Δεν μιλάμε για την εταιρεία Μικρομαλάκιον και τα παράθυρά της, αλλά για το πεουλίνι που είναι μικρό και μαλακό και ωσεκτουτού δεν κάνει καλά την δουλειά του. Νταξ, σεφερλιά, αλλά λέγεται.

Πάσα: Νακοβία.

- Είναι κρίμα να τραβά τέτοιο κορμί ο Microsoft, πρέπει να έρθει από μας η κοπέλα, να δει λίγη χαρά στα σκέλια της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ μικρό πέος.

- Τι να γαμήσεις ρε μ' αυτό το γαριδάκι που έχεις;

(από Galadriel, 01/03/09)(από GATZMAN, 14/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ο όρος «γαριδάκι» χαρακτηρίζει το πέος, διαθέτει αμφισημία. Βλ. παράδειγμα.

Μπόμπος: Μπαμπά, μπαμπά, το πουλάκι του Κωστάκη είναι σαν γαριδάκι!
Μπαμπάς, έκπληκτος: Τι εννοείς, παιδί μου; Μικρό;
Μπόμπος: Όχι, αλμυρό!
Μπαμπάς: ..........................

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρό σε μήκος ανδρικό πέος.

Πού πάει μ' αυτή τη δαχτυλήθρα ο τρόμπας; Εμ δεν έχει, εμ απ' όξω τον έχει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο νούλας, ο μικρός, ο λίγος. Δυστυχώς για κάποιους, σε μερικά πράγματα το μέγεθος μετράει. Οφθαλμοφανής παραλληλισμός με το μέγεθος του ρεβιθιού.

  2. Σημαίνει και τον ανίκανο να κάνει μεγάλα πράγματα.

Σ.Σ.: το λήμμα πρωτοεμφανίστηκε πριν το 1900. Μη νομίζουμε δηλαδή ότι οι παλιοί δεν σλανγκάρανε... (ή ότι την είχανε όλοι μεγάλη).

Θέλει και να διοικήσει την Ελλάδα, ο ρεβιθοτσούτσουνος. Εδώ δεν μπορεί να διοικήσει τη γυναίκα του...

(από Vrastaman, 13/03/09)(από Vrastaman, 13/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πέος και δη το μικρό πέος. Βλ. παράδειγμα.

Το τραγούδι «Δεν είναι βόας», το έγραψε ο Κώστας Βίρβος με τον Μίμη Πλέσσα και εμπεριέχεται στον δίσκο «Το Πανόραμα», μέσα στον οποίο γίνονται αναφορές σε πρόσωπα και γεγονότα, παλαιότερων χρόνων. Η ιστορία του τραγουδιού ξεκινάει από έναν πλανόδιο πωλητή που γυρνούσε στην παλιά Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις για να πουλήσει μια υποτιθέμενη θαυματουργή οδοντόσκονη. “Άλλες φορές, ανάλογα με τη διάθεση του, πουλούσε και μια σκόνη που θεράπευε όλους τους πόνους. Ο παμπόνηρος έμπορος χρησιμοποιούσε ένα συγκεκριμένο τέχνασμα, ώστε να προσελκύει τους ανυποψίαστους πελάτες. Έστηνε ένα τραπεζάκι σε μια κεντρική πλατεία και πάνω έβαζε ένα μικρό κουτί. Μέσα υπήρχε ένα μικρό φιδάκι, σαν τα φιδάκια της Παναγίας που υπάρχουν στο Ιόνιο. Στη συνέχεια φώναζε: «Δεν είναι βόας, δεν είναι κροταλίας, περάστε κυρίες και κύριοι, είναι το φιδάκι ο Διαμαντής. Ένα σπάνιο φίδι που βρέθηκε στη ζούγκλα της Αφρικής, έπειτα από χρόνια ερευνών». Ο κόσμος περίεργος, πλησίαζε να δει το σπάνιο φιδάκι, κι όταν μαζεύονταν αρκετοί, τους έλεγε: «Πριν όμως κύριοι ανοίξω το κουτί, με τον Διαμαντή, θα σας μιλήσω για την καινούργια, θαυματουργή σκόνη των δοντιών, που την ανακάλυψε ο μεγάλος…» και έλεγε ένα όνομα της φαντασίας του που το έκανε να ακούγεται αληθινό. Μετά συνέχιζε: «Η σκόνη αυτή κύριοι, σταματά αμέσως τον πονόδοντο, ενώ κάνει συγχρόνως τα δόντια σας να αστράφτουν».

Άλλες φορές μάλιστα, παρουσιαζόταν ο ίδιος ως μεγάλος γιατρός-ερευνητής, ο οποίος είχε ανακαλύψει τη σκόνη για τους πόνους. Πολλοί από τους παρευρισκόμενους πείθονταν και αγόραζαν τη σκόνη, ευελπιστώντας μάταια να τους περάσει ο πόνος. Έχοντας ως κράχτη το φιδάκι, τον Διαμαντή, πουλούσε οδοντόσκονη! Πολύ συχνά κατέληγε στο αυτόφωρο, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που τα θύματα του τον αναγνώριζαν και τον έπαιρναν στο κυνήγι.

Οι στίχοι του τραγουδιού είναι οι εξής:! Δεν είναι βόας, ούτε κροταλίας μα το φιδάκι μου το μαγικό και γύρω κόσμος πάσης ηλικίας για ν’αγοράσουν από το γιατρικό Κυρά μου όπου κι αν πονάς στη λεωφόρο Αθηνάς θα βρεις τον δόκτωρ ακαμάτη πονάει δόντι βγάζει μάτι Δόκτωρ που ήρθε απ” το Παρίσι κι έχει διπλώματα περίπου επτά τώρα αν σπούδασε στο Καρπενήσι για ψιλοπράγματα ποιος συζητά. (Εδώ, 1976).

Got a better definition? Add it!

Published

Υπάρχουν δυο μικραί κατηγορίαι ψωλινών:

  • Το φέρον ακόρεστον λιβιδινικόν πάθος νεαρό ψωλοκόριτσο.
  • Το έλασσον τσουτσούνιον, ουχί απαραιτήτως το παιδικόν τοιαύτον.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

1.
« Να σας πω εγώ τό γιατί;... Γιατί καυλώνετε πάρα πολύ και θέλετε, νοµίζω, να παίξετε πάλι µαζύ µου... Τό βλέπω, ξέρετε, από πολλή ώρα και απ' τό βουνό που σχηµατίζει η φουσκωµένη πούτσα σας στο παντελόνι σας, µπροστά, και απ' τό γλυκοπασπάτεµα που τής κάνετε κάθε τόσο » είπε µε χαριτωµένην φυσικότητα η αγγελική κορασίς, διακόπτουσα τόν Αιµίλιον. « Ωωωχ!... Ωχ, ναι!... Ακριβώς... Και θα δής, Ψωλίνα µου, τι όµορφα που θα σε κάνω να χαρής, και πόσο θα χαρώ και εγώ µαζύ σου! » ανεφώνησε ο καυλωµένος καλλιτέχνης

2.
«Ἄαα!.. Ἄαααα!… Ἄααααχ!…» ἔκαμε πάλιν μὲ ἄκραν ἡδυπάθειαν τὸ ἀγόρι, ενῶ ἡ ψωλή του ἔχουσα πλέον φουσκώσει καὶ επιμηκυνθεῖ πολύ καθώς τῆς ὡμιλοῦσε ό γαργαλῶν αὐτὴν μουσικός, χωρὶς νὰ εἶναι τεράστια ἢ τοῦ τύπου ἐκείνου πού συνήθως ὀνομάζεται «ψωλάρα», εἰς τὸν βαθμόν τῆς εξογκώσεως ποὺ εἶχε φτάσει, δὲν ἦτο πλέον δυνατόν, ἔξω ἀπὸ τὴν χαϊδευτικήν ἔννοια αὐτῶν τῶν λέξεων, νὰ ὀνομάζεται «ψωλίτσα», «ψωλίνα», ἢ «ψωλέττα», ἀλλὰ ψωλή, τοὐτέστιν πούτσα διαστάσεων σεβαστῶν, ἀφοῦ, χωρὶς νὰ ἔχει εἰσέτι διαστάσεις πούτσου ἀνδρὸς πλήρως ἀνεπτυγμένου (καὶ μάλιστα καυλωμένου), εἶχε ἐν τούτοις φτάσει, ὡς πρὸς τὸ μῆκος, τὰς διαστάσεις αλλᾶντος τῆς Φραγκφούρτης κανονικοῦ μεγέθους, ὑπερβαίνουσα ὅμως κατὰ τὸ πάχος αἰσθητῶς, τὸ σύνηθες χόνδρος τῶν λουκανίκων αυτοῦ τοῦ εἴδους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified