Further tags

Το τηλεοπτικό κανάλι (ή και άλλο από τα μήντια) που αποσιωπά σημαντικές πληροφορίες, όταν αυτές δεν βολεύουν ένα ισχύον καθεστώς. Προφανώς, από τροπή του σταθμού Mega Channel. Κατ' επέκταση μπορεί να χαρακτηρίσει και έναν άνθρωπο που σιωπά απέναντι σε μια εξουσία.

Σχετικά: μούγκα στη στρούγκα, μουγκαφόν, μούγκαφων, μούγκαfone, σους δε μπε.

  1. Όταν πρόκειται για τον Παπανδρέου, από μέγκα τσάνελ μετατρέπεται σε μούγκα τσάνελ. (Εδώ).

  2. Και αμα βλέπω και Μούγκα Τσάνελ (Πασόκ Τσάνελ) λέω πως ο μέσος Ελληνας θα πληροφορηθεί σωστά χωρίς να του γίνει πλύση εγκεφάλου; (Εδώ).

  3. Ο σύζυγος Μούγκα Τσάνελ:
    Τωρα, αν και εξακολουθει να μην τους θελει και να παθαινει διαφορα ψυχοσωματικα οταν τους βλεπει, διακρινω εναν ωχαδερφισμο, ενα «μουγκα τσανελ» και δεν καταλαβαινω τι παιχτηκε..
    Αν και μου το ελεγαν οτι αλλαζουν οι αντρες, και μαλιστα μετα απο λιγα χρονια ακομα θα του φταιω εγω για ολα και θα ειναι μελι γαλα με τους δικους του...δεν το πιστευα, μελι γαλα ας ειναι και μακαρι, αλλα οχι να βγω και φταιχτρα με ολα οσα μου εχουν κανει....

Μηντιακός τουκανισμός. (από Khan, 22/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του εγγλέζικου «busybody»: ο ανακατωσούρας, ο αλλοτριεπίσκοπος (αυτός που ανακατεύεται στις υποθέσεις των άλλων χωρίς τη συγκατάθεσή τους), ο αδιάκριτος, ο περίεργος, ο κουτσομπόλης, ο δημιουργός προβλημάτων, ο δραστήριος που ανακατεύεται και παρεμβαίνει στις υποθέσεις των άλλων.

Σαν όρος της εγχώριας πολιτικάντικης σλανγκ χρησιμοποιείται αργά και πού, με την υποτιμητική έννοια «αυτός που ασχολείται με τα πάντα χωρίς να παράγει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα».

Νομίζω πως οι πιθανότητες να δούμε πολλά ιδρωμένα και κατακόκκινα αυτιά δίποδων γαϊδάρων κι αιτία να είναι ο όρος, είναι λιγότερες κι απ' το ποσοστό νικοτίνης σ' ελαφρύ τσιγάρο.

Κυκλοφορεί κι ο «μπιζιμποντισμός».

1. Άστραψε και βρόντηξε εναντίον του υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα ο Απόστολος Κακλαμάνης σήμερα στη Βουλή. Αιτία το γεγονός ότι ο υπουργός δεν ήρθε στη Βουλή για να απαντήσει σε ερώτησή του. Έτσι ο κ. Κακλαμάνης τον χαρακτήρισε «περιφερόμενο μπιζιμπόντη» και «αγαπημένο των καναλιών που τον λιβανίζουν από το πρωί ως το βράδυ». Είπε δε ότι «θα ήμουν ο πρώτος που θα έβαζα την υπογραφή μου για πρόταση μομφής εναντίον του». (σήμερα)

2. Ας προσέξουμε λίγο τη σχέση Πάγκαλου -Παμπούκη. Οι πληροφορίες μας λένε ότι έχει αρχίσει φαγωμάρα μεταξύ τους. Ο αντιπρόεδρος θεωρεί ότι ο υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ είναι «μπιζιμπόντης»! Ασχολείται, δηλαδή, με τα πάντα χωρίς να παράγει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. (31/1/10)

3. Ο «ΜΠΙΖΙΜΠΟΝΤΗΣ» ΚΑΙ Ο «ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ»
Ο Καραμανλής συνεχίζει, πάντως, να βρίσκεται στην Αθήνα και να κάνει τη μια σύσκεψη πάνω στην άλλη, ενώ το ΠΑΣΟΚ τρέχει από τη μια παραλία στην άλλη! Κερδίζει τίποτα ο πρωθυπουργός από αυτόν τον ασταμάτητο «μπιζιμποντισμό»; Είναι εξαιρετικά αμφίβολο, αλλά ας φανταστούμε τί θα του συνέβαινε αν «έλιωνε» στις ακρογιαλιές! Κατακραυγή θα είχε ξεσηκωθεί! Και δικαίως! Αντίθετα, στο ΠΑΣΟΚ δεν έχουν τέτοια προβλήματα. Μαυρίζουν τα κορμιά τους εδώ και δυο μήνες, κάνοντας πεταλούδα και περιμένοντας να πέσει ο καρπός της εξουσίας και να τον γευτούν! (11/08/09)

(Όλα απ' το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού «laughing out loud» που σημαίνει «γελάω δυνατά». Η λέξη «lol» χρησιμοποιείται κυρίως στο chat για λόγους συντομογραφίας. Για να το κάνω πενηνταράκια να με νοήσετε, αντί ο συνομιλητής μας να γράψει «Χαχαχαχαχαχα» ή «ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧ» (ακόμα χειρότερα, αν τον άκουσαν οι γειτόνοι) γράφει ένα σκέτο «lol» ή «LOL» αντίστοιχα για χάρη συντομογραφίας. Ενίοτε το lol συνοδεύεται με ένα θαυμαστικό.

Φυσικά υπάρχει και μία μειοψηφία που χρησιμοποιεί το «lol» ακόμα και στον προφορικό λόγο ή σε περιπτώσεις όπου θέλει να γελάσει, αλλά επειδή βαριέται να κλάσει πετάει ένα «lol» και το αντισταθμίζει.

(Στο chat)
- jhasjdhjhgeasdasda
- Τι γράφεις μωρέ;
- Όπα sorry, ανέβηκε η γάτα μου στο πληκτρολόγιο
- LOL!

(Στον προφορικό λόγο)
- Της πήρα δώρο για του Αγίου Βαλεντίνου.
- Και που θα την πας να περάσετε καλά;
- Allou Fun Park.
- Lol ρε μαλάκα.

(από HardcoreGR, 20/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βικτίμια ή βικτιμάδες αποκαλούνται τα εκούσια θύματα των τάσεων της μοδός, της ποπ κουλτούρας, της τρέντι πολιτικής, γουατέβα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ορδές σούργελων με Juicy Cuture γιομάτα τρουκς και γελοίες μπότες Ugg (το ένα χέρι στο iPhone και το άλλο στις «50 αποχρώσεις του γκρι») που παρελαύνουν έφιππες σε επινοημένα αλόγατα με υπόκρουση το ώπα γκάγκναμ στάιλ (φωτογραφία από τις αρχές του´13).

Οι γιαλόμες θεωρούν ότι κραδαίνοντας επώνυμα αγαθά (ή μαϊμούδες αυτών), το βικτίμι ελπίζει ότι θα αποσπάσει θαυμασμό και ρισπέκ ανάλογο προς τη πραγματική (ή φαινομενική) αξία τους, και καταντά έτσι θύμα της κενόδοξης ανασφάλειας του. Αλλά ποιος τις χέζει τις γιαλόμες, είναι οι χειρότερες βικτιμούδες όλων.

Εκ του fashion victim (λεξιπλασία του Oscar de la Renta).

1. Το παλιό συνυπάρχει με το καινούριο, το καλόγουστο με το κιτς, οι αντίκες με τα παλιατζίδικα, οι πλανόδιοι πωλητές (κερασι τραγανοοοοοοοοοοοοό) με τα επώνυμα καταστήματα, οι φλώροι με τους ντιζαϊνάτους, οι ψαγμένοι με τα βικτίμια

2. Εκεί όλοι ανήκαν σε κάποια φυλή, υπήρχαν χίπιδες, βικτίμια, ροκαμπιλάδες, μέταλα, αναρχικοί και φυσικά γότθοι, οι οποίοι ήταν πιο κομψοί απ’ όλους

3. Το γαλλικο νυχακι κι εγω για ασπρο το'χω, αλλα μπορει να εχει προχωρησει η επιστημη, δεν ξερω. Μια βικτιμού στη δουλειά, μου ειχε στειλει μαιλ για το νεο μανικιούρ Loubouten (δεν ξερω αν γραφεται ετσι, χεστηκα). Απεξω κοκκινο και απο μεσα μαυρο. Αστα, μην ρωτησεις καν......

4. επισκέφτηκα το γνωστό «σκακιστικό» βιβλιοπωλείο στα Εξάρχεια, πέφτω πάνω σε κάτι πιτσιρικάδες και «να’σου το Γκρέιχοκ» και «έτσι ο Γκρέιχοκ» και μόνο τη λέξη Γκρέιχοκ άκουγα. Ααα, λέω (σαν κλασικός μάρκετινγκ βικτιμάς) νά λοιπόν το νέο μου φαρμακερό βέλος που θα προστεθεί στην ποικιλώνυμη σκακιστική μου φαρέτρα… πάω σε μια κοπέλα υπεύθυνη και ζητάω λοιπόν το «άνοιγμα Γκρέιχοκ» ή τον σκακιστικό συγγραφέα Γκρέιχοκ… « Το Γκρέιχοκ είναι ρόουλ πλέινγκ γκέιμ, κύριε!» με κατακεραύνωσε. Για τα σκακιστικά, στο ραφάκι στο βάθος.»…έφυγα σα βρεγμένη γκρίζα γάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα στο υπερστιλάτο ιταλικό πραπρά και υπέρτατο φετίχ των Mods, αλλά στην θεαματικότερη ίσως ποδοσφαιρική καγκουριά έβερ: στην ντρίμπλα λαμπρέτα.

Πρόκειται για ελιγμό όπου ο ντριμπλαδόρος εκτινάσσει την μπάλα από πίσω του και πάνω από το κεφάλι του αμυντικού σε τροχιά 360° που θυμίζει ουράνιο τόξο. Η λαμπρέτα είναι φιγουρατζίδικη και γαμάουα αλλά - φευ! - περιορισμένης αποτελεσματικότητας και ωσεκτουτού συναντάται κυρίως σε δρόμικα παιχνίδια και λιγότερο σε επαγγελματικούς αγώνες.

Αγγλιστί: rainbow kick, γαλλιστί coup du sombrero.

1. Ο ποδοσφαιριστής της Ιντερνασιονάλ «άδειασε» τον αντίπαλο αμυντικό με την λεγόμενη ντρίμπλα «λαμπρέτα» αλλά στην συνέχεια στάθηκε άτυχος καθώς το πλασέ που επιχείρησε βρήκε στο δοκάρι.

2. «Κακιά συνήθεια» έχει γίνει στον Λεάντρο Νταμιάο η ντρίμπλα «λαμπρέτα». Ο Βραζιλιάνος άσος βρήκε την ευκαιρία να προσφέρει θέαμα στο φιλικό της Βραζιλίας με την Αργεντινή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον δυο μεγάλες κατηγορίες φλορέτας:

1. Το περασμένο Σάββατο στον ηλιόλουστο Καραβά, έκανε την εμφάνιση του ένα θρυλικό μοτοποδήλατο που στις περασμένες δεκαετίες είχε γράψει ιστορία και είχε κάψει καρδιές. Μετά την μεταπολεμική εποχή της Ελλάδος, το βασικό μηχανοκίνητο μέσο μεταφοράς ήταν, η αξέχαστη σε όλους, «Φλορέτα». Οι νέοι της εποχής εκείνης επιθυμούσαν διακαώς και έκαναν τα αδύνατα δυνατά, ώστε να αποκτήσουν ένα από τα πιο δημοφιλή οχήματα. Ένα τέτοιο μοτοποδήλατο ήταν μεταφορικό μέσο, εργαλείο δουλείας και αντικείμενο διασκέδασης. Ανεβαίνοντας πάνω στην σέλα, ταυτόχρονα απολάμβαναν και μεγαλύτερης εκτίμησης στα μάτια του γυναικείου φίλου. Το θρυλικό αυτό μέσο, άρχισε να χάνει την αίγλη του, μετά από 30 περίπου χρόνια, όταν άρχισαν να κυκλοφορούν τα αυτοκίνητα σε μεγαλύτερο βαθμό.

2.
- Την ΦΛΟΡΕΤΑ αξίζει να την επαναφέρεις όσο δυνατό στην αρχικη μορφή - τούμπανο η φλορετα ολα τα λεφτα λεμε!!! - Α ρε φλορέτα αθάνατη...Γερμανικά πράματα για μια ζωή.

  1. - Τζους μωρή φλορέτα, που να ζητάς ψωλή και να μη βρίσκεις ούτε δάχτυλο!

Το πραπρά (από σφυρίζων, 13/02/13)Το πριπρί (από σφυρίζων, 13/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφορά στην εικαστική αισθητική των κινηματογραφικών οδοιπορικών εκδίκησης του ωτέρ Κουέντιν Ταραντίνο.

Οι εμμονές και επιρροές του Ταραντίνο περιλαμβάνουν το γαλλικό νέο κύμα, τα σπαγγέτι γουέστερν του Λεόνε, σπλατεριές τ. grindhouse, τζαπανάκια του Κουροσάβα, ταινίες blaxploitation και πάσης φύσεως περιθωριακές καλτιές των εξήνταζ και εβδομήνταζ. Το αίμα πάντα ρέει άφθονο, το χιούμορ είναι μαύρο, οι διάλογοι μένουν διαχρονικοί και οι μουσικές επιλογές προσεγγίζουν σε εκλεκτισμό εκείνες του Κιούμπρικ.

Μερικές εκσλανγκευμένες ταραντινιές: γουίνστον γουλφ, γουόκ δη ερθ, η αράχνη έπιασε δυο μύγες, κιλ μπιλ, να συνεχίσουμε εδώ ή στη στενή;

χ. Το Django είναι μια Ταραντινιά. Εχει τους γνωστούς χαοτικούς διαλόγους, τη γνωστή θεαματική βία, τη γνωστή πίστη στο κινηματογραφικό είδος που αντιγράφεται ή αναλύεται - ανάλογα πως το βλέπει κανείς. Εχει τις γνωστές ερμηνείες, την γνωστή κατακρεούργηση των κλισέ, τη γνωστή αποθέωση της παιδικής μνήμης.

χ. αδοξοι μπασταρδοι ταραντινια η τη λατρευεισ η τη μισεισ χωρισ κανενα βαθυτερο νοημα αλλα εχει γελιο η υποθεση: το 40 ενασ αμερικανοσ εχει μια ομαδα εβραιων και προσπαθει να σκοτωσει οσο περισσοτερουσ γερμανουσ γινεται το σεναριο ειναι καταπληκτικο εχει δραση και σημεια που βγαζει γελιο

χ. Ο Gaslamp επέστρεψε με έναν full ταραντινιά electro psychedelic prog δίσκο καλό σε γενικές γραμμές αλλά ελαφρώς φλύαρο σε σημεία, ενώ ο Lotus, κουστουμάρετε, γίνεται πιο σοφιστικέ και δημιουργεί έναν πιο εκλεπτυσμένο ας πούμε ήχο.

Δες και -ιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν δεν επικοινωνεί το μυαλό, δεν κάνει ρέτζιστερ. Λέγεται όταν τρώει κόλλημα/σκαλώνει ο εγκέφαλος και δεν μπορεί με τίποτα να φέρει στην επιφάνεια μια παλιά εικόνα, μια ιστορία, ένα πρόσωπο. Πχ όταν βλέπεις ένα γνωστό στον δρόμο, η φάτσα του σου φαίνεται γνωστή αλλά δεν μπορείς με τίποτα να θυμηθείς από πού τον ξές, πόσο μάλλον το όνομα του.

Είναι μάλλον δάνειο από το σύμπαν των Η/Υ, όπως τάχαμου η Μνήμη τυχαίας προσπέλασης (RAM) δεν επικοινωνεί με τον σκληρό δίσκο δηλαδή την Κύρια ή κεντρική μνήμη.

register /ˈredʒɪstəʳ/ = εγγράφω, εγγράφομαι.

- Πωω ρε φιλαράκι, πού είσαι ρε αλάνι τόσο καιρό, πού χάθηκες;
- ;;;!!!!!;;;
- Καλά ρε μαλάκα δε με θυμάσαι;
- Κάτσε ρε ψηλέ μισό, να κάνω ρέτζιστερ... ααα το μαλάκα το Γιάννη, πού 'σαι ρε μορφή; καιρούς και ζαμάνια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει μυρωδικό, κατά προτίμηση επιθετικό ποδοσφαιριστή, ο οποίος καταφέρνει να πετύχει γκολ, εντελώς κατά τύχη όμως, καθώς η σχέση του με το ποδόσφαιρο είναι ανάλογη της σχέσης του Γ.Α.Π. με το υψηλό IQ.

Το λήμμα προέρχεται αφενός από τον Djibril Cisse, και αφεδύο από τον José Toché, ποδοσφαιριστής ο οποίος θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ανάπηρους σε παγκόσμιο επίπεδο.

- Πω ρε φίλε, πώς τον κρέμασε έτσι!! Από πότε βάζει τέτοιες γκολάρες το ταγάρι...
- Τζιμπρίλ Τοτσέ αγόρι μου!!!
- (2 σειρές πιο πίσω) Ρε μαλάκες για σέντρα πήγαινε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιμελώς κιτσάτη (στην καλύτερη) ή παντελώς γκάου-μπίου (στη χειρότερη) διατύπωση του γελαδάρη καουμπόι.

Το ίδιο πνεύμα, βλ. μικυμάου, τσομπανοκαμπόης.

1. Είμαι σήμερα πίσω από ένα φορτηγάκι και διαβάζω λέξη λέξη και με μία γραμματοσειρά που φέρνει σε western: Ήρθε κι έφυγε ο Καμπόης!

3. ο (χολυγουντιανός, ρεπουμπικανός και τέως καμπόης) Κλιντ Ήστγουντ γυρίζει το ένα αριστούργημα μετά το άλλο!

3. Καμπόης γιαλαντζί και ζεν-πρεμιέ της γκαζόζας.

Got a better definition? Add it!

Published