Τούρκος αξιωματούχος, με αυξημένες εποπτικές αρμοδιότητες σε τοποθεσίες με ιδιαίτερη γεωγραφική σημασία (δερβένια=περάσματα). Κατέστη συνώνυμο με την κατάχρηση εξουσίας, την αυθαιρεσία, την αδιακρισία, την καταπίεση.

Συνώνυμες εκφράσεις: κεχαγιάς στ' αρχίδια μας, τσολιάς στον πούτσο μας.

- Τί στέκεσαι πάνω από το κεφάλι μου και παρατηρείς την οθόνη μου σαν γενικός δερβέναγας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όσοι στρατιώτες αποστέλλονται σε βέβαιο θάνατο στα χαρακώματα προκειμένου να επιτευχθεί κάποιος στρατηγικός στόχος. Χρησιμοποιείται υποτιμητικά κυρίως για στρατευμένες δευτεράντζες (π.χ. πεζικάριους) που θεωρούνται περισσότερο αναλώσιμοι από τις πιο κυριλάτες και καλά εκπαιδευμένες μονάδες (ναυτικό, αεροπορία, κλπ). Σε μορφές ατάκτου πολέμου, συνώνυμο της «ανθρώπινης ασπίδας».

Σλανγκικά και μεταφορικά έχει υιοθετηθεί ένθερμα ως ξύλινη γλώσσα φιλειρηνιστών και αριστεριτζήδων. Ενώ τα φαλλικά συμφραζόμενα κανονιού - σαρκός είναι πρόδηλα, η έκφραση δεν καταγράφεται σε πλαίσια φάσωματος τόσο συχνά όσο θα περίμενε ο αρρωστημένος νους ενός σλάνγκου.

Η πρώτη καταγεγραμμένη χρήση ανήκει στον François-René de Chateaubriand και στρέφεται κατά του Ναπολέοντα (1814): «On en était venu à ce point de mépris pour la vie des hommes et pour la France, d'appeler les conscrits la matière première et la chair à canon», τουτατέστιν, «η περιφρόνηση για τις ανθρώπινες ζωές και για τη Γαλλία φτάνει στο σημείο να αποκαλούν τους στρατευμένους πρώτη ύλη και κρέας για κανόνια».

Αγγλιστί: cannon fodder.

Βλ. και σχετική μαγειρική συνταγή.

(από το ΔΠ: Χάνκοντας)

- Φτώχεια, πόλεμος μεταξύ των Μαφιών, ισλαμιστική τρομοκρατία: το Κρεμλίνο έχει χάσει τον έλεγχο του Βόρειου Καυκάσου. Tην πληρώνουν, όπως πάντα, οι άμαχοι. Ας αρχίσουμε με τις «μαύρες χήρες», που έδωσαν πάλι τίτλο χθες σε όλες τις εφημερίδες του κόσμου. Για τον γάλλο συγγραφέα και φιλόσοφο Μαρέκ Αλτέρ, που γνωρίζει καλά την Τσετσενία, πρόκειται για νέες γυναίκες- οι περισσότερες απ΄ αυτές είναι 15 ώς 19 ετών- που είτε έχουν πουληθεί από τους γονείς τους είτε έχουν πέσει θύματα απαγωγής, όπως συνέβαινε στην Καμπότζη του Πολ Ποτ. Γυναίκες υποταγμένες - άλλωστε η ίδια η λέξη «μουσουλμάνος» σημαίνει υποταγμένος- που γίνονται εύκολα κρέας για τα κανόνια. (εδώ)

- Καταταγείτε: Γίνετε κρέας για τα κανόνια μας. «Ράμπο» με ΝΑΤΟικές προδιαγραφές ψάχνει απεγνωσμένα η κυβέρνηση με διαφημιστική καμπάνια που απευθύνει στους νέους
(εκεί)

- Τα συμφέροντα είναι τεράστια και οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν ξανά τους Ελδυκάριους (ΕΛΔΥΚ-ΤΟΥΡΔΥΚ) ως κρέας στα κανόνια τους. Εξάλλου ποιος ξεχνά τους νεκρούς Κύπριους φαντάρους και αξιωματικούς από την έκρηξη στην Ναυτική Βάση στο Μαρί, που γειτονεύει με το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, εξαιτίας των πολιτικών παιχνιδιών της κυβέρνησης Χριστόφια.
(παραπέρα)

- Είναι φρόνιμη ιδέα η Δίκυκλη Αστυνόμευση, κυριολεκτικώς “Chair a Canons”(Κρέας για τα κανόνια) σε μια πόλη που παρουσιάζει πλέον χαρακτηριστικά τριτοκοσμικού τύπου ανομίας, με δράση συμμοριών βαρέως οπλισμένων και αδίστακτων κακοποιών; (παραδίπλα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπάς που ο αχτύπητος συνδυασμός προσόντων και ικανοτήτων που διαθέτει (ζηλευτός από κάθε συνειδητό κι ευσυνείδητο στρατόκαυλο -κι όχι μόνον) δεν εξαντλείται στο να μη φορά βρακί και να ‘ναι φιτ.

Κάτι στο βλέμμα (δε μασώ τον μπούτσο μου), κάτι στον τόνο της φωνής (εγώ μια φορά μιλάω), στη στάση του σώματος (έτοιμος για όλα) φωνάζει πως το ‘χει το κομαντιλίκι στο αίμα του, ακόμη κι όταν χρόνια μετά, με άλλους σειράδες, θυμάται ιστορίες του στρατώνα χτυπώντας μπιρόνια που άνοιξε με το νύχι.

Προκαλεί αύξηση της σχετικής υγρασίας σε μουνώνες (αλλά και βιτσιόζους παντός είδους) μια και πείθει πως είναι ντούρασελ ακόμη και μετά από εξτρίμ καταστάσεις.

Ειρωνικά, συνώνυμο του πτωμάντο.

1.
Το λεπτό σημείο είναι ότι σε γενικές γραμμές ο ΣΞ έχει χαλαρώσει πολύ σε σχέση με το '80, π.χ., ενώ η ΠΑ ήταν από τότε καραπουτσαριό (λόγια ανθρώπων που υπηρέτησαν τότε), οπότε υπάρχει μια σχετική (και μόνο) σύγκλιση. Από εκεί και πέρα επειδή κανείς μας δεν είναι στρατόκαυλος και δεν έχει όρεξη να το παίζει κομαντερός και καλά, ας μην αρχίσουμε να συγκρίνουμε τις εκπαιδεύσεις (και κυρίως ως προς τον β' κύκλο εκπαίδευσης). Αλλά μην ακούω και παπαριές τώρα για ζόρια στην αεροπορία….

2.
-Ο Π. είναι στην πάνω φωτογραφία; Δεν τόξευρα ότι είχε υπερετήσει και ΟΥΚας! ΥΓ: Με ‘γειές το νέο στυλ! Ωραίον! -ΟΥΚας, ΟΥΦΟάς, αερομεταφερόμενος, αμφίβιος και τρελά κομαντερός καλέ μου Σ. (τρεις λιποθυμίες για κάθε μία ανάβαση λόφου).

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε φανταρικό ιδίωμα, ο βυσματικός λόχος, που θυμίζει ξενοδοχείο. Σχηματίζεται κατά το Grecotel, γαμοτέλ κ.τ.ό. Χρησιμοποιείται κυρίως στο Κ.Ε.Ε.Μ. Σπάρτης.

  1. Ο Λόχος ο καλός, ο βυσματικός, το ξενοδοχείο (Lohotel). Εκεί που οι τουαλέτες τρίζουν από καθαριότητα, εκεί που το ζεστό νερό ρέει άφθονο. Ο Λόχος που όλοι φθονούν, αποστρέφονται και στραβοκοιτάζουν στην αναφορά Τάγματος, κυρίως επειδή δεν κατάφεραν να γίνουν μέλη αυτής της μεγάλης οικογένειας. (Εδώ).

  2. οι εγκαταστασεις ειναι γενικα σε νορμαλ επιπεδα,άλλα κτιρια κατω του μετριου,τα πιο νεα,καλυτερα, εκτος αν βρεθεις στο λεγομενο ''λοχοτελ''! (Εδώ).

  3. εγώ κάνω τις διακοπές μου στο λοχοτελ του Αμυνταίου ,σε λίγες μέρες που θα τελειώσει σίγουρα καμία χαλκιδική . (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για γαλλικό τύπο πολεμικού αεροσκάφους, αλλά αναφέρεται στην καθημερινότητα σαν τα σημαντικά πρόσωπα (βεντέτες) μιας ομάδας, μιας παρέας κτλ. Ο ορισμός αποδίδεται στο Γιώργο Τράγκα.

Τράγκας: Τα ραφάλ του σταθμού μας Ο Νίκος Χατζηνικολαόυ και η Κάτια Μακρή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλαβομακεδονική λέξη που σημαίνει κοπριές και προφέρεται με δασύ σίγμα. Απαντάται συνήθως στον πληθυντικό, οι λεπέσκες, αν και δεν είναι σπάνια η χρήση του ενικού, η λεπέσκα.

Παλιότερα στα χωριά οι χωματόδρομοι ήταν γεμάτοι από κοπριές αγελάδων και ήταν συχνές οι φράσεις που περιείχαν τη λέξη αυτή.
Σημειώνουμε ότι οι ξεραμένες λεπέσκες είναι εξαιρετική καύσιμη ύλη. Το συγκεκριμένο καύσιμο στα ποντιακά λέγεται κουσκούρ' με δασύ σίγμα.

- Λέλε, γέμισε ο δρόμος λεπέσκες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη αποτελούμενη από τα εξής δύο συνθετικά:

  • Βρόμο- (βρομερός),
  • Νουμπάς (εκ του αγγλικού newbie που σημαίνει νέος σε κάτι).

Χρησιμοποείται ως επί το πλείστον κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μας θητείας για να μας χαρακτηρίσει ως νέους στο στράτευμα ή για να χαρακτηρίσουμε εμείς τους νεότερους από εμάς.

Συνώνυμα: ποντίκι, λαδοπόντικας, νιάτο, νεοκλής, Στραβόγιαννος, κωλόψαρο, σκουίζ, ψαροκασέλα, στραβάδι, γκαβάδι, γκάβακας, γκάου-μπίου, νιάτο, νέοπας / νέωψ, ποντικαράς και πολλά άλλα.

- Βρομόνουμπο κάτσε καλά γιατί θα πήξει το είναι σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονόμαζαν οι αγωνιστές της Αντίστασης το γερμανικό πιστόλι Luger P08 ή το πιο εξελιγμένο, σύγχρονό του Walther P38, που έφεραν και την διακριτική ονομασία Parabellum από τον τύπο φυσιγγίων που χρησιμοποιούσαν. Η παραφθορά σε «μαραμπέλ» προέκυψε επειδή οι αντάρτες δεν είχαν και σπουδαίες επιδόσεις στα λατινικά, μειονέκτημα το οποίο εξισορροπούσαν κάνοντας εξαιρετικά καλή χρήση του εν λόγω όπλου, όποτε το έβαζαν στο χέρι.

Πηγή έμπνευσης στάθηκε η τουρτούρα του Παπαντώνη.

[...] τραβάμε κι οι τρεις τα πιστόλια. Είχες τότε μια Μπερέτα ιταλικιά, μικρό και καλό εργαλείο, εγώ ένα μικρό Σμιθ, κι ο Νικόλας το κανόνι της ομάδας, κείνο το Μαραμπέλ το γερμανικό.

(Χρόνης Μίσσιος «...καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς», εκδ. Γράμματα).

Τα ξενόφερτα σιδερικά δεν άργησαν να φτάσουν στην Ελλάδα. Το Σμιθ, η Μπερέτα, το Μπράουνιγκ, ήσανε γνωστές μάρκες όπλων. Και κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το πιστόλι Μάραμπελ (έτσι έλεγε το Parabellum ο λαουτζίκος).

(Ηλ. Πετρόπουλος «καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες», εκδ. Νεφέλη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για παλαιά εξελληνισμένη λέξη για το γαλλικό τουφέκι Gras M80 1874 το οποίο είχε σε χρήση ο ΕΣ μέχρι και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Επίσης γνωστό και ως γκρας.

  1. Όταν μας γύρεψε ο Μεταξάς τα τουφέκια, δήθεν να τα στείλει στο Αλβανικό Μέτωπο για ενίσχυση, ο πατέρας μου είχε δυο γράδες και έδωσε μόνο την μια στην μάζωξη. Ετσιά εκάμανε και άλλοι που το σκεφτήκανε λίγο φυλαγμένα.

  2. Επέφτανε οι Γερμανοί, μιλιούνια, μαύρισε ο ουρανός.Εμείς τότε όπλα δεν είχαμε, είχανε φύγει και οι Άγγλοι, μόνο κάτι γράδες μείνανε και κάτι λιανοντούφεκα. Πολλές φορές και σφαίρες δεν ειχαμε. Όταν έπεφταν κάτω, τους χτυπάγαμε με ότι είχε ο καθένας, δεκράνια, πέτρες, με τα κοντάκια. Μετά αλλάζαμε τα δικά μας παλιά με τα αυτόματα.

(από Παπαντώνης, 18/03/12)(από Παπαντώνης, 18/03/12)

Χρησιμοποιείται και ο (λανθασμένος) τύπος η γκράδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετάφραση της αμερικλανιάς long walk ή perp walk, η απόσταση δηλαδή που είναι αναγκασμένος να διανύσει ένας κατηγορούμενος ή κρατούμενος φορώντας (ή όχι) χειροπέδες, συνοδεία των αστυνομικών οργάνων προκειμένου να παρουσιαστεί στον ανακριτή ή να διαβεί το κατώφλι του σωφρονιστικού καταστήματος, κατά τη διάρκεια της οποίας είναι εκτεθειμένος σε κάμερες, φωτορεπόρτερ, και λοιπούς παριστάμενους που μάλιστα τον λούζουν και με διάφορα κοσμητικά. Αν και στην πραγματικότητα πρόκειται για απόσταση ολίγων μέτρων, εντούτοις (του) φαίνεται ότι διαρκεί μια αιωνιότητα.

- Το περιπολικό μόλις πέρασε το κατώφλι των φυλακών και ο Άκης είναι έτοιμος για τη μακριά του βόλτα.

Η μακριά βόλτα του Άκη. Το παραληρηματικό μπινελίκωμα από παριστάμενο με αυθεντική λαϊκή φωνή, ξεκινά στο  0:33 (από allivegp, 17/04/12)To μακρύ ζεϊμπέκικο του DSK (από Vrastaman, 18/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified