Further tags

Παλιά στρατιωτική έκφραση που δηλώνει την μαρτυρική παράταση της στάσης της προσοχής ως καψόνι, συχνά ύστερα από σχετικό παράγγελμα. Συνώνυμο: μάρμαρο.

Κούτσουρο το κορμί, στραβάδι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιό καψόνι στον στρατό (πιο πολύ μουσειακώς το διασώζω) που είχε ως εξής: ο φαντάρος καθόταν προσοχή με τα πόδια του να σχηματίζουν ορθή γωνία με το έδαφος. Το δεξί χέρι έπρεπε να το έχει τεντωμένο στα πλάγια σαν βελόνα ρολογιού. Στην συνέχεια καλείτο να κινεί κυκλικά το χέρι-βελόνα χωρίς να χαλάει την ορθή γωνία των ποδιών του, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να σωριαστεί.

Α προπό, καψόνια στο σλανγκρ: αλεξίπτωτο, αντιγόπινγκ κοντρόλ, γόπινγκ, έρπινγκ, κάλινγκ, λιοντάρι, μάρμαρο, μεταβολάρω, πευκοβελόνινγκ, πύλινγκ, πυροφάνι, στάχτης, σουτιέν, σινούκ, Σω.Βε., σωβέ, τέντα, τζουκ μποξ, τσάπινγκ, υποβρύχιο, φύλλινγκ.

Είχε πια μπαϊλντίσει με τον στρατό, τα πειθαρχεία, τα καψόνια, τις βελόνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλητοχασικλορεμπετολαχανοψαραγοράδικη ρετροσλάνγκ που σημαίνει τον πληροφοριοδότη των Σωμάτων Ασφαλείας. Η έκφραση ήταν σε χρήση τουλάχιστον μέχρι το 1967, μετά μάλλον την έφαγε η μαρμάγκα γιατί ούτε γουγλίζεται, ούτε ακούγεται, ούτε την έχω απαντήξει πουθενά εκτός από το παράδειγμα που παραθέτω.

Εδεπά μέσα την έχει χρησιμοποιήσει σε σχόλιά του, όχι άπαξ αλλά δίπαξ αυτός εδώ ο χρήστης ο οποίος προφ βαρέθηκε να ανεβάσει το σχετικό λήμμα ο ανεπρόκοπος.

Αυτή η ραστώνη διαβρωσκ... διαβριβρ... (φτου γμτ) αδιαβροχ... εεε διαπροβοσκιδ....τέλος πάντων απαυτώνει τα θεμέλια του Έθνους έχω να πω εγώ...

Ο Μάθεσης εξακολουθούσε να με κοιτάει καχύποπτα και σε λίγο με ρώτησε ευθέως: μπά κι είσαι κουκουβίνος ; (δηλαδή, μήπως είσαι χαφιές;). Πάτησα τα γέλια και αμέσως ο Μάθεσης μου πρότεινε να πιούμε κάνα ουζάκι.

Η. Πετρόπουλος, περιγράφοντας την γνωριμία του με τον Νίκο Μάθεση ή Τρελάκια, εν έτει 1967 (μάλλον), στο ψαράδικο του τελευταίου. Από το «Καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες», εκδ. Νεφέλη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω παρέλαση, παρελαύνω.

Ο τύπος πλάθεται απ' τον αόριστο παρέλασα (παρήλασα) του ναφθαλινένιου παρελαύνω, καταναλογία με ρήματα όπως κομπάζω-κόμπασα, βελάζω-βέλασα, αηδιάζω-αηδίασα και τα όμοια –άρα και στον παρατατικό δίνει παρέλαζα (αντί για το «σωστό» παρήλαυνα).

Ο σχολικός αυτός τύπος θεωρείται ακόμη λάθος και ούτε καν αναφέρεται στα λεξικά, παρότι ακούγεται ευρύτατα εδώ και δεκαετίες (τουλάχιστον απ' το Ογδόντα), ακόμη και πολύ μετά το σχολείο. Η επικράτησή του ωστόσο φαίνεται κι' απ' τ' ότι επεκτείνεται και σε μεταφορικές χρήσεις (βλέπε παραδείγματα 5 και 6).

  1. η καλυτερη πραξη για να τιμησουμε τους προγονους μας για την σημερινη μερα δεν ειναι να παρελαζουμε σαν ρομποτακια μπροστα στους δυναστες μας που μας καταστρεφουν την ζωη αλλα να αγωνιζομαστε για την ελευθερια μας με οτι αυτο συνεπαγεται κ. Παπουλια. (από φόρουμ)

  2. Το ρήμα παρελάζω, μπορεί αν το ψάξεις στα λεξικά να το βρεις λάθος. Στην καθημερινή ομιλία όμως των Ελλήνων, έχει επικρατήσει. Για την ακρίβεια δεν έχω ακούσει κάποιον ακόμη να λέει: «Αύριο παρελαύνουμε στις 10.00 με το σχολείο.» Όλοι λένε: «Αύριο παρελάζουμε στις 10.00 με το σχολείο.» (από εδώ)

  3. - αμα δεν θες μην παρελαζεις..απλο
    - Στα ελλαδιστανικά που τόσο αγαπάς η λέξη λέγεται «παρελάβεις». (εξαιρετικό πάντρεμα ημιμαθούς καθαρολόγου και αντιελληναρά, σε φόρουμ)

  4. Όαση ελπίδας τα παιδιά που παρελάζουν (άρθρο)

  5. Τα σκουπίδια παρελάζουν στο κέντρο της Καλαμάτας (είδηση)

  6. Η ΠΑΕ ΝΙΚΗ ΒΟΛΟΥ είναι δυνατή, είναι πανίσχυρη και οι εποχές που παίκτες αμφιβόλου αξίας και προελεύσεως παρέλαζαν με χαρακτηριστική ευκολία σ' αυτή, ρουφώντας της το αίμα, πέρασαν ανεπιστρεπτί! (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Πολύ παλιά έκφραση της στρατιωτικής αργκό για την μηνιαία φυλακή. Προφ λογοπαίγνιο μεταξύ των μήνας και μιναρές (για την σλανγκική χρήση του οποίου βλ. μιναρές).

Μπαΐλντισε με τον στρατό, το πειθαρχείο, τους μηναρέδες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλαιότατη στρατιωτική έκφραση για την στάση της προσοχής, όπου το σώμα του στρατιώτη καλείται να είναι άκαμπτο σαν μάρμαρο. Δηλώνει κυρίως το καψόνι να αφήνονται οι στρατιώτες υπερβολικά πολλή ώρα στην στάση της προσοχής. Οι καραβανάδες έδιναν και την εντολή «μάρμαρο το κορμί!».

Ο λοχίας ήταν πολύ στρατόκαυλος και μας πέθανε στο μάρμαρο και τα καψόνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν πρόκειται για ένα απλό «βύσμα», αλλά για «πολύπριζο». Είναι ο φαντάρος που είναι πιο βύσμα κι απ' τα βύσματα και πάει στις καλύτερες θέσεις ή έχει την πιο ευνοϊκή μεταχείριση.

Επειδή, και καλά οι ΔιαΒιβαστές κάνουν εύκολη θητεία, τους λένε Δυνατά Βύσματα. Οι επίλεκτοι όμως της Έρευνας και Πληροφορικής που, κατά κανόνα, είναι κομπιουτεράδες του στρατού σε κάποιο γραφείο και κάνουν λιγότερες σκοπιές ή καθόλου, ανήκουν στο σώμα Ε.Π. (Έρευνας και Πληροφορικής ή Εξέχοντα Πολύπριζα).

Βλέπε ορισμούς για Γ.Ε.Π..

Βλ. και πολύμπριζο. Σχετικά: δόντι, κονέ, χαυλιόδοντας, bluetooth, ρουσφετοπωλείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γ.Ε.Π. = Γραφείο Έρευνας και Πληροφορικής.

Πρόκειται για το γραφείο της Ταξιαρχίας ή Μεραρχίας που είναι υπεύθυνο για την μηχανογράφηση των μονάδων και που λειτουργεί και ως service Η/Υ. Όποιος υπολογιστής πάθει κάτι, απαγορεύεται να πάει έξω σε service. Πηγαίνει στο ΓΕΠ που τον φτιάχνουν τεχνικοί του Στρατού. Το αντίστοιχο σώμα Ε.Π. (Έρευνας και Πληροφορικής) στελεχώνεται από φαντάρους συνήθως καταρτισμένους στους υπολογιστές και από αξιωματικούς οι οποίοι έδωσαν εξετάσεις και πήραν σχετικό χαρτί γνώσεων υπολογιστών ώστε να πάρουν μετάταξη στο σώμα Ε.Π.

Σλανγκικά παράγωγα:

Γ.Ε.Π. = Γραφείο Έρευνας και Πληροφορικής ή Γραφείο Εξάσκησης Πλαιυστάσιον. Γήπεδο εξάσκησης Pro (Evolution Soccer).

Σώμα Ε.Π. = Σώμα Έρευνας και Πληροφορικής ή Σώμα Ειδικών Περιπτώσεων, ή Σώμα Εξαιρετικών Προσώπων ή Σώμα Εξεχόντων Πολύπριζων (σύγκρινε Σώμα Δ.Β = Σώμα Δυνατών Βυσμάτων)

Σ.Α.Ε.Π = Σχολή Αξιωματικών Έρευνας και Πληροφορικής ή Σειρούλα Άραξε, Έχει Πλαιυστάσιον ή Σειρούλα Άραξε Είμαστε Πολύπριζα.

  1. - Ρε σειρά, πάλι κόλλησε ο υπολογιστής.
    - Πάρε τηλέφωνο στο ΓΕΠ να φέρουν τεχνικό.

  2. - Γιατί πάλι στο γραφείο αυτός κι εγώ σκοπιά;
    - Γιατί είναι στρατιώτης Ε.Π. (Εξέχον Πολύπριζο).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παγκοσμίως γνωστό παρατσούκλι που κόλλησαν οι Βρετανοί της RAF στο αμερικάνικο στρατιωτικό μεταγωγικό αεροπλάνο Douglas C-47 Skytrain που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον απ’ τους συμμάχους κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι τα μέσα του ‘50.

Κατά συνέπεια, όσες απέμειναν μετά από περίπου εξηντακονταετία αν και τιμημένες, τελούν υπό αχρηστία σαν μουσειακό είδος.

Σαν υποτιμητικός χαρακτηρισμός (εξάλλου εμπεριέχει και το –«κότα») εκτοξεύεται συχνότατα σε στρατώνες κάθε όπλου από και γαμώ τα μαχίμια εναντίον των ..μη. Τουτέστιν· γιωτάδων, αρρωστιάρηδων με αιτία ή χωρίς, βυσμάτων ή όχι κατσικωμένων σε λουφαδόρικη υπηρεσία ή πόστο (γραφιάδων, σιτιστών, μαγείρων, οδηγών των αστεράτων).

Περιπαικτικά, σε όσους βρίσκονται σε ανάρρωση ή σαν πρόκληση για σύγκριση.

Μεταξύ μονίμων, σε οσονούπω συνταξιούχους με την έννοια του παροπλισμένου.

Παίζει κι εκτός στρατώνων σε κάθε είδους σινάφι που η μαχητικότητα σε σωματικό επίπεδο αποτελεί προσόν (ψαροντουφεκάδες, κυνηγοί, αθλητές, ορειβάτες κι άλλα παρόμοια).

Το ‘χω ακούσει και για αποσυρμένη απ’ την πιάτσα πουτάνα.

Αν και λέγεται μεταξύ στρατιωτίνων, η χρήση του όρου παραμένει αντρική υπόθεση.

1.
Kάνουμε έρανο τώρα στην Θεσσαλονίκη να μαζέψουμε μερικές εξάδες φανελάκια γιατί πολύ ιδρώνετε στο πυροβολικό. ΟΥΥΥΥΥΥΥΥΥ ρε παλιοντακότα που όλη μέρα βγάζεις φωτό και γυρνάς στα καφενεία. Σουρουκλεμέ, ε σουρουκλεμέ. Μια εξυπηρέτηση σου ζητήσαμε, να μας κόψεις την συντήρηση και χλόμιασες. Παλιο-όπυ.

2.
Και για να τελειώνουμε βλάκα εκεί που υπηρέτησα εγώ δεν έχεις τα ορχίδια ούτε από την πύλη να περάσεις. Με δεκαοκτώ νυχτερινά άλματα βλάκα και βατραχοπουλάδα ούτε στον ύπνο σου δεν έχεις δει τον εαυτό σου παλιοντακότα. Και δεν αξίζεις να φοράς στολή του ελληνικού στρατού ποντίκι. Μια αναφορά στην ΑΣΔΕΝ είσαι ξεφτιλισμένε και θα δεις πως είναι από μέσα οι Ε.Σ.Φ. Και να ξέρεις όλα και όλοι μαθαίνονται , αγωνιστάρα ....

3.
Γιώτα, γιώτα, ζωή και κότα,
Γιώτα, γιώτα, σκατοντακότα.

4.
-Σήμερα ξεπέρασα το φάσμα των τριών εκατομμυρίων(3.000.000) χιλιομέτρων. Τι να μου ευχηθώ;
-Ότι ήρθε η ώρα να βγεις στην σύνταξη, πόσες φορές θα μηδενίσεις το κοντέρ παλιοντακότα!!!

C-47A Dakota (από sstteffannoss, 10/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον Στρατό (και μάλλον Αεροπορία, Ναυτικό) γριά είναι ο Ανθυπασπιστής. Επειδή κατά κανόνα είναι διευθυντής κάποιου γραφείου και δεν κάνει τίποτα άλλο όλη μέρα από το να γκρινιάζει και να μετράει τα χρήματα που παίρνει και τα επιδόματα (όπως συνηθίζουν οι πραγματικές γριές), γι αυτό λέγεται «γριά». Το ότι δεν κάνει τίποτα όλη μέρα το επιβεβαιώνει και το Δ στο διακριτικό του, που μεταφράζεται ως «Δεν δουλεύω».

Πήγα στον Λοχαγό να ζητήσω άδεια διανυκτέρευσης για το Σ-Κ και μπαίνοντας άκουσα την Γριά να σχολιάζει τις νέες περικοπές στους μισθούς τους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified