Selected tags

Further tags

Αμερικανική έκφραση, ιδιαίτερα δημοφιλής στους κύκλους των φοιτητών, οι οποίοι φημίζονται για τα ιδιαίτερα «άγρια» πάρτυ τους στα διάφορα κολλέγεια και αδελφότητες.

Η φράση περιγράφει εν συντομία την επίδραση της γενναίας κατανάλωσης μπύρας (αν μπορεί να χαρακτηρισθεί μπύρα ο Αμερικάνικος νερουλιασμένος ζύθος), στην υφή του προϊόντος κενώσεων της επόμενης ημέρας.
Κοινώς, η μορφή των σκατών του υπερ-καταναλωτή μπύρας η οποία μοιάζει με λάσπη. Το πρώτο συνθετικό αναφέρεται στην μπύρα Budweiser (ουδεμία σχέση με το ομώνυμο και σαφώς ανώτερο Τσέχικο προϊόν), η οποία είναι γνωστή ως Bud.

Προφανώς, το πρακτικό αποτέλεσμα είναι το ίδιο με οποιονδήποτε ζύθο, πλην όμως η έκφρασις θα έχανε το ομοικατάληκτον και την κωμική της ιδιότητα εάν φερ' ειπείν κυκλοφορούσε ως «Heineken Mud».

Χωρίς να θέλει να προδικάσει, ο καταχωριστής είναι σχεδόν βέβαιος ότι οι άρρενες που διαβάζουν το παρόν, χαμογελούν ενθυμούμενοι ηρωϊκές ημέρες Bud Mud στη ζωή τους...

- Τι έγινε ρε Μήτσο; Κομμένο σε βλέπω...
- Άσ 'τα, χθες είχε beach party και κατέβασα καμιά 20αρια λίτρα μπύρα.
- Τι λες ρε συ! και δε σε τρέχανε στα επείγοντα;
- Όχι, αλλά σήμερα όλη μέρα είχα ενσωματωθεί στη λεκάνη... Το απόλυτο Bud Mud σου λέω...

(από Desperado, 20/07/08)(από Desperado, 20/07/08)

Βλ. και μπεκροχέσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι τόσο κοντά που δεν αξίζει να το συζητάς.

- Ρε συ, πήγαινε να μου πάρεις τσιγάρα από το περίπτερο...
- Πού να τρέχω τώρα... Άσε...
- Έλα ρε, απ' το μουνί στον κώλο είναι. Μέχρι να πας, γύρισες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ακαταστασία, το ρημαδιό, το χάος.
Επίσης η δυσμενής, δυσάρεστη κατάσταση.

  1. - Πρόσεχε με την πορτοκαλάδα ρε Μήτσο, το έκανες το χαλί σκατέ ολέ.

  2. - Με πήρε χτες τηλέφωνο και είχα και τα νεύρα μου, της τα έχωσα και γίναμε σκατέ ολέ.

(από ironick, 22/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ...κοιλιακές διαταρραχές. Είναι αυτό που λέμε διακριτικά «μ' έπιασε η κοιλιά μου», ενώ στην πραγματικότητα δεν προλαβαίνω να χεζοκλάνω ηχηρώς, ασυστόλως και κατά συρροήν. Αλλιώς ευκοίλια ή η κατάστασις κατά την οποία κατουρώ απ' τον κώλο, πάντα με τα ανάλογα ηχητικά εφέ.

- Ρε συ, αυτό το γάλα έληξε χθες, τι λες; Θα πάθω τίποτα άμα το πιω;
- Άσ' το ρε μαλάκα μην σε πιάσει καμιά πορδόλυσσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολυλογάς, ο φαφλατάς, αυτός που σου παίρνει τα μυαλά από το πολύ μπίρι-μπίρι. Μπορεί να μιλάει ώρες μόνος του. Πολλές φορές αυτά που λέει είναι μια ακατάσχετη μπουρδολογία. Πάντως ο λόγος του κοιλιά δεν κάνει. Ο τυπάς εμπνέεται από το τίποτα και φτιάχνει σενάρια. Λογοτέχνης του προφορικού λόγου είναι ο άνθρωπος.

Ο όρος προέρχεται από τη σύγκριση μεταξύ αυτών των φαινομενικά διαφορετικών στοιχειών. Aπό τη σύγκριση δηλαδή μεταξύ του πολυλογά και του κρυωμένου.

Όπως ο κώλος του κρυωμένου αποτελεί την πύλη εξόδου κλανιοβομβαρδισμών και κουράδων, έτσι και το στόμα του πολυλογά αποτελεί πύλη εξόδου ατέλειωτης μπλαμπλαδολογίας

Επίσης τόσο ο κρυωμένος όσο και ο πολυλογάς παρασύρονται ο μεν ένας από το κρύωμα, ο δε άλλος από την πολυδαίδαλη πλοκή του λόγου και από κάποια στιγμή και πέρα αισθάνονται πως δεν μπορούν να ελέγξουν την κατάσταση

Συνώνυμες εκφράσεις

Ροδάνι πάει η γλώσσα του
Μιλιά μέσα του δεν έβαλε

- Πω πω τι τύπος ο Βασιλάκης;Mου μίλαγε 3 ώρες και μιλιά μέσα του δεν έβαζε.
-Σας παρατηρούσα και σε θαύμαζα για την υπομονή σου.Μιλάμε πως το στόμα του πάει ...σαν τον κώλο του κρυωμένου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φόβος, το άγχος.
Επίσης νιώθω φόβο ή άγχος, τα κάνω πάνω μου, τρομάζω.

- Μαλάκα έτσι όπως πετάχτηκες μέσα στο σκοτάδι... Πωωω, κλανιέμπα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτικό σχόλιο αντί άλλης ουσιαστικής απάντησης στον συνομιλητή μας. Συντάσσεται κυρίως με το «ρε» ενώ πολλές φορές απαντάται και στην προτρεπτική μορφή «ρε άι φτύσ' τα μπούτια σου».

Η ουσία της έκφρασης έγκειται στο άσκοπο του πράγματος και είναι συναφής με το «πήγαινε να δεις αν έρχομαι» ή «ρε α πάαινε να δεις αν κουνιούνται οι βάρκες» (εδώ σε ιδιωματική μορφή της Β. Ελλάδος). Κατ' άλλους, η ουσία της έκφρασης βρίσκεται στο ότι δεν έχουμε ικανό τον συνομιλητή μας να φτύσει μακρύτερα από τα μπούτια του, πολλώ δε μάλλον να εκφέρει και άποψη για το θέμα το οποίο είναι υπό συζήτηση.

- Να σας πω εγώ τι νομίζω...
- Ρε άι φτύσ' τα μπούτια σου που θα μας πεις και τι νομίζεις. Μικροί μεγάλοι στο καφενείο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εστιν ουν ξέκωλο, ανήρ έχων αιμοροεές εκ του πρωκτού κατερχόμενες, αιτιωδώς συσχετιζόμενες μετά των ερωτικών προτιμήσεων.

Ο Δημήτρης είναι ξέκωλο. (τελεία)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που προκύπτει από το πάντρεμα των λέξεων πορδή, κλανιά και την κατάληξη -ίδι (η οποία δίνει μία χαριτωμενιά σαν να οικειοποιούμαστε την χ λέξη στην οποία το συνάπτουμε). Το πορδή και κλανιά έχοντας την ίδια σημασία, εμφανιζόμενες μαζί δείχνουν υπερβολή.
Αποτέλεσμα λοιπόν είναι μία έμφαση στην περιγραφή των αερίων που όμως για να μην τρομάξουμε τον συνομιλητή προσθέτουμε και το -ίδι.

Η λέξη χρησιμοποιείται ενίοτε και στον πληθυντικό (πορδοκλανίδια) είτε για να δείξει ότι πολλοί κώλοι τα παρήγαγαν ή γιατί το εφέ ήταν συνεχόμενο (και συχνά ολονύκτιο). Αυτά πάντα αναλόγως τον ομιλητή.

Πορδοκλανίδι είναι λοιπόν η κλανιά, όχι μία και τελειωτική αλλά συνεχόμενης ροής, παραμένει όμως στον ακροατή άγνωστη η ταχύτητα, ο ρυθμός, η ένταση, και φυσικά η μυρωδιά. Αυτά όμως μπορεί να τα καταλάβει και από τα συμφραζόμενα, αν πχ. του πούμε ότι φάγαμε κρεμμυδόπιτα και μας έπιασε πορδοκλανίδι, λογικό είναι βάση εμπειρίας να καταλάβει ότι κλάναμε συνεχόμενες κλανιές δυνατές και θανατηφόρες.

  1. - Ρε συ τί ομελέτα ήταν αυτή που μας έφτιαξε ο Αλέκος;
    - Σκατά ε; Ή σου άρεσε μήπως;
    - Τι λες ρε φίλε, με τίναξε στο πορδοκλανίδι η άτιμη!!

  2. - Ρε εσύ κλάνεις με το καρπούζι;
    - Εννοείται ρε! Το τι πορδοκλανίδια πέφτουνε κάθε καλοκαίρι, να τρελαίνεσαι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αντίθεσης όταν ακούμε ένα βαρύ και φορτωμένο πρόγραμμα είτε που πρόκειται να μας αναθέσουν ή που κάποιος άλλος έχει.
Σημαίνει δηλαδή ότι εμείς βαριόμαστε πάρα πολύ, είμαστε τεμπέληδες ενώ ο άλλος μας μοιάζει Βέγγος.

Παρόμοια με την δεν παίζω ούτε τα βλέφαρά μου.

Μπορούμε επίσης να αλλάξουμε υποκείμενο αν μιλάμε για κάποιον άλλο.

- Μανόλη πήγαινε ρε συ αύριο να πληρώσεις τις τράπεζες! Με το δίκαννο θα μας κυνηγάνε.
- Τι λε ρε... εδώ εγώ βαριέμαι να κλάσω! όχι που θα τρέχω να ξεπληρώνω και τους μαλάκες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified