Ένας σέρβερ του ίντερνετ καφέ που σέρνεται και δεν αποδίδει την κατάλληλη ταχύτητα ή απλά κολλάει το δίκτυό του.
- Τι μηχάνημα έχουν στο μαγαζί;
- Σέρνερ.
- Πάμε αλλού για μάχη.
Ένας σέρβερ του ίντερνετ καφέ που σέρνεται και δεν αποδίδει την κατάλληλη ταχύτητα ή απλά κολλάει το δίκτυό του.
- Τι μηχάνημα έχουν στο μαγαζί;
- Σέρνερ.
- Πάμε αλλού για μάχη.
Got a better definition? Add it!
Άνθρωπος ο οποίος δουλεύει στη λαϊκή αγορά.
- Α ρε μαλάκες λαϊκατζήδες με τα Datsun σας...
Βλ. και λαχαναγορίτης, ο
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σύνθεση των λέξεων play + παίξε. Έχει τη σημασία του «παίξε».
(Δύο φίλοι παίζουν σκάκι)
-Φίλε,αυτή η κίνηση θέλει πολλή σκέψη...
-Έλα μην αργείς. Πλέξε!
Got a better definition? Add it!
Από το σκεμπές, η ιδεολογία κατά την οποία ο καθένας κοιτάει τον σκεμπέ του, δηλ. πώς να τρώει και να περνάει καλά, αδιαφορώντας για τα υπόλοιπα.
- Γιώργο, θα έρθεις αύριο στην πορεία; Θα στηρίξεις τον αγώνα μας;
- Αλέκα, είναι ενάντια στην ιδεολογία μου. Είμαι σκεμπεδιστής.
Δες ακόμη: σταρχιδισμός, ωχαδερφισμός.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Εξαιρετικά μειωτικός και περιφρονητικός χαρακτηρισμός μικροκαμωμένων ατόμων.
- Είδες υφάκι ο τυπάς; Ούτε η Γιάννα Αγγελοπούλου νά 'τανε...
- Παράτας μας και συ ρε μαλάκα! Με τη μισοχυσιά θα ασχολούμαστε τώρα...
Συνώνυμα: ένα κι ένα milko, μισή μερίδα, μισοριξιά
Got a better definition? Add it!
Συνδυασμός της λέξης φλώρος και μπάζο. Κάποιος που συνδυάζει και τα δύο χαρακτηριστικά.
-Είναι φλώμπα ο τυπάς.
-Ναι κοίτα ντύσιμο και συμπεριφορά...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όρος που προέρχεται από το τζάμι (επιφώνημα σε περιπτώσεις τελειότητας), και το γαμάτος (που χρησιμοποιείται σε ίδιες περιστάσεις).
-Τζαμάτος ο γκόμενός της! Θεός!
Βλ. και τζαμάουα, τζαμιροκουάι.
Got a better definition? Add it!
Ο τυπάς / η τύπισσα που είναι πάρα πολύ άσχημος / άσχημη και ντύνεται με ρούχα τα οποία δεν του ταιριάζουν.
-Πώς είναι έτσι αυτός ρε; Κοίτα φάτσα και πώς ντύνεται έτσι; Δεν κοιτάχτηκε στον καθρέφτη πριν βγει απ' το σπίτι;
-Μην την ψάχνεις, είναι μπαζόμπαζο ο τυπάς.
Βλ. και μπάζο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αλλιώς καραλόλ, το πολύ lol, το πολύ αστείο-ειρωνικό.
(lol=Laugh Out Loud)
- Καρα-lol! Πολύ καλό το ανέκδοτο!
Βλ. και lol, λολ, lol-some, lol-οκαύτωμα, Loles, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen
Got a better definition? Add it!