Further tags

Διεθνούς φήμης και ευρείας αποδοχής Έλληνας ποιητής με κλίση εις την κομμωτικήν και δη στις ανταύγειες. Στην σλανγκική χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον ειρωνικά για να σαρκάσει αποτυχημένες απόπειρες ποίησης ή και συνθημάτων, από άνοιωθους Ελύτηδες του κώλου, ενώ από ξανθιές Λίλιαν χρησιμοποιείται απλά ως ανορθόγραφη ερώτηση για το χρώμα των μαλλιώνε χωρίς ίχνος σύνδεσης με τον μεγάλο ποιητή. Το γεγονός ότι τα ποιήματά του σπάνια εμπεριείχαν ομοιοκαταληξία, συνήθως παραλείπεται λόγω άγνοιας.

  1. - Ρε Μήτσο, άσε κάτω την τσαπού, δε μακραίνει άλλο αφού!
    - Ωωωω... Ταβάφης;;
    - Όχι φυσικά είναι.
    - Ρε τι χρώμα μαλάκας είναι αυτός...
    - Ακαζού.
    - Αφακγιου μλκ.

  2. - Κρύο, κρύο, άντε γαμήσου κρύοοο (σύνθημα στην Τούμπα σε χειμερινό αγώνα Παοκ-Ολυμπιακός) Ριερα: - Γουατ ιζ δις καπτεν;
    Νικοπολίδης: - Ταβάφης φορσούρ.

(από Khan, 12/05/13)(από Khan, 19/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεξικάνικο έδεσμα γουακαμόλε (μεσογειοποιημένη παραλλαγή: αβοκάντο, φουλ σκόρδο, ντομάτα, ελαιόλαδο, αλατοπίπερο, όλα νιανιά), ιδανικό για ντιπ ή για παρέα σε άλλο έδεσμα (πχ. κοτόπουλο) ή για ορεκτικόνε.

Σλανγκιά των ογδόνταζ, εποχή κατά την οποία πρωτοεμφανίστηκε το γουακαμόλι στο ελλάντα. Τότε όμως ακόμα προηγούνταν το σλανγκίζειν της απόλαυσης όποιας νέας γεύσης.

Πέραν της ηχητικής ομοιότητας με τον γαμιόλη ή την κατάληξη - όλι γενικά, η σλανγκιά παρέμεινε σε επίπεδο λειψού λογοπαιγνίου, όχι ιδιαίτερα επιτυχημένου και πάντως μη διαχρονικού. Έτσι λοιπόν εξέλιπε σχεδόν εντελώς τελείως.

Η υποφαινομένη έχει την εντύπωσις ότι το πρωτοέφερε εδώτο μπαρ-εστιατόριο Μετς (μην το ψάξετε, έχει κλείσει προ Κρίσης).

- Είστε έτοιμοι να παραγγείλετε;
- Μάλιστα, φέρτε μας ένα ριζότο με γαρίδες και σαφράν, ένα σουφλέ μελιτζάνας και μία αραβική πίτα με κοτόπουλο και σως γουαγαμιόλι...
- Εεεχμμ, μμμάλιστα...
- ΡΕ ΜΠΑΜΠΑ! Πάψε να λες κάθε φορά την ίδια μαλακία! Πάλι ρεζίλι μας έκανες!
(ο μπαμπάς παρεξηγημένος:) - Στα χρόνια μου το λέγαμε και γελάγαμε και έτσι μου αρέσει να το λέω.

Εγινε η μάχη στα Γαυγάμηλα, οταν είπα στο σεφ γουάϊ γαμιόλη (από GATZMAN, 25/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό εν τη πολυτεχνειούπολη των Αθηνώνε Κτήριο Αντοχής Υλικών, το οποίο επιβάλλεται, όταν αναφέρεται, να προφερθεί ως «καυλί», ειδικά όταν το επισκεπτόμαστε για να δούμε αποτελέσματα μαθημάτων μηχανικής στα οποία έχουμε εξεταστεί.

- Πού' σαι ρε Ακίνδυνε, τί κάνεις; όλα καλά;
- Καλά, μια χαρά. Εσύ;
- Καύλα! Πού πας;
- Άσε, έδωσα παραμορφώσιμο και πάω στο Κ.Α.ΥΛΙ. να δω τα αποτέλεσματα...
- Κουράγιο, φίλε μου, κουράγιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Επίθετο)

Φιλική επευφημία, ευρέως αναφερόμενη εντός νωχελικών παρεών επιδιδόμενων εις το αρχαιότατον πάρεργον «τάβλι», που αναφέρεται όταν στον έναν εκ των παιχτών έχει ανοίξει ο κώλος και τους έχει πάρει όλους σερί...

Χρησιμοποιείται επειδή συνδέει το τάβλι με την επευφημία καυλιάρης.

1.- Μαλάκα, τους γάμησα σήμερα στο τάβλι, πέντε διπλά τους έφερα...
- Αϊτός ο ταβλιάρης...

  1. - Εξάρες!!! Σε γάμησα φίλε μου...
    - Γεια σου ρε Μήτσο ταβλιάρη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ερωτική συνεύρεση ανδρών με γυναίκες μεγάλης ηλικίας, βλ. πουρό.

- Πού είναι ο Μιχάλης;
- Είναι με την Βίκη, σπίτι της.
- Κατάλαβα, πάλι πουρολαγνεία έχει το πρόγραμμα.

Πουρολαγνεία (από GATZMAN, 19/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλο σαβουριάζει τον αγλέουρα η κυρα κατίγκω η Φοφώ και έχει κάνει ένα ποπό... σαν πλατεία...

Τώρα κάνει δίαιτα... Κάνει βοδιλάιν.

Τη βλέπεις τη μουντρούχα τη χοντρή, λέει ότι κάνει βοδιλάιν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χοντρός;;; Τον τρως, πώς γράφεται;;;

Το λέει ένας ευτραφής σε κάποιον πονηρίδη που τον ειρωνεύεται για την εμφάνισή του.

Δηλαδή, τον μπουλον...

Λέει ο Βασιλάκης: «Να, θα μας πει ο χοντρός από δω...»

Και του απαντάει, γελώντας ειρωνικά, ο ευτραφής: «Βασιλάκη... Χοντρός; Τον τρως, πώς γραφεται; Εεε... Δε μιλάς, μωρή πουτάνα, ε;;;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ουσιαστικό)

Ο όρος αναφέρεται στη σεξουαλική ηθική (φιλοσ.). Η θεωρία των καθηκόντων και των υποχρεώσεων στη διαπροσωπική σεξουαλική ζωή. Σύνολο κανόνων που δεσμεύουν ηθικά στην εκτέλεση των σεξουαλικών καθηκόντων.

- Ρε συ, δεν είναι σωστό να πηδάς τη Μαρία ενώ σκοπεύεις να τη χωρίσεις, δεν είναι πεοντολογικά ορθό...

(από Τσακ εις την μέσην, 19/10/10)(από Τσακ εις την μέσην, 19/10/10)Manual (από GATZMAN, 19/10/10)(από Jonas, 20/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται σε πιπίνια λυκειακής ηλικίας, απαραιτήτως ενδεδυμένα με σταράκια ανεξαρτήτως χρώματος, που εντυπωσιάζουν με την γλουτιαία περιοχή τους και κάνουν τον ανδρικό πληθυσμό να τις παρατηρεί από τη μέση και κάτω...

- Μαλάκα τσέκαρε ένα σταράκι που περνάει...
- Πωπω, σκέτο κωλ σταρ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι κοινές σηκωμάρες, καθώς το εν στύσει πέος δημιουργεί εξωτερική εμφάνιση στο εσώρουχο παρόμοια με εκείνη ενός αντίσκηνου.

Λέγεται επίσης τέντα και κατάρτι. Αγγλιστί, pitch a tent.

- Μου έγινε αντίσκηνο όταν την είδα μ' εκείνο το μίνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified