Κακοσούλουπος, αδύνατος, κιτρινιάρης.
Χτικιό = η φυματίωση.
Σ' έψαχνε ένας ψηλός, αδύνατος, χτικιάρης!
Κακοσούλουπος, αδύνατος, κιτρινιάρης.
Χτικιό = η φυματίωση.
Σ' έψαχνε ένας ψηλός, αδύνατος, χτικιάρης!
Got a better definition? Add it!
Η παρωχημένη λέξη «χτικιό» είναι η γνωστή φυματίωση. Η λέξη χρησιμοποιούνταν ευρέως κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και μέχρι αρχές του '60, όταν η ασθένεια θέριζε. Γνωστό συνώνυμο ήταν το «φθισικό». Μεταφορικά το χτικιό είναι η ταλαιπωρία, η κούραση. Χτικιάρης συνεπώς είναι ο ταλαιπωρημένος και αδυνατισμένος, ωσάν να έχει χτικιό, δηλ. ο φυματικός.
Τότε ήταν η εποχή που πήγαινε μόνος του στο γήπεδο. Είχε γραφτεί και σε σύνδεσμο. Όχι όποιον και όποιον. Cockneys με το όνομα που στεγάζονταν τότε στην Μενάνδρου με αρχηγό τον Στέφανο. Έναν άνθρωπο με παλάμες κουπιά. Ψηλός και γεροδεμένος. Αντίθετα με τον κολλητό του τον Μπλάκυ που ήταν χτικιάρης και κοντός με σάπια δόντια από τα «σιρόπια». Και μια φαγωμένη μύτη από «σκύλο» κατά τα λεγόμενά του.
Παλικάρια το έκοψα εδώ και τρία χρόνια και βρήκα την υγειά μου.Σηκωνόμουν το πρωί κι έφτυνα σα χτικιάρης. Η μεγάλη βελτίωση ήταν στην όσφρησή μου πρώτα δεν ξεχώριζα τις διάφορες μυρωδιές τόσο άνετα όπως κάνω τώρα. Έχω πάρει μια χαρά που δε λέγεται.
Βλ. και σχετικό λήμμα χτικιάζω
Got a better definition? Add it!
Ο κολλημένος με κάποιο συγκεκριμένο σήριαλ. Ελαφριά μορφή της ασθένειας η οποία μπορεί με τον καιρό να εξελιχτεί σε χρόνια και βαριά (έως θανατηφόρα για τον εγκέφαλο).
Η γυναίκα μου είναι τηλετζάνκι. Όταν παίζει τις «Νοικοκυρές σε απόγνωση» μπορώ να πηδάω άφοβα την μπέιμπι-σίττερ στο διπλανό δωμάτιο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το λέμε για τον υπερβολικά τσιγκούνη άνθρωπο, τον σφιχτοχέρη, με τις τσέπες τίγκα στα καβούρια.
- Ρε συ, πώς θα τη βγάλω το ΣΚ; Ξέμεινα πάλι από φράγκα και το μωρό περιμένει έξοδο...
- Γιατί δε ζητάς κανά δανεικό απ' το Μανώλη, χτες πληρώθηκε... του τα δίνεις μες τη βδομάδα...
- Πλάκα κάνεις μεγάλε, απ' το σπαγγόραμα;;; Αυτός πυρετό να 'χει, δεν σου δίνει...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Εργαλείο για να βιδώνεις και ξεβιδώνεις μεταλλικά αντικείμενα, του οποίου η λαβίδα θυμίζει δαγκάνα κάβουρα, εξ ου και το όνομα.
Καβούρι είναι και το Crab louse, η γνωστή καβουρογαμόψειρα.
Ο κολλητσίδας, αυτός που σε πιάνει στις δαγκάνες του και δεν σε αφήνει να φύγεις. Όχι μόνο η γκόμενα καβουρογαμόψειρα, αλλά και ο φίλος /-η.
Ασφαλώς και ο καβουροσλανγκόσαυρος.
Ανακεφαλαιώνοντας, το εξαιρετικά σλανγκενεργό αυτό οστρακόδερμο μας δίνει τουλάστιχον 8 σημασίες, εκ των οποίων οι 5 βασικές (ο μποντιμπιλντεράς, ο κάγκουρας, ο τσιγκούνης, το εργαλείο και ο κολλητσίδας) συν μία αγγλιά, μία αυτοαναφορική και μία πραγματολογική σημασία.
Ακόμη μας δίνει τις εκφράσεις:
Ο λαός μας έχει ακόμη τις εκφράσεις:
πάω σαν τον κάβουρα βαδίζω πλάγια, κινούμαι αργά και νωθρά.
Δες τη Βικούλα.
Πάσα: ΑυτοχτοΝούλης.
- Μπα, δεν γίνεται με το κλειδί, για φέρ' τον κάβουρα ρε μάστορα.
- Πρόσεχε Χάνκυ μη κολλήσεις καβουρογαμόψειρες, γιατί πλησιάζει και η 27η Φεβρουαρίου (Παγκόσμια Ημέρα Frappernité)!
(Ο σλανγκομπαμπάς Vrastaman δίνει την πατρική του συμβουλή εδώ).
Εἶπεν οὖν ὁ διδάσκαλος:
- Οὐκ ἔστιν καλὸν λαβεῖν τὸ λῆμμα τῶν Σλάνγκων καὶ βαλεῖν τοῖς καβουρίοις.
- Ναὶ, κύριε, πλὴν καὶ οἱ καβουροσλανγκόσαυροι ἐσθίουσι ἀπὸ τῆς λημματολάσπης τῆς πιπτούσης ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν Σλάνγκων καὶ εὐφραίνονται.
- Ὦ τέκνον κάβουρα, μεγάλη σου ἡ δαγκάνα!
(Από την παραβολή του κάβουρα).
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Στην ιατρική αργκό, είναι ο ασθενής που πάσχει από κυάνωση και την έχει στρουμφίσει, δηλαδή έχει φτάσει σε αυτό που οι επιστήμονες αποκαλούν σημείο στρουμφ.
Στην κλασική αργκό, βέβαια, στρουμφάκι είναι ο αστυνομικός λόγω της μπλε στολής. Πρβλ. στρουμφάκια, παπαστρούμφ, στρουμφίτα, στρουμφοχωριό.
- Πώς πήγε το απόγευμά σου γιατρέ μου;
- Καλά πήγαινε μέχρι που έσκασε μύτη ένα στρουμφάκι.
- Μη συνεχίζεις γιατρέ μου, κατάλαβα. Πούτσες μπλε! Ένας Δρακουμέλ μας χρειάζεται...
Social time ακρως ικανοποιητικο,καμια σχεση με τις τουρίστριες..... Βέβαια τα στρουμφάκια έπιασαν αυτή ενώ άλλες ανατολικές αλωνίζουν.
(εδώ)
Got a better definition? Add it!
Απολιθώματα ανθρώπων, νοσταλγών ανώμαλων καταστάσεων του παρελθόντος, φορείς ξεθωριασμένων, επικίνδυνων, βρυκολακιασμένων ιδεολογιών, θιασώτες ολοκληρωτικών καθεστώτων που έχουν προ πολλού εκπέσει.
Τα πιο διαδεδομένα σταγονίδια στον ελληνικό χώρο, είναι τα αυτά της χούντας. Άλλα που συναντούμε (ευτυχώς πιο σπάνια) είναι ρατσιστικά, ναζιστικά, σταλινικά κ.λπ. Σταγονίδια μπορούν να υπάρχουν σε όλες τις αποχρώσεις του πολιτικού φάσματος.
Τα σταγονίδια που εκλύονταν με το βήχα επί φυματικών ασθενών (π.χ. ο Πασπάτης [Άρης Ρέτσος] στην Αστροφεγγιά του Ι.Μ. σε τηλεοπτική απόδοση του Διαγ. Χρονόπουλου), αποτελούσαν το μέσο μετάδοσης του μυκοβακτηρίου της φυματιώσεως (ή βάκιλλος του Κωχ) εξ ου και ο αρνητικός συνειρμός που προκαλούν.
Kι εγώ εχω παρευρεθεί σε μαζώξεις υπερήλικων σταγονιδίων του Στάλιν και έχω γίνει μάρτυρας ενος παράλογου αριστερίστικου ταλιμπανισμού.
Στα «μαλακά» τα σταγονίδια της Θεσσαλονίκης! Ποινές αργίας από έναν μέχρι έξι μήνες σε 12 αξιωματικούς και αστυφύλακες και πρόστιμο σε έναν ακόμη, επιβλήθηκαν για το χουντογλέντι.
Got a better definition? Add it!
Ευφημισμός για κάποιον που είναι γκαντέμης σε ό,τι αφορά την προσωπική του υγεία υπό την έννοια ότι αποτελεί πρώτο υποψήφιο για να εμφανίσει:
...και γενικά τραβά ασθένειες, ατυχήματα και τραυματισμούς σαν μαγνήτης. Ακόμη και σε ένα χώρο με πολλά άτομα το καλοκαίρι, τα κουνούπια θα τον προτιμήσουν από όλους και θα πέσουν πάνω σ' αυτόν να τον κάνουν βούκινο.
- Όντως λοιπόν, όπως οι περισσότεροι υποψιαζόμασταν όλα αυτά τα χρόνια, οι «γλυκοαίματοι» δεν είναι απλώς ένας παραδοσιακός μύθος: τα κουνούπια έχουν πραγματικά την τάση να «επιτίθενται» συχνότερα σε ορισμένους ανθρώπους! (από εδώ)
- Ρε παιδιά εμένα γιατί δεν με τσιμπούν ποτέ;;;; Είμαι κι εγώ πικροαίματη ;;;;; ( Εκαταλάβαν μας και τα κουνούπια....:π) (ο αντίποδας από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Σλανγκικώς, παραπέμπει όχι σε κάτοχο συνδρομής, αλλά συνδρόμου, και πιο συγκεκριμένα του συνδρόμου down (τρισωμία 21).
Οι πάσχοντες από το εν λόγω σύνδρομο παρουσιάζουν συμπτώματα όπως μειωμένη πνευματική ανάπτυξη και μογγολοειδή χαρακτηριστικά.
Για τον λόγο αυτό, ως συνδρομητής χαρακτηρίζεται, με μειωτική διάθεση και σε politically incorrect πλαίσια, άτομο με παρόμοια χαρακτηριστικά, ανεξαρτήτως του αν αυτά προέκυψαν από την εν λόγω ή άλλη ασθένεια, ή από φαινόμενα όπως reality tv κλπ
-Φίλε τον τύπο πίσω τον κόβω για συνδρομητή.
-Σκάσε ρε μαλάκα, λ-j-ίγο σεβασμό.
-Ρε συ, ο Σπύρος δεν υπάρχει, 10 φορές του το είπαμε και πάλι ξέχασε τα εισιτήρια.
-Αφού είναι συνδρομητής, τι του τα έδωσες και εσύ μωρέ μαλάκα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified