Ο σκηνοθέτης που κάνει ταινίες μικρού μήκους, κατά κύριο λόγο συστηματικά. Δεν είναι μικρομηκάς δηλαδή κάποιος που απλά έκανε και μία μικρού μήκους.
Ο σκηνοθέτης που κάνει ταινίες μικρού μήκους, κατά κύριο λόγο συστηματικά. Δεν είναι μικρομηκάς δηλαδή κάποιος που απλά έκανε και μία μικρού μήκους.
Got a better definition? Add it!
Γνωμικό από τα Επτάνησα, που σημαίνει ό,τι περίπου και τα δουλειά δεν είχε ο διάβολος γαμούσε τα παιδιά του ή δουλειά δεν είχε ο διάολος και ζύγιζε τα καλαμπαλίκια του. Δηλαδή το να αεργείς ή να ανεργείς κ.τ.ό. είναι μήτηρ πάσης κακίας και θα αρχίσεις να κάνεις μαλακίες και θα εκτραχυνθεί η κατάσταση. Ή ότι κάτι που αρχίζει ως ψιλοαθώο, ψιλοαστείο, ψιλοχαβαλέ, κάποια στιγμή εβέντσουαλι παύει να είναι αστείο/ αθώο και γίνεται σοβαρό. Ή λες και δεν έχουμε σοβαρές δουλειές με τις οποίες να ασχολούμαστε και πρέπει να μας τρώνε τον χρόνο σκάνδαλα και παράκμες. Πιθανολογώ ότι η σχέση του αιδοίου με την τσαγκαρική αποτελεί καθαρό τιραμισουρεαλισμό, (να πω να μάθαινε καπελάς θα έβγαζε κάποιο νόημα, αλλά τσαγκάρης!;) αλλά επειδή και για άλλα πράγμα έχω πει ότι είναι τιραμισουρεαλιστικά και έχω πέσει έξω δεν παίρνω και όρκο. Οποιαδήποτε απόπειρα πραγματολογικής ερμηνείας ή φετιχιστικού συνειρμού ευπρόσδεκτη. Ο τιραμισουρεαλισμός πάντως συνάδει με την απονοηματοδότηση που προκαλεί η έλλειψη εργασίας του μουνιού καθώς και ο επαγγελματικός προσανατολισμός που εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να του ταιριάζει, οπότε μιλάμε για καταστάσεις απουσίας νοήματος και ακηδίας, όπου θάλλει η παραβατική συμπεριφορά.
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πλυντηριάδωνε:
Πρώτη κατηγορία πλυντηριά: φυλή "επιχειρηματία" που ξεπλένει χρήματα από παράνομες ή μαύρες δραστηριότητες, όπως πορνεία, ναρκωτικά, τζόγο, λαθρεμπόριο όπλωνε, κ.ταλ., επενδύοντάς τα σε νόμιμες εταιρείες-βιτρίνες άκα πλυντήρια.
- Και μια υγιής εταιρεία προσελκύει πολύ πιο εύκολα στρατηγικούς επενδυτές και ουχί πλυντηριάδες… (εδώ)
- Εχουν εντοπίσει, λέει, τις εταιρίες και τις οφ σόρ εξωτερικού που διαφέντευε ο Λαυρέντης και έχουν βάλει «λυτούς και δεμένους», για να βρούν ποιοί διεθνείς «πλυντηριάδες» βρώμικου χρήματος, βρίσκονται πίσω από τον Λαυρέντη και με όχημα τις επιχειρήσεις του, άλωσαν τον ελληνικό Τύπο και τα ΜΜΕ και όχι μόνον (εκεί)
Δεύτερη κατηγορία πλυντηριά: πιο δόκιμα, ο ιδιοκτήτης ή εργαζόμενος σε πλυντήριο αυτοκινήτων ή άλλο βιομηχανικό πλυντήριο.
- Είτε γυαλίζεις για να φύγουν οι γρατζουνιές είτε παίρνεις κάτι να στις καλύψει όπως ακριβώς έκανε ο πλυντηριάς αλλά θα σου εμφανίζονται μετά απο λίγο καιρό (εδώ)
- Παρήγγειλα νέο σκιάδιο οδηγού γιατί κάποια βλακεία θα έκανε ο πλυντηριάς στη βάση της και έσπασε το πλαστικό στη βάση στήριξη της (εκεί)
Και κλείνουμε την αποψινή μας βραδιά με λίγο ινσέψιο: στην τηλεοπτική σειρά Breaking Bad ο "πλυντηριάς" Walter White γίνεται και πλυντηριάς αγοράζοντας ένα πλυντήριο αυτοκινήτων για προσωπικό του "πλυντήριο".
Got a better definition? Add it!
Παραλλαγή τση βιζιτούς (άκα βίζιτας), τση προσφιλούς δηλαδής νίτσας που προσφέρει υπηρεσίες βίζιτας εν είδει ντελίβερι.
- δεν έχει βάλει στη άκρη τίποτα φράγκα η Τζενούλα από την εποχή που ήταν πιπατζού και βιζιτατζού? (δαμαί)
- Το λάϊφ στάϊλ της ψωροκώσταινας αντεπιτίθεται και προωθεί ώς πετυχημένη την κάθε πατσούρα- βιζιτατζού του ελληνικού τηλεμπουρδέλου και ως ισχυρό τον τελευταίο χλιμίτζουρα που πότε με λαμογιά πότε με τσιρίγματα επί της οθόνης, κατάφερε να ζεσταίνει με τον κώλο του ένα από τα βουλευτικά έδρανα. (τσαμαί)
Εκ του γαλατικού visiter και του τουρκογενούς γαμοσλανγκοεπαγγελματικού προσδιορισμού -τζής.
Got a better definition? Add it!
Διαρρήκτης που εξειδικεύεται στο αβίαστο άνοιγμα οποιασδήποτε κλειδαριάς.
- Ο Κλειδάς συνδυάζει δεξιοτεχνία και λεπτότητα (...) Ο Κλειδάς στην Φάρα των Κλεφτών θεωρείται υψηλό πρόσωπο, μεγάλος τεχνίτης...
(Ηλία Πετρόπουλου, Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη, Εκδ. Νεφέλη, 1979, σ. 42.
Όπως μας αφηγείται ο Ηλίας Πετρόπουλος, ο κλειδάς πάντα ντύνεται τρικ μάι φορ και συχνά κρατάει κάποιο ντοσιέ με έγγραφα για ξεκάρφωμα.
Η σχέση του με την κλειδαριά είναι οιονεί ερωτική: ποτέ δεν την παραβιάζει, της μιλά τρυφερά με τα αντικλείδια του, θυμίζοντας περισσότερο βιρτουόζο βιολιστή παρά βιτσιόζο βιαστή. Κατά την μπούκα τσεπώνει το παραδάκι και μερικά προσεκτικά επιλεγμένα αντικείμενα και αποχωρεί διακριτικά, αφήνοντας τον χώρο όπως τον βρήκε.
Ο Κλειδάς με την μέθοδό του σπέρνει αμφιβολίες. Η Αστυνομία υποπτεύεται κάποιο μέλος της οικογένειας, ή, τον γκόμενο της υπηρέτριας. Η καταδίωξη ξεστρατίζει. Κι αυτό γιατί ο Κλειδάς δουλεύει πολύ καθαρά, σχεδόν με λεπτότητα.
(Πετρόπουλος, Οπ. ψιτ.)
Μαζί με τον κασαδόρο, ο κλειδάς ανήκε στην πάλαι ποτέ αριστογατία του υποκόσμου.
Got a better definition? Add it!
Πέραν του παραδοσιακού μάστορα που κατασκευάζει καλντερίμια στα Ορεινά Σέκλανα, υπάρχουν κι άλλες δυο μεγάλες κατηγορίες καλτεριμιτζήδωνε:
Α. Η αρσενική πόρνη
Βλ. καλντεριμιτζού, βεβαίως-βεβαίως.
- ΡΩΤΑΕΙ ΛΟΙΠΟΝ Ο ΦΙΛΟΣ «ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ;» ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΟΥΝ «ΜΕΤΑ ΤΙΣ 12μμ ΚΑΝΕΙ ΠΙΑΤΣΑ». ΟΠΟΤΕ ΞΑΝΑΡΩΤΑΕΙ Ο ΦΙΛΟΣ ΚΑΡΔIΤΣΙΩΤΗΣ «ΠΙΑΤΣΑ;ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑΞΙΤΖΗΣ;» ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΟΥΝ "ΟΧΙ ΚΑΛΝΤΕΡΙΜΙΤΖΗΣ". (Φωνακλάς, εδώ)
Β. Φυλή κλεφτρονίων
Σύμφωνα με τον Ηλία Πετρόπουλο, οι καλτεριμιτζήδες είναι συνήθως ομορφόπαιδα με προσεγμένο (πλην μη κραυγαλέο) λουκ και καλούς τρόπους που σουλατσάρει όλη μέρα σέ τράπεζες, κτίρια γραφείων, προθαλάμους ιατρείων κλπ. προσποιούμενος τον πολυάσχολο επαγγελματία. Για ξεκάρφωμα συχνά κρατάει κι ένα χαρτοφύλακα.
- Ο Καλτεριμιτζής ξέρει να περιμένει την ευκαιρία. Και μόλις φανεί ή
ευκαιρία αρπάζει ό,τι είναι αφύλαχτο' αλλοτε εναν αναπτήρα, άλλοτε μιά τσάντα πού ακούμπησε μια κυρία πλάι στην θυρίδα κάποιου ταμείου, άλλοτε ένα μπιμπελό, άλλοτε μια τηλεφωνική συσκευή, ή, ενα πακέτο, ή, ενα λαχείο, ή, μιαν επιταγή, ή ένα τρανζίστορ.
(Ηλία Πετρόπουλου, "Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη", Εκδ. Νεφέλη, 1979, σ. 37.)
Got a better definition? Add it!
Σλανγκιστί, ο/η Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων.
- «Την Πουτουβού την περιμένω στη γωνία» έλεγε και ξανάλεγε ο κ. Ψαριανός. «Τι εστί Πουτουβού» ρώτησε ο κ. Ζουράρις. «Η Ζωή» απάντησε ο κ. Ψαριανός. «Και γιατί τη λες Πουτουβού;» ξαναρώτησε ο κ. Ζουράρις. «Διότι είναι Πρόεδρος της Βουλής, δηλαδή εν συντομία ΠτΒ» απάντησε ο κ. Ψαριανός. «Αυτά τα λένε οι... χρηματοσυμμορίτες και κάθε μαψυλάκας» είπε ο κ. Ζουράρις. (εδώ)
- Το ζήτημα των "νεκρών της ΕΡΤ" που ανακίνησε το δεξί τσόκαρο (τα τσόκαρα είναι ζευγάρι, ως γνωστόν, δεξί και αριστερό) το έθεσε πρώτη η πουτουβού, θυμίζω. Η οποία μίλησε (από το βήμα της Προέδρου) για πάνω από 20 νεκρούς και είπε ότι σκοπεύει να αφιερώσει μια συνεδρίαση της Βουλής στην μνήμη τους. Η εξήγηση είναι απλή. Η κορυφαία στιγμή της επαναστατικής δράσης της ζουρλής ήταν όταν καβάλησε τα κάγκελα της ΕΡΤ. Στο διαταραγμένο μυαλό της ήταν τα κάγκελα του Πολυτεχνείου. Και χρειάζεται να εφευρεθούν και νεκροί, ώστε το δικό της Πολυτεχνείο να μην υστερεί του Πολυτεχνείου της γενιάς των γονιών της. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς γιατρός για να το καταλάβει. (εκεί)
- αντιεπαγγελματικη η συμπεριφορα της κοσιωνη. διεκοπτε συνεχως την πουτουβου προσπαθωντας να θεσει ερωτησεις και δεν την αφησε να ολοκληρωσει το μονολογο της... (παραπέρα)
Εκ των αρχικών Π.τ.Β. (Πρόεδρος της Βουλής).
Got a better definition? Add it!
Στα καλιαρντά είναι ο σέξι πυγμάχος. Ντουπ είναι το ξύλο, πατάτα είναι η γροθιά (και αντιστρόφως μπουνιά η πατάτα), επειδή θεωρείται με λίγη καλιαρντοφαντασία ότι μοιάζουν. Ντουποπατατότεκνο είναι επομένως ο πυγμάχος που είναι τεκνό.
Αβέλω και ντέζι για ένα ντουποπατατότεκνο τζασλό! Είμαι ντεζοντουπού;
Got a better definition? Add it!
Η κατάσταση όπου στη δουλειά σου δεν έχεις να κάνεις τίποτα και όλη μέρα τα ξύνεις και ματώνουν. Μόνιμη εικόνα σε εφορίες, ασφαλιστικά ταμεία και την πλειοψηφία των δημοσίων οργανισμών. Ο Διογένης αποτελεί το τοτέμ αυτής της κατάστασης. Έχει κολλήσει η πέτσα του στην καρέκλα.
- Συνάδελφε Αποστόλη πως πάει σήμερα η δουλειά?
- Εδώ μωρέ...ξυσιαμόλ.
- Άντζη με τι ασχολείσαι?
- Με το μόνιμο ξυσιαμόλ μου, έχω σαπίσει.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Περιγράφει κάθε μπύρα που προτιμούν οι χτίστες όταν κάνουν το διάλειμμα τους γύρω στις 14:00 ντάλα μεσημέρι. Στέλνουν το θύμα στο κοντινό περίπτερο από όπου αγοράζει μπύρες, πατατάκια, κρουασάν και αν βρει κανένα frappe. Από τις περιπτερόμπυρες κλασσικές χτιστόμπυρες είναι οι φτηνές Άλφα, Βεργίνα, Ηeineken, Amstel. Βέβαια παρατηρείται ιδιαίτερη προτίμηση στην Amstel η οποία έχει ανέλθει σε σήμα κατατεθέν της χτιστόμπυρας.
-Τι θα πάρετε παιδιά;
-Μισό κιλό κόκκινο. -Μια χτιστόμπυρα. -Άλλη μια.
-Άννα! Μισό κόκκινο και δυό Άμστελ στο 11.
Got a better definition? Add it!