Further tags

Η λεσβία με στερεοτυπικά αρρενωπά χαρακτηριστικά. Από το αγγλικό dyke που ετυμολογείται πιθανόν από το bull-dyke και μαρτυρείται από το 1921.

Ούτε τις ντάικ είχα, δηλαδή έπρεπε να έχω νταραβεριστεί; Φασωθεί, αν έχω φασωθεί με ντάικς, ε με κάνα δυο. Αποτυχημένα. Είναι σαν να είμαι εγώ. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 65).

Got a better definition? Add it!

Published

Αγγλική χροιά στη λέξη φίδι που υποδηλώνει τον στρατιώτη, συνήθως παλιό, που δεν τον χώνουν, και είναι πάντα αραχτός και όταν οι νέοι πήζουν αυτός λίαζεται έξω όπως τα φίδια το καλοκαίρι.

-Ρε σειρά πως τη περνάει έτσι ζάχαρη ο λέουρας;
-Ασε ρε ποντίκι που θές να μάθεις κόλας! Ο Νίκος είναι ειδικός στο λούφινγκ, το φίδινγκ και το μηνυματέισον!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την ομότιτλη ταινία όπου μια φάλαινα παίζει κύριο ρόλο. Την χρησιμοποιούμε συνήθως για να πούμε εμμέσως ότι μια είναι πολύ χοντρή.

Μαρία:
Σας έδωσε καλό τραπέζι στους onirama η Σαμάνθα μαιτρ;

Κώστας:
Ο free willy εξυπηρετεί μόνο επωνύμους, πάλι μάπα μας έδωσε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σε γυναίκες που το παίζουν ωραίες προκαλώντας με δηλώσεις και ενδυματολογικές επιλογές, αλλά ουσιαστικά είναι πολύ άσχημες και πολύ μεγάλες σε πλάτος. Προέρχεται από το όνομα της Πάμελας Άντερσον (που συνήθως αύτο είναι το είδωλο των συγκεκριμένων γυναικών).

- Ξέρεις τη Σταυρούλα; Μου έχουν πει ότι είναι πόλυ hot και sexy.
- Τι λες ρε; Φάλαινα Άντερσον είναι! Να την έβλεπες πώς ντυνόταν στο σχολείο... Σκέτη φρίκη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα που αποδίδει έκφραση του προσώπου, έναν συνδυασμό απογοήτευσης και ειρωνείας, εμπνευσμένη από χαρακτηριστική φωτογραφία του γνωστού βατράχου κέρμιτ από το Muppet Show, την οποία παίρνει κάποιος όταν ακούει κάτι εντελώς άσχετο, χαζό ή ενοχλητικά απροσδόκητο. Χρησιμοποείται κυρίως από άνδρες σε περιπτώσεις χιλόπιτας ενώ όλα δείχναν θετικά.

Χθες το βράδυ γνώρισα μια κοπέλα και μιλάγαμε δύο ώρες, όλα πήγαιναν μια χαρά και την έβλεπα ότι γούσταρε κι αυτή, αλλά όταν της είπα να μου δώσει το τηλέφωνο της μου είπε «έχω αγόρι» και κερμίτιασα άσχημα.

Jim Henson, Kermit the Frog. (από patsis, 15/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλιά για το ναρκωτικό μεφεδρόνη. Πιθανόν προέρχεται από το ότι το ναρκωτικό ονομάζεται και 4-methylmethcathinone / 4-MM-CΑΤ, που θυμίζει (η αρχή του τελευταίου συνθετικού) την αγγλική λέξη για την γάτα, βλ. το αστικό λεξικό. Προσοχή, λοιπόν, στα τεχνητά γατόνια. Οι όροι μιάου και μιάου μιάου έχουν περάσει και στα ελληνικά, όπως με διαβεβαίωσε άγνωστός μου που περιμέναμε μαζί στην ουρά για το ΙΚΑ.

Η μεφεδρόνη, γνωστή στην «πιάτσα» των ναρκωτικών σαν «ντρόουν», «Μ-Κατ» και «μιάου μιάου», προκαλεί την ίδια ευφορία που δημιουργεί το ecstasy και οι αμφεταμίνες. Η επίδραση αρχίζει μισή ώρα μετά τη λήψη της και διαρκεί ως και τέσσερις ώρες. Ο χρήστης ενδέχεται να παρουσιάσει απότομες αλλαγές στη θερμοκρασία του σώματος, ταχυκαρδία, κρίσεις πανικού και μυϊκούς σπασμούς, ενώ έχουν αναφερθεί και περιπτώσεις χρηστών που είχαν παραισθήσεις. Πέρυσι, ένας νεαρός στη Βρετανία παραλίγο να αποκόψει το μόριό του υπό την επήρεια της μεφεδρόνης, ενώ πριν από λίγες ημέρες ένας άλλος συμπατριώτης του αυτοπυροβολήθηκε με περίστροφο στο κεφάλι.

(Δες)

Ωδή στην ψυχεδελική γάτα του Syd Barrett (από Vrastaman, 09/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικά, ο ΟΫΚάς (Ομάδες Υποβρυχίων Καταστροφών) για τους καταδρομείς.

Από τον βάτραχο Kermit του Muppet Show, που έδωσε λαβή και για την ανύπαρκτη σλανγκιά κερμιτιάζω.

- Τι να κλάσει μωρέ ο φλώρος ο Κέρμιτ;

Το χαρακτηριστικό κερμίτιασμα (από Khan, 04/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν λέμε «μικρό μου πόνι» εννοούμε τον κοντόκωλο άνθρωπο που, επί πλέον, έχει γεροδεμένα μπούτια.

Άλλως, τσολιάς.

Ρε συ, ο καθρέφτης φταίει ή είμαι πράγματι μικρό μου πόνι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πραγματικά διατηρώ ακόμα ενδοιασμούς για το αν το λήμμα αποτελεί σλανγκιά, αλλά έχει ακουστεί και ακούγεται τόσο συχνά, που ίσως τελικά να είναι.

Και φυσικά αναφερόμαστε στα συμπαθή σκυλάκια ράτσας κόλεϊ, όπως είναι σωστά, που όμως λόγω της επιτυχίας και φήμης της γνωστής σειράς Λάσσυ κάμποσα χρόνια πριν, έφτασε το όνομα να αντικαταστήσει την ίδια την ράτσα...

Για την ιστορία, η Λάσσι βασίζεται σε μυθιστόρημα του Έρικ Νάιτ πάνω στο οποίο βασίστηκε αργότερα (δεκαετία '50-'60) η ομώνυμη σειρά.

  1. - Αχ τι χαριτωμένο το σκυλάκι σας, Λάσσι είναι , εεε;; - ...

  2. - ... Ποιος είναι ρε ο Μάκης ; - 'Ελα ρε, αυτός ο ψηλός που μένει δίπλα στου Στέφανου, με το σκύλο τον ωραίο... - Α ναι, τη Λάσσι! - Κόλεϊ βρε μαλάκα, έλεος!

(από rigo21, 12/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόσωπο που εμφανίζει τις μικρότερες πιθανότητες επιτυχίας, αντιήρωας, αουτσάιντερ. Μόνιμο θύμα αδικίας ή καταδίωξης, συχνά εκ πεποιθήσεως.

Εκ του Αγγλικού underdog.

- Τι ομάδα είσαι;
- Αεκάκι, φίλε μου!
- Καλώς το υπόσκυλο!

(Υπο)σκυλίσια ζωή! (από Vrastaman, 25/08/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified