Further tags

Πρόκειται για επιστημονική έκφραση (εξ ου και η γέννηση της προέρχεται από τον πανεπιστημιακό χώρο) της λούγκρας, του φλώρου, της επιμελημένα συγκαλυμμένης αδερφάρας. Για το λόγο αυτό συνιστάται η προσεκτική προσέγγιση και ακουστική της εν λόγω λέξης επειδή η πολυσυλλαβικότητα της εμποδίζει την κατανόηση της και την εις βάθος ερμηνεία της.

- Ωχ έρχεται η αδερφάρα. Θα μας ζαλίσει πάλι.
- Καλημέρα στα παιδιά. Τι κάνετε;
- Που ' σαι μωρή καραλουλουκοκεφτεδομπιφτεκόσκονη; Ποιο μπαστούνι γυάλιζες πάλι χθες και άργησες σήμερα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες τζαπανάκια:

Σε κάθε περίπτωση, αγαπάμε τζαπανάκια.

  1. - παρε κανενα τζαπανακι να εχεις το κεφαλι σου ησυχο
    (εδώ)

- εχω τρελαθει στην αναμονη..αν και απο οτι φενεται και οτι μου ειπαν απο τη Mazda...σε 15 μερες περιπου θα το εχω στα χερια μου λογικα..αλλα αξιζει τον κοπο! Τουλαχιστον περνουμε εργαλειακι φτιαγμενο απο τους ανθρωπους-ρομποτ τους Γιαπωνεζους..και οχι ενα Μπασταρδεμενο Τζαπανακι..με ευρωπαικες ριζες!
(εκεί)

  1. - Μαμάααααααααα όλοι μου οι συμφοιτητές είναι κάτι trendy τζαπανάκια που κουβαλάνε ότι gadget έχει λανσάσει η apple τους τελευταίους μήνες, κάτι αξύριστες αριστερές γαλλίδες, κάτι hip hop αλγεριανονιγηριανοί... ένιωσα τελείως χαζή... σαν σαμπάνια σε μπιραρία αισθάνθηκα!
    (παραπέρα)

- Και όσον αφορά την προβολή γυμνού στα games, ναι, συμφωνώ πως είναι αρκετά πιο διαδεδομένη και πιο ανώριμη, αλλά περιορίζεται σε τζαπανάκια με σχολικές στολές και βυζάρες, ξωτικίνες με μικρή πανοπλία και βυζάρες ή οπλισμένες κομάντο με κοντά σορτσάκια. Και βυζάρες. Αν αυτά είναι επικίνδυνα για την ηθική της νεολαίας μας, τότε το ίδιο επικίνδυνες είναι και οι διαφημίσεις παγωτού...
(παραδίπλα)

Kawasaki Z1 900 του \'73. (από Vrastaman, 20/11/12)(από Vrastaman, 20/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που ακολουθεί την οδυνηρή διαπίστωση ότι το αγόρι βγήκε αγορίνα. Τσάμπα τα κεράσματα του πατέρα στο μαιευτήριο όταν έμαθε ότι έκανε γιο...

  1. Και καλά εμένα φίλε μου, χεσμένο με έχεις, τον δόλιο τον πατέρα σου που κέρναγε τρεις μέρες στο μαιευτήριο όταν έμαθε ότι έκανε αγόρι δεν τον σκέφτεσαι που θα βρει αυτούς που κέρασε να πάρει τα λεφτά του πίσω;

  2. Tι να πω ρε. Κρίμα τα ουίσκι που κέρναγε ο πατέρας του στην Οκλαχόμα όταν έμαθε οτι έκανε γιο

  3. Κρίμα τον πατέρα του που κέρναγε στα καφενεία κι έλεγε «έκανα γιο ρε!».

Azis εκ Βουλγαρίας (από malakia, 24/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ξενέρωτη γκόμενα. Ντεκαβλέ. Ψυχρή συναισθηματικά και ερωτικά, και συνεπώς άπαρτη.

Βλ. -μούνα.

Από το νέτι:

-Καμια κρυομουνα ξενερωτη ψευτοσεμνοτυφη γκομενα θα εισαι! Απο μπροστα παρθενα και απο πισω μπαινουν τρενα! Αντε και γαμησου ρε τσολι ...

-Η καλεσμένη Σπεράντζα Βρανά χαρακτήρισε ανύπαντρη 35άρα τηλεθέατρια που επί 5 χρόνια δεν είχε σχέση, «κρυομούνα».

-Ποιο να'ναι το αντιστοιχο του «μαλακοκαυλης»για τις γυναικες; Υποθετω«κρυομουνα»;

Η πιο κρυομούνα από τα Bond girls. (από Khan, 28/11/12)

βλ. και παγόμουνο, ice queen

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κωλοπετσωμένη και ψιλοσπασμένη πλην καυλιάρα σαρανταφεύγα μιλφού. Το μουνί της μπορεί να έχει αρχίσει να πατινάρει, αλλά η μπογιά της ακόμα μισοπερνάει.

Χλευαστικά, η Ντάμα του αντιπάλου στο σκάκι. Συνώνυμο επίσης τση πουτάνας, σύμφωνα με τον σενσέι Ηλία Πετρόπουλο. Προσφιλής λέξη των Καρκαβίτσα και Τσιφόρου.

Πάσα: HODJAS, deinosavros και malakia (από Δ.Π.)

- Τωρα κολακευεσαι με την 15 χρονια μικροτερη σου που σε θελει ακομα και γαμπρο! Αμα η επομενη ειναι καμμια μισοτριβη ξερεις τι κουρελιασμα θα παθει η ψυχολογια σου ειδικα οταν θα βλεπεις πιπινια να τριγυρνανε γυρω σου;

- Εμάς τι μας ενδιαφέρει αν μια μισότριβη καλλιτέχνης άλλαξε γκόμενο;

- Μυξιάρης. Ζητάει ελεημοσύνη από μια μισότριβη καμπαρετζού με κυτταρίτιδα ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να δεί την καλτσοδέτα της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε γυναικοπαρέα, ή απλά τις γυναίκες της παρέας. Ο αριθμός των υπό αναφορά γυναικών, πρέπει να είναι τουλάχιστον δύο.

Αλλά για να δικαιολογήσει αυτή η παρέα/ομάδα τον χαρακτηρισμό (και τίτλο!), πρέπει να είναι όλες εμφανίσιμες. Ή τουλάχιστον γαμήσαμπλ.

Η έκφραση είναι η γνωστή παράφραση του «πιάσε τον έναν και χτύπα τον άλλο», που αναφέρεται φυσικά σε άτομα που δεν εγκρίνουμε γενικώς, είτε εμφανισιακά, είτε σαν προσωπικότητα κ.τ.λ.

- Χθες βγήκα με τη Μαιρούλα. Έφερε μαζί της και τρεις φίλες της...
- Έλεγαν τίπτις;
- Γάμα τη μία, πήδα την άλλη ήταν τα μωρά...
- Ωραίος ρε μαλάκα, και δεν έριξες κανένα τηλέφωνο στο φιλαράκι σου να κοπιάσει και αυτός στο φτωχικό σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέει ο σοφός λαός για να υπενθυμίσει στις γυναίκες ότι δεν μπορούν να συγκριθούν με τους άντρες όσο και να προσπαθούν.

Γυναίκα: - Αγάπη μου ανοίγεις το μπουκάλι γιατί δεν μπορώ;
Άνδρας: - Κλανιά ανδρός, γυναίκας δύναμη (ούτε ένα μπουκάλι δεν μπορείτε να ανοίξετε). Βεβαίως γλυκιά μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφορά σε αιδοίο, που αναδύει τη γνωστή... μυρωδιά ψαριού. Κάργα στην απλυσιά είτε για λόγους υγιεινής (όπως λέει η κάτοχός του «γιατί τα τεχνητά καθαριστικά χαλάνε το φυσικό pH του κόλπου»), είτε λόγω αγαμίας/παρθενιά.

- Σκύβω να τη γλείψω δικέ μου και έμεινα.
- Τόσο ωραίο ήταν το μουνί της;
- Δεν ξέρω, δεν πρόλαβα να δω. Σχεδόν λιποθύμισα από τις αναθυμιάσεις.
- Πάλι σε ψαρομούνα έπεσες;;;

(από earendil_ath, 14/12/12)

Σχετικά: μπακαλιαρίλα, καμένο ντουί και το ευρύτερο μουνίλα. Δες και -μούνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

[βεν. limounada με τροπή [i>e] κατά το λιμούνι]

Η ξινή γκόμενα, προέρχεται από την σύμπτυξη των λέξεων λεμόνι και μουνί, προσδίδοντας χαρακτηριστικά του πρώτου στην φυσική υπόσταση του δευτέρου. Συνώνυμα: ξινομούνα, κακογαμημένη, Γεωργία Βασιλειάδου.

Στέλιος: Μαλάκα το μπαρ πάλι τίγκα στις ξινές ανορεξικές γκόμενες είναι...
Πάνος: Κατάλαβα... Πάλι λεμουνάδα θα πιούμε...

λεμούνι (από Khan, 16/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτελεί συνειδητή ή όχι, χυδαία απόδοση των χυδαίων αμερικανοεγγλέζικων boy / male / man-cunt, boy /man-pussy, boyhole, manhole (με την σεξουαλική έννοια κι όχι: «το άνοιγμα φρεατίου υπονόμου»).

Αναφέρεται υποτιμητικά στη σούφρα τού παθητικού και θηλυπρεπή πούστη.

Σαν βρισιά, μπορεί να προσβάλει βαρύτατα ακόμη και κωλομπαράδες (ιδιαίτερα αν προέρχεται από το ίδιο, ή χειρότερα απ’ το... βατευόμενο σινάφι, που άλλωστε έχει μια άλφα ροπή στο ξεφώνημα), αφού υπονοεί απαξιωτικότατα θηλυπρέπεια και παθητικότητα που ανέκαθεν και σε κάθε κακούργα κενωνία, λέρωναν το κούτελο κάθε αρσενικού, ακόμη κι αυτού που ξέρει καλά πώς να τη βγάζει καθαρή.

Εννοείται, πως η χρήση του όρου περιπαικτικά ή χαϊδευτικά απαιτεί κάποια ...οικειότητα.

Η στενή σεξουαλική συνάφεια μουνιού και κώλου έχει πολλάκις, απολαυστικότατα κι επαρκέστατα καταγραφεί στο σάιτ από patsis: «δύσκολο μουνί ο κώλος» και «σφιχτό μουνί ο κώλος», Vrastaman: «κωλόμουνο», iwn, Vrastaman, spydel: «από τον κώλο στο μουνί, δυο δάχτυλα και κάτι», DirtyTalking: «απ' τη ζωή στο θάνατο είν' ένα μονοπάτι και από τον κώλο στο μουνί, δυο δάχτυλα και κάτι», klanidi, John Kar: «απ' το μουνί στον κώλο», Hank: «ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος», HODJAS: «τώρα βγήκανε οι κώλοι και μπαταλιάρανε τα μουνιά» αλλά και «η παρθενιά της γυναίκας είναι από κώλο», papageno: «με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί», pinotubo, oo9oo: «με σάλιο και υπομονή ο κώλος γίνεται μουνί».

Το μόνο που έχω να προσθέσω είναι πως παίζει και το « πουστομούνι».

  1. «Θα στο κάνω μουνί. Πουστόμουνο απαλό από το γλείψιμο. Θα στο λιώσω το κωλί σου! Αχ…κωλόχειλά μου! Σαν τριαντάφυλλο στα έχω ανοίξει πούστρα
    (από ερωτικό λογοτέχνημα)

  2. Πουστόμουνο... έρχεται η ώρα σου... 35 χρόνια ήταν πολλά.... να μας φοβάσαι.... για σένα γίναμε χρυσή αυγή.... για σένα....
    (άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου!!)

  3. Μόνο και μόνο για το masturbating the wargod. Άντε ρε μαλάκες να κι ένας Ωραίος. Ρε καριόλη σ' αγαπάω. Χριστοί παντού Masturbating The Wargod ρε πουστόμουνα.

  4. Πουστομούνι δηλώνει την θέση του σ’ αυτή την κοινωνία. Περιμένει να χρησιμοποιηθεί και να ξαλαφρώσει δυνατά καυλιά.
    (λεζάντα από ΧΧΧ φωτογραφία με τον εικονιζόμενο σε προ(σ)κλητικότατες πόζες)

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified