All Cops Are Bastards. Χρησιμοποιείται και από οργανώσεις κατά των αστυνομικών, αλλά και σε graffiti.
Ρε φίλε το είδες το A.C.A.B. που έγραψαν οι Χρυσαυγιώτες στον τοίχο του σχολείου;
All Cops Are Bastards. Χρησιμοποιείται και από οργανώσεις κατά των αστυνομικών, αλλά και σε graffiti.
Ρε φίλε το είδες το A.C.A.B. που έγραψαν οι Χρυσαυγιώτες στον τοίχο του σχολείου;
Δες και Μ.Γ.Δ..
Got a better definition? Add it!
Προέρχεται από το κάφρος. Υποτιμητικός ορισμός προς άλλους ή καταστάσεις. Σημαίνει μαυρίλα ή, ενίοτε, αναφέρεται στην ιδιαίτερη οσμή ιδρώτα του μαύρου δέρματος.
Ουρά στα ταμεία μιας κλεφτοτράπεζας (το όνομα διαλέξτε το κατά το δοκούν, after all όλες ίδιες είναι):
- Ρε Μητσάρα, τι γίνεται εδώ ρε; Μέχρι στην είσοδο είναι η ουρά!
- Ναι ρε φίλε, πάμε να την κάνουμε, δεν αντέχω τέτοια καφρίλα…
Οι νεότεροι σλάνγκοι ας εκλάβουν τον ορισμό, το παράδειγμα αλλά τα σχόλια του λήμματος αυτούνου ως οδηγό για το πώς [i]δεν πρέπει να λημματοδοτεί[/i] κανείς το σλανγκρρρ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Οι Εβραίοι, οι μεγάλοι νταβατζήδες της Μέσης Ανατολής και όλου του πλανήτη.
- Άκου ρε Μήτσο, τι είπε στις ειδήσεις, 2000 άμαχοι παλαιστίνιοι έπεσαν νεκροί μετά από βομβαρδισμούς Ισραηλινών.
- Γαμώ τον Δαβίδ τους, με τους κωλοσταυρόχριστους!
Got a better definition? Add it!
Όταν εμείς οι Έλληνες φτάνουμε σε εθνικοπατριωτική σύγκρουση με τους βαρβάρους - δηλαδή όλους τους αλλοεθνείς που, ως γνωστόν, είναι βάρβαροι γιατί δεν έχουν την ελληνική παιδεία - χρησιμοποιούμε πάντα ένα ακλόνητο επιχείρημα που έχει πάντα τη δομή Όταν εμείς (οι Έλληνες)... εσείς... Παραδείγματα:
Ενίοτε ακολουθεί και αντίστροφη δομή, δηλαδή, Όταν εσείς... εμείς (οι Έλληνες)... Παραδείγματα:
Όποιος ξέρει και άλλα ας σχολιάσει.
(αμερικάνος):
- Εμείς my friend είμαστε η πιο μεγάλη δύναμη του κόσμου.
(ελληνάρας):
- Τι λες ρε πουστόφλωρε αμερικάνε γαμώ το μουνί που σε πέταγε; Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες εσείς κρεμόσασταν στα δέντρα ρεεεεεεεεεε.
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο του κάγκουρα, του κιτσάτου. Χρησιμοποιείται για ανθρώπους που έχουν μείνει κολλημένοι στο στυλ «αμάνικη μπλούζα, ζελέ στο μαλλί-φράχτη και ιδιάζουσα αργκό στην έκφραση», εμπνευσμένη από την αντίστοιχη περιοχή στην οποία έχει πέραση το συγκεκριμένο στυλ.
Κοίτα το τρικολόρε μαλλί του. Σκέτο μπραχάμι σου λέω!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ειδικότερα στη νότια Ελλάδα, το επίθετο / ουσιαστικό «μαύρος» χρησιμοποιείται ως συνώνυμο της λέξεως «καημένος». Προφανώς για λόγους ιστορικούς, από την εποχή της κατάφωρης αδικίας εις βάρος των μαύρων, η λέξη ταυτίστηκε με τον αδικημένο και χτυπημένο από τη μοίρα.
Συχνά χρησιμοποιείται και ειρωνικά, υπό μορφήν «έλα μωρέ καημένε», ήτοι «έλα μου εδώ χάμου ρε μαύρε να τελειώνουμε».
Απόσπασμα από διάλογο ραδιοφωνικής Ελληνοφρένειας
Κύρ Βασίλη (ο γνωστός Φιδέμπορας), πολιτικά
δεν έχουμε συζητήσει, τι ψηφίζεις, Δεξιά;
- Εγώ είμαι Παπανδρεϊκός ρε μαύρε, από την αρχή, χρόνια τώρα.
- Πατέρα, το παιδί αρρώστησε και δεν έχουμε λεφτά να πάμε στο γιατρό.
- Α ρε μαύρε τι τραβάς κι εσύ... Πάρε εδώ 200 ευρώ για να πάτε το γιατρό...
Got a better definition? Add it!
Σλανγκοφωνολογία. Το /j/ είναι το σύμβολο το οποίο χρησιμοποιούμε ενίοτε (και έχει σχεδόν καθιερωθεί) για να περιγράψουμε και να διακωμωδήσουμε ή να σατιρίσουμε την «χωριάτικη» προφορά, την μη «σωστή» δηλαδή, κυρίως την προφορά που έχουν οι κάτοικοι της ΒΔ Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας κά. Μπαίνει μετά το νι και το λάμδα και «μαλακώνει», λιώνει θα λέγαμε, την προφορά τους. Λειτουργεί δηλαδή όπως το «μαλακό σημείο» (ь) των σλαβικών γλωσσών ή όπως το -gn των Γάλλων (πχ στη λέξη oignon, ονιόν = κρεμμύδι).
Έκφραση: «με το νj και το λj».
Κάθε καλοκαίρι που πάει το παιδί στους παππούδες στο Αίγιο, χαλάει την προφορά του και όταν επιστρέφει στο σχολείο όλα τα παιδάκια το κοροϊδεύουνε γιατί μιλάει με το νj και το λj... Τι θα κάνουμε ρε Σταμάτη;...
από μέσα από το σλανγκρ:
παράλjυτος
γκλjίτερ
θα μου τον(j)ιδείς
Got a better definition? Add it!
Ο βλάκας, ηλίθιος κλπ. Κυρίως τη δεκαετία του '80.
Προήλθε απο τα Ποντιακά ανέκδοτα, τα οποία ήταν ξενόφερτα, και αναφέροταν σε διάφορους λαούς (πχ. τα Γαλλικά ανέκδοτα λένε για τους Βέλγους οτι κάνουν όλο λακαμίες).
Όταν τέτοια ανέκδοτα ήρθαν στην Ελλάδα, για να είναι μέσα στα πράγματα, έπρεπε να αντικαταστήσουμε τα ονόματα με κάτι σχετικό, και βρήκαμε τους Πόντιους. Αποτέλεσμα, να φαίνονται ηλίθιοι.
Ρε Πόντιε, δεν σού 'πα να προσέχεις; Μου τά 'χυσες πάνω στο χαλί!
Έδωσα τάληρο στον περιπτερά και μού 'δωσε ρέστα 15! Πόντιος είναι;
Got a better definition? Add it!
είσαι τεά (ice tea): Ένα παγωμένο τσάι σε πλήρη μετάφραση.
Ημίαιμος αθίγγανος πλησιάζει σε ταμείο ταχυφαγείου... μούσκεμα στον ιδρώτα και με τεράστια δίψα...
«Ένα είσαι τεά!» (ice tea)
Got a better definition? Add it!
Ο υστερών ως προς το μέγεθος πέους.
Συνώνυμα: μικροτσούτσουνος, μπάμιας, μικροπούλης, μικρός και τριανταφυλλένιος ή Πέτρος Φιλιππίδης. Το αντίθετο είναι ο ένας και μοναδικός Δάσκαλος, ο Γκουσγκούνης ο Μέγας.
- Τάκη, για την Ελένη τά 'μαθες;
- Τι έγινε;
- Άρχισε να βγαίνει με το Νίκο. Εγώ λέω την κανονίζει.
- Όχι ρε πούστη μου. Και πριν από μια βδομάδα την είχα γαμήσει. Και τώρα μ΄ έφτυσε γι΄ αυτόν τον μικροψώλη;
- Γυναίκα φίλε μου, πουτάνα δηλαδή.
- Όχι πουτάνα ρε φιλάρα. Καριόλα είναι!
Δες και -ψώλης.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified