καλύτερα να ανεβάσω άλλο ένα λημματάκι!

(από Khan, 16/04/13)(από Khan, 15/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του «Cosmopolitan», για να δείξει ότι, το μυαλό των αναγνωστριών του είναι αλλού κι όχι στα τεστ ψυχολογίας της σχέσης και τα χαζοαρθράκια.

Κόπι-ράιτ: Επιτέλους.

Λάουρα: Μένιο, δεν πάει καλά το τρίο μας με την Λίλιαν. Δεν βλέπεις ότι έχουμε ασυμφωνία χαρακτήρων οι τρεις μας; Και δεν κάνει πια κρύο! Αρκετά ζεσταθήκαμε!
Μένιος: Γιατί; Το διάβασες στο Πουτσοπόλιταν; Απλώς ζηλεύεις μωρό μου που δεν έχεις ξανθό μουνί σαν του Λίλιαν!
-Φραππππ! (Ήχος του Πουτσοπόλιταν στο κεφάλι του Μένιου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των τηλεοπτικό πρόσωπο και καλικάντζαρος. Πρόκειται για τα δαιμόνια πρόσωπα της τηλεόρασης, που σαν κακοί δαίμονες περιδιαβαίνουν στα παράθυρα και μας κάνουν να σεληνιαζόμαστε, να συφιλιαζόμαστε και να χιτλεριάζουμε.

Assist: GATZMAN.

Βγήκανε πάλι όλοι οι τηλεοπτικάντζαροι στα παραθύρια κι άρχισε ο καθένας το μακρύ του και το κοντό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σπασαρχίδης πιανίστας.
Εκ του πρήζω + Richter (Ρώσος πιανίστας διεθνούς φήμης).

-Αν πρόκειται να είναι και ο μαλάκας ο πρήχτερ στη συναυλία, δεν πατάω με τη καμία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των χύσαμε και όλοι. Ηχοποίητη λέξη με προφανές σεξουαλικό περιεχόμενο.

Σημαίνει συνήθως εδέσματα ή ποτά άθλιας ποιότητας.

- Χθες βράδυ μας είχε τραπέζι η Γεωργία.
- Τι σας τάισε;
- Χυσαμόλι! Τι να μας ταΐσει ρε μαλάκα αυτή; Την ξέρεις να μαγειρεύει;

- Μμμμ, πείνασα. Έχει τίποτα;
- Ναι, άνοιξ' το ψυγείο, έχει χυσαμόλι! Τι να 'χει μωρή μαλάκω, αφού δε μαγείρεψες τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified