Further tags

Φιλοσοφικό απόφθεγμα, που είναι αντάξιο σοβαρής επιστημονικής μελέτης, μιας και είναι μυστήριο λογοπαίγνιο μεταξύ της μεταφοράς, όπου κάποιος πούστης τυχαίνει να είναι κωλόφαρδος και μεταξύ της κυριολεξίας, όπου αυτός που τον παίρνει καδρόνι και τον βγάζει ροκανίδι έχει ξεχειλωμένη σούφρα.

Όμως...

Οι συνδυασμοί μεταξύ κυριολεκτικής και μεταφορικής έννοιας, που είναι 2 x 2 = 4, κάνουνε τη φράση πολυσήμαντη. Είναι δηλαδή σα να λέει κάποιος τέσσερις διαφορετικές αλήθειες στη συσκευασία της μιας.

  1. Ο πούστης (μεταφορικά) είναι κωλόφαρδος (μεταφορικά). Αυτό σημαίνει, ότι ένας ύπουλος άνθρωπος είναι πάντα βολεψάκιας, εξ ου και την περνάει καλά.

  2. Ο πούστης (μεταφορικά) είναι κωλόφαρδος (κυριολεκτικά). Αυτό σημαίνει, ότι κάποιος που είναι ύπουλος, πρέπει κανονικά να τον παίρνει.

  3. Ο πούστης (κυριολεκτικά) είναι κωλόφαρδος (μεταφορικά). Αυτό σημαίνει, ότι κάποιος που τον παίρνει, κάπως θα την βολέψει.

  4. Ο πούστης (κυριολεκτικά) είναι κωλόφαρδος (κυριολεκτικά). Αυτό σημαίνει, ότι όποιος τον παίρνει, ξεχειλώνει η σούφρα του.

Επειδή λοιπόν όλες οι παραπάνω φράσεις είναι βαθύτατα φιλοσοφημένες αλήθειες, σε περίπτωση που δεν ξέρεις τι συμβαίνει με κάποιο άτομο, λες ένα «οι πούστηδες είναι πάντα κωλόφαρδοι», πιάνεις έτσι όλες τις περιπτώσεις και ξεμπερδεύεις. Είναι σαν χορήγηση αντιβίωσης ευρέος φάσματος.

– Κοίτα ρε τον Νίκο... Όλα καλά του πάνε. Έχει καλή δουλειά, κέρδισε στο λαχείο, πήρε καλή προίκα από τον πεθερό του...
– Ε δεν ξέρεις;... Οι πούστηδες είναι πάντα κωλόφαρδοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικά, ο αθυρόστομος, αυτός που ανοίγει το στόμα του και βγαίνουν λουλούδια.

Αρχικά απετέλεσε κλασσικό λεκτικό μαργαριτάρι ημιμαθών που θέλαν να πουν «αθυρόστομος». Αναπόφευκτα παρείσφρησε στην σλανγκική ως χαριτωμενιά.

Εκ των άνθος και στόμα.

- Καλό παιδί ο Μάριος, αλλά είναι πολύ βρωμολόχος και ανθηρόστομος... αντί των βωμολόχος και αθυρόστομος (από εδώ)

- Ανθηρόστομος φίλος της μητέρας μου, κατηγορήθηκε στον διευθυντή από συνυπάλληλό του, την οποία πουτάνα την ανέβαζε, πουτάνα την κατέβαζε. Η συνεσταλμένη υπάλληλος, ισχυρίσθηκε ενώπιον του διευθυντού ότι την είπε «πόρνη». Τότε ο πληθωρικός πρωταγωνιστής της ιστορίας ενίσταται σκαιώς, λέγων: «Ψεύδεται ασύστολα κε Διευθυντά. Διότι όλοι ξέρουν, ότι ΑΝ την έβριζα εγώ, δεν θα την έλεγα πόρνη, ΠΟΥΤΑΝΑ θα την έλεγα».
(από εκεί)

(από Vrastaman, 09/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να εισάγουμε εδώ έναν όρο για τον χαμηλοτάτης υποστάθμης μουνοείλωτα ο οποίος, ελλείψει άλλων προσόντων και πόρων, διατηρεί σε καλή κατάσταση την αλυσίδα του με το να προστρέχει σε κάθε οικιακό παράγγελμα της συντρόφου, και δη σε αυτά που ενέχουν tasks προσωπικής υγιεινής και περιποίησης (π.χ. βοήθεια σε αποτρίχωση και μακιγιάζ, κούμπωμα - ξεκούμπωμα ρούχων και εσωρούχων, τακτοποίηση της γυναικείας οικοσκευής, οποιαδήποτε ανάμιξη σε σερβιετοειδή κ.λπ.).

γκουβερνάντα + άντρας η ετυμολογία, κοπυ ράιτ: ksereiafti.

- Μωρό μου έλα βγάλε μου τις μπότες γιατί ίδρωσαν οι πατούσες μου...
- Αμέσως... ααααγκκκκκχχχχ...
- Ε, τράβα βρε μωρό μου πιο μαλακά... με πόνεσες...

(από το «Μικρές Αφηγήσεις από τη ζωή ενός Γκουβερνάντρα», εκδόσεις Quota).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σκάλωμα μιας ομάδας μπάφκετ που έχει εξασφαλίσει μεγάλη ποσότητα, έχει κλειστεί στο μπαφόσπιτο και έχει καεί στο μπάρμπεκιου.

Λέγεται επεξηγηματικά για να αιτιολογήσει κανείς την ξαφνική απουσία όλων των φουνταμενταλιστών της παρέας, ξεκαθαρίζοντας πως οι μόνες λύσεις για να τους ξανασταμπάρουμε κάπου είναι να τελειώσει η νταφού ή να τελειώσουν οι πάστες.

Παραφθορά παλαιότερου punchline από διαφήμιση υγρού πιάτων: «Στο Βιλλαμπάχο ακόμα τρίβουν».

- Καλά, αυτοί οι χαβαλέδες άρχισαν να λείπουν κι από τα εργαστήρια τώρα;
- Ποιοι μωρέ, οι φουντικοί κι οι χασίστες; Στο βιλλαμπάφο ακόμα στρίβουν... Ήρθε η άκρη τους από κάτω και έχουν καπνίσει μισό στρέμμα σε δυο μέρες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ρυθμός 3/4. Κατά το σου-τιέν, εκ-μέκ, κλπ.

- (πούτσα-τσα, πούτσα-τσα), χμμ, ωραίο κομματάκι αυτό, τι είναι;
- Ο Γαλάζιος Δούναβης.

Got a better definition? Add it!

Published

Υποτιμητική φράση που απευθύνεται με έντονο απαξιωτικό μορφασμό, για κάποιον τραγουδιστή, ή για κάποια τραγουδίστρια τελευταίας κλάσης (βασικά για κλάσιμο είναι). Για κάποιο άτομο που θεωρεί πως είναι το... μουσικό ταλέντο.

Μιλάμε για κάποιο ψώνιο, για κάποιο άτομο συμβατών προδιαγραφών με το Ανίτα show (δες και γαργάρα με ξυλόπροκες), για κάποιον Κακοφωνίξ, για κάποιο εντελώς ατάλαντο μουσικά άτομο, που ωστόσο όμως μπορεί να διακρίνεται για άλλα ταλέντα (π.χ: μπορεί να μιλάμε για κάποια με φωνητικές δυνατότητες α λα Μαρία Κάβλας, για κάποια φραπεδιάρα, για κάποια χορεύτρια, κλπ).

Πολλά απ' αυτά τα άτομα τραγουδούν σε κέντρα ftpπροδιαγραφών. Πάντως όποιος πάει για να ακούσει ποιοτικό άσμα εκεί, τα 'πιασε τα λεφτά του. Όπως λέει κι η Σαπφώ: Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες. Και στη φάση αυτή, μιλάμε για κακαρίσματα.

Το υποτιμητικό της φάσης βγαίνει από το γεγονός, πως ενώ η φράση θυμίζει σκάλα του Μιλάνου (που παραπέμπει σε όπερα και σε μουσική υψηλού επιπέδου), γίνεται η ανατροπή μιλώντας για Σκάλα του Ωρωπού (δεν μιλάμε δηλαδή για σκάλα με όπερα, αλλά για λιμάνι).

Μιλάμε δηλαδή για κάτι άσχετο. Και επομένως παραπέμπουμε έτσι σε κάποιον ατάλαντο στο τραγούδι.

Όσο πιο χάλια αντίληψη έχουμε για την περιοχή του αναφερόμενου λιμανιού, τόσο πιο μεγάλη γίνεται η απαξίωση.

Σημείωση:

1) Μπορούμε να κάνουμε παύση μεταξύ της λέξης σκάλας και της λέξης Ωρωπού, για να δημιουργηθεί εντονότερη η εντύπωση περί σκάλας του Μιλάνου στο μυαλό του συνομιλητή μας, πριν την ανατροπή που θα ακολουθήσει.

2) Αντί για σκάλα Ωρωπού θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για σκάλα Πολυχνίτου, Καλλονής και γενικότερα για οποιαδήποτε σκάλα λιμανιού.

- Αυτή την τραγουδίστρια που μου σύστησες χθες στο σπίτι σου, δεν την έχω ξανακούσει. Καλή είναι; Πού τραγουδάει;
- Καλή;... Μόνο καλή; Να φανταστείς... τραγουδάει στη σκάλα... - Σκάλα;... Σκάλα του Μιλάνου;
- Περίπου. Σε σκάλα τραγουδάει κι αυτή, αλλά όχι στη σκάλα του Μιλάνου. Στη σκάλα... του Ωρωπού τραγουδάει βρε! Πού να τραγουδάει μωρέ; Στο κέντρο «Τα κακαρίσματα», στην εθνική οδό. Αλλά, δεν μπορείς να πεις; Από μουνί... φωνάρα η τύπισσα. Μιλάμε για... βιρτουόζο στον χειρισμό πουλόφωνου. Όχι αστεία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύστερα από το λήμμα σύσκεψη της συντρόφισσας ironick, σλανγκίζεται για να σημάνει:

  1. Ρίχνω χέσιμο. Θα διευκρίνιζα: Λεπτή και επιμήκη κουράδα.

Επίσης, θα προσέθετα:

  1. Ρίχνω πούτσο.

Ορισμένοι στοχασμοί στην αγάπη σας για να εξηγηθώ:

Ο οβολός παράγεται από την συγγενική αρχαία λέξη οβελός. Ο οβελός είναι η σιδερένια και επιμήκης ράβδος στην οποία περνιούνται κομμάτια κρέας για ψήσιμο. Δηλαδή ένα μεγάλο σουβλάκι. Εξ ου και ο ήρωας Οβελίξ, που είχε αδυναμία στους οβελούς. Οβολός ήταν αρχαίο νόμισμα, που ισοδυναμούσε με το 1/6 της αττικής δραχμής. Λεγόταν έτσι γιατί ήταν πράγματι οβελός, μεταλλική ράβδος. Ήταν ένα εξαιρετικά δύσχρηστο μαζοχιστικό νόμισμα για τους Αθηναίους. Και ήταν το 1/6 της δραχμής γιατί ακριβώς 6 οβολοί μπορούσαν να αδραχτούν από μία ανθρώπινη παλάμη.

Τελειώνει η κρεψινιά (με την καλή έννοια) και αρχίζει η σλανγκ. Η έκφραση «ρίχνω τον οβολό μου» σημαίνει κάνω την ελάχιστη καλή προσπάθεια που μπορώ να κάνω. Επειδή ο οβολός ήταν πολύ μικρό νόμισμα, σαν να λέμε «πενταροδεκάρα», ήταν το νόμισμα που πρόσφεραν ως φιλανθρωπία οι πρωκτικάντζες σφιχτοκώληδεςή οι φτωχομπινεδιάρηδες. Πλην όταν πρέπει να ενισχυθεί μια προσπάθεια πάση θυσία, λέμε «να ρίξει ο καθένας τον οβολό του», εννοώντας «να βάλουμε ο καθένας από ένα λιθαράκι». Στην χριστιανική κουλτούρα σημαίνει να βοηθήσουμε «από το υστέρημά μας».

Πλην ο οβολός/οβελός είναι πουτσόσχημος ως επιμήκης ράβδος κι έτσι η φράση μπορεί να σλανγκιστεί εύκολα για να δηλώσει το γαμήσι του ελέους, ήτοι ψυχικό, ήτοι εξυπηρέτηση, αγγλιστί mercy fuck. Ρίχνουμε δηλαδή τον οβολό, όχι για εμάς, αλλά για τη φουκαριάρα τη μάνα μας... Εξίσου σλανγκίσιμη είναι η πάγια φιλανθρωπική έκφραση «ρίξατε τον οβολό σας εντός του κυτίου». Γενικά, το «ρίχνω τον οβολό μου» σημαίνει μάλλον ένα φιλανθρωπικό γαμήσι, ή ένα ταπεινόφρον γαμήσι, που το κάνω ως ελάχιστη φιλότιμη προσπάθεια για να συμβάλω στην ικανοποίηση του ρητού γαμάτε γιατί χανόμαστε. Achtung, όμως, Σλάνγκοι. Η αρχική σημασία του οβολού είναι ο οβελός, οπότε η φράση μπορεί να παραπέμπει σε φαινόμενα, όπως το σουβλάκι.

Τέλος, η φράση παραπέμπει και στην ρίψη επιμήκους κουράδας στην λεκάνη του καμπινέ, ιδίως σε ορισμένες μορφές ευκοιλιότητας, πάλι με την ίδια ταπεινοφροσύνη για το επίτευγμά μας... Γενικά, για κουράδες που θυμίζουν γλυπτά της Εύας Χέσε.

Trivia: Συναφώς, ως «δραχμή» μπορεί να σλανγκιστεί το πολυφραπέ έξι «οβολών» από ταλαντούχο ανασεισίφαλλο. Όχι τίποτα άλλο, σκοπός του σάιτ είναι να διατηρούνται και εκφράσεις που τείνουν προς εξαφάνιση, όπως η δραχμή.

Μένιος: Πώς πήγε ρε Άρη με την Αφροξυλάνθη;
Άρης: Πώς να πάει; Απλώς έριξα τον οβολό μου για την επίλυση του δημογραφικού.
Μ.: Τι; Την γκάστρωσες κιόλας;
Ά.: Μπα, απλώς λέμε και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα...

Γλυπτό της Εύας Χέσσε, γλύπτρια όνομα και πράγμα! Ρίχνει τους οβολούς της για την προώθηση της μοντέρνας τέχνης.  (από Hank, 06/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σλανγκική εκφορά του ονόματος «Παύλος». Επίσης, του επωνύμου του ποιητή Ανδρέα Κάλβου. (Άσχετο!).

- Στο δεύτερο εξάμηνο μελετήσαμε ποίηση Καύλου Νιρβάνα και Ανδρέα Κάβλου.
- Στ' αρχίδια μας κι εμάς, Κωστής Παλαμάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μη μου τους κύκλους τάραττε που λέει η Σιλικονέλλα / Σιλικονίτα στην οποία κάνουμε ισπανική (μαλακία ή ακόμη καλύτερα πίπα, για την λεπτή διαφορά βλέπε εμπνευσμένη ανάλυση της Mes), και γι΄ αυτό φοβάται μην σπάσει κανά μπαλόνι και τρέχουμε να ψάχνουμε τα υπολείμματα της poustiάς του Pousti. Για να αποφύγουμε τέτοιες ατάκες το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε (εκτός από το να απαγορεύουμε σε κονάτες να διαβάζουν slang.gr) είναι να ακολουθήσουμε την συμβουλή της Mes από το Πουτσοπόλιταν, ότι οι ρώγες ΔΕΝ είναι κουμπιά ραδιοφώνου, και δεν πρέπει να τους συμπεριφερόμαστε σαν να ήταν...

Λάουρα σε χρόνο ύποπτο: - Αχ μη Χαβιέ (σ.ς.:Ισπανός), μη μου τους βύζους τάραττε. Μόλις γύρισα από Tom Pousti. Και ποιος την ξαναπληρώνει την μπαγαποντοπλαστική!...

(από nick, 05/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το οι μισοί Έλληνες θα μάθουν τέχνες, οι άλλοι μισοί γάματα, υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες μυαλών.

Τα μεν είναι τα θετικά, δηλαδή αυτοί που ασχολούνται με τις θετικές επιστήμες και την τεχνολογία.

Τα δεν είναι, αντιθέτως, τα αρνητικά, δηλαδή αυτοί που ασχολούνται με τις και καλούα «ανθρωπιστικές» «επιστήμες» και τις «καλές» τέχνες (οι άλλες τι είναι δηλαδής, κακές;), δηλαδή οι άχρηστοι παρασιτικοί κηφήνες, που ζουν εις βάρος των πρώτων...

- Τι κάνουν οι γιοι σου ρε Χαρίλαε, πρέπει να έχουν μεγαλώσει πια...
- Ο πρώτος μας βγήκε θετικό μυαλό! Πολιτικός μηχανικός. Χτίζει ουρανοξύστες στην Κηφισσίας.
- Κι ο δεύτερος;
- Αυτός βγήκε αρνητικό μυαλό. Έκανε ντοκτορά στο Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ για την ποίηση της γενιάς του '30 (βλ. λήμμα «Κωστής Παλαμάς») και τώρα είναι άνεργος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified