Further tags

Γερμανόφωνο τρέχα γύρευε...

Κλάιν μάιν τώρα... Μην το πολυ-πιστεύεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούτσος, εις την Κυπριακήν.

- Του Μάρκου η βίλλα γκαστρώνει και καμήλα!

(Επευφημίες Κυπρίων φιλάθλων, οπαδών του τενίστα Μάρκου Παγδατή)

Πάντσο Βίλλα   (από GATZMAN, 22/10/09)Η πάλαι ποτέ Ροζ Βίλα της Εκάλης (από Vrastaman, 22/10/09)

Βλέπε και πέος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γερμανικής προέλευσης έκφραση που απαντάται πλέον μόνο στη Θεσσαλονίκη για λόγους που είναι πέρα από τη θεματολογία του παρόντος ιστοτόπου. Η έντονη ποιητική διάθεση των Θεσσαλονικέων οδήγησε στην παράφραση του κλαν (συντομογραφία του ρήματος κλάνω) σε κλάιν, ώστε να κάνει ομοιοκαταληξία με το μάιν (δικό μου/δικά μου).

Ανήκει στην ευρύτερη οικογένεια σεξουαλικών/σκατολογικών εκφράσεων του τύπου κλάσε μας τ' αρχίδια, θα μου κλάσει τ' αρχίδια κλπ. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι δεν πρόκειται να γίνει, παρά τις περί του αντιθέτου προθέσεις τρίτων.

- Και πότε θα προλάβω να το ετοιμάσω το πρότζεκτ τώρα που μου το λες ρε μεγάλε;
- Πάρε μαζί σου τα χαρτιά το σαββατοκύριακο και δούλεψέ το. Δεν πρόκειται να σου πάρει πάνω από 2-3 ώρες τη μέρα και το χρειάζομαι όπως-και-δήποτε τη Δευτέρα στις 8.
- Α καλά... κλάιν μάιν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Πάτρα): Μεταφορικώς υποδηλώνει κοπιώδη προσπάθεια προς επίτευξιν δύσκολου ή και φαινομενικώς ακατορθώτου στόχου.

Προέρχεται από δοξασίαν τινά, προσφάτως καταρριφθείσα ένεκα σκανδάλων γνωστής Ιεράς Μονής (βλ. Chamonix - σαν το μονί της Γενεύης), κατά την οποίαν είναι αδύνατον να ιδεί τις τα οπίσθια ενός ιερωμένου, δεδομένης της εγκρατείας των.

Συνεπώς, θέλει κόπο-θέλει τρόπο ...

Ο κώλος δε, λέγεται παρά τοις σλάνγκεσιν, ότι είναι το σαν μονί του μέλλοντος (!)

Για τα μπροστινά, δεν λέγει τίποτε η δοξασία, αλλά έρχεται να συμπληρώσει η λαϊκή παράδοσις: «φυλάξου απ' τα πισινά του γαϊδάρου κι απ' τα μπροστινά του καλογέρου!»

Συνώνυμα: τραβάω ζόρι/κουπί (βλ. και κοπιώδης προσπάθεια).

Συναφές: Άμα δε βρεξει κώλο, ψάρι δεν πιάνει.
Αγγλιστί: Keep your nose to the grindstone = δούλευε σκληρά, you're in for it = θα φάς ζόρι κτλ.
Ισπανιστί: Te la comes /te comes los huevos = θα φας πούτσα/θα ζοριστείς κτλ.
Ιταλιστί: Succhi = τον ήπιες/θα φας καλά κτλ.

Μάνα:
-Τρεις η ώρα, τη βρήκες την πόρτα κανακάρη μου ;
Γιος: - Ντάξει ρε μα, νέο παιδί είμαι, τί δηλαδή να κοιμάμαι με τις κότες ;
Μάνα:
- Δίνεις μάθημα αύριο βρε συφοριασμένο, έτσι θα πάρεις πτυχίο; Αμ αγόρι μου, άμα δε δεις παπά κώλο, δε θα κάνεις χαΐρι στη ζωή σου !
Γιος: - Άμα σου πω ότι έχω δει ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σιγά το πράγμα, δεν τρέχει και τίποτα.

- Έμαθες; Χώρισε ο Χρήστος με την δικιά του...
- Κλάιν μάιν ρε μαλάκα, αύριο θα έχει καινούργια γκόμενα...
(κάπως έτσι τέλος πάντων)

(από Vrastaman, 29/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όλο θέμα ξεκινά σε παλαιότερες εποχές, με την κατάργηση της δοτικής, οπότε και γεννιέται η ανάγκη να βρεθεί νέα λύση εκεί που μέχρι πρότινος χρησιμοποιούταν η συγκεκριμένη πτώση. Έτσι, καθημερινές φράσεις, όπως π.χ. το «λέγεις μοι», παύουν να υφίστανται και η γλώσσα αναζητά έναν νέο τρόπο έκφρασης.

Στην Βόρειο Ελλάδα προτιμήθηκε η αιτιατική ενώ στην Νότιο Ελλάδα η γενική για να δώσουν (σε νεώτερα ελληνικά) «με λες» και «μου λες», αντίστοιχα. Και οι δύο αυτοί τύποι είναι σωστοί καθώς χρησιμοποιούνται κανονικότητα μέσα στους αιώνες από τους Έλληνες. Κατά μίαν άποψη η αιτιατική είναι πιο κοντά στην δοτική οπότε, όσο παράξενο και να ακούγεται, ο βορειοελλαδίτικος τύπος (με λες) θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι πιο δικαιολογημένος.

Ο βασικότερος λόγος που σήμερα η σύνταξη με γενική θεωρείται ορθότερη (μου λες), είναι μάλλον επειδή η Νότιος Ελλάδα απελευθερώθηκε πρώτη και η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στο νέο κράτος ήταν αυτή που μιλούσαν σε εκείνα τα μέρη. Σήμερα, ειδικά μέσω των μέσων μαζική ενημέρωσης, έχει καθιερωθεί γενικότερα ο τύπος με την γενική. Το βέβαιο είναι πως έχει περάσει στο υποσυνείδητό μας ως ο ορθός τρόπος, αν και αυτό όπως είδαμε δεν στέκει πραγματικά.

Παρεμπιπτόντως, δυο από τους λογοτέχνες που έχουν γράψει με τον συγκεκριμένο τρόπο είναι ο Κώστας Π. Καβάφης και ο Αθανάσιος Χριστόπουλος. Ας μην ξεχνάμε το εξής σημαντικό: οι νοτιοελλαδίτες, που εκφράζουν τη δοτική μέσω γενικής λέγοντας «θα σου πω κάτι», «θα της δώσω κάτι», στον πληθυντικό διαπράττουν ακριβώς το «σφάλμα» που καταλογίζουν στα εκ Βορρά αδέλφια τους, και λένε: «θα σας πω κάτι», «θα τους δώσω κάτι». Χρησιμοποιούν δηλαδή αιτιατική! Επομένως, καθαρά από απόψεως ομοιογένειας, τα βόρεια ιδιώματα είναι πιο συνεπή διότι χρησιμοποιούν αιτιατική και στον ενικό και στον πληθυντικό.

- Και με λέει ότι δεν σε έδωσε το κινητό της.
- Τι να με πει και αυτή ρε, πλάκα σπας;

Δες ακόμη: σελεμελές / σελεμελού, θεσσαλονικιώτικα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που απαξιώνει κάθε παραλία της οικουμένης, εντός και εκτός πλανήτη συμπεριλαμβανομένων των Αγίων Πάντων (Μαυρίκιος, Δομίνικος, Βαρβάρα, Βικέντιος, Νάπα, Φραγκίσκος Μπαρτς ο Καραϊβικανός κτλ κτλ) εάν δεν ανήκει στα 2 πόδια της Χαλκιδικής (1ο και 2ο) και την παρανυχίδα προ του Α. Όρους. Χρησιμοποιείται από ακροθεσσαλονικιούς που πηγαίνοντας σε οποιαδήποτε άλλη παραλία αναζητούν φραπεδιά με γάλλλα και «σπορ του βορρά».

Τα τοπωνύμια μαγευτικών παραλιών όπως Πυργαδίκια, Βουρβουρού, Φούρκα, Πούντα και πάει λέγοντας συντελούν στην μυθοποίηση του τόπου.

- Χαθήκαμε Κίτσα μου, πού ήσουν όλο το καλοκαίρι;
- Νάντια μου είχαμε πάει με τον Παναγή στο Κο Σαμούι.
- Ωραία φαντάζομαι ε;
- Ναι δεν λέω καταγάλανα νερά, ευγενέστατοι σερβιτόροι, ολόφρεσκα και φτηνά κοκτέιλς, αλλά σαν την Χαλκιδική δεν είναι.

(από Khan, 16/04/13)

Και σαν τη Χαλκιδική δεν έχει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του «είμαι Θεσσαλονικιός και μένω σε πολυκατοικία».

Πολλοί Θεσσαλονικείς απορούν γιατί η έκφραση αυτή προκαλεί χαμόγελα στην υπόλοιπη Ελλάδα.

- Ενοικιαζόμενα Επιπλωμένα Φοιτητικά Διαμερίσματα στη Θεσσαλονίκη (...) Εδώ και δύο χρόνια μένω στην οικοδομή αυτή. Οι εντυπώσεις και οι εμπειρίες που έχω μόνο θετικές είναι. (εδώ)

- Μένω στη Θεσσαλονίκη και συγκεκριμένα απέναντι από το Δημαρχείο Συκεών. Η οικοδομή μας αποτελείτε από 3 οροφοδιαμερίσματα μια πυλωτή και ένα μαγα ...
(εκεί)

- Εγω παλι εχω καταγωγη απο Κρητη αλλα δεν παω συχνα..Το πρωτο που ακουσα ηταν προσεχε με ποιους κυκλοφορεις και πως ντυνεσαι γιατι εδω δεν ειναι θεσσαλονικη, θα σε προσβαλλει κανενας..Κι εγω αφελεστατα..μα γιατι,τι του κανα; Προσβαλλω τελικα σημαινει φλερταρω..και αλλες 2 λεξεις που θυμαμαι ειναι το διερμιζομαι(συμμαζευω)..ειναι δυνατον παθητικη φωνη;και μην αγλακας μπρε παραουλε...χαχα(μην τρεχεις ρε βλακα)Και επισης εκει ηταν που γελουσαν για το οτι μενω σε οικοδομη..γκρρρρ...
(παραπέρα)

- ΕΙΣΑΙ ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΔΙΟΤΙ:
(...)
50. ... λες ότι μένεις σε πολυκατοικία και όχι σε οικοδομή
(...)
(παραδίπλα)

Μαντέψτε σε ποια πόλη βρίσκεται αυτή η πινακίδα :-) (από Vrastaman, 17/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι βορειοελλαδίτες βάζουν μερικές φορές τον αιτιολογικό σύνδεσμο "γιατί" στο τέλος της δευτερεύουσας πρότασης:

Άντε ξεκίνα, αργήσαμε γιατί.

Ξέρω οτι λέγεται ακόμη σε κάποιο βαθμό σε όλη την Μακεδονία, στο δίχτυ όμως μπόρεσα να βρω μόνο αναφορά για τον νομό Σερρών (Αλιστράτη και Νέο Σούλι):

"Συνήθης είναι η χρήση του «γιατί» και του «αφού» στο τέλος της πρότασης π.χ. «έλα να σι πω δε βαστώ γιατί» (γιατί δεν αντέχω)".

Αλιστρατινό λεξιλόγιο

Η σύνταξη αυτή μοιάζει με την αντίστοιχη του αφού και του για, μόνο που τώρα φαίνεται να δικαιώνεται ο συσχετισμός που προτείνει η ironick με το αρχαίο γαρ και να αίρεται η επιφύλαξη του poniroskyloυ, μιας και εδώ έχουμε τον σύνδεσμο 'γιατί' ως ένα ξεκάθαρα αιτιολογικό 'επειδή':

Το αφού στο τέλος, όμως, δεν είναι αιτιολογικό και γι' αυτό νομίζω ότι οι συγκρίσεις με το γαρ δεν είναι εύστοχες, κτγμ. Δεν είναι τιποτε περισσότερο από ένα επιτατικό μόριο, που, ασφαλώς, διατηρεί το στοιχείο της αντίθεσης.

poniroskylo στο λήμμα αφού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση χρησιμοποιούμενη κυρίως στην Πελοπόνησσο, ισοδύναμη με το «θα μου κλάσεις τ' αρχίδια» ή «θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια».

- Άμα έρθω εκεί ξέρεις τι έχεις να πάθεις;
- Ξέρω, θα μου κλάσεις τον γκιώνη!

Γκίωνης aka Otus scops (από Vrastaman, 30/11/11)(από GATZMAN, 02/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified