Ένα μάτσο ορνιθοσκαλίσματα. Η λέξη προέρχεται από τη γλώσσα Σουαχίλι, που ένας θεός ξέρει πώς τη γράφουν.
- Τι σουαχίλι είναι αυτά που γράφεις; Δεν καταλαβαίνω τίποτα!
Ένα μάτσο ορνιθοσκαλίσματα. Η λέξη προέρχεται από τη γλώσσα Σουαχίλι, που ένας θεός ξέρει πώς τη γράφουν.
- Τι σουαχίλι είναι αυτά που γράφεις; Δεν καταλαβαίνω τίποτα!
Got a better definition? Add it!
Εφαρμόζω μετασχηματισμό Λαπλάς.
Για τη μεταβατική κατάσταση λαπλασίασε και –τσουπ!– σου βγήκε η κρουστική.
Got a better definition? Add it!
Το σεξουαλικό όργιο στο οποίο συμμετέχουν κατά κανόνα βρωμόμουνα μποντιμπιλντεράδες, ζιγκολό ή ακόμα και ανυποψίαστες πλην πολύπειρες σεξουαλικά κοπέλες.
Διοργανωνονται από μερακλήδες σε ποικίλα μέρη όπως γκαρσονιέρες, χαμάμ, spa ή ξενοδοχεία και σκοπό έχουν την ψυχοσωματική εκτόνωση και αναζωογόνηση των συμμετεχόντων.
Σ.ς.: Μετρ του είδους είναι ο Θεσσαλονικιός Σωτήρης.
- Πρόεδρε έλα για μουχαμπέτι αύριο στα λουτρά Θέρμης.
- Εκτιμώ την πρόσκληση άλλα είμαι παντρεμένος ρε παλικάρι μου. Να 'σαι καλά.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σύνθετη λέξη αποτελούμενη από τα εξής δύο συνθετικά:
Χρησιμοποείται ως επί το πλείστον κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μας θητείας για να μας χαρακτηρίσει ως νέους στο στράτευμα ή για να χαρακτηρίσουμε εμείς τους νεότερους από εμάς.
Συνώνυμα: ποντίκι, λαδοπόντικας, νιάτο, νεοκλής, Στραβόγιαννος, κωλόψαρο, σκουίζ, ψαροκασέλα, στραβάδι, γκαβάδι, γκάβακας, γκάου-μπίου, νιάτο, νέοπας / νέωψ, ποντικαράς και πολλά άλλα.
- Βρομόνουμπο κάτσε καλά γιατί θα πήξει το είναι σου!
Got a better definition? Add it!
Η λογοδιάρροια που πιάνει πολλούς μπλόγκερζ στα βλόγιά τους, τα οποία γεμίζουν με εξομολογήσεις, σεξομολογήσεις, ψυχαναλυτικούς μονόλογους- αυτοψυχοψαξίματα, αυτιστικές αυνανίλες και ακατάσχετες βλακειογραφίες- παπαρολογίες, άχρηστες πληροφορίες της ημέρας, χούμορ και ταλιμπάν, για τα οποία δεν ενδιαφέρεται κανείς πέραν του γράφοντος, που θέλει να εκθέσει τον εαυτό του στην λογική του τζάμπα είναι.
Πάσα (Δ.Π.): Η Μαλακία (είναι μεταδοτική).
κανε ερωτα κατω απο την πανσεληνο ή οπου αλλου θες αλλα μη μας το λες..καλα και σεις δε βλεπετε οτι εχει μπλογκοδιαρροια; (Εδώ).
- Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες η κυρία Σαρκοζί μετά τον γάμο της με τον Γάλλο πρόεδρο θα αφήσει πίσω της τις καριέρες του σούπερμόντελ και της τραγουδίστριας και θα γίνει νευροχειρούργος.
για τον σκοπό αυτόν Γάλλοι ειδικοί εξετάζουν το ελληνικό παράδειγμα και βρίσκονται σε επαφή με τον Κωστάκη για να τους πει πως μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο
- Μπλογκοδιαρροια επαθες και συ; (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Ο λημματογράφος, από την υπεύθυνη δημόσια θέση που κατέχει, διαψεύδει κατηγορηματικά και μετά βδελυγμίας τις φήμες σύμφωνα με τις οποίες :
α) Υπήρξε ποτέ ή υπάρχει πολυεθνική Εταιρεία με το όνομα Miesens.
β) Η εν λόγω Εταιρεία είχε / έχει θυγατρική στην Ελλάδα.
γ) Ο φερόμενος ως πρόεδρος της υποτιθέμενης θυγατρικής της προειρημένης ανύπαρκτης Εταιρείας τηγκανά υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες και για ασαφείς λόγους από την Ελλάδα προς γερμανόφωνη χώρα της Β. Ευρώπης.
δ) Γόνος επιφανούς Έλληνα πολιτικού δέχτηκε ως δώρο ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό από την (είπαμε) ανύπαρκτη Εταιρεία.
Επιπλέον, ο λημματογράφος, με την αίγλη του Καθηγητού Γλωσσολογίας, καταρρίπτει άπαξ και δια παντός τα φληναφήματα σύμφωνα με τα οποία η λημματογραφούμενη λέξη γράφεται κομπραδώρος ως δήθεν προερχόμενη από το όνομα εξωτικού ερπετού με ισχυρότατο δηλητήριο και την ελληνική λέξη δώρο.
[...]η λέξη, βλέπετε, ανήκει στο λεξιλόγιο των κομουνιστών [...]
Η λέξη είναι comprador από τα πορτογαλικά, και σημαίνει κανονικά «αγοραστής» (ίδια και στα ισπανικά, compratore στα ιταλικά). Στην Κίνα οι κομπραδόροι ήταν οι επικεφαλής του ντόπιου προσωπικού των ξένων εταιρειών και ταυτόχρονα οι μεσολαβητές ανάμεσα στα ξένα αφεντικά και τους ντόπιους πελάτες. Από τον ρόλο αυτών των διαμεσολαβητών, ο όρος επεκτάθηκε σε όλα τα αποικιοκρατικά καθεστώτα και στο κομμάτι της αστικής τάξης που γίνεται υποχείριο των ξένων συμφερόντων. Στα νεοαποικιοκρατικά καθεστώτα η τάξη αυτή (comprador class, comprador bourgeoisie, comprador capitalists) εξακολουθεί να λειτουργεί εξυπηρετώντας τα συμφέροντα του διεθνούς καπιταλισμού, για να βλογάει και τα δικά της γένια. This way please.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Προέρχεται από το αγγλικό «local» και σημαίνει ντόπιος, ιθαγενής, γηγενής.
- Προς τα πού πάμε;
- Θα ρωτήσουμε τα λοκάλια.
- Δεν αντέχω άλλο καμάκι από λοκάλι, έχω ανακατευτεί πια από τις πολλές τρίχες στην πλάτη των γκρικ λόβερς...
Got a better definition? Add it!
Το στρίψιμο ανδρικής ρώγας. Πονάει...
- Τι είναι ροζ και γυρίζει; (πλησιάζοντας τον άλλον χαλαρά).
- Τι; (αφηρημένος)
- ΓΙΟΥΡΟΒYΖΙΟΝ!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το γνωστό τοις πάσι τάπωμα αλλά σε ιδιαίτερα ανεπτυγμένη και εξασκημένη μορφή, συνήθως σαρκαστικό και υποδόριο. Απαιτεί ταλέντο στην τέχνη της ειρωνείας. Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να προβάλλουμε κάποιον χωρίς να ρίξουμε το επίπεδό μας ή χωρίς αυτός να το καταλάβει, εάν είναι αρκετά ηλίθιος. Ιδανικό για χρήση εκεί που η συμβατική βωμολοχία κρίνεται απαράδεκτη.
(σε σχολικό περιβάλλον)
Καθηγήτρια: (αντιπαραθέτοντας της πληρότητα του μαθήματός της έναντι σε αυτό της προκατόχου της) «Η προηγούμενη δεν σας έκανε τίποτα; Τι σόι καθηγήτρια είναι αυτή;»
Μαθητής: (μην μπορώντας να της απαντήσει «δεν κοιτάς τα μούτρα σου λέω 'γω»)
«Συμφωνώ απολύτως, κυρία. Κάθε λογής ανίκανες έρχονται εδώ και μας το παίζουν καθηγήτριες τελευταία.»
Τα πίσω θρανία: «Οοο...! Φάε high class tapping μωρή!»
(Από προσωπική μου συνδιάλεξη εν ώρα μαθήματος)
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός κοπέλας που έχει πολύ φουντωτά και σγουρά μαλλιά (όχι με την καλή έννοια) και τα αφήνει έτσι ελεύθερα και χαοτικά, θυμίζοντας την ομώνυμη ηρωίδα του Quino.
Καλύτερα που τά 'κανες αγορέ, γιατί είχες γίνει μαφάλντα πριν.
Got a better definition? Add it!