Further tags

Το τελευταίο αποκούμπι, σε χόρτο μορφή, του χασικλή.

Κατά την εποχή των παχέων αγελάδων, ο επί του στριψίματος είναι χουβαρντάς με την ομήγυρη, στρίβει και ξαναστρίβει τρίφυλλα μπουριά. Στην πορεία το γυρνάει στα διφυλλάκια. Ακολουθούν οι ψύλλοι με τον κατιμά και το επόμενο πρωί έχει γενική καθαριότητα.

Το τίναγμα της κουρελούς μπορεί να κρύβει ευχάριστες εκπλήξεις. Συνήθως περιέχει σπόρια και κομματάκια φούντας που ίσα που τα πιάνει το μάτι, αλλά συμβαίνει αραιά και πού να έχει πέσει στην κουρελού και κανένα αξιοπρεπές κομμάτι. Πού καιρός για διαλογή όμως. Ο φίλος μας τα σκουπίζει όλα, σκόνες, χορταράκια και τα λοιπά συστατικά της κουρελούς για ένα τελευταίο πιώμα. Πιάνει το έπιπλο και γρατζουνάει ένα ταξίμι για τις ευτυχισμένες μέρες που πέρασαν και η ζωή συνεχίζεται. Στην υγειά μας.

- Ξύπνα Μήτσο, μεσημέριασε.
- Τι έγινε ρε μάγκα, στον ύπνο σου με έβλεπες;
- Ξύπνα ρε Μήτσο σε λέω, μία πάει η ώρα.
- Στρίψε έναν ψίλο να πιούμε με τον καφέ.
- Δε γίνεται. Πάλι χάσαμε το ρέγουλο χθες και σώθηκε το πράμα. Άσε που δεν και παίζει μία και μας βλέπω στην ξεραΐλα για καιρό.
- Μην άγχεσαι Αρίστο, συνηθισμένα τα βουνά απ' τα χιόνια. Θα πιούμε την κουρελού. Για μετά βλέπουμε.

Από σέβας και δέος μπροστά στον Γιοβάν Τσαούς και ένα μουσικό παράδειγμα.

Δώστε βάση στο μήδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει τσαλακώσει τόσο πολύ αλκοόλ, που δε τον βαστάνε τα πόδια του.

Βέβαια επειδή η έκφραση αποδίδεται σε βετεράνους που αρρωσταίνουν με νύχτα, οι εν λόγω γονυπετείς συνεχίζουν τον ανήφορο της νύχτας τους μέχρι να πέσουν τελικά σαν τον Απόλλο...

Λέγεται και σκέτο «γόνατα».

  1. - Θα μαζευτούμε σε κάνα σπίτι ρε πριν βγούμε να πιούμε τίποτα;
    - Ναι ρε, μην ανησυχείς, πίνουμε μια κάλα σπίτι μου και μετά σκάμε στα γόνατα ακρωτήρι.
    - Αρρωσταίνεις με νύχτα τελικά!

  2. Περιγράφοντας σ' έναν φίλο το προηγούμενο βράδυ:
    - Πώς περάσατε τελικά χθες;
    - Εγώ δεν ήπια πολύ, αλλά ο Τέο ήπιε το βόσπορο πάλι.
    - Πόσο δηλαδή;
    - Άσ' το ρε, γόνατα σου λέω.

(από notheitis, 11/06/10)

Λέξεις για την υπερβολική μέθη: αλοιφή, γκολ, γόνατα, ζαμπόν, ζάντα, κόκαλο, κομματιανός, κουδούνι, κουνουπίδι, κουρούμπελο, κώλος, λιάρδα, λιώμα, μουνί, ντίρλα, πίτα, πλακάκι, σβερκώνω, σκνίπα, σταφίδα, στειλιάρι, στουπί, στρακόττο, τάπα, τούτζι, τσαλμπουράνι, τύφλα, φέσι, φέτα, φσέκι, χώμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν την ακούει κανείς μετά από χρήση ευφορικών μέσων (αλκοόλ, φάρμακα, ναρκωτικές ουσίες και χημικά πτητικά υγρά). Χαρακτηρίζεται από χαλαρότητα, καλή διάθεση και βλακώδες χαμόγελο ή ακατάσχετο γέλιο, ζαλάδα και μειωμένες αναστολές.

Γενικότερα δημιουργείται στο υποκείμενο μια τάση για αποφυγή της πραγματικότητας και αδιαφορία για τις κοινωνικές επιταγές.

Όπως θα έλεγε κι ο Σιγμούνδος τείνει να εξωτερικευτεί το υποσυνείδητό μας παραμερίζοντας το εγώ. Για το υπερεγώ δεν το συζητάμε καθόλου, είναι το πρώτο θύμα της κραιπάλης.

- Θα πιούμε άλλο ένα υποβρύχιο;
- Όχι. Έχω κάνει καλό κεφάλι ρε νεροχύτη και δεν θέλω να το χαλάσω, να πέσω.

(από perkins, 07/06/10)(από perkins, 07/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Μπομπάρισμα καλείται η πράξη νόθευσης αλκοολούχων ποτών, κυρίως χυμών Σκωτίας, με σκοπό τη μετατροπή τους σε μπόμπες.

Το μπομπάρισμα ως τακτική αποφέρει μεν βραχυπρόθεσμα κέρδη στον επίδοξο βομβιστή (ή καλύτερα μπομπιστή) μπάρμαν ή ιδιοκτήτη μπαρακίου, αλλά μακροπρόθεσμα θα έχει μάλλον αρνητικά αποτελέσματα στον τζίρο, καθ' ότι οι θαμώνες μία την πατάνε, δύο την πατάνε, την τρίτη δεν ξαναπατάνε. Ή τουλάχιστον δεν θα 'πρεπε να ξαναπατάνε αν ήξεραν τι 'ναι καλό για το συκώτι, το στομάχι και το επόμενο πρωϊνό.

Το μπομπάρισμα συχνά δεν περιορίζεται μόνο στα αποστάγματα βύνης. Ακόμη και οι λεγόμενες βαρελίσιες μπύρες –το κατ'εξοχήν νούμερο ένα καταναλωτικό προϊόν, κατάλληλο για όλα τα γούστα, τα κοινωνικά στρώματα και όλες τις ηλικίες άνω των 18– μπομπάρονται για λόγους οικονομίας, με αποτέλεσμα, όπως είχε πει κι ένας σοφός άνθρωπος, «τι πράγμα 'ν' αυτό ρε φίλε, μία πίνεις, πέντε κατουράς».

Εννοείται φυσικά πως η τιμή δεν διαφοροποιείται μεταξύ του μπομπαρισμένου και του καθαρού. Αλλά λόγω κάποιου μυστήριου μηχανισμού, ενίοτε ο καταναλωτής καταφέρνει από 'να σημείο και μετά να αναγνωρίζει τη διαφορά στη γεύση και στο πρωϊνό ξύπνημα. Οι χρόνιοι καμένοι και κατεστραμμένοι εξαιρούνται του φαινομένου αυτού.

  1. Ως μπομπάρισμα αποκαλείται γενικά η νόθευση, ή (σε καθαρά ιδεολογικό επίπεδο) η παραπληροφόρηση, η πλύση εγκεφάλου κλπ. (Βλ. παραδείγματα 3 και 4).

Παράγωγα: μπομπαρισμένος, , -ο. Ρήμα: μπομπάρω, ενίοτε δε και μπομπαρίζω.

  1. Το έχεις ψάξει, στην νέα σου δουλειά, αν έχουν όλοι κανονικές άδειες λειτουργίας; και τα ποτά καθαρά ή μπομπαρισμένα; και σε τι τιμές; (Εδώ)

  2. Ο αντίπαλος. Το κόκκινο, το απλό, δεν μπορώ να το πιώ. Μου φαίνεται γρέντζο, νομίζω πως κατεβάζω και καρφιά στο λαιμό. Το μαύρο (12) είναι αξιοπρεπές, αλλά πολύ συνηθισμένο σαν μπομπαρισμένο ειδικά σε τσιφτεντελάδικα (20/30). Το πράσινο (15) δεν το ’χω δοκιμάσει, αλλά το Gold, το 18, είναι ένα από τα αγαπημένα μου. Μου το κάνει δώρο κάθε χρόνο ο φίλος μου ο ζωγράφος και το απολαμβάνω. Νέκταρ. Συστήνεται ανεπιφύλακτα. (27/30) (αν το βρείτε γύρω στα 52-55 ευρώ είναι μια καλή τιμή, πάρτε το). (Εκεί)

  3. ΔΗΜΗΤΡΗ(ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΕ),ΚΑΙ «ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΕ», ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ΤΑ ΤΟΥΣ ΤΑ ΛΕΤΕ!!!
    ΤΕΤΟΙΟ ΜΠΟΜΠΑΡΙΣΜΑ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΥΤΕ ΣΤΟΝ ΥΙΟ ΜΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΚΑΤΑΦΕΡΝΑ ΝΑ ΤΟΥ ΚΑΝΩ.
    ΑΥΤΟΙ ΞΥΠΝΟΥΣΑΝ, ΚΟΙΜΟΝΤΟΥΣΑΝ, ΤΗΝ ING ΕΙΧΑΝ ΣΑ ΘΕΟ ΤΟΥΣ.
    ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ, ΑΣΦΑΛΙΣΤΕΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΑ ΜΠΑΖΑ. ΟΙ ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΜΑΣ ΘΑ ΚΛΕΙΣΟΥΝ, ΘΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ, ΚΑΙ ΤΕΤΟΙΑ.
    ΤΩΡΑ ΠΑΛΗΚΑΡΑΚΙΑ ΤΗΣ «ΦΑΚΗΣ» ΤΙ ΛΕΤΕ;
    ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΛΟΣΣΟΣ ΣΑΣ ΝΑ ΣΑΣ ΣΩΣΕΙ;
    ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΜΟΥ ΞΕΡΕΤΕ ΤΙ ΛΕΝΕ;
    «ΙΔΟΥ Η ΡΟΔΟΣ ΙΔΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΠΗΔΗΜΑ» (Παρακεί)

  4. Γεροντική τρόμπα και άγιος ο θεός των αφισών υπέρ του χουντόδουλα. Α! Ρε αποτυχημένοι τρόμπες, που θα μιλήσετε για σωστό μπομπάρισμα.
    ΟΥΣΤ. (Παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρέωμα (ρήμα χρεώνω, παθ. χρεώνομαι) αποτελεί, με λίγα λόγια, το κάρφωμα. Την ακούσια, συνήθως, αποκάλυψη μιας πράξης ή συνήθειας που δεν είναι συνετό να αποκαλυφθεί. Χρησιμοποιείται ευρέως μεταξύ χασικλήδων είτε αναρχικών. Από τους πρώτους, για την πράξη κάποιου η οποία βάζει σε κίνδυνο την αγάπη τους για το ..εχμ.. βότανο, για τους δεύτερους την ελευθερία τους από την αστυνομία.

  1. Ρε μαλάκα κράτα τον φοσμπά σαν άνθρωπος, χρεώνεσαι σε όλο το πάρκο!

  2. Ρε συ φόρα μαύρα όταν θα πάμε να σπάσουμε την τράπεζα, μη χρεωθείς μετά!

  3. Μα πες μου, κυκλοφορείς με τα χρεωμένα χαρτάκια (σ.ς. που λείπει το πάνω μέρος για την δημιουργία τζιβάνας);

Βλέπε και χου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταναλώνω υπερβολική ποσότητα αλκοόλ.

Πίνω μέχρι να πέσω κάτω.

Τώρα γιατί το Βόσπορο και όχι τον Ατλαντικό ας πούμε; Ε, σλανγκική αδεία.

Αντίστοιχα

  1. (Απο φόρουμ σχετικό με την Υγεία & Ομορφιά)

Δεν γίνεται να μην τρως τπτ γιατί και καλά κάνεις δίαιτα και μετά να πίνεις το Βόσπορο σε αλκοόλ.Και το αλκοόλ παχαίνει και μάλιστα πολύ.

  1. (Απο πονεμένο/χωρισμένο μπλόγκερ)

...η απόφαση είναι να προσπαθήσω να συνέλθω όσο μπορώ. Να πίνω το μισό Βόσπορο για παράδειγμα και να καπνίζω το μισό χωράφι.

  1. (Απο παράδειγμα άλλου λήμματος)

- Ο Αλέξης ήπιε το Βόσπορο πάλι χτες, απορώ πώς την παλεύει και δεν πέφτει σαν τον Απόλλο κάθε φορά...
- Αφού έχει συκώτι από τιτάνιο ρε, είναι γερή συκωταριά.

(από Khan, 22/05/10)ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ - "Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο" Εκδότης: Ι.Μ.ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΑΤΑΡΝΗΣ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ   (από notheitis, 22/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση «καίω κύτταρα», εννοείται, καίω εγκεφαλικά κύτταρα, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ο χρήστης ότι διέρχεται μια ψυχολογική και νευρολογική κατάσταση την οποία θεωρεί ή περιγράφει ως οιονεί νευροτοξική, καταστρεπτική, δηλαδή, για τους νευρώνες του εγκεφάλου.

Αυτή την κατάσταση προκαλούν:

α) (κυριολεκτικά) η χρήση ουσιών (το ψυχωσικό σύνδρομο Korsakoff λόγω αλκοολισμού είναι το παλαιότερο καλά περιγεγραμμένο νευροτοξικό σύνδρομο λόγω ουσιών, πιο σχετικά με το πλαίσιο χρήσης είναι το κάψιμο από καργιόλια, ιδίως mdma, τριπάκια (πλήττεται η μνήμη και άλλες γνωσίες, παραισθησιακές διαταραχές, ιδεασμοί κλ.π.), βλ. και καΐλας, καΐκι κ.λπ.

(μεταφορικώς (;) και σλανγκοπρεπώς)

β) η παρατεταμένη ή/και οξεία έκθεση σε ερεθίσματα που έχουν καταστροφικά αποτελέσματα για την πνευματική εγρήγορση, λογική σκέψη και αισθητική συγκρότηση (παπαρολογίες, μαλακιλίκια, σαχλαμπούχλες, γραφικότητες κλπ.)

γ) η τραγική εμμονή σε ασχολίες (καμενιές) που έχουν ανάλογη επίδραση με το (β), η εκούσια ή παρορμητική/καταναγκαστική αποβλάκωση.

δ) (με άλλο νόημα) η καταβολή πνευματικού μόχθου, αυτό που λέμε «καταναλώνω φαιά ουσία».

Προκειμένου να αντιληφθούμε την κοινωνική σημασία της έκφρασης, αξίζει νομίζω να την αντιπαραβάλουμε προς το υποδειγματικά λημματογραφημένο και μεγαλειώδες τα μυαλά μας πονάνε της (ΠΑΟΚτσήδικης) κερκίδας, όπου ο χρήστης δηλώνει ότι βιώνει την δυσπραγία, ακαλαισθησία και τελικά δυσφορία που του προκαλεί η απόδοση της ομάδας και η γενικότερη κατάστα ως οιονεί πόνο στον εγκέφαλο (στον οποίο εγκέφαλο, να σημειωθεί, δεν υπάρχουν υποδοχείς του πόνου). Μια όχι άσχετη ικανότητα «αντίληψης» των τεκταινομένων στο νευρικό υλικό του εγκεφάλου επικαλείται και η έκφραση «καίω κύτταρα».

Αλλά αν ο χρήστης του «τα μυαλά μας πονάνε» εκφράζει μια εγκεφαλοκεντρική αντίληψη του εαυτού και του συναισθήματος (στο κάτω κάτω δε λέει «σχίζεται η καρδιά μου» ή «μου γυρνάνε τ' άντερα»), ο χρήστης της έκφρασης «καίω κύτταρα» είναι βουτηγμένος μέχρι τα πορτοκαλί oakley σε μια μεσολαβημένη από νευρο-discourses αντίληψη για τον εαυτό, ακόμα και - ή μάλλον ειδικά όταν - η χρήση του «καίω κύτταρα» είναι μεταφορική.

Ο φουκωϊκός κοινωνιολόγος Nikolas Rose που αρχικά μελέτησε τη διάχυση της ψυχολογίας ως τεχνολογίας του εαυτού, μιλάει πλέον για την άνοδο των «Νευροχημικών Εαυτών» μας, που μπορούν, θά 'λεγα εδώ, να επικοινωνούν την εμπειρία από την παρακολούθηση, ξέρω 'γώ, του παιχνιδιού με τα σέικερ στο Je t'aime της Αννίτας Πάνια, με όρους, έστω απλοϊκούς, νευροβιολογίας.

σλανγκασίστ πάρε-βάλε: τζήζους.

Πόσα εγκεφαλικά κύτταρα έχεις κάψει; is on FacebookSign up for Facebook to connect with Πόσα εγκεφαλικά κύτταρα έχεις κάψει;
(γκρουπ στο φατσοβιβλίο)

kai o puretos kaiei kuttara, kai to na xtypas to kefali sou kaiei....kai to alkool kaiei,.,.,.kai o hlios akoma kaiei kuttara,,,,kai h TV akoma kai h othonh tou PC o nai..... ola auta mazi, se ena sugxrono perovallon einai oso kaiei h kathimerinh xrhsh xortou x1000000000... EPISHS den exei apodeixtei pws to na kaoun eggefalika kuttara se kanei ligotera efih (me vash to IQ) ...allo kaiw kuttara k allo zazeuw...kai allo kaio eggefalika kuttara epeidi einai xorto, kai allo kaiw me otidoipote einai proion kaushs(opws einai kai oi aktines UV)
(από εδώ)

Αναγκάζομαι να παρέμβω γιατί η παπαρολογία πάει σύννεφο και αρχίζω και καίω κύτταρα. Τι να τον κάνουμε ρε παιδιά τον βασιλιά και τον κάθε σωτήρα αν εμείς οι ίδιοι πρώτα δεν αλλάξουμε μυαλά; (από κατ' αντι-ύλην αρμόδιο φόρουμ)

καθομαι κατω ζωγραφιζουμε, σκαβουμε γλαστρες, παμε παιδικη χαρα, χαιδευομαστε, παιζουμε τουβλακια, μαγνητακια, διαβαζουμε βιβλια δεν ξερω και εγω ποσα εχουμε καμια 40αρα τωρα παιδικα, εεεεεεεεεεεε..........ΚΑΠΟΙΑ στιγμη καιω κυτταρα .....ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ....
(από thread νέων μαμάδων)

- Θεωρώ ότι η καρδιολογία είναι για τις παθολογικές ειδικότητες περίπου ότι η νευροχειρουργική για τις χειρουργικές....
- Τι είναι δηλαδή η ΝΧ για τη χειρουργική; Μη γράφεις με γρίφους...έχω κάψει κύτταρα με την Παθολογία... :
(διάλογος από thread ειδικευομένων γιατρών)

Δες και το έχω κάψει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τις λέξεις σταφ και «φίλοι». Αναφέρεται στην ομαδική κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών, κυρίως χασίς.

Παράγωγα: σταφυλιάζω, σταφύλιασμα, πάτημα σταφυλιών (αναφέρεται στο στρίψιμο τσιγάρου με χασίς)

- Πσιτ,Μάκη, πάμε για... σταφύλι; (κλείσιμο ματιού)
- Έλα ρε φίλεε... Πάτημα σταφυλιών κι έτσι; Το 'ψησα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρώω υπερβολικές ποσότητες φαγητού ή καταναλώνω εξίσου μεγάλες ποσότητες αλκοόλ.

Κύριο χαρακτηριστικό του «τσαλακώματος» είναι η ένταση με την οποία εκτελείται, που δεν αφήνει περιθώρια αντίδρασης στους υπόλοιπους.

  1. - Τι θα γίνει ρε μαλάκες θα φάμε τίποτα;
    - Ε δεν είπαμε να πάμε στα μπιφτέκια για τσαλάκωμα σε μια ώρα;
    - Ε άντε δε μπορώ να περιμένω άλλο ρε σεις πεινάω πολύ.
    - Θα τσαλακώσουμε ρε, υπομονή.

  2. - Καλά χθες πήγα με Αλέξη, Νίκο και Τεό και ήπιαμε δύο μπουκάλια και δυο μπλε κανάτες....
    - Έλα ρε και δεν έχεις πονοκέφαλο;
    - Όχι ρε εγώ τσαλακώνω και την επόμενη μέρα είμαι ηθοποιός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος προερχόμενος από τη σύζευξη των λέξεων λιώμα (σε κατάσταση βαριάς μέθης) και του Λουμίδη, γνωστής εταιρείας παραγωγής καφέ.

Αποδίδεται σε άτομα που κατανάλωσαν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ και για τα οποία καθίσταται απαραίτητη η άμεση κατάποση του.

  1. - Τι έγινε ρε χθες πόσο ήπιατε πια;
    - Άστα ρε γύρισα σπίτι λιωμίδης, δεν έβλεπα μπροστά μου πάλι. Ευτυχως μού' φτιαξε η Μαρία φραπέ και συνήλθα.

  2. Στο τηλέφωνο:
    - Έλα Νίκο το' χεις ένα πότο στο στέκι;.
    - Ναι μέσα, άλλα μη γίνουμε λιωμίδηδηδες παλι όμως ε;
    - Ναι ρε μην ανησυχείς, σήμερα λευκό και ποίηση.

  3. - Χθες μού' δωσε ο Αλέξης από το ποτό του και έγινα λιομίδης ρε με δυο γουλιές.
    - Ε ναι ο Αλέξης τον έχει χτίσει το Λουμίδη

Βλ. και λιουμίδης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified