Further tags

Ο Φλεβάρης λόγω του ότι έχει λιγότερες μέρες από τους άλλους μήνες χαρακτηρίζεται κουτσοφλέβαρος. Αλλάζοντας το πρώτο γράμμα, ο κουτσοφλέβαρος γίνεται πουτσοφλέβαρος. Ο όρος πουτσοφλέβαρος, είναι εύηχος και εκφραστικός όρος. Πώς θα μπορούσε όμως, να χρησιμοποιηθεί;

  1. Η παροιμία λέει: «Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει».
    Ο πουτσοφλέβαρος στην περίπτωση αυτή δραστηριοποιείται, όταν ο Φλεβάρης φλεβίζει. Έχει να κάνει δηλαδή με το γαμημένο φλεβαριάτικο πουτσόκρυο.

2.Ο όρος θα μπορούσε να ειπωθεί χιουμοριστικά, όταν κάποιος πάει να ρίξει ένα φλεβαριάτικο πέο κάτουρο, όταν κάποιος θέλει να φτιάξειπλεκτό φλεβαριάτικα, αλλά κι όταν κάποιος θέλει να βουτήξει φλεβαριάτικα τον κολιό στο ξύδι. Εδώ ειδικά παίζει παραφρασμένα η παραπάνω παροιμία ως: «Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καυλοκαίρι θα μυρίσει», με έμφαση φυσικά στη λέξη καυλοκαίρι (καιρός όπου εφαρμόζεται το δόγμα:Τελεία και καύλα).

Όταν ο κουτσοφλέβαρος εκφέρεται πουτσοφλέβαρος, θυμίζει τον Χατζηχρήστο που ως Ζήκος στην ταινία: «Της κακομοίρας», έλεγε: «Αν ξεδιπλωθώ θα γίνω 1 και 90». Μα πως θα ξεζιπαριστεί ο πουτσοφλέβαρος; Ας είναι καλά το πρώτο συνθετικό της σύνθετης λέξης (πούτσος), που 'χει πτυσσόμενεςιδιότητες. Αλλά κι η λέξη «φλέβα» που περιέχεται στον όρο, κάνοντας συντροφιά με τη λέξη πέος, δίνει τη δική τους χροιά στα πράγματα. Να τι λέει ο link για αυτό.

Πέρι: Άκουσες Λίλιαν; Η Πούτση κι η Πετρούλα είπαν πως αύριο θα έχει πουτσόκρυο. Κανονικός πουτσοφλέβαρος!
Λίλιαν: Ε τότε, δεν έρχεσαι απ' το σπίτι να μου ρίξεις έναν ξεγυρισμένο πουτσοφλέβαρο; Λέω να φωνάξω και τη φίλη μου τη Μαρία, την κουτσή, ξέρεις, για να γίνει κουτσοφλεβαριάτικα το γαμήσι της κουτσής. Το συνιστά κι ο Πάνος ο φίλος μου.
Πέρι: Άμα θα 'ρθει κι η κουτσή Μαρία έδεσε το γλυκό. Μα για στάσου. Γι' αυτό το γαμήσι χρειάζεται και ένα τούβλο. Πού θα βρούμε;
Λίλιαν: Θα φωνάξουμε τον Μιστόκλα. Μιλάμε για το... τούβλο.

Ο Πέρι πάει να φύγει...
Λίλιαν: Πού πας;
Πέρι: Πάω τουαλέτα μωρέ για να ρίξω έναν πουτσοφλέβαρο.
Λίλιαν(με διάθεση πειράγματος): Πας να φτιάξεις πλεκτό, ή να κατουρήσεις;
Πέρι: Χα χα χα... Σωραία! Δε μου λες ρε, μιας και μιλάμε για ντύσιμο, δε μου 'πες, τι φόρεμα θα φοράς αύριο;
Λίλαν: Κούτσι φόρεμα, για να ταιριάζει στην περίσταση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαπραγμάτευση είναι η συζήτηση που αποσκοπεί στη συνεννόηση και στη σύναψη μιας συμφωνίας. Μπορεί να αφορά εμπορικά ζητήματα, πολεμικά θέματα κλπ.

Σε πολλές από τις διαπραγματεύσεις που έγιναν μετά από μάχες μεταξύ Ινδιάνικων φυλών, καπνίστηκε και πίπα της ειρήνης. Αυτή η πίπα καπνίστηκε σαν επισφράγιση των ειρηνιστικών διπραγματεύσεων. Καπνίστηκε με την κλασσική έννοια στο προσκήνιο. Φήμες λένε πως παρασκηνιακά καπνίστηκε και με τη slang έννοια (οι γυναίκες των φύλαρχων κάπνισαν τις πίπες των αντιπάλων φυλάρχων. Ο Ινδιάνος Μάκης της εποχής πάντως ανέφερε πως, σε πολλές περιπτώσεις, η φιλία γεφυρώθηκε περισσότερο).

Η διασπερμάτευση τώρα, γίνεται πριν ή κατά τη διάρκεια της ερωτικής περίπτυξης στο γήπεδο και αποτελεί ειδική κατηγορία διαπραγμάτευσης όπου μέσα από συνοπτική συζήτηση, επιλέγεται σε ποιο ακριβώς μέρος του σώματος του ερωτικού συντρόφου θα σκάσει η λάβα.

Σημείωση:
1. Η διασπερμάτευση δεν μπορεί να λάβει χώρα σε κλασσικές εισαγωγές-εξαγωγές, αφού εκεί είναι by default αποφασισμένο το μέρος.
2. Η συζήτηση κατά τη διασπερμάτευση είναι σύντομη γιατί δεν γίνονται συζητήσεις που αφορούν πολύπλοκες διευθετήσεις. Τα πράγματα είναι συγκεκριμένα. Μέρος αναζητάται. Τίποτα άλλο. Έτσι, ο επιβήτωρ, γνωρίζοντας πού θα γίνει η ρίψη του υγρού πυρός, έχει λάβει, λίγο πριν το ενενήντα, την αρμόζουσα θέση για εύστοχο σκοράρισμα.

Μένιος:
- Που λες Πέρι, λίγο πριν ξεκινήσει η κάθοδος του βουκεφάλα, μου κόβει τη φόρα η Καυλάουρα.
Πέρι:
- Ti σου πε ρε;
Μένιος:
- Μου λέει η κουφάλα: «STOP, Διασπερμάτευση!». Με τα πολλά... μου ζήτησε να την πυροβολήσω στο λαιμό.
Πέρι:
- Πώς της ήρθε αυτό;
Μένιος:
- Μου είπε, πως έχει πλήξει. Μου λέει: «Όλο τα ίδια θα κάνουμε; Μ' έχει φάει η ρουτίνα». Και συνεχίζοντας μου λέει: «Ε μην τη βγάλουμε και σήμερα, όπως κάθε μέρα. Τσάμπα δηλαδή μ' έφαγε ο νεροχύτης απ' το πρωί και έκανα τη... Λάτζα γιόγκα της ζωής μου, προκειμένου να σου φτιάξω θαλασσινό βιάγκρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χειρογλύκανο με αφορμή Αρχιμύδεια.

Ηχητικά αδελφό, το Παλαμήδι (κάστρο του Ναυπλίου).

«Όλα τα κάστρα κι’ αν χαθούν και όλα κι’ αν ρημάξουν
Το Παλαμήδι το όμορφο θεός να το φυλάει.»

Το ορίτζιναλ. Ήταν και σκηνικό για το "Παλαμάρι του Βαρκάρη". (από Hank, 08/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξαιρετικά όμορφη γυναίκα. Πρόκειται για πιο κομψή διατύπωση του μουνάρα, εκ του προθέματος αρχί- και του λήμματος μύδι.

Δεν πρέπει να συγχέεται με την αρχιμήδεια, δηλαδή την επιδέξια μηδοπλάστρια.

- Ο άμεμπτος τύπος είναι το «μήδι», οπότε αν σε πει κάποιος «Αρχιμήδεια» δεν υπάρχει περιθώριο παρεξήγησης (…) Το «Αρχιμύδεια» πάλι ή το «σπέκια για το μύδι» έχουν πολυσημία …
(Χρήστης Khanαπευθυνόμενος προς αρχιμήδεια Mes αναφορικά με το λήμμα το μυδίαμα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμπακτος ψηφιακός δίσκος..

Ο εφευρέτης δεν πρόλαβε να κατοχυρώσει την πατέντα του δισκιλίου, όντας ο ίδιος τσιρλίντερ, έτσι αυτή πέρασε σε άλλα χέρια.

Έκτοτε γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία σαν μέσο καταγραφής και αναπαραγωγής ντοκουμέντων εικόνας, ήχου, δεδομένων και ό,τι άλλων σκατών μπορεί να περιέχει.

Σαν ελάχιστο «φόρο τιμής» σε αυτόν που το ανακάλυψε, ίσως και γιατί μοιάζει με μικρό δίσκο ή απλά για να τον ειρωνευτούν - που δεν πρόλαβε να χεστεί και στο τάληρο - το ονομάζουν δισκίλιο (εκτός από cd, dvd κ.τ.λ.).

-Βάλε λίγο αυτό το δισκίλιο να δούμε τι έχει...
-Χέσε μας μωρέ τώρα..

Σχετικό: δωδ, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φωτοσοπιά, δηλαδή η επεξεργασία φωτογραφίας με photoshop, που λειτουργεί ως σουπιά, δηλαδή πονηρά, ύπουλα και «θολώνοντας τα νερά» και καλλιεργώντας ψεύδη.

Μεγάλη φωτοσουπιά η Πάμελα Άντερσον!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φωτογραφία ή εικόνα που έχει υποστεί επεξεργασία στο Photoshop (άλλως γνωστό και ως φωτομάγαζο) ή οποιοδήποτε αντίστοιχο πρόγραμμα, όπως Corel.

Συνήθως αναφέρεται σε φωτομοντάζ (είτε για πλάκα, είτε στεγνά για παραπλάνηση του κοινού), ή σε διορθώσεις που αποκοπούν στο να φαίνεται ομορφότερο το εικονιζόμενο πρόσωπο/κορμί (από μοντέλες και τραγουδιάρες μέχρι δημοσιογράφους και πολιτικούς) - και όχι σε αθώα επεξεργασία τύπου «διόρθωση κόκκινων ματιών».

Ετυμ. (εν μέρει αντιδάνειο) < αγγλ. photoshop <
photo (= φωτογραφία) < photograph < ελλ. φως + γράφειν
+ shop (= μαγαζί) < παλ. αγγλ. sceoppa (= πάγκος πωλητή).

- Χαχα, την είδες την τελευταία φωτοσοπιά στη Σαλάτα Εποχής; Κολλήσανε τη μούρη του Κακλαμάνη σε πόστερ του Σχιζοφρενή δολοφόνου με το πριόνι. Μιλάμε, έκλασα στο γέλιο.

(κοιτάζοντας φωτογραφία περιοδικού)
- Πωωω, πολύ παιδί αυτή η Δούνια... Τούμπανο...
- Φωτοσοπιά είναι ρε στόκε, ξέρεις τι κυτταρίτιδα έχει αυτή κανονικά;
- Δηλαδή, άμα σου κάτσει, θα της πεις όχι, ε;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φωτοσούτ.

Είναι στο Νιου Γιορκ για φωτοσούτια η Ζιζέλ;

Got a better definition? Add it!

Published

Ο οπαδός των Ναζί και κατ' επέκταση ο φασίστας, το φασιστόμουτρο, ο χουντάλας, ο ακροδεξιός. Ναζιάρης είναι ειδικότερα αυτός που ακκίζεται ότι είναι ακροδεξιός, χωρίς πραγματικά να είναι.

Επειδή το να είσαι ακροδεξιός είναι το ΜΟΝΟ ανυπόφορο σκάνδαλο στην πλουραλιστική κοινωνία μας, οπότε και ο μόνος τρόπος να τραβήξεις πάνω σου την προσοχή. Αυτού του είδους το νάζι συναντάται πολύ σε διανοούμενους και σε τρολεατζήδες.

Να μην συγχέεται με τους χασίστες και φουντικούς.

Για ναζιάρη κόβω τον Πάνο Β' του σάιτ μας, με την έννοια του διανοούμενου βεβαίως βεβαίως!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified