Further tags

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες:

  • Χαρακτηρισμός για άτομα με σύνδρομο Down.

Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά με τρυφερές προθέσεις...

- Στον Άγγελο το μικρό νταουνάκι μου που γιορτάζει! (εδώ)

...ωστόσο δεν παύει να είναι ιδιαίτερα δυσάρεστος, έστω κι αν είναι λιγότερο απρεπής και προσβλητικός από τον απολύτως καφρικό χαρακτηρισμό "μόγγολο".

- φυσικα κ ειναι ενας ανθρωπος κ δεν πρεπει να χαρακτηριζεται ως νταουνακι, αλλα ετσι ειμαστε εμεις οι ανθρωποι περιεργοι, αδιακριτοι κ δεσκεφτόμαστε ότι θα νοίωσει ο άλλος ασχημα κ καρφώνουμε το βλέμμα μας (εκεί)

Το νταουνάκι συχνά προσάπτεται και μεταφορικά σε ανθρώπες χωρίς σύνδρομο Down προκειμένου να στηλιτευτεί η πνευματική τους βραδύνοια:

- Με το έγκλημα του Παπακωνσταντίνου να πηγαίνει εκ του ασφαλούς και προσχεδιασμένα για παραγραφή, με το πρωθυπουργικό μας νταουνάκι να δίνει διαλέξεις στο Χάρβαρντ και να συμβουλεύει την Αμερική πώς να αποφύγει τη χρεοκοπία, με συνταγματολόγους πανεπιστημιακούς να περιέρχονται τα κανάλια και να προπαγανδίζουν την ασυλία της καλής βίας... (παραπέρα)

- Φυσικά επι δύο χρόνια δεν κέρδισε ούτε ένα ματς, άλλωστε με ένα νταουνάκι κι έναν βιαστή με μόνιμη στύση είναι λίγο δύσκολο να κερδίσεις, σε κάποια φάση έχαναν και ματς με διψήφιο αριθμό γκολ (παραδίπλα)

Κατά τα μεθυσμενάκι, αρρωστάκι, κ.ά..

- Σήμερα ξύπνησα κάπως νταουνάκι. Κι εκεί που περίμενα ότι έξω θα έχει ήλιο, πάλι συνεφιά. Όταν συμβαίνει αυτό η καλύτερη άμυνα μου σε αυτή τη διάθεση είναι να δουλέψει ο φούρνος και να μυρίσει το σπίτι κάτι με βανίλια (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καραγκούνης υποτιμητικά στο θεσσαλικό σλανγκ. Ο άξεστος χωρικός από τον κάμπο! Ο άνθρωπος που πέρα από το χωριό του δεν έχει πάει πουθενά.

Πωωω ρε τι καραγκνάς είναι αυτός. Μιλάμε για άνθρωπο των σπηλαίων.

Μηδέν πρόοδος στο χωριό. Τίγκα καραγκνάδες είναι ακόμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφενός, ρατσιστικός χαρακτηρισμός του αφρικανικού πέοντα ο οποίος θεωρείται (και μάλλον δικαίως) ιδιαίτερα ευμεγέθης.

- ΟΛΟ το καστ μαυροι γυμνασμενοι κ κουλ, παντου nigga δηλαδη, οι μονοι λευκοι ειναι οι γκομενες που ψαχνονται να φανε αραποπουτσα... (εδώ)

Too beaucoup! (1'18'')

Αφεδύο, αραπόπουτσα αποκαλείται και η μελιτζάνα με λολαδερή διάθεση. Η έτσι χρήση τεκμηριώνεται τόσο στην Β. Ήπειρο...

- στους Δρύμαδες, χωρίο της Χιμάρας, και εκεί την ποδία την λένε μπροστομούνα! Και την μελιτζανα μαυρόπουτσα!
- αυτή είναι μια εκδοχή , τη λέγανε στα χωριά του βούρκου έτσι και αραπόπουτσα επίσης, αλλά στα Ριζά την έλεγαν μαύρη...
(Φόρουμ Βορειοηπειρωτώνε)

with the sympathy

...όσο και στην ορεινή Αρκαδία - βλ. Λαγκαδινό Λεξικό (Εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη, 2013, σ. 31.) του αείμνηστου Τζίμη Τσαφαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι μειωτικός χαρακτηρισμός για έναν επαρχιώτη που είναι χοντρός, οπότε κατά το συναμφότερον βλαχαδερού και ευχοντρίας δίνει την εικόνα ενός πολύ άξεστου ανθρώπου. Ο Ηλίας Πετρόπουλος (Τα Καλιαρντά, 1971) δίνει και το αρχοντοχωριάτης ως επεξήγηση, ενώ το ετυμολογεί από το ιταλικό carne (=κρέας) που χρησιμοποιείται συχνά στα καλιαρντά. Είναι δηλαδή ο βλάχος (με την ευρεία σημασία του χωριάτη, του επαρχιώτη) που έχει πολλά περιττά κιλά/ κρέατα πάνω του.

Σκέφτομαι να στήσω χρυσελεφάντινο ανδριάντα στο με σικ γιάνκη. Είχε όλες τις προϋποθέσεις να μου ήταν συμπαθής. Έσιαξε το μπερντέ του εις την αλλοδαπή και διακατέχεται από μια προτεσταντική ηθική, σε αντίθεση με τους βλαχοκαρνιώτες μικρομέγαλους ιθαγενείς μετόχους και τις δημοσιογραφικές βουβουζέλες τους που μου προκαλούν μια α πριόρι αποστροφή. (Πολιτικό καλιάρντεμα αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσβλητικό , επίθετο για Αμφισεξουαλικό άτομο , δηλαδή για αυτόν που νιώθει έλξη και για τους άντρες καθώς και για της γυναίκες . Βγαίνει από αυτό που φωνάζουν οι πλανόδιοι πωλητές όταν βγαίνουν στους δρόμους για να πουλήσουν την πραμάτια , αν αυτή πρόκειται για καρπούζια

Όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω

Επειδή λοιπόν και κάποιος ο οποίος είναι αμφισεξουαλικός , ΄΄ όλα τα σφάζει , όλα τα μαχαιρώνει ΄΄ για αυτόν τον λόγο και βγήκε αυτό το προσβλητικό , επώνυμο

Got a better definition? Add it!

Published

Υποτιμητικός και προσβλητικός χαρακτηρισμός για πολύ κοντή γυναίκα (συνήθως απο 1.60 και κάτω). Προέρχεται απο την υπόθεση πως λόγω του λειψού αναστήματός της αυτή η γυναίκα μπορεί να κάνει στοματικό χωρίς να χρειαστεί να σκύψει,να ξαπλώσει ή να καθήσει.

-Δε φτάνει που παραβίασε προτεραιότητα η πίπα η όρθια, μου ζήταγε και τα ρέστα. 1 μέτρο μπόι και 2 μέτρα γλώσσα, κατάλαβες;

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γύφτος.

Η ετυμολογία από το όνομα της φυλής των Ρομά. Χρησιμοποιείται πολύ στο ιντερνέτι, συνθηματικά για λόγους αποφυγής της λογοκρισίας των σόσιαλ μύδια και περιπαικτικά.

[...] ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΣΑΣ ΑΝΑΦΕΡΩ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΉ ΜΟΥ ΕΜΠΕΙΡΊΑ ΌΠΟΥ ΣΥΝΕΥΡΈΘΗΚΑ ΜΕ ΚΆΠΟΙΟΥΣ ΟΠΑΔΟΥΣ ΤΗΣ ΡΟΜΑ.. ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΝΗ ΩΡΑ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΜΟΥΝ ΣΤΟ ΤΡΕΝΟ ΚΑΘΟΔΟΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΓΗΠΕΔΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ (ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΣ) ΒΡΙΣΚΟΤΑΝ ΣΤΟ ΒΑΓΟΝΙ ΜΙΑ ΟΜΑΔΑ ΦΑΝΑΤΙΚΩΝ ΟΠΑΔΩΝ ΤΗΣ ΡΟΜΑ .ΟΛΑ ΚΥΛΟΥΣΑΝ ΟΜΑΛΑ ΜΕΧΡΙ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΣΤΑΣΗ ΣΕ ΣΤΑΘΜΟ ΠΟΥ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ 6 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ) ΟΠΟΥ ΕΝΑΣ ΟΠΑΔΟΣ ΤΗΣ ΡΟΜΑ ΣΑΝ ΑΡΧΗΓΟΣ ΑΛΑ ΤΟΤΙ ΦΩΝΑΞΕ "ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ" ΚΑΙ ΞΑΦΝΙΚΑ ΟΛΟΙ ΟΙ ΟΠΑΔΟΙ ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΑΠΟΒΑΘΡΑ ΟΠΟΥ ΑΝΤΑΛΛΑΞΑΝ ΜΕ ΑΛΛΗ ΠΑΡΕΑ ΟΠΑΔΩΝ ΡΟΜΑ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΤΟ ΚΑΡΑΤΕ (ΚΛΟΤΣΟΜΠΟΥΝΙΑ). [...] (από γκρουπ στο φεϊσμπούκ)

Got a better definition? Add it!

Published

Σκωπτικά ο κάτοικος της Έδεσσας. (Δες εδώ και εδώ).

Απ' τη λαλιά τον κόβω για Γάλλο.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην κλασική αργκό είναι το πειθαρχείο του σωφρονιστηρίου.

Τον πήγανε στον αράπη.

Got a better definition? Add it!

Published

Αλλιώς η γκανιότα, δηλαδή το ποσοστό που καταβάλλει αυτός που κερδίζει στη λέσχη ή στο σύστημα του παιγνίου.

Δώσαμε και τον αράπη και φύγαμε.

Got a better definition? Add it!

Published