Further tags

γίδιος, γιδήμων

Αντί να βρίσεις κάποιον "γίδι", άσχετο ξερόλα κλπ, βρίσκεις επίθετα ή ουσιαστικά που φωνητικά αρχίζουν από ιδι- και κοτσάρεις μπροστά τους ένα γ.
Κατσικώνονται έτσι ωραίες κατασκευές με ελαφρύ άρωμα τραγίλας:
γίδιος κάποιος που ξέρωγίδιος κάποιος που ξέρω
Σημείωση:
Υπάρχουν από παλιά "τα γίδια" της slangirene, απάντηση στο "— Τι νέα;"

  1. είσαι γίδιος ο Πρατ Πιτ

  2. Με αυτο το χαζομουσι πλεον ολοι οι αντρες ειναι γιδιοι (εδώ)

  3. Τέτοια στιγμιότυπα άπειρα! Το όλο πολιτικό σκηνικό είναι στημένο κ αναπαράγει γίδιους διαλόγους )) (εδώ)

  4. Οι σύντροφοι που θελουν να μας πάνε στη δραχμή είναι οι (γ)ίδιοι που πιστεύουν ότι ο Πούτιν είναι κομουνιστής #tsirko (εδώ)

  5. Είσαι γιδήμων και δηλώνεις σε ηλικία που έχει μπροστά το 2 5-6 μεταπτυχιακά και phd? Τώρα υπάρχει λύση! http://luben.tv/web/www/57567 (εδώ)

  6. Πολυ κακώς το φόρεσε το λεοπαρ. Οπως εχει πει ενας σοφος Γιδημων 'Λεοπαρ φοράς μονο αν εισαι 40ρα και πανω'#foustanella #eurovisiongr (εδώ)

  7. Αυτο που ο Μητροπουλος θα αυτοκτονήσει ειναι γιδιο με εκείνο του Αδωνι που θα έφευγε απο τη χώρα αν έβγαινε ο ΣΥΡΙΖΑ ε; # ekloges2015_round2 (εδώ)

  8. Αστική γιδημονιά είναι:
    -Η αστική σαλιάρα Αδωνη, φίλου των εστέτ της χωρας
    Κιμπάρης Βαγγέλας
    -Η Ντόρα ν ακούει εμετο Ψινάκη χασκογελώντας (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θέμα που υπό κ.σ. ενδιαφέρει ανθυποσύνολο της επιστημονικής κοινότητας των λεπιδοπτερολόγων, γίνεται -αλίμονο- συνώνυμο της ασημαντότητας, της ακυρίλας και άξιο για κατευθείαν σύνδεση με Κάιρο.
Προσφέρεται ακόμη για να πετάς την μπάλα στην εξέδρα/ μνήματα ή να παθαίνεις αιφνίδια και κατά βούληση έκπτωση εγκεφαλικής λειτουργίας (άι κιου ραδικιού/ κατσικιού), κοινώς να κάνεις τη μπάμια, νομίζεις οτι σε συμφέρει γιατί.
Είναι κι η άχρηστη πληροφορία της ημέρας.
η μεταμόρφωση της πεταλούδας

  1. Προτιμώ να διαβάσω για την αναπαραγωγή της κάμπιας παρά κοέλιο ΕΔΩ
  2. αυτος ο μαραθωνιος εχει τοσο ενδιαφερον οσο και ενα ντοκιμαντερ για την αναπαραγωγη της καμπιας #dwts5 ΕΔΩ
  3. Δεν θέλει να μιλάμε για "λαθολογία" ο μπούρδας. Ε καλά να μιλήσουμε για την αναπαραγωγή της κάμπιας #ERTdebate2015 ΕΔΩ
  4. Όταν απέλυσαν τους χιλιάδες ιδ. υπαλλήλους κ έκλεισαν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα η #ERT μετέδιδε ντοκιμαντέρ για την αναπαραγωγή της κάμπιας ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το μικρό σκυλί (το λέμε και για μεγάλα αλλά ειρωνικά). Τελείως κοροϊδευτική λέξη έχει παρόμοια σημασία με τον ποκοπίκο, όσο αφορά το μέγεθος. Είναι και αρσενικού γένους, αλλά και ουδέτερου. Προέρχεται από το αμερικάνικο goofy goober, που είναι το χαζό άτομο, ο σπασίκλας.

  1. - Και εκεί που ήμουν πάνω στο στρογγυλι, με πήρε στο κατόπι ένας γκούφη γκούπερ και ξέρεις, τι να κλάσω με το πενηντάρι... οπότε έφαγε ένα κλωτσίδι το καημένο...

  2. - Κοίτα αγάπη μου! Μας πήρα ένα σκυλάκι! Κανίς-Γκριφόν είναι!
    - ΧΑΧΑΧΑΧΑΧ!!! Τι είναι αυτό το γκούφυ γκούπερ;!;! Roflcopter!
    - ΧΩΡΙΖΟΥΜΕ!

  3. Με κάλεσε ο Πέτρος σπίτι του και είχε έναν γκούφη γκούπερ ΝΑ! Μου πήγε το σκατό στη κάλτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κλασικότερο παράδειγμα τραγωδιάστριας που προέρχεται από την αηδιό Έφη Βώδη (κατά κόσμον Θώδη), η οποία θέσπισε σχολή στην Ελλάδα με το ιδιάζον ταπεραμέντο της.

Αναφέρεται σε κυρία Χατζηκωλάρα, που αποφάσισε να εγκαταλείψει τη στρούγκα με τα ζωντανά της και να ασελγήσει στο τραγούδι, ακολουθώντας το επαναστατικό κίνημα του «Tyrogalo Funk» στη μουσική σκηνή του τόπου, που πρώτη η Βώδη-Θώδη εμπνεύστηκε. Ακολουθεί φωτογραφία της εν λόγω κυρίας εν ώρα «καλλιτεχνικής δημιουργίας».

Βώδη, Έφη

Απαραίτητες προϋποθέσεις πληρότητας του προφίλ μιας τραγωδιάστριας τύπου «Βώδη» είναι:

  • Καταγωγή από άγονο ορεινό χωριό που η κύρια απασχόληση των κατοίκων είναι η εκτροφή τζιτζίκων. Ενίοτε και από νησί άγονης γραμμής που δεν το θέλουν ούτε οι Τούρκοι (άρα και μικρότερο από τα Ίμια).
  • Διαστάσεις χαμηλοτάβανης γκαρσονιέρας. Ύψος κάτω του 1.65m, πλάτος που κυμαίνεται από 2.5 έως 6.5m και μήκος αδιάφορο (αρκεί να «γεμίζει» τη σκηνή στην οποία εμφανίζεται).
  • Χρώμα μαλλιών οπωσδήποτε ξανθεμετί με σχήμα ακαθόριστο, λες και κουρεύτηκε με αλυσοπρίονο.
  • Περιφέρεια στήθους μεγαλύτερη από το νομό Αχαΐας (μαζί με τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου).
  • Περιφέρεια λεκάνης μεγαλύτερη από το λεκανοπέδιο Αθηνών (μαζί με τα προάστια).
  • Πόδια σε σχήμα μπουκάλας (κορίνας) μπόουλινγκ και χέρια χοιρινά με το απαραίτητο ξύγκι να κρέμεται στα μπράτσα (κατάλοιπο της πρώην απασχόλησής της με το πήξιμο τυριού στο χωριό της).
  • Ηλικία οπωσδήποτε άνω των 40 (αιώνων εννοούμε) με έντονες τάσεις τεκνατζούς αλλά με ελάχιστη επιτυχία, καθότι για να πας με τέτοιο υπέρμπαζο πρέπει να είσαι πρόεδρος των απανταχού σαβουρογάμηδων και με δείκτη ευφυΐας χρυσόψαρου.
  • Έντονα ένρινη φωνή και προφορά άθλια που δε θυμίζει καμία γλώσσα, οπότε εύκολα «ερμηνεύει» πάσης φύσεως γελοιώδες άσμα ανά την υφήλιο (από ελληνικά έως σουαχίλι).
  • Έκφραση «αγελάδας όταν περνάει το τρένο» και γέλιο ιγνοράνου, με χροιά που κάνει τα νεύρα (όσων την παρακολουθούν) να χορεύουν κλακέτες.
  • Απαραίτητη η εμφάνιση κάθε μεσημέρι σε τηλεοπτικές εκπομπές που θα ασχοληθούν για μισή και πλέον ώρα με τα «σουξέ» της, τη γκαρνταρόμπα της (από φουστάνια μέχρι και εσώρουχα σε μέγεθος αντίσκηνου), την τεράστια πισίνα του σπιτιού της (για να πλατσουρίζει η κυρία φώκια στους καύσωνες και να αηδιάζουμε εμείς), τα σοφά λόγια που συχνά εξαπολύει προς όλες τις κατευθύνσεις κλπ κλπ. Αποτελεί κίνητρο για αυστηρή δίαιτα, μιας και σε πιάνει τέτοια τάση για εμετό που σου κόβεται η όρεξη για ένα 24ωρο.
  • Τα τραγούδια της είναι must σε κάθε γάμο (από το γάμο στην Κανά μέχρι και το γάμο του καραγκιόζη).
  • Το cd της επιβάλλεται σε κάθε καγκουροαυτοκίνητο (χωρίς βενζίνη επιτρέπεται, χωρίς το cd δεν ξεκινάει).

Ο μόνος τρόπος αποφυγής του φαινόμενου «Βώδη», είναι η μετανάστευση και μάλιστα σε περιοχή χωρίς ΜΜΕ, καθότι οι εν λόγω τραγωδιάστριες είναι διεθνούς βεληνεκούς…

Διαγωνισμός τραγουδιού προς τιμήν της μεγάλης Έφης Βώδη-Θώδη...

Παράδειγμα χρήσης:
-Πάμε μπουζούκια ρε απόψε;
-Πού; Σκυλάδικα;
-Ε ναι, να ακούσουμε καμιά βώδη να σπάσουμε πλάκα.
-Μπα, τραβηγμένο. Θα με πιάσει πονοκέφαλος...

Έφη Θώδη, Γιουροβίζιον 2008 (από poniroskylo, 04/06/08)Α-ψωλού-τλι (από joe909, 12/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική παραλλαγή του επιρρήματος «αρκούντως» (αρκετά). Βασίζεται σε εσκεμμένα λανθασμένη αντικατάσταση του «ντ» από «δ» όπως αυτό γινόταν παλιά στα ξένα ονόματα (Codrington -> Κόδριγκτον, Don Juan->Δον Ζουάν κ.ο.κ ). Δείχνει επιδοκιμασία, θετική στάση αλλά και ελαφριά ειρωνεία καθώς παραπέμπει στην αρκούδα και στον αρκουδέη.

- Πώς σου φάνηκε το καινούριο Half Life;
- Αρκούδως καλό αν και θα περίμενα τελειότερα γραφικά.

Αναρκούδωτη μοναξιά (από Khan, 19/09/13)

Βλέπε και τουλάστιχον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλο σαβουριάζει τον αγλέουρα η κυρα κατίγκω η Φοφώ και έχει κάνει ένα ποπό... σαν πλατεία...

Τώρα κάνει δίαιτα... Κάνει βοδιλάιν.

Τη βλέπεις τη μουντρούχα τη χοντρή, λέει ότι κάνει βοδιλάιν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Slang από Καραϊσκάκη μεριά παρμένο. Το λένε οι οπαδοί του Ολυμπιακού ειρωνικά για την ομάδα του Παναθηναϊκού. Το γιατί, είναι εύκολο να το μαντέψει κανείς κοιτάζοντας το έμβλημα του Παναθηναϊκού. Ως γνωστόν τα άλογα λατρεύουν τα τριφύλλια.

Δημοσκόπηση (ο Θεός να την κάνει) στο site gavros.gr:

Πόσα γκολ θα φάει η αλογοτροφή στο κυριακάτικο ντέρμπυ;
- Ένα και να καίει
- Δύο όπως όλοι
- Τρία όπως στη Ριζούπολη
- Τέσσερα όπως πάντα

Η αλογοτροφή (από allivegp, 28/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μεγαλοφυής απάντηση του Λαζόπουλου στον Καρβέλα (18/12/07, Αλ Τσαντίρι Νιουζ):

Πάει ο Νίκος στο δάσος. Άντρακλας ο Νίκος, βλέπει ένα μακάκα, μπαμ μπαμ το σκοτώνει. Έρχεται ένας μεγάλος μακάκας από πίσω, και του λέει, ή σε σκοτώνω, ή κάνουμε σεξ. Άντρακλας ο Νίκος, αλλά τι να κάνει, στήνει κώλο, τον γαμάει ο μακάκας από πίσω. Γυρνάει ο Νίκος στο σπίτι, δεν του σηκώνεται τρεις βδομάδες.

Πάει στο δάσος, βλέπει το μεγάλο το μακάκα, μπαμ μπαμ το σκοτώνει. Έρχεται ένας πιο μεγάλος μακάκας από πίσω, και του λέει ή σε σκοτώνω ή κάνουμε σεξ. Τι να κάνει ο Νίκος, στήνεται στα τέσσερα. Από πίσω ο μακάκας του κάνει τα δικά του. Γυρνάει ο Νίκος στο σπίτι, πέντε βδομάδες δεν του σηκώνεται.

Πάει ξανά στο δάσος, βρίσκει τον πιο μεγάλο μακάκα, μπαμ μπαμ το σκοτώνει. Έρχεται από πίσω ένας μακάκαρος μεγάλος μεγάλος και του λέει:

-Ρε Νίκο, παραδέξου ότι δεν έρχεσαι στο δάσος για το κυνήγι!

Ξέσκισέ τους όλους Λάκη, μην κωλώνεις!

Και η τρασιάρικη παρέμβαση του Στράτου Λασκαρίδη στην έριδα. (από Khan, 23/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό της κερκίδας. Κριάρι είναι ο δυνατός και άτεχνος παίκτης. Γεροδεμένος και καλός στις κουτουλιές - συγνώμη, κεφαλιές - αλλά δυσκίνητος και απελπισία όταν η μπάλα είναι κάτω. Μηδέν τρίπλα, μηδεν πάσα, μηδέν αντίληψη - αλλά παληκάρι και συχνά σκληρός. Συνήθως σέντερ μπακ. Μια-δυο φορές σε κάθε ματς επιχειρεί κατεβασιά με τη μπάλα στα πόδια - πολύ γέλιο. Μπορεί να είναι και σέντερ φορ με ανάλογα χαρακτηριστικά - το λεγόμενο «φουνταριστό» σέντερ φορ που ρίχνει άγκυρα στη μικρή περιοχή των αντιπάλων και προσπαθεί να πάρει τις κεφαλιές.

Κριάρια, από το Rams, είναι και το παρατσούκλι της Αγγλικής Derby County. Δεν υπάρχει - απαραίτητα - σχέση.

ُΣχετικά λήμματα: άμπαλος, Ampalinho (Αμπαλίνιο), δεν τη βρίσκει με τίποτα, δεντηβρίσκοβιτς, δεν κόβει ούτε με βαλέ, δρεπανηφόρο άρμα

  1. O Aβραάμ μέχρι πρότινως ήταν ένα κριάρι. Ένα άμπαλο κριάρι, του οποίου το καλό όνομα ήταν δημιούργημα των δημοσιογράφων της Θεσσαλονίκης (σχόλιο για τον κεντρικό αμυντικό του Ολυμπιακου Αβράαμ Παπαδόπουλο στο φόρουμ ΑΕΚΑΡΑ, www.rocking.gr)

  2. Οτι είναι άτεχνος και ατσούμπαλος συμφωνώ,αλλά δεν αμφισβητώ πως είναι δυνατός και γρήγορος..Εξάλλου ο ¨Αντζας ξέρει πολλή μπάλα για σέντερ μπακ,αλληλοσυμπληρώνονται..Όλες οι ομάδες έχουν έναν κουμανταδόρο και ένα κριάρι στην άμυνα για να κάνει τη βρώμικη δουλειά... (από το www.fmgreece.gr, πάλι για τον Αβράαμ)

Ο Αβράαμ - αν η μπάλα ήταν τόσο μεγάλη θα την είχε βρει (από poniroskylo, 24/02/09)Το σήμα των "Κριαριών" (από poniroskylo, 24/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν είναι ο Μπαμπινιώτης, (δεν είναι ο κροταλίας), αλλά μία επικίνδυνη μεταλλαγμένη παραλλαγή του, βγαλμένη μέσα από λάθος πειράματα που πραγματοποιήθηκαν σε φρικτά ναζιστικά εργαστήρια γενετικών ερευνώνε, και ο οποίος κάποια στιγμή το έσκασε και ανέλαβε να κατακρεουργήσει τον πλούτο της γλώσσης ήν μας έδωκαν Ελληνικήν. Πρόκειται για τερατώδες όν, κάτι μεταξύ μπαμπουίνου και Μπαμπινιώτη, που κυκλοφορεί ελεύθερο και πυροβολεί αδιακρίτως, σκορπίζοντας τον τρόμο και το σύστριγγλο. Ά, κόντεψα να το ξεχάσω, είναι και μέλος του slang!

Μεταξύ φίλων :
- Άσε ρε μεγάλε που θα μου πεις ότι η Ελενίτσα ξέρει Γαλλικά...
- Ναι ρε μαλάκα σου λέω, αφού έχει πάρει το Μπακαβλορεά...
- Ωοοοο, μεγάλε έγραψες! Για πάρτε ρε ένα μπαμπουινιώτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified