Selected tags

Further tags

Λογοπαίγνιο που χρησιμοποιεί την ευστροφία του Αϊνστάιν για να δηλώσει αντίστοιχες ικανότητες στο σεξ για τους άνδρες (κάτω κεφάλιο).

Αναφέρεται συνήθως σε άρρενες καταγόμενους από αφρικανικές χώρες, αλλά και για Ρώσους τ. Ρασπούτιν.

- Αχ τι μανάρι είναι αυτός ο δικός σου! Πρέπει να είναι θεός στο κρεβάτι!
- Και λίγα λες. Ο Αϊνστάιν του κάτω κεφαλιού!

(από Khan, 05/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πιο συχνή σήμερα έννοιά της είναι άτομο που συμμετέχει σε «παρτούζα», «παρτουζιάρης» (βλέπε εδώ).

- Ουτε 5 ευρω δεν μπορω να του δωσω για να νοικιασει μια τσοντα της προκοπης...ενα γκανγκ μπανγκ, ενα οργιο, εστω και μια διπλη κολπικη ..
(εδώ)

(από Khan, 05/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λειτουργεί ως επιφώνημα, και εκφράζει έκπληξη ή απογοήτευση, ή θυμό, ή, ή, ή... Ο τονισμός κατά την εκφορά ποικίλλει και εξαρτάται απ' το νόημα.

Εκτοξεύεται ως απειλή κατά παντός υπευθύνου ή συμπληρώνεται με εξ ίσου ασαφείς διασαφηνίσεις όπως «να γαμήσω κάναν κώλο παιδικόνε» ή ό,τι εμπνευστεί ο μπινελικωτής επιτόπου. Αν και μάλλον η έννοια αλλοιώνεται με τα συμπληρώματα διαστροφής.

Συγγενή και τα μη γαμήσω, α να σε γαμήσω..., να σου γαμήσω, το ουγκχ (σε μη μπινελίκι), αλλά πλήρως άσχετο το ποιον πρέπει να γαμήσω.

  1. (στο ποδήλατο, βλέπει το πορτοκαλί να γίνεται κόκκινο, γαμιέται για να προλάβει να μην τον πατήσουνε και λέει:)
    - Να γαμήσωωωωω....

  2. (στο ποδήλατο, βλέπει το λεωφορείο να πλησιάζει επικίνδυνα και λέει:)
    - Να γαμήσωωωωω....

  3. (ξυπνάει στο φορείο και λέει ζαλισμένος)
    - Πώ να γαμήσω...

  4. - Και για λέγε ρε συ, σου αρέσουν οι Pain of Salvation;
    - Μόνο το one hour by the concrete lake.
    - Ασταδγιάλα ρε πρωτοδισκάκια.
    - Μα αυτός είναι ο δεύτερος...
    - Ού να γαμήσω...

  5. Ανακοινώνονται τα νούμερα του λόττο και έχει πιάσει τα διπλανά:
    - Να γαμήσω....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του «κωλοβαράω», αλλά επί το εμφατικότερον.

Περνάω την ώρα μου χαζολογώντας, επιδίδομαι στο ευγενές άθλημα του αυνανισμού, μεταφορικώς βεβαίως και ουχί κυριολεκτικώς.

Συνώνυμα: κωλοβαράω, πουτσοβαράω

Αντί να ψωλοκοπανάτε όλη μέρα εδώ μέσα, δε σηκώνεστε να κάνετε καμιά δουλειά λέω γω; Μου 'χει φύγει ο τάκος απ' το πρωί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την κλασική πράξη που όλα τα... βαριά αρσενικά ξέρουν και μοιράζουν σε όλα τα αρσενικά (πούτσα έφαγες κλπ) και ενίοτε σε πρόστυχα θηλυκά.

Απλά περιγράφεται η κατάσταση του πέους όταν δεν βρίσκεται πλέον σε στύση και μοιάζει με... καρότο!

- Πω πωωω.... τι γκομενάκι τρελό είναι αυτό ρε;!
- Κλείδωμα σε ένα δωμάτιο και μετά πούτσα και καρότο!

(από joe909, 25/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαράκι, μπυραρία ή γενικότερα βραδινό μαγαζί το οποίο συνδυάζει χαμηλούς φωτισμούς και σένσουαλ /ρομαντική μουσική σε μέτρια ένταση, και το οποίο προτιμάται σχεδόν κατ' εξοχήν από ζευγαράκια σε πρώτα (ή κάποια από τα πρώτα) ραντεβού. Συνδυάζεται με μέτρια κατανάλωση ποτού (απαγορεύονται οι λιώμες), περιοδική επαφή χεριών και λάγνα βλέμματα.

Με αυτόν τον τρόπο, αυτός που επέλεξε το κατάστημα προσπαθεί να επιδείξει ταυτόχρονα καλό γούστο, αλλά και σαφή διάθεση σεξουαλικής περίπτυξης προς τον άλλο.

Ήταν πιο rock το μαγαζί όταν άνοιξε, τώρα έρχονται όλο ζευγαράκια και παίζει μπαλαντούλες λες και είναι προκαταρκτικάδικο.

3.47: Το κατάρτι δεν θέλει πια προκαταρτικά. (από Khan, 08/01/12)

Σύγκρινε με καμακομάγαζο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπορεί να σημαίνει:

Very Italian Person: Για να χαρακτηρίσει κάποιον που μιλάει ή φέρεται σαν Ιταλός.

Very Impressive Penis: Για να χαρακτηρίσει κάποιον πολύ προικισμένο.

  1. - Χτες ξεκίνησα Ιταλικά. Έχουμε μια δασκάλα...
    - Κάνει καλό μάθημα ; Έχει καλή προφορά και τα ρέστα ;
    - Σαν Ιταλίδα...VIP

  2. - Ρε c Μαρία, χτες κοιμήθηκα με τον Μένιο...
    - Και πώς ήταν το εργαλείο του ;
    - VIP σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς αποδεκτό ως σουτιέν.

Μωρή τα είδες τα καινούρια βυζιά της Μαρίας; θα της σκίσουν τα βυζοσάκουλα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πέος που μοιάζει με μανιτάρι επειδή έχει δυσανάλογα μεγάλο πουτσοκέφαλο.

Η πούτσα του ήταν μετρίου μεγέθους αλλά πολύ χοντρή, μανιταρόπουτσα, με ένα πουτσοκέφαλο θηριώδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπεριφέρομαι σαν γκέι, αδερφοφέρνω, τοιουτίζω.

Λέγεται για περιπτώσεις που δεν έχουν βγει από την ντουλάπα και απλώς είναι ύποπτοι για γκεϊλίκι, λόγω χαρακτηριστικών κινήσεων και ιδιωμάτων. Θεωρητικά είναι δυνατόν κάποιος να πουστοφέρνει χωρίς να είναι πούστης, ιδίως αν το κάνει μέσα στο πλαίσιο τακτικής (βλ. παράδειγμα 2).

  1. - Ευγενικό παιδί ο Πάνος, αλλά ρε γαμώτο, πουστοφέρνει λιγάκι...

  2. οταν καμακωνω προσπαθω να πουστοφερνω λιγακι κανω πιο γλυκεια τη φωνη μου αυτο αρεσει στις γυναικες πολυ!!! (Αποστάγματα σοφίας του πορνομετανάστη εδώ).

  3. Για μένα άλλο το πουστοφέρνω άλλο το είμαι (Και οι πούστηδες έχουν δικαίωμα στον αράπη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified