Further tags

Κοντράρισμα σε λεκτική αντιπαράθεση, το οποίο έχει την έννοια του «δε μασάω».

Ουσιαστικά σημαίνει ότι θα σε γαμήσω και κατ' επέκταση (επειδή αυτό θα συμβεί πρωκτικώς - κάτι το οποίο υπονοείται φυσικά - για να πονέσεις) την ώρα της ερωτικής πράξης θα εκτονωθούν και τα «αέρια» τα οποία απελευθερώνονται από εκεί ως γνωστόν. Η έξοδός τους δε, θα συναντήσει τα αρχίδια άρα ... «θα σου κλάσει τα αρχίδια».

- Θα σας νικήσουμε στο μάτς.
- Θα μας κλάσετε τα αρχίδια!!!

- Θα σε πλακώσω στο ξύλο.
- Θα μου κλάσεις τα αρχίδια, μαλάκα!!!

- Θα σε γαμήσω!!!
- Πάρε φόρα μαλάκα και έλα με τον κώλο να μου κλάσεις τα αρχίδια!!!

Βλέπε και κλάνω τ' αρχίδια κάποιου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς ο πούστης. Για όσους προτιμούν να λένε: «Η ώρα πήγε ένδεκα».

Μες στης νυχτιάς τη σιγαλιά
Δεν κελαηδούνε τα πουλιά.
Μόνο μια φωνή ηκούσθη:
Βρε τον πούσθη! Βρε τον πούσθη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προερχόμενη από ελληνική ταινία, ατάκα του Θανάση Βέγγου για την ουσία της γυναικείας φύσης.

Χρησιμοποιείται από άτομα που δεν ενδιαφέρονται για γυναίκες με ιδιαίτερη εμφάνιση ή για πνευματώδη θηλυκά, μιας και το σκοτάδι εξομοιώνει τις καταστάσεις.

(Στο μπαρ ο ένας κολλητός στον άλλο):
- Καλά τα γκομενάκια απέναντι, πάμε να τους μιλήσουμε;
- Δεν ξέρω, άσε καλύτερα... δε μου αρέσει πολύ αυτή στα δεξιά
- Έλα μωρέ, σβησθείσης της λυχνίας πάσα γυνή ομοία!
- Καλά λες! Βουρ στον πατσά!

βλ. σχόλιο του χρήστη ΠΡΩΤΕΑ παρακάτω
βλ. και μία μάνα τους έχει γεννήσει

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστική σαρκαστική έκφραση για γυναίκα που δεν είναι ακριβώς καλλονή.

- Εκείνη η καινούργια που ήρθε στην τάξη σας πώς είναι;
- Ααααα καλλονή μεγάλε! που να σ'τα λέω! Αφού να φανταστείς την είδ' ο ήλιος κι έδυσε!
- Κατάλαβα! Σαν τα κρύα τα νερά δηλαδή, ε;
- Ναι, τα πολύ τα κρύα όμως, μπούζι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του σκηνοθέτη Giuseppe Tornatore, είναι ο κουλτουριάρης που τον βλέπει τον ιρανικό κινηματογράφο. Σύγκρινε: Αλμπέρ Γαμύ.

Πηγή: The inq.

- Είδες την τελευταία ταινία του Γιάνναρη;
- Άσε με μωρέ με τον Τζουζέπε Λουγκρατόρε! Μισή ώρα εστίαζε πάνω στο γυμνό κορμί του μετανάστη, έλεορ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βολιδοσκόπηση στα πλαίσια βρις-οφ, κατά το «πόσα απίδια βάζει ο σάκος;». Απίδι είναι το αχλάδι, αλλά λόγω ομοιήχου αντικαθιστά και το αρχίδι.

Για τη σχέση αχλαδιού και κώλου βλ. εδώ.

Θέλουμε να δούμε με αυτό πόσο κοπέλα τελειωμένη είναι κάποιος.

- Μια απορία θα μου λύσεις ρε φίλε; Πόσα απίδια βάζει ο κώλος σου;
- Ρε, χτύπα τον κώλο σου στην κολώνα να πέσουν οι καπότες μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Γυναίκα του Ξανθού. Και εξηγούμαι πάραυτα - για να θυμούνται οι παλαιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι. Στη Θεσσαλονίκη, πριν από κάποια χρόνια (όχι δα και τόσο πολλά) τραγουδιόταν από τα (μπασκετικά) παόκια το ακόλουθο αριστουργηματικό στιχούργημα, απαύγασμα πρωτόφαντης καλλιτεχνικής εμπνεύσεως:

Είναι ψωλού η γυναίκα του Ξανθού
και δε μπορεί να κάνει ένα παιδί
γι' αυτό Ξανθέ άνοιξέ της (ή την) καμπαρέ
να τη γαμάει όλο το Παλέ.

Ο Ξανθός εννοείται συφιλιαζόταν με το ως άνω σύνθημα, ενώ τα μουμουέ, αναμασώντας ωσάν τα γίδια τα ίδια κλισέ, αναφέρονταν σε αυτό ως ''εμετικό'' χωρίς να το αναπαράγουν (έτσι για να μας έχουν στην καψούρα).

Ο Ξανθός σκεφτόταν μηνύσεις και τα σχετικά, τελικά δεν ξέρω τι έγινε (αν θυμάται κανείς ας μας διαφωτίσει). Εν τέλει η Γυναίκα του Ξανθού έκανε ένα Παιδί και ο τρισμέγιστος Ξανθός πήρε την εκδίκησή του από την άσπλαχνη εξέδρα, αφιερώνοντας το Θείο Βρέφος ''σε όλους αυτούς που όλα αυτά τα χρόνια μας έβριζαν χυδαία'' (ή κάπως έτσι). Και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Λέμε τώρα.

Υ.Γ. Εξυπακούεται άλλο να σας το γράφω εδώ κι άλλο να το ακούς στο Αλεξάνδρειο από 5000 τρελαμένα παόκια. Εμπειρία ζωής.

Τι παράδειγμα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά κύριο λόγο αναφέρεται για μια έφηβη κυρίως, που μόλις έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξή της και πλέον θεωρείται γυναίκα.

(μη συγχέεται με το ευγαμήσιμη)

- Ρε συ την είδες την κόρη της νέας γειτόνισας;... Κουκλί έτσι;
- Πςςςςς... του γάλακτος... αλλά είναι μικρή ακόμα... - Ναι... είναι κι αυτό... - Σε κανα 2 χρόνια θα είναι πλέον γαμήσιμη!!!... Και τότε...

για το «ευγαμήσιμη» βλ. και γαμισάμπλ, αξιαγάμητος/-η, φακάμπλ, fuckable.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεαρά ελαφρών ηθών, προερχόμενη από το πρώην Ανατολικό μπλοκ. Τυλίγει με μαεστρία το εγχώριο απόθεμα σε άρρενες χάρη στα εξωτερικά χαρίσματα (δηλαδή, φοράει μόνο τα άκρως απαραίτητα) και στον ευχάριστο χαρακτήρα της (δηλαδή, κάνει ό,τι της ζητήσεις στο κρεβάτι χωρίς πολλά-πολλά).

Η μεγάλη απήχηση της Τσόλοβιτς έκανε πολλές ντόπιες ν' ακολουθήσουν το παράδειγμά της, με αποτέλεσμα να επεκταθεί η χρήση του όρου και σε άλλες εθνικότητες.

- Τι έμαθα; Ο παππούς παντρεύτηκε Ρωσίδα;
- Ναι, μία Τσόλοβιτς, και της έγραψε όλα τα χωράφια. Σ' εμάς δεν άφησε τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για σύμφυρση του μουνιού με το μανάρι. Μουνάρι είναι η ευσύνοπτη και γι' αυτό αναλώσιμη μουνίτσα, το μουναρδέλι. Όχι όμως με την παιγνιώδη και τσαχπινογαργαλιάρικη διάθεση που μεταδίδουν οι παραπάνω όροι.

Η λέξη «μουνάρι» με τη λαϊκότητά της ενέχει σοβαρότητα και περιγράφει το μουνί ως διακύβευμα: απηχεί το πώς γίνεται αντιληπτή μια ευγαμήσιμη γκόμενα στα μάτια ενός Α.Ε.Λ.Π.Α. - ως φορέας του αιδοίου, αντικείμενου πόθου αλλά και μίσους.

Επειδή ακριβώς είναι μάλλον ιδιόλεκτος των μη εκλεκτικών ως προς το μουνί, γραμματικά ο όρος είναι σχεδόν ελλειπτικός, απαντά κυρίως στον πληθυντικό: τα μουνάρια.

- Έρχομαι Θεσσαλόνικη...
- Καυλώς να 'ρθεις....
- Να σε δώ, να τα πούμε....
- Να σαι καυλά...
- Θα παίξουνε τίποτα μουνάρια;
- Κρατήθηκες λιγάκι πάντως, στο αναγνωρίζω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified