Further tags

Ελληνιστί: γουίν-γουίν σιτουέησιο, περίπτωση όπου και οι δύο πλευρές κερδίζουν ή ωφελούνται.

Ακούστηκε προσφάτως από τον πρωθυπουργό της φίλης και συμμάχου και γείτονος Οθωμανίας σε συνάντησή του με τον (ανθ)έλληνα πρωθυπουργό Σαχλαμαρά αναφορικά με την συνεκμετάλλευση υδατανθράκων στο Αιγαίο. Όπως πληροφορούμεθα κι από από έγκυρη πηγή, ευθυμολογείται εκ του ρήματος kazanmak που σημαίνει κερδίζω (εξ ουστ και τα δικό μας καζαντίζω, καζαντζίδης, κ.ά.)

Η έκφραση έγινε βάιραλ, γκώσαμε με λολοπαίγνια τ. καζάν ντιπί, και Μέλι να Φανή εάν θα υιοθετηθεί διαχρονικά από την σλανγκολογιά.

1. Γιαβάς γιαβάς για λύση καζάν-καζάν = Συνεκμετάλλευση;

2. Ευκαιρίες «καζάν καζάν» για τον τουρισμό

3. Ευκαιρίες «καζάν καζάν» για την εκτόξευση του ολυμπιακού τουρισμού

4. ΗΠΑ : Ακριβοδίκαια, καζάν-καζάν με τον Αττίλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν δεν επικοινωνεί το μυαλό, δεν κάνει ρέτζιστερ. Λέγεται όταν τρώει κόλλημα/σκαλώνει ο εγκέφαλος και δεν μπορεί με τίποτα να φέρει στην επιφάνεια μια παλιά εικόνα, μια ιστορία, ένα πρόσωπο. Πχ όταν βλέπεις ένα γνωστό στον δρόμο, η φάτσα του σου φαίνεται γνωστή αλλά δεν μπορείς με τίποτα να θυμηθείς από πού τον ξές, πόσο μάλλον το όνομα του.

Είναι μάλλον δάνειο από το σύμπαν των Η/Υ, όπως τάχαμου η Μνήμη τυχαίας προσπέλασης (RAM) δεν επικοινωνεί με τον σκληρό δίσκο δηλαδή την Κύρια ή κεντρική μνήμη.

register /ˈredʒɪstəʳ/ = εγγράφω, εγγράφομαι.

- Πωω ρε φιλαράκι, πού είσαι ρε αλάνι τόσο καιρό, πού χάθηκες;
- ;;;!!!!!;;;
- Καλά ρε μαλάκα δε με θυμάσαι;
- Κάτσε ρε ψηλέ μισό, να κάνω ρέτζιστερ... ααα το μαλάκα το Γιάννη, πού 'σαι ρε μορφή; καιρούς και ζαμάνια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ο λημματογράφος ουδεμία ευθύνη φέρει για το κείμενο που ακολουθεί. Του εζητήθη ως παραγγελιά από εξέχον, ξενιτεμένο μέλος της σλανγκοκοινότητας. Όπως πληροφόρησε ο διαπρεπής Σλάνγκος τον γράφοντα, το ρήμα συνήθιζε να το χρησιμοποιεί κατά την παιδική του ηλικία μιά γειτόνισσα γιά το τέκνο της το οποίο παρεκτρεπόταν συχνά σε ακραίες συμπεριφορές).

Επί της ουσίας: Το ρήμα κου(ν)τουρντίζω προέρχεται από το τουρκικό kudurmak = λυσσάω (αόρ. kudurdum) και σημαίνει ξεσαλώνω, παραφέρομαι, μαίνομαι, περνάω τα όρια.

Την ίδια έννοια έχει η λέξη και στην γείτονα χώρα, εξ ου και στην καθομιλουμένη τουρκική υφίσταται η παροξύτονη προστακτική kudurma! = ηρέμησε! (κυριολ. μη λυσσάς).

Στα καθ' ημάς, η λέξη χρησιμοποιείται βασικά (και μόνο με την μεταφορική της σημασία) στην Β. Ελλάδα, που έχει γενικώς και τις περισσότερες γλωσσικές επιρροές από τα τούρκικα.

(Ο γράφων προσπάθησε φιλότιμα να είναι κόσμιος, μιάς και, εξ όσων πληροφορείται, μας διαβάζουν και καθώς πρέπει κοπέλες από το εξωτερικό. Αλλά όλα τα πράγματα έχουν ένα όριο...).

(Καταγραφή παιδικών αναμνήσεων του Σλάνγκου. Κατά το δυνατόν ακριβής παράθεση διαλόγων που διημείβοντο τακτικότατα στην διπλανή αυλή).

- Γυναίκα!!! Πού είναι ο προκομμένος μας;;;
- Πού να ξέρω; Κουτούρντισε πάλι σήμερα...Από το σχολείο στείλανε σημείωμα...κι εδώ μάδησε την ουρά του γάτου, ξετύλιξε όλο το χαρτί στον απόπατο, έσπασε έξι αυγά και το βάζο της γιαγιάς, τούμπαρε μέσα στο καπέλο σου το καθίκι του μωρού...Με τη μπουκιά στο στόμα πετάχτηκε έξω και πήρε τους δρόμους. Λούης έγινε, ψάξε βρέστον...
- Καλά, θα τα πούμε ένα χεράκι το βράδυ...Την αριθμητική του τη διάβασε;
- Θεός κι η ψυχή του...τον ρώτησα...«'νταξ' μάνα, τα 'καν' όλα 'φτά. Μη σ' αγχώνει, 'νταξ' να 'ουμ'». Πού να τον καταλάβεις κιόλας, με όλα αυτά τα '''''' που κάνει όταν μιλάει...Ποιός του τάμαθε του παλιόπαιδου;
- Καλά. Στο Μόναχο δίπλα δεν είναι το Νταχάου; Δεμένο θα τονε στείλω στους φρίτσηδες να τονε χώσουνε σε κάνα λαγούμι μέχρι να γίνει άθρωπος. Γιατί αλλιώτικα, αντί να τον καμαρώσεις επιστήμονα, θα τονε δεις σκουπιδιάρη στο σλανγκτζιάρι να συμμαζεύει τις βρομιές του κάθε σκατόστομου αλήτη. Είναι κεί μιά κουμανταδόρισσα ζόρικη, που κυνηγάει τους λουφαδόρους με τον βούρδουλα... Μέχρι προϊστορικά θηρία έχει εκεί μέσα μαθαίνω. Τσογλανόσαυρους, κερατόσαυρους, κουραδόσαυρους...
- Παναγία μου φύλαγε!!! Κάνε ό,τι σε φωτίσει να σώσεις το παιδί μας νοικοκύρη...

(Ναι, ο τύπος «κουτούρντισε» εντοπίζεται και διαδικτυακώς σε τρεις-τέσσερις ιστότοπους. Όμως, μπροστά στη ζωντανή μαρτυρία, τι σημασία έχουν όλαφ τα...).

Got a better definition? Add it!

Published

Παλιό Ιταλικό Τηλεπαιχνίδι της 10ετιας του '70 όπου οι συμμετέχοντες έπρεπε να υποστούν σειρά εκπλήξεων και απροόπτων.

Έμεινε με τη σημασία του έξυπνου κόλπου, της απατεωνιάς, της απρόσμενης κατάπληξης.

Συναντάται και ως: μοιραίο κόλπο, τί σού 'παιξε η μοίρα, άσχημο παιχνίδι της μοίρας, καρμικό κόλπο γκρόσο κλπ.

  1. Μου έπαιξε κόλπο γκρόσο ο Μάκης, με κάρφωσε στη γκόμενα ότι τον σφύριζα στην φίλη της.

  2. Τί σού 'παιξε η μοίρα ρε Γκαλίνοβιτς; Κόλπο γκρόσο, ρούφα το μπαλάκι μπάσταρδε.

  3. Νόμιζες ότι θα χάσω εε; Κόλπο γκρόσο, τον πούτσο κλαίγανε, σε γάμησα!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζεται κάποιος εξουθενωμένος, καταπονημένος, κουρασμένος, εξαντλημένος, ταλαιπωρημένος, αποκαμωμένος.

Από το τούρκικο darmadağın που σημαίνει σωριασμένος. Σύνηθες στη Θεσσαλονίκη (και όχι μόνο).

Θέλω να ξεκουραστώ, είμαι νταρμαντάνι, πήγα το πρωί σε δημόσια υπηρεσία και με είχαν στο πέρα-δώθε όλη μέρα.

έγινα νταρμαντάνι (από iwn, 19/11/12)-Τα χεις κάνει νταρμαντάνι. (από iwn, 19/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συχνά λέμε ή ακούμε την έκφραση: «το στόμα μου έγινε τσαρούχι», εννοώντας ότι έγινε στυφό, ξερό, σχεδόν πληγιασμένο.

Αυτομάτως ωστόσο ο συνειρμός είναι πώς το στόμα μας έγινε κάτι σαν παπούτσι, σκληρό, σαν σόλα. Είναι όμως έτσι; Αυτό εννοούσαν οι παλαιοί όταν έλεγαν «το στόμα μου έγινε τσαρούχι»; Για άλλη μια φορά τα πράγματα δεν είναι όπως ακούγονται και φαίνονται. Ένα παλαιό είδος υποδήματος (οθωμανικά: papuç / παπούτσι ) ήταν το çarık,το γνωστό μας τσαρούχι, το οποίο μοιάζει να συνηχεί με την ομοίως οθωμανική λέξη cariha που σημαίνει πληγή. Επομένως όταν οι παλαιοί έλεγαν: «το στόμα μου έγινε τσαρούχι / cariha», δεν εννοούσαν πώς έγινε παπούτσι, αλλά πώς ξεράθηκε, έγινε στυφό και πλήγιασε.

Το στόμα μου έγινε τσαρούχι, ξεράθηκε και ελλείψει σάλιου πλήγιασε...

...κι ας είναι και çarık. (από Vrastaman, 28/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την ελληνογαλλική μετάφραση της φράσης «τον πούτσο (φάγαμε)», όπου το «φάγαμε» παραγράφεται για λόγους διακριτικότητας. Χρησιμοποιούμε συνήθως την έκφραση αυτή για να υποδηλώσουμε ότι βρεθήκαμε ή θα βρεθούμε σε μια δύσκολη κατάσταση από την οποία θα βρεθούμε μάλλον χαμένοι (βλέπε και τον ήπια).

  1. (σε μπαρ)
    - Ωχ, η Μαρία... φτου και της είχα πει ότι θα μείνω μέσα να διαβάσω και με είδε και έρχεται προς τα δω...
    - Κατάλαβα... λα 'πουτς φίλε μου!

  2. - Πήγατε για 5x5 σήμερα;
    - Ναι..
    - Και...; πώς τα πήγατε;
    - Λα 'πουτς...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H κατάχρηση της ιντερνετικής φράσης lol (laugh out loud), oδήγησε στη θεωρία ότι μπορούμε να την παρεμβάλουμε σε κάθε πρόταση για να την κάνουμε πιο εύθυμη ή για να μειώσουμε τη σοβαρότητά της.

  1. Γιατρός: - Έχετε καρκίνο στο παχύ έντερο lol, πρέπει να χειρουργηθείτε.

  2. INBI: Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το σώμα μου lol

  3. Καυλαγόρας προς Λάουρα: - Θα με παντρευτείς; lol

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλική φράση αντίστοιχη της ελληνικής: «Μπρίκια κολλάμε;»

- Καλά φίλε, όλοι λένε ότι το μαγαζί μας γαμάει!!!
- Εεεεμ τι;; Are we gluing coffee pots ;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε σένα μιλάω κυνηγέ ψωλαρά. Πόσες φορές είδες στον δρόμο μια αφίσα με κλαμπ-μπαρ-κτλ που γράφει με μεγάλα τεράστια γράμματα Ladies Night κάθε Πέμπτη; Πόσες φορές πήγες; Τί αντίκρυσες κάθε φορά; Εσύ ξέρεις...

Για τους υπόλοιπους, ψωladies night είναι το μεγαλύτερο όπλο των κεφαλιών του μάρκετινγκ για να αποπλανούν τον φτωχό πλην τίμιο ψωλαρά και να τον κάνουν να επισκέπτεται συγκεκριμένα μαγαζιά τάζοντάς του λαγούς με πετραχήλια ή έναν χώρο με γυναίκες-υποψήφια θηράματα. Φυσικά κανείς δεν σκέφτεται ότι το δωρεάν ποτό που συνήθως τάζουν οι αχόρταγοι μαγαζάτορες οι περισσότερες γκόμενες το βρίσκουν σε όλα τα υπόλοιπα μαγαζιά από κεράσματα μόνων και μπάκουρων. Το τελικό θέαμα που αντικρύζει κανείς είναι αυτό ενός στρατοπέδου που ετοιμάζεται για άσκηση ή κοινώς αρχιδόκαμπος. Μην πείτε μετά ότι το slang.gr δεν σας προειδοποίησε...

Δημήτρης στην πόρτα του μαγαζιού: - Σήμερα θα γίνεται χαμός, έχει ladies night.
Χρήστος μέσα στο μαγαζί: - Ναι βλέπω... Ψωladies night!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified