Selected tags

Further tags

Νεολογισμός που σχηματίζεται κατά το γερμανοτσολιάς.

Χρησιμοποιείται από όσους ερμηνεύουν την παρούσα οικονομική κρίση με όρους «κατοχής» τ. «οι Γερμανοί ξανάρχονται», στην οποία άλλοι έχουν τον ρόλο του δωσίλογου και άλλοι του αντιστασιακού. Μόνο που τώρα η δύναμη κατοχής δεν είναι ένα έθνος- κράτος, έστω οι ισχυροί οικονομικώς Γερμανοί, αλλά οι υπερεθνικές τράπεζες. Οπότε τραπεζοτσολιάδες είναι αυτοί που υπηρετούν τα συμφέροντά τους, με οποιοδήποτε ιδεολογικό περιτύλιγμα και αν αυτό γίνεται. Ο νεολογισμός, λαδή αποσκοπεί να παρουσιάσει τους τραπεζοτσολιάδες ως τους απογόνους των γερμανοτσολιάδων, ήτοι ότι υπό όλες τις συγκυρίες κάποια λαμόγια θα επιπλεύσουν, θα προδώσουν και θα βγάλουν και κέρδος.

Τρίβιο: Η σλανγκενέργεια του -τσολιάς (με πρότυπο το γερμανοτσολιάς) φαίνεται και από τον όρο ισπανοτσολιάς που έπλασαν οι Πορνοστρόικα για να χαρακτηρίσουν τον σπανιώλη.

  1. Καποτε κολλησαν στους προγονους μου το στιγμα των κομμουνιστοσυμμοριτων για να μειωσουν την πατριωτικη τους συνειδηση, οι δοσιλογοι, θρασυδειλοι και ξενοδουλοι συνεργατες των Αγγλων και των Γερμανων, οι κομμουνιστοφονιαδες και οι γερμανοτσολιαδες, που τα εγγονια τους σημερα ειναι οι αξιοι λαϊκοφονιαδες και τραπεζοτσολιαδες.
    Σημερα ηρθε η ωρα να παρω το αιμα μου πισω χαρακτηριζοντας τους απογονους τους ως τραπεζοσυμμοριτες. (Εδώ).

  2. KALATRABA Η ΟΧΙ ΣΕ ΛΙΓΟ ΚΑΘΕ ΤΡΥΠΑ ΘΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΤΡΥΠΩΣΟΥΜΕ ,ΘΑ ΜΑΣ ΠΑΡΟΥΝ ΚΑΙ ΤΑ ΣΚΥΛΟΣΠΙΤΑ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΟΤΣΟΛΙΑΔΕΣ!!!!!! (Εδώ).

  3. Και τραπεζοτσολιάς και ρουφιάνος.
    Το άθλιο παπαγαλάκι της κεφαλαιοκρατικής χούντας, ο αφασικός «διανοητής» της ανθρωποφαγικής τραπεζοκρατίας, το ασπόνδυλο γιουσουφάκι του λαθρέμπορα αφεντικού, δίνει μαθήματα δημοσιογραφικής δεοντολογίας. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Παραθέτω ορισμό σύμφωνα με τη χρήση που εχω συναντήσει. Malakia, αν εννοούσες κάτι άλλο, σορρυ).

Το Famous Grouse είναι γνωστή μάρκα σκωτσέζικου ουίσκυ, με σήμα μια πέρδικα. Η διαφήμιση που καθιέρωσε την πέρδικα αυτή ως σήμα κατατεθέν του αυτού ουίσκυ, ήταν μια κατά την οποία γέμιζαν την πέρδικα με φιλιά.

Όταν κάποιον τον φιλάνε συνεχώς, λέμε ότι «τον έκαναν famous grouse». Στους ελληνάρες οφείλεται η λανθασμένη ανάγνωση του «famous» αντί για «φέημους», ως φάμους -ή στους μη-αγγλομαθείς;

Πωπω, η Μαρία είναι τρομερά διαχυτική! Με γέμισε στα φιλιά! Φάμους γκράους μ' έκανε!

(από Khan, 14/01/12)

Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινή ονομασία του homo egoprovatus. Πρόκειται για αγελαίο μηρυκαστικό, υποείδος του homo turisticus.

Φέρει χαρακτηριστικό βραχιόλι στο αριστερό ή δεξί μπροστινό πόδι, ώστε να εντοπίζεται και να καθοδηγείται ευκολότερα από τον βοσκό της αγέλης. Το κρέας του θεωρείται κατώτερης ποιότητας (η οποία παραδόξως ορίζεται ως η ποσότητα ζωοτροφής που μπορεί να καταναλώσει το ζώον, καταβάλλοντας το σχετικό αντίτιμο).

Απαντάται κατά τους θερινούς μήνες σε ηλιόλουστες, παραθαλάσσιες περιοχές της χώρας, και τρέφεται με κουτόχορτο, μπυρόνια και φραπόγαλο.

- Άκουσα οτι φέτος θα έχουμε περισσότερους τουρίστες.
- Ναι ρε παιδί μου, αλλά θα είναι κόσμος ποιότητας ή θα πήξουμε πάλι στους βραχιολάκηδες και τους μπατιρημένους;

(από Vrastaman, 15/01/12)Ο Βραχιολάκης.  (από joe909, 16/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψωλιά που μεταδίδεται από προϊστάμενο σε υφιστάμενο.

Συνώνυμο: φλιπερο-ψωλιά καθότι μεταδίδεται όπως η μπίλια στο φλίπερ.

Καλά εε, αυτός ο ψοφολογιάς, έκανε την μαλακία του αλλά έφαγε κι ένα ψωλογκέλ από το αφεντικό που ήταν όλο δικό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άκριτος οπαδός μιας ομάδας, κόμματος, ιδεολογίας, θρησκείας ή ό,τι, που γίνεται κοπάδι άβουλων ζώων μαζί με τους ομοϊδεάτες του (πάντως δεν είναι γαϊδούρι).

ΜΑΛΛΟΝ ΕΙΝΑΙ ΚΟΠΑΔΟΣ ΤΗΣ ”ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ” Η ΤΟΥ ”ΣΤΟΧΟΥ”. (Εδώ).

(από Mr. Cadmus, 20/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίορκος δημόσιος λειτουργός σε νευραλγικές υπηρεσίες (π.χ. Εφορίες, ΣΔΟΕ, Αστυνομικά Τμήματα, Τελωνεία, Πολεοδομίες, τετραψήφια νούμερα προστασίας καταναλωτών κ.λπ.), επιφορτισμένος με τη συλλογή καταγγελιών εκ μέρους πολιτών, και ο οποίος αντί να τις προωθεί αρμοδίως προς διερεύνηση, τις βάζει ν' αραχνιάζουν στο αρχείο ώστε να μην αποκαλυφθούν ή θιγούν οι παραβάτες.

Συνήθως οι γομολάστιχες αποτελούν γρανάζι σπείρας που περιλαμβάνει εκβιαστές, μπράβους, τοκογλύφους, νοθευτές καυσίμων, λαθρεμπόρους και συχνά τον ίδιο τον προϊστάμενο της Δημόσιας Υπερεσίας.

Η γομολάστιχα όπως όλοι θυμόμαστε από τα σχολικά μας χρόνια, δουλεύει σβήνοντας και χαρίζει τα λευκότερα λευκά, εξ ου και ο συνειρμός με αυτόν που δημιουργεί αθώες περιστερές σβήνοντας τις καταγγελίες.

- Πήρα στο τετραψήφιο να καταγγείλω τον καριόλη που μου γέμισε το ρεζερβουάρ νερό, αλλά έξι μήνες μετά, ακόμη να του κάνουν έλεγχο.
- Ε, τί περιμένεις, σε καμιά γομολάστιχα θα έπεσες.

(από allivegp, 21/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απορρυπαντικό κινημάτων και λοιπών λακέδων με σαφή κομματική δράση και αντιδραστική σύνθεση.

- Όχι ρε γμτ, σκάσανε πάλι οι μπάχαλοι στην πορεία...
- Τι σε νοιάζει ρε, αφού είναι εδώ το κνάιτ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική παραφθορά της Ιταλικής μάρκας μοτοσυκλετών Moto Guzzi που δηλώνει την παραδοσιακά κακή ποιότητα των κινητήρων και των ανταλλακτικών τους, καθώς και το θόρυβο που οι πρώτοι παρήγαγαν λόγω του μεγάλου τους κυβισμού. Ο όρος είναι σχεδόν ανύπαρκτος σήμερα, πιθανότατα λόγω της βελτίωσης της ποιότητας των εν λόγω μοτοσυκλετών.

- Θα πάμε με το Μήτσο στον Τσιβλό με τις μηχανές. Έρχεσαι;
- Αν είναι να φέρει τη Μότο Σκούζει μαζί του καλύτερα όχι. Θα κάνουμε δέκα μέρες να φτάσουμε!

(από Nakas, 29/01/12)Στέρεο Νόβα, Μοτοκούζι. (από patsis, 01/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Στην Δημοτική τα ρήματα σε -άω -ω, σχηματίζουν το β' και γ' ενικό πρόσωπο του ενεστώτα της οριστικής σε -άς,-α, π.χ. τραγουδώ, τραγουδάς, τραγουδά, τιμώ, τιμάς, τιμά κ.λπ.

Ωστόσο, μπορούμε να προσδώσουμε μια πιο μαγκιόρικη/ψευδολόγια χροιά στον λόγο μας, αν χρησιμοποιήσουμε την πιο καθαρευουσιάνικη κατάληξη -εις, -ει π.χ. τραγουδείς, τραγουδεί, τιμείς τιμεί κ.λπ.

  1. - Και ο αυνάνας ο κοντοπούτανος με βγάζει τάκο για ένα λυμένο κορδόνι...
    - Δε τον γαμείς, λέω 'γω;

  2. Μου τη σπει ιδιαίτερα το να καπνίζει κανείς μέσα στο ασανσέρ.

  3. - Αντί να περάσω την ταινία στο φλασάκι, πέρασα την συντόμευση... - Δε σε χαλεί καθούλου. Γύρνα πίσω τώρα να το κάνεις σωστά.

  4. - Αν πεινείς πολύ και θες να φεις κάτι πρόχειρο, πες μου να σταματήσω σε κάνα βρώμικο. - Μπα, μη σταματείς. Καλά το πατείς, θα φάω σπίτι.

Got a better definition? Add it!

Published

Συνδυασμός τηε λέξης ψωλή και σολάριουμ. Αργκό που χρησιμοποιείται για τις ωραίες γκόμενες που εμφανίζονται κατάμαυρες στις παραλίες από το πρώτο μπάνιο γιατί: «τα σοκαλατένια δέρματα τραβάνε τα βλέματα». Πρόκειται για ψωνάρες που παραμένουν όμως πολύ ορεκτικές για τον αντρικό πληθυσμό. Συχνά το παρακάνουν και μοιάζουν με καμμένο κρέας. Το όλο concept του ψωλάριουμ είναι η εν λόγω γκόμενα να κάνει έντονο contrast με όλους τους υπόλοιπους που διατηρούν τα πάχη και το ασπρουλιάρικο χρώμα του χειμώνα.

(σε παραλία)
- Η Μαίρη έχει αναδειχθεί από πέρσυ..
- Κωλάρα έκανε και ωραίο χρώμα... Επίσημα ψωλάριουμ!

(από dimitrakis199, 30/01/12)Σαν Σοκολατένια κουράδα (από alamo, 30/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified