Further tags

Η συνάντηση, η μάζωξη. Εμπαικτική μεταφορά της αγγλικής λέξης meeting, κυρίως όταν αυτή εκφράζει τις επαγγελματικές συναθροίσεις μεγαλοστελεχών ή και πιο παρακατιανών γιάπηδων. Αντί να γραφεί «μίτινγκ» ή «μήτινγκ», γράφεται με -υ- ώστε να παραπέμεπει στη λέξη μύτη. Προφέρεται δε και αναλόγως, όπως δηλαδή λένε οι γερμανοί το y ή οι γάλλοι το u.

Αν και δεν έχει καμία θέση η μύτη στον εμπαιγμό ή στο πραγματικό μήτινγκ, εντούτοις προσδίδει κάτι το γελοίο στη λέξη, γιατί φέρνει στο νου λέξεις όπως ψηλομύτης, («ψηλομύτινγκ» θα μπορούσε να είναι το μήτινγκ υψηλοβάθμων στελεχών), «σκάω μύτη» (εμφανίζομαι απροειδοποίητα σε μήτινγκ), ή θυμίζει τη μύτη του Πινόκιο που έλεγε ψέματα, έτσι ακριβώς όπως κάνουν όλοι οι συνδαιτημόνες αυτών των συναντήσεων.

Στη σλανγκ μύτινγκ είναι κάποιο «δήθεν» μήτινγκ, είτε ψεύτικο (δικαιολογία για την απουσία μας ή για το κλειστό κινητό μας) ή απλώς η συνάντηση μιας παρέας για χαβαλέ.

  1. - Γιατί άργησες αγάπη μου σήμερα και ήρθα σπίτι και δεν ήταν κανείς, τα φώτα σβηστά και φαγητό ούτε για δείγμα; Και σε έπαιρνα τηλέφωνο και δεν το σήκωνες;
    - Μωρέ είχαμε μύτινγκ στη δουλειά και δεν μπορούσα να φύγω ούτε να έχω ανοιχτό το κινητό.

  2. Ρε παίδες, να κανονίσουμε ένα μύτινγκ επί τέλους, χρόνια και ζαμάνια έχουμε να βρεθούμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το πρώτο βήμα προς την διόρθωση του λάθους της φύσης να γεννήσει κάποιον με κάποια πράγματα περισσότερα εκεί ανάμεσα στα πόδια. Ελπίζω μόνο να μην υπάρχουν λήμματα και για τα πιο «βαρβάτα» βήματα. Είναι η λύση, στην οποία καταφεύγει η συμπαθής τάξη των πισωγλέντηδων, ώστε να μεγαλώσει την κόμη των μελών της και να μοιάζουν κατά τι περισσότερο στο θηλυκό γένος (θέλω να ξέρεις εσύ που κοκκίνιζες το λήμμα μέταλ, metal, ότι σε καμιά περίπτωση δεν σε συγκρίνω με τους παραπάνω).

Προέρχεται από το ποστίς ή επί το ευρωπαϊκότερο postiche, παραφρασμένο για να εξυπηρετήσει τους ταπεινούς σκοπούς όσων το χρησιμοποιούν και, θέλω να πιστεύω, όχι κοροϊδευτικά.

Το εξτένσιον των μαλλιών είναι κάτι πολύ φυσιολογικό και, από ότι είδαμε σε γνωστούς τηλεοπτικούς αστέρες, αν χρησιμοποιείται με σύνεση μπορεί να φέρει εκπληκτικά αποτελέσματα! Οπότε πρέπει να γνωρίζουμε την διαφορά του απλού εξτένσιον από το πουστίς γιατί είναι πιθανόν να προκληθούν παρανοήσεις.

Στους φανατικούς πολέμιους του πουστίς συγκαταλέγονται: Ο Άγγελος Πυριόχος, η (Ρεπορτάζ:) Έφη Μαλτέζου, ένας τύπος που είχε πάει σε κάποιο Big Brother αλλά δεν θυμάμαι και ο Νίκος Καρβέλας, που τα προτιμάει φυσικά (Όχι αλήθεια! Στην εκπομπή του Μάκη είδα το καρύδι, οπότε δεν υπάρχει αμφιβολία!).

- Ρε φίλε, ο Τάκης είναι αυτός με το τακούνι και την μαλούρα;
- Άσε, προχτές τον είδα κι εγώ... Μου φοράει ό, τι πιο κιτς κυκλοφορεί και μιλάει σαν τον πουρουπουπού. Αφού έκανε και πουστίς τα πράγματα δείχνουν προς Συγγρού μεριά...
- Καλά, πριν μια βδομάδα δεν σας είδα μαζί στην Ερμού;
- Τι λες ρε συ; Έχω εγώ λεφτά για ψώνια; Ούτε από κοντά δεν περνάω.
- Όχι, εννοώ...
- Κατάλαβα ρε, πού θα πάει αυτό με τα επιτόκια. Κι εγώ το ίδιο αναρωτιέμαι φίλε μου.

Mein Hair, αυτά τα extenstions δεν φιλοτέχνησε χειρ τις, αλλά πους τις! (από Vrastaman, 21/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να δώσω και γω μια τρίτη ερμηνεία. Το ξέρω και με την έννοια του «πυρ και μανία», δηλ. έξαλλος και καβλωμένος για καυγά.

Ο Νάσος είναι μεγάλη κομπλέξα, δεν είναι να του πηγαίνεις κόντρα, δε δέχεται κουβέντα και γίνεται έξαλλος με την παραμικρή αντίρρηση. Φωνάζει, ουρλιάζει, του πετάγονται οι φλέβες, το μάτι του γυαλίζει, γάμησέ τα... Δεν ξέρω αν το εννοεί ή αν παίζει θέατρο, πάντως γίνεται πύρκαυλος και σε κάνει ρόμπα μπροστά σε όλους.

Got a better definition? Add it!

Published

Η τσίπα ειδικά σε θέματα κοινωνικών αγώνων, διεκδίκησης των δικαιωμάτων των μεταναστών, των εργαζομένων, των φοιτητών κ.τ.ό.

Παράγωγο απ' την τσίπα και τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα.

Έχουν επαναστατήσει όλα τα δεκαπεντάχρονα, κι αυτοί αντί να χαρούν για τη νέα πολιτική αφύπνιση βγαίνουν ολημερίς στα κανάλια και διαμαρτύρονται για τους βανδαλισμούς και τις καταστροφές των περιουσιών. Μα, καλά, δεν έχουν καθόλου τσίπρα πάνω τους;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολιούχος άγιος των απανταχού τρέντουλων, ο άγιος που τιμούν όλοι οι τρέντυς.

Λεξιπλασία του Μάρκου Σεφερλή, παράγωγη απ' τον προάστιο δήμο του Αγίου Ιωάννη Ρέντη. Πιθανόν να λανθάνει ειρωνεία για τους κατοίκους δυτικών προαστίων που γίνονται τρέντυς, για να υπεραναπληρώσουν το γεγονός ότι είναι «γεννήματα-θρέμματα» δυτικών προαστίων (κατά Μαζωνάκη). Μεταξύ των ναών του εν λόγω αγίου συγκαταλέγονται το Allou Fan Park και το θεματικό πάρκο των Village Cinemas, μεγάλη η χάρη τους!...

Ήταν γέννημα-θρέμμα Δυτικής Αττικής με περηφάνια και λόγο τιμής... Τώρα γιορτάζει του Αγίου Ιωάννη Τρέντη! Πού τον χάνεις, πού τον βρίσκεις, στο Allou Fan Park και στα Village είναι...

Φιλοτεχνήθηκε και η εικόνα του. (από Khan, 20/02/14)Επικαιροποιημένη εικόνα. (από Khan, 14/03/15)

Βλ. και σχετικό λήμμα κάποτε ήσουνα λεβέντης, τώρα μου 'χεις γίνει τρέντης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι τα γνωστά ακαταλαβίστικα που συναντάμε σε όλα τα λεξικά ξένων γλωσσών που υποτίθεται ότι μας βοηθάνε να προφέρουμε σωστά την κάθε λέξη. Ένα λεξικό που σέβεται τον εαυτό του όπως το slang βεβαίως βεβαίως (του Θεμιστοκλέους, βεβαίως βεβαίως), δε θα μπορούσε να μην έχει και αυτό κάτι παρόμοιο να επιδείξει. Ορίστε οιπόν η slangίστικη έκδοση των phonetics.

Γαλλικά
L'émi boucallion = λαιμοί μπουκαλιών Craci vareglion = κρασί βαρελιών Qu'est-ce qu'il y a = και σκυλιά C' est la pas piou = σέλα παπιού Gelé c'est que c'est que c'est baul = ζελέ σε κεσέ και σε μπολ

Γιαπωνέζικα
Metrameto Harakaki = μέτρα με το χαρακάκι Solinaki yaura = σωληνάκι για ούρα Kafasaki yamura = καφασάκι για μούρα Takata kasoni e nakasaki = τάκα-τάκα σώνει ένα κασάκι Nashushiro tokasoni = να σου σύρω το κασόνι Yatohoma = για το χώμα Ostayasupa = οστά για σούπα Yakitamutaura = για κοίτα μου τα ούρα (ή ο ουρολόγος στα γιαπωνέζικα) Yakaura = για καούρα (ή ο στομαχολόγος)

Ιταλικά La mia volo ela me caro = Λαμία-Βόλο έλα με κάρο Canto me lato = κάν' το μελάτο Adiamo cimento = αντί άμμο, τσιμέντο Ti amo ti votsalo = τι άμμο, τι βότσαλο

Γερμανικά
Sfachtus = σφάχτους Biete, richeinere = μπείτε, ρηχά είναι ρε

Αγγλικά
Into the spot = είν' του Δεσπότ' To you too funny = του γιού του Φάνη Sleep for us = σλίπ φοράς A nice party = ε, να η Σπάρτη She has money = συ χεσμένη Kill kiss = Κιλκίς The necklaces = δεν έκλασες

(από ανέκδοτο)
Μία μέρα του καλοκαιριού, ένας Iταλός τουρίστας στη Κρήτη κοζάρει μια συκιά με κάτι μεγάλα και ζουμερά σύκα. Άδραται λοιπόν της ευκαιρίας και σκαρφαλώνει σ' ένα κλαδί της για να κόψει μερικά. Έλα όμως που ο Θεός αγαπάει μεν τον κλέφτη, αλλά αγαπάει και τον νοικοκοίρη. Να σου λοιπόν ο μπαρμπα-Μανούσος και αρχίζει να του φωνάζει: - «Κατέβα κάτω μωρέ, διάολε τσ' αποπολειφάδι σου!». Ο Iταλός όμως με τα walkman στα αυτιά, δεν άκουγε τίποτα. - «Δεν ακούς μωρέ;» του λέει ο μπάρμπας και μπροστά στον κίνδυνο να του ρημάξει το δέντρο του ο κλεφτοσυκάς, του χώνει μια με τη μαγκούρα και τον γκρεμίζει καταής. Σκάει κάτω με δύναμη ο καημένος ο ιταλός και ημιλυπόθυμος ψελίζει: - «Aqua!Aqua!» Και τότε ο μπαρμπα-Μανούσος του αποκρίνεται: - «Αφού άκουες μωρέ, γιατί δεν κατέβαινες;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λιγούρα για ευρωπαϊκά κονδύλια. Παράγεται από το «λόρδα» και τον πολιτικό Jacques Delors, γνωστό για την διοχέτευση των ομώνυμων «πακέτων Ντελόρ». Το φαινόμενο ήταν παλιότερο κυρίως στην Ελλάδα, γιατί τώρα με την κρίση είναι σκούρα τα πράγματα. Αλλά σαν νοοτροπία, αίσθημα, αλλά και πρακτική ακόμη, παραμένει.

Η σλανγκενεργός έκφραση χρησιμοποιήθηκε και ως τίτλος επιθεώρησης.

Ορθογραφική παρατήρηση (αφιερωμένη στον Πάνο Β'): Ίσως το «λόρδα» προέρχεται ετυμολογικά από το «λωρίδα», που σημαίνει την ταινία, το παράσιτο των εντέρων. Γι' αυτό λέμε και «με κόβει λόρδα». Οπότε σε αυτήν την περίπτωση, που είναι πάντως αβέβαιη, η σωστή ορθογραφία θα ήταν «λώρδα» και «ντελώρδα».

- Τι έγινε με όλες αυτές τις νέες χώρες, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, κτλ, τις έκοψε κι αυτές ντελόρδα;
- Εμ! Εκεί που είναι ήμασταν, κι εδώ που είμαστε θά 'ρθουν.
- Όχι ακριβώς! Είναι δύσκολες οι συνθήκες τώρα Μήτσο! Κι εμάς μας ένοιαξε μόνο πώς να καλμάσουμε την ντελόρδα μας, δεν κοιτάξαμε να αναβαθμίσουμε μακροπρόθεσμα την οικονομία μας...

Jacques Delors (από Hank, 10/01/09)(από Khan, 25/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρωδία που έμεινε να χαρακτηρίζει τις ταινίες και βιβλία με ήρωα τον μάγο Χάρρυ Πόττερ, οι τίτλοι των οποίων κατασκευάζονται με παρόμοια τεχνική που σύντροφος σλανγκιστής εντόπισε στην κατασκευή τραγουδιών του Φοίβου, ήτοι με title-generator και film-generator. Γενικότερα δηλώνει κάθε παραπλήσια αμερικλανιά. Οι τίτλοι σχηματίζονται με το όνομα του υπερήρωα, κι ένα μυθικό-χιμαιρικό-μυστικιστικό υπεραντικείμενο που θα σαγηνεύσει το μαγικό ενδιαφέρον του Χάρρυ μέχρι το επόμενο μπεστ-σέλλερ. Το μόνο βέβαια γνήσιο ταχυδακτυλουργικό είναι πώς έχουν καταφέρει να βγάλουν τόσα λεφτά από την τσέπη μας και να τα βάλουν στην δική τους. Στην σλανγκική παρωδία, το ενδιαφέρον του μαθητευόμενου μονοπωλείται από το δοχείο νυκτός του, ήτοι το καθικάκι του. Ο παρωδιακός τίτλος κυκλοφορεί με δύο παραλλαγές, είτε Πρώκτερ για να συμφωνεί με το «δοχείο νυκτός», είτε Πόττερυ για να συμφωνεί με το «πήλινο». Θέμα της ταινίας είναι η δυσκοιλιότητα του σφιχτομούρη Χάρρυ Πρώκτερ, αλλά και κάποια ευκοίλια απρόοπτα. Μια ταινία με σασπένς για όλη την οικογένεια.

Σημειωτέον ότι το «Χάρρυ Πρώκτερ» αποτελεί και υπαινιγμό ότι ο Χάρρυ μπορεί τελικά και να το υψώνει το μαγικό ραβδάκι... Ή τέλος πάντων να είναι καθηλωμένος στο «πρωκτικό στάδιο» ανάπτυξης.

  1. Ο Χάρι Πότερρυ και το πήλινο Δοχείο Νυκτός, γιούπι, γιούπι, ο ξινομούρης σφίγγεται, δεν το κουνάει ρούπι. Τα λόγια περιττωματεύουν. Με έξτρα άμυλο και σκηνοθετικά εφάμιλλο της Λίμνης των Στεναγμών. Ο Λεκτικός έρχεται και στην κορφή Κρουέλα. (από χρήστη του φόρουμ του Αθηνοράματος με υψηλό δείκτη σλανγκοσύνης)

  2. – Πάμε να δούμε στο σινεμά το «η Αυτοκρατορία ξαναμανα-αντεπιτίθεται»; Είναι το ενδέκατο σίκουελ του Star Wars.
    – Να πάμε! Μόνο μην είναι κανένα «Ο Χάρρυ Πρώκτερ και το πήλινο δοχείο νυκτός» κι αυτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λόγος για τον Πρόεδρο της Γαλλίας Nicholas Sarkozy. Το παρατσούκλι- σήμα κατατεθέν του είναι Σαρκοζίξ. Από το «Αστερίξ», για λόγους ευνόητους: Όπως κι ο Γαλάτης, έτσι κι ο Σαρκοζίξ είναι ντούρασελ και κούρασελ. Και δεν ξέρουμε τι μαγικό ζωμό πίνει, ώστε να αντέχει να περιοδεύει όλον τον πλανήτη, «όπου κρίση και χαρά, η Νικόλω πρώτη!», και τις νύχτες, να συνεχίζει να είναι καρλωμένος (η ειδική καύλα προς την Carla Bruni, κατά Μητσικώστα), ώστε να ανταποκρίνεται και στις συζυγικές του υποχρεώσεις. Ναι, ο Σαρκοζίξ είναι ο μικρός στο μάτι μεγάλος στο κρεβάτι, ο νάνος, αλλά με κάτι αρχίδια ναααα.

Από την ανάρρησή του στην εξουσία έχει δημιουργηθεί στον διεθνή τύπο μια σειρά από λέξεις με συνθετικό το «Σαρκό», το υποκοριστικό του, οι οποίες μόλις κάνουν την δειλή εμφάνισή τους στον ελληνικό Τύπο. Παρόλο που δεν ανήκουν στην καθαυτό ελληνική σλανγκ, ζητώ την συμπάθειά σας να τις αναφέρω, γιατί: α) Είναι όλες αντιδάνεια από ελληνικές λέξεις (κατά το «έβρυ γουόρντ χεζ ε γρηκ όριτζιν»). β) Ο Σαρκοζίξ δηλώνει Έλληνας. (Είναι κι Έλληνας κι Εβραίος ο πούστης, απόγονος και των Ελ και των Νεφελίμ, γι' αυτό δεν τον πιάνει κανείς!). γ) Παρόμοια φαινόμενα παρατηρούνται και στην Ελλάδα, και παρόλο που η Νατάσσα Παζαίτη δεν είναι ούτε μια μουνότριχα της Κάρλα Μπρούνι.

Στην Γαλλία, έχει δημιουργηθεί ένα σαρκόμετρο (Sarkometre), που μετράει την φιλία προς τον Σαρκοζίξ. Από το θερμό προς το κρύο έχουμε:
1. Σαρκολάτρης (Sarkolatre): Κατά το «ειδωλολάτρης», ή κατά την «σαρκολατρία», που είναι από τα σοβαρά αμαρτήματα στην εκκλησιαστική γλώσσα. Ο σαρκολάτρης είναι ο hard-core οπαδός, που θέλει να βλέπει έναν Σαρκοζίξ να γαμεί την Κάρλα και να δέρνει τους μετανάστες των παρισινών προαστίων.

  1. Σαρκόφιλος (Sarkophile): Ο κανονικός οπαδός του Σαρκοζίξ, κατά κανόνα δεξιός και με διάθεση να δει μια Γαλλία τακτοποιημένη μάλλον στα αγγλοσαξονικά πρότυπα.

  2. Σαρκοφοβικός (Sarkophobe): Κατά το «ξενοφοβικός», «ομοφοβικός» κ.ο.κ. Έτσι ονομάζουν τους βδελύσσοντες τον Σαρκό, οι οπαδοί του Σαρκό. Ο όρος υπονοεί πως μία ανορθολογική φοβία προς τον Σαρκό υποκρύπτεται, όπως η αντίστοιχη προς τους ξένους ή τους ομοφυλόφιλους. Κατά τους Σαρκόφιλους, οι «Σαρκοφοβικοί» αποτελούν μια παρά φύση συμμαχία που μοιάζει με τους δικούς μας μαρξορθόδοξους. Δηλαδή είναι αφενός σοσιαλιστές και αφετέρου παραδοσιακές δυνάμεις σε κύκλους Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας κτλ. Με λίγα λόγια όλοι όσοι θέλουν να μείνει η Γαλλία όπως ήταν προ Σαρκό.

  3. Αντισαρκωτικός (Antisarko). Κατά το «αντικαθεστωτικός». Έτσι αυτοχαρακτηρίζονται οι αντίπαλοι του Σαρκοζί. Ο όρος υπονοεί ότι δεν πρόκειται για «δυνάμεις αδρανείας», όπως στον όρο «Σαρκοφοβικοί», αλλά για υγιείς αντιεξουσιαστικές δυνάμεις που απλώς θέτουν σε έλεγχο την εξουσιομανία του Σαρκό και την διάθεσή του για άρδην μεταρρυθμίσεις.

  4. Σαρκοφάγος ή Σαρκοβόρος (Sarkophage, Sarkobore). Είναι οι ορκισμένοι αντίπαλοι του Σαρκό, κατά τα ομώνυμα ζώα, και κατά το «Νικηταράς ο Τουρκοφάγος» ή «Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος». O σαρκοφάγος είναι επίσης αυτός που θάβει τον Σαρκό, σύμφωνα με τους ομώνυμους τάφους της αρχαιότητας. Έχει βγει και περιοδικό με αυτό το όνομα με αποκλειστικό σκοπό την σάτιρα- θάψιμο στον Σαρκό.

Επίσης υπάρχει η έκφραση «Σαρκύλος» (Sarkule), κατά το «Γραικύλος», την οποία χρησιμοποιούν δυσαρεστημένοι οπαδοί του Σαρκό, όταν αυτός κάνει υποχωρήσεις στις μεταρρυθμίσεις και βάζει νερό στο κρασί του, λόγω διαδηλώσεων και της λαϊκής αντίδρασης. Και μια σειρά άλλων ελληνογενών λέξεων, όπως Σάρκωμα, Ενσάρκωση, Σαρκονομία, Σαρκολογία κ.τ.λ.

  1. (Εφημερίδα «Πρωινά Νέα»):
    Ο Καραμανλής έχει ευρεία γκάμα δυνατοτήτων! Τη μια προβάλλει σαν νέος Σαρκοζί αλλά αποδεικνύεται ένας κοινός Σαρκοζίξ.
    Την άλλη σαν Γκόρντον Μπράουν αλλά αποδεικνύεται ένας άλλος Ανδρουτσόπουλος (που τον θυμήθηκα;). Τελικά θα μείνει στην Ιστορία σαν Καραμανλής ο Β’, ο Παντελεήμων!...

  2. (ΜΕΝ 24)
    Ο Σαρκοζίξ ο εργατοκτόνος, γίνεται Ευρωπάρχης καθώς η Γαλλία αναλαμβάνει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης!

  3. (Σε φόρουμ):
    στη «Μοντ», ο Πλαντί δανείζεται μια σκηνή από τον Αστερίξ. Ο μάγος Πανοραμίξ μοιράζει κουταλιές δυναμωτικής σούπας από ένα καζάνι που γράφει επάνω: «Απόκτηση εξουσίας με κάθε τρόπο». Στην ουρά και ο Σαρκοζίξ με κοτσίδες Γαλάτη, στον οποίο ο Δρυίδης μάγος λέει: «Εσύ, Σαρκοζίξ, δεν επιτρέπεται να πάρεις. Έπεσες μέσα στο καζάνι μικρός!».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

To «vivere pericolosamente», δηλαδή το «ζην επικινδύνως» στα ιταλικά, μεταφέρεται έτσι στην ελληνική σλανγκική, για να δηλώσει μια ζωή που πρυτανεύει ο κώλος ως πεδίο αναζήτησης της ηδονής, ή όπου υπάρχει έντονος κίνδυνος να ξεκωλωθούμε.

- Ο Σάκης έχει γυρίσει όλην την Ευρώπη κάνοντας οτοστόπ σε νταλίκες. Μπράβο του! Του αρέσει το vivere pericolosamente!
- To vivere periκωλοsamente θέλεις να πεις! Για τους νταλικέρηδες το κάνει το ωτοστόπ βρεεε! Ξύπνα!

Το "Vivere pericolosamente" του Τζιμάκου! (από Cunning Linguist, 20/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified