Further tags

Ο αστυνομικός, ο μπάτσος, με την κατάληξη -μαν. Λέγεται και μπάτσμαν.

  1. Χα χα.. Φαντασου το.. Να με τσακωσουν ενω τις κοβω.. Θα ρωτησει ο μπατσερμαν, τι κανεις εκει ρε!! Κ θα πω: ενυσχητη θειο!!! Θα τον πεθανω!! (Εδώ).

  2. Ερχομαι κουτελο μ ενα πραπρίλια πήγαδο
    με κοιταει ο μπατσερμαν μου λεει ΚΑΛΑ ΠΟΥ ΠΑΣ;
    ΕΓΩ ΠΟΥ ΠΑΩ; ΕΣΥ ΠΟΥ ΠΑΣ! ΠΕΡΑΣΕΣ ΜΕ ΚΟΚΚΙΝΟ μου λεει
    ΓΙΑΤΙ ΕΣΥ ΜΕ ΤΙ ΠΕΡΑΣΕΣ, ΜΕ ΣΩΜΟΝ; ΚΑΙ ΚΟΒΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗ ΛΟΥΡΙΔΑ ΚΙ ΑΝΕΒΑΙΝΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟ ΓΙΑΤΙ; ΣΕ ΚΑΤΑΔΙΩΞΗ ΕΙΣΑΙ; ΟΤΙ ΝΑ ΝΑΙ ΕΤΣΙ;
    ΑΕ ΡΕ ο ενας
    ΑΕ ΡΕ ο αλλος
    φυγαμε.
    Απο τοτε με κοιταει οποτε κουτελωσουμε αλλα δε μου μιλαει, κοιταει απ την αλλη. Ειναι καλο να κανεις γνωριμιες τετοιες, χρειαζονται. Ετσι και με παρει ποτε απο πισω την εχω στημενη. Παλιο καλο κολπο για να μαθαινετε. Γκαζιδι του κερατα και καπακι καρφωμα τα φρενα. Ετσι ειχα ριξει εναν με 750 με ΧΤ350. Δε σε ειδα φιλαρακι, μετα καταλαβα οτι ελεγες εμενα και φρεναρα, τι να κανω; (Εδώ).

  3. Οι μπάτσερμαν θυμίζουν άλλες εποχές. (Εδώ).

ρηχάινεν μπήτεν (από MXΣ, 07/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Παρατσούκλι που δόθηκε από τον ελληνικό λαό στους εν υπηρεσία περιπολούντες γερμανούς στρατιώτες της Κομμαντατούρ (δλδ του κατά τόπους Φρουραρχείου / Διοικητηρίου) στη διάρκεια της Κατοχής. Το προσωνύμιο προέκυψε από το μεσαιωνικής προέλευσης μεταλλικό διακριτικό (ringkragen), του οποίου το σχήμα θύμιζε αλογίσιο πέταλο και το οποίο έφεραν τα εν λόγω κτήνη στο στήθος (βλ. σχετικά και Η. Πετρόπουλου Η τραγιάσκα, εκδ. Πατάκη).

Εδώ πληροφορούμαστε ότι υπήρξαν και ελληνικής κατασκευής και προελεύσεως πεταλάδες, εποχιακοί βοηθοί σερίφη στο Φαρ Ουέστ ένα πράμα (Ψέματα! Αυτά τα ένδοξα χώματα δεν έχουν βγάλει ούτε Εφιάλτες, ούτε γραικύλους, ούτε νενέκους, ούτε Ράλληδες).

Υπήρχαν διαφόρων ειδών πέταλα, αναλόγως της μονάδας / υπηρεσίας στην οποία ανήκε το πεταλωμένο γομάρι. Εννοείται ότι τους πεταλάδες της Feldgendarmerie (δλδ της Στρατονομίας) τους αντιμετώπιζαν με φόβο, μίσος και απέχθεια και οι ίδιοι οι γερμανοί στρατιώτες, γεγονός που δεν βλέπω γιατί θα έπρεπε να μας αφορά.

  1. Μεσημεράκι λοιπόν, μπαίνω μέσα [...] Στο βάθος είναι αραγμένος ένας «πεταλάς» [...] μού την είχε στημένη [...] Με πιάνει, που λες απ' το σβέρκο με το 'να χέρι [...] ήταν ένα τέρας, κοντά δυό μέτρα, με χερούκλα σα φουρνόφκιαρο [...] και μ' αμολάει στην παγωμένη θάλασσα [...] μόλις φτάνω στη σκάλα και βγαίνω, με ξαναπετάει μέσα.

(Χρ. Μίσσιος ...Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς, εκδ. Γράμματα).

  1. [...] κρίμα για την αργεντινή αλλά η ιταλία θα τους περιποιηθεί τους πεταλάδες γαμώ τα Ες Ες [...]

(Από ιντερνετικό ποδοσφαιρικό φόρουμ).

  1. Το πυροβολικό και οι βαρείς όλμοι των Ρώσων έβαλλαν ήδη κατά του διαδρόμου απογείωσης. Καθώς ο Behr έτρεχε προς το Heinkel III, το οποίο φορτωνόταν με τραυματίες, η Feldgendarmerie, οπλισμένη με αυτόματα, χρειάστηκε να συγκρατήσει εκατοντάδες στρατιώτες που άρχισαν επίσης να τρέχουν, ή ακόμα και να σέρνονται, προς το αεροσκάφος.

(Antony Beevor Στάλινγκραντ, εκδ. Γκοβόστη).

(Νταξναούμ, αυτό το τελευταίο δεν είναι και απολύτως σχετικό, αλλά το έβαλα μόνο και μόνο επειδή βρήκα πολύ ωραία την εικόνα της Βέρμαχτ με τα βρακιά χεσμένα. Το γράφο γιά να το εφχαριστηθό, που έλεγε κι ο Μποστ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεπερνάω τα όριά μου και ξεσπάω. Αυτό που με συγκρατούσε δεν αντέχει πια ή απλώς επιλέγω να το καταργήσω. Η ασφάλεια λοιπόν καταργείται και εκρήγνυμαι.

Από την ορολογία των όπλων γενικά (αν και ο νους μας πάει κυρίως στη χειροβομβίδα ή στη βόμβα) όπου απασφαλίζω σημαίνει «μετακινώ τον μηχανισμό ασφαλείας ενός πυροβόλου όπλου ώστε να είναι έτοιμο για βολή».

Στη σλανγκ μεταφορά όμως δεν γίνεται τόσο μεθοδικά και ψύχραιμα το πράμα. Γίνεται εν βρασμώ.

  1. Αγαπημένη έκφραση των δημοσιοκάφρων. Ιδού μερικοί τίτλοι:

- Απασφάλισε... ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κατά του πρώην πρωθυπουργού.
- Ο Ανδρουλάκης απασφάλισε κατά του ΠΑΣΟΚ , Πάγκαλου και της Αριστεράς
- Η Φωτεινή Πιπιλή... απασφάλισε και ανταπάντησε στον Παπουτσή «Δεν έχει δουλέψει ούτε ώρα στη ζωή του»
- Απασφάλισε και δεν σταματάει ο Χρυσοχοΐδης

(από το νέτι)

  1. Ε όταν το είδα πια αυτό, δεν άντεξα, απασφάλισα, τον έβρισα, κι έφυγα από το σπίτι.

βλ. και κυκλοφορεί απασφαλισμένος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για παλαιά εξελληνισμένη λέξη για το γαλλικό τουφέκι Gras M80 1874 το οποίο είχε σε χρήση ο ΕΣ μέχρι και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Επίσης γνωστό και ως γκρας.

  1. Όταν μας γύρεψε ο Μεταξάς τα τουφέκια, δήθεν να τα στείλει στο Αλβανικό Μέτωπο για ενίσχυση, ο πατέρας μου είχε δυο γράδες και έδωσε μόνο την μια στην μάζωξη. Ετσιά εκάμανε και άλλοι που το σκεφτήκανε λίγο φυλαγμένα.

  2. Επέφτανε οι Γερμανοί, μιλιούνια, μαύρισε ο ουρανός.Εμείς τότε όπλα δεν είχαμε, είχανε φύγει και οι Άγγλοι, μόνο κάτι γράδες μείνανε και κάτι λιανοντούφεκα. Πολλές φορές και σφαίρες δεν ειχαμε. Όταν έπεφταν κάτω, τους χτυπάγαμε με ότι είχε ο καθένας, δεκράνια, πέτρες, με τα κοντάκια. Μετά αλλάζαμε τα δικά μας παλιά με τα αυτόματα.

(από Παπαντώνης, 18/03/12)(από Παπαντώνης, 18/03/12)

Χρησιμοποιείται και ο (λανθασμένος) τύπος η γκράδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονόμαζαν οι αγωνιστές της Αντίστασης το γερμανικό πιστόλι Luger P08 ή το πιο εξελιγμένο, σύγχρονό του Walther P38, που έφεραν και την διακριτική ονομασία Parabellum από τον τύπο φυσιγγίων που χρησιμοποιούσαν. Η παραφθορά σε «μαραμπέλ» προέκυψε επειδή οι αντάρτες δεν είχαν και σπουδαίες επιδόσεις στα λατινικά, μειονέκτημα το οποίο εξισορροπούσαν κάνοντας εξαιρετικά καλή χρήση του εν λόγω όπλου, όποτε το έβαζαν στο χέρι.

Πηγή έμπνευσης στάθηκε η τουρτούρα του Παπαντώνη.

[...] τραβάμε κι οι τρεις τα πιστόλια. Είχες τότε μια Μπερέτα ιταλικιά, μικρό και καλό εργαλείο, εγώ ένα μικρό Σμιθ, κι ο Νικόλας το κανόνι της ομάδας, κείνο το Μαραμπέλ το γερμανικό.

(Χρόνης Μίσσιος «...καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς», εκδ. Γράμματα).

Τα ξενόφερτα σιδερικά δεν άργησαν να φτάσουν στην Ελλάδα. Το Σμιθ, η Μπερέτα, το Μπράουνιγκ, ήσανε γνωστές μάρκες όπλων. Και κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το πιστόλι Μάραμπελ (έτσι έλεγε το Parabellum ο λαουτζίκος).

(Ηλ. Πετρόπουλος «καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες», εκδ. Νεφέλη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιήθηκε ευρέως κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου και αναφερόταν στο πασίγνωστο γερμανικό υποπολυβόλο MP40, γνωστό και ως Schmeisser.

Το προσωνύμιο αυτό το πήρε από τον χαρακτηριστικό ήχο της ριπής του, που παρομοιαζόταν με τον ήχο που κάνουν τα δόντια των ανθρώπων όταν χτυπούν από το κρύο (τουρτουρίζουν).

Τα όπλα αυτά ήταν κάτι πολύ κοινό ως οπλισμός των ανταρτών, καθώς οι αντάρτες χρησιμοποιούσαν σε μεγάλο βαθμό οπλισμό που άφησαν πίσω οι Γερμανοί κατά την αποχώρηση τους.

[...]Με ρυθμούς… τουρτούρας (για όσους θυμούνται το
γερμανικό πολυβόλο) γίνονται οι αιφνίδιοι έλεγχοι[...] από εδώ

[...]Εδώ στου Γεωργαλά ήταν 2-3 αντάρτες με μια τουρτούρα πολυβόλο και μας καθήλωσε πέρα εκεί.[...] από εδώ

Στρατιώτης των SS με MP40 (από Παπαντώνης, 14/03/12)Υποπολυβόλο MP40 (από Παπαντώνης, 14/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη αποτελούμενη από τα εξής δύο συνθετικά:

  • Βρόμο- (βρομερός),
  • Νουμπάς (εκ του αγγλικού newbie που σημαίνει νέος σε κάτι).

Χρησιμοποείται ως επί το πλείστον κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μας θητείας για να μας χαρακτηρίσει ως νέους στο στράτευμα ή για να χαρακτηρίσουμε εμείς τους νεότερους από εμάς.

Συνώνυμα: ποντίκι, λαδοπόντικας, νιάτο, νεοκλής, Στραβόγιαννος, κωλόψαρο, σκουίζ, ψαροκασέλα, στραβάδι, γκαβάδι, γκάβακας, γκάου-μπίου, νιάτο, νέοπας / νέωψ, ποντικαράς και πολλά άλλα.

- Βρομόνουμπο κάτσε καλά γιατί θα πήξει το είναι σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που εκτός από περιγραφική κυριολεξία για ανθρώπους μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα σε σχέση με αντικείμενα ή καταστάσεις:

Του γάμησες τη μάνα

άλφα. το διέλυσες, κατέστρεψες, το παράκανες, τα έκανες πουτάνα, του γάμησες τα πέταλα - από ασχετοσύνη, απροσεξία, υπερβολικό ζήλο.

βήτα. τα κατάφερες, το δάμασες, το έσπασες, του πέταξες τα μάτια όξω, you are the man, ο Γκραν γαμάω. Περιέχει μια απεριόριστη δόση σεβασμού και δυο σταγόνες ειρωνείας.

Κατ' εξαίρεση μπορεί να είναι και αυτοαναφορικό για το πολυαγαπημένο μας σάη. Oπότε να και ένας ορισμός γάμα!

Σημειώσεις:
- Να μην συγχέεται με το υβριστικό (εκτός αν είσαι ο πατέρας του/της) «σου γαμώ την μάνα». - Με τον ορισμό αυτό επίσης μπορείς να δεις με διαφορετικά μάτια το σύνθημα «Η Παπαρήγα είναι ο πατέρας του Κομμουνισμού γιατί του γάμησε την μάνα»
- Δεν την εκφέρουν οι μικροαστούληδες γιατί δεν είναι slang
- Eνίοτε λέγεται και ως «μου γάμησες την μάνα» αλλά είναι πιο βαρύ από το «μου 'σκισες τον κώλο ρε γαμημένε»
- For our foreign friends and German translators: don't use it when you address a Greek child when you want to describe to her/him that you have a romantic relationship with her/his mother.
- συνοδεύεται συνήθως από το ρε πούστη ή το πουτάνας γιε

Πάσα και έμπνευση Markar

  1. Ρε μουνόπανο, εσύ μπήκες στο PC μου ψες και του γάμησες την μάνα; Γέμισε ιούς ρε γαμημένε!

  2. Ρε μουνί, καλά έκανες και μπήκες στο σάη των χρυσάυγουλων και του γάμησες την μάνα! Πουτάνας γιοί!

  3. Καλά, μιλάμε με τα λήμματα που έχουν ανεβεί τελευταία στο σάη του έχουμε γαμήσει την μάνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φασιστικός χαιρετισμός που χρησιμοποιούσαν οι Ναζί στο γραπτό λόγο και χρησιμοποιείται και σήμερα από τους απανταχού σίστες σε ιντερνετικά φόρα και αλλού.

Το «8»αντιπροσωπεύει το 8ο γράμμα της αλφαβήτου που είναι το Η, και επομένως «88» σημαίνει «ΗΗ», δηλαδή «Heil Hitler»

- Δεν κρύβεται ούτε στα γκάλοπ ...ΧΑ 3.5%
- Ογδόντα οχτώ, μεγάλε

this is the real thing (από anchelito, 20/02/12)(από allivegp, 21/04/12)O 24χρονος επιθετικός της Celtic, Garry Ηooper ποζάρει ναζιάρικα με τη φανέλα του (από allivegp, 22/04/12)

Βλ. και 14/88.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφανούς ετυμολογίας λαϊκό λογοπαίγνιο στα χρόνια της (τότε στρατιωτικής) γερμανικής κατοχής 1941-1944, με το οποίο περιγράφονταν απαξιωτικά οι ταγματασφαλίτες, δλδ οι άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Επρόκειτο για ένοπλα σώματα δωσιλόγων που συγκροτήθηκαν το 1943 από τον δοτό πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη (πατέρα κατοπινού πρωθυπουργού), και που έφεραν την επίσημη ονομασία Τάγματα Ευζώνων. Από το επώνυμο του ιδρυτή τους, τα μέλη των Τ.Α. ονομάστηκαν και Ράλληδες.

Οι εξοπλισμένοι από τους Γερμανούς ταγματαλήτες φορούσαν ευζωνική στολή, και ωσεκτουτού ονομάστηκαν από τον λαό γερμανοντυμένοι ή γερμανοτσολιάδες (ένας ενδιαφέρων συνειρμός είναι ότι η λέξη τσολιάς προέρχεται από το τσόλι = κουρέλι / χυδαίο άτομο χαμηλού επιπέδου, το οποίο στα γερμανικά μεταφράζεται lumpen). Σήμερα η λέξη επιζεί ως β' συνθετικό στον όρο αμερικανοτσολιάς. Βλ. το νέτι, καθώς και τα Άπαντα Δημητρίου Πανούση, αοιδού/διασκεδαστού.

Η Λαϊκή Μούσα περιποιήθηκε δεόντως αυτά τα λουλούδια, τα οποία προέβαιναν σε παντοειδείς ωμότητες κατά του λαού και των αγωνιστών της Αντίστασης και τα οποία είχαν δώσει όρκο υπακοής (jawohl) στον Γερμανό Καγκελάριο και τους επιτελείς του:

Εν-δυό, εν-δυό, φουστανέλα, τσαρούχ' φούντα, φέσ'
εφτούνα τα ρούχα με καίνε, κι αδίκως μου τα 'χουν φορέσ'
Άϊν-τσβάι, άϊν-τσβάι, τσολιά να με λεν δε μ' αρέσ'
εγώ Γερμανός είμαι τώρα, καμάρ' των ταγμάτων Ες-Ες.
Εγώ ειμ' εγώ, και δεν αργώ
Ρωμιούς να σφάξω μάνι-μάνι
με λεν λεφούσ', και στο γιουρούσ'
τρεις τραυματίες έχω ξεκάνει.

Εννοείται ότι υπήρχε έντονη ώσμωση μεταξύ των ταγματαλητών και των μελών άλλων δωσιλογικών οργανώσεων όπως η «Χ» (καμαρώστε τους) ή οι μπουραντάδες (στελέχη του Μηχανοκίνητου της Αστυνομίας Πόλεων, από το επώνυμο του διοικητή τους).

Οι -πάμπολλοι- ταγματαλήτες που δεν πέρασαν από λαϊκή/αντάρτικη αξιολόγηση μετά την αποχώρηση των Γερμανών, αξιοποιήθηκαν καταλλήλως από τους ενσκήψαντες Άγγλους, ενώ πολλοί εξ αυτών έκαναν καριέρα είτε στον τότε αναπτυσσόμενο τομέα του τουρισμού εξυπηρετώντας παραθεριστές σε θέρετρα του Αιγαίου , είτε στον επανασυσταθέντα Ελληνικό Στρατό (πρόχειρο παράδειγμα ο τρισμέγιστος αστήρ της Εθνοσωτηρίου, Γεώργιος Παπαδόπουλος και άλλα κατοικίδια-φύλακες).

Μετά την συνταξιοδότηση των τελευταίων, πολλοί απόγονοι επιφανών ταγματαλητών σταδιοδρόμησαν επαγγελματικώς με μεγάλη επιτυχία.

Ο όρος «ταγματασφαλίτης» γνώρισε μέρες δόξας στα φοιτητικά αμφιθέατρα του '70-'80, χαρακτηρίζοντας, για μυστηριώδεις λόγους,μέλη συγκεκριμένης πολιτικής παράταξης, η οποία εν τούτοις, όταν οι αυθεντικοί ταγματαλήτες μετείχαν στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας, βρισκόταν στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Το αρχαιοπρεπές έτυμο «αλήτης» (αρχική σημασία: περιπλανώμενος) χρησιμοποιείται σήμερα για να περιγράψει κρατικούς υπαλλήλους που περιφέρονται ασκόπως σε διαδηλώσεις είτε με φόρμα εργασίας, είτε με πολιτική περιβολή. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, μεγάλο ποσοστό των εν λόγω υπαλλήλων φέρεται να διατηρεί στενές σχέσεις με ονειροπόλους νοσταλγούς της δράσης των λημματογραφούμενων ευζώνων. Πιθανότατα πρόκειται για παντελώς αδικαιολόγητη, αήθη και συκοφαντική επίθεση.

Αυτά λεξικογραφικώς, ήτοι συνοπτικώς και με απόλυτη ψυχραιμία.

Πάσα του Khan (ΔΠ) μετά από σέντρα του Vrastaman.

Είμαι του ΕΛΑΣ αντάρτης και στα όρη κατοικώ
και για την ελευτεριά μας και τον θάνατο αψηφώ

Το ντουφέκι μου στον ώμο, το σπαθί μου στο πλευρό
απ' τα όρη κατεβαίνω, τους φασίστες κυνηγώ

Δεν φοβάμαι την κρεμάλα, δεν φοβάμαι το σκοινί
και στο πέρασμά μου τρέμουν Ράλληδες και Γερμανοί

Ράλληδες ταγματαλήτες, μπουραντάδες, Γερμανοί ( ή «και της Χ»)
τα κεφάλια σας θα πέσουν απ' τ' αντάρτικο σπαθί.

Μάνα μου γλυκιά μου Ελλάδα ο αντάρτης του ΕΛΑΣ
θα σ' ανάψει τη λαμπάδα της τιμής, της λευτεριάς.

«Κνίτες, αλήτες, ταγματασφαλίτες». Καταγεγραμμένο στο πόνημα του Φιλ. Φ. Φιλίππου «Οι Κνίτες», εκδ. Πυξίδα, 1983.

«Αλήτες είναι τα ΜΑΤ κι οι ασφαλίτες». Από τους δρόμους της Αθήνας.

[...]στο βιβλίο του «Ο Αγών μου», αναφερόμενος στον τρόπο που σκεφτόταν να επιβάλλει την κυριαρχία του στις κατεχόμενες χώρες, γράφει: «[...]ο νικητής, αν είναι έξυπνος, θα εμπιστευτεί σε πρόσωπα της εθνικότητας του ηττημένου λαού, που δεν έχουν ούτε χαρακτήρα, ούτε τιμή, τον ρόλο του δεσμοφύλακα, διότι γνωρίζει οτι τα πρόσωπα αυτά θα τον βοηθήσουν στο έργο της ολοκληρωτικής υποδούλωσης των συμπατριωτών τους κατά ένα τρόπο πολύ σκληρότερο και πιό ανοικτίρμονα, από εκείνον που θα μεταχειρίζονταν ένα οποιοδήποτε ξένο κτήνος [...]»

(Ν. Καρκάνη «Οι δοσίλογοι της Κατοχής», εκδ. Σύγχρονη Εποχή)

Η φράση που ακολουθεί μάλλον δεν έχει θέση σε ένα επιστημονικό σύγγραμμα όπως το σλανγκρ, εφόσον δεν υποστηρίζεται από συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία. Την απηύθυνε, με αυτάρεσκο ύφος, δημόσιος υπάλληλος σε συναδέλφους του, εν ώρα υπηρεσίας στο κέντρο της Αθήνας, και την μετέφερε στον λημματογράφο αυτήκοος μάρτυρας της απολύτου εμπιστοσύνης του. Η φράση καταγράφεται για το γαμώτο και για να επισημανθεί η ιστορική συνέχεια κάποιων καταστάσεων.

«Χα-χα, είμαστε Βέρμαχτ ρε μαλάκες !».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified