Further tags

Αντικαθιστά με λολοπαιγνιώδη διάθεση, το χύδην εκφερόμενο γαμήσου, πχ στα:
σάλτα και γαμήσου
γαμήσου παραπέρα
άι γαμήσου
άντε και γαμήσου
Χριστίνα Γαλάνη-Άντε γραμμήσου Η Χριστίνα τραγουδάει Ρωμανό (Μελωδό?)

  1. "Σεξοχωτάτη", τραγουδάρα απ' τον δίσκο "ΑΝΤΕ ΓΡΑΜΜΗΣΟΥ".

  2. άντε γραμμήσου ρε χοντρέ "@failosK μετά τον Μελιγαλά ήρθε ο Γράμμος" (εδώ)

  3. -Αυτο το "Δεν ήθελα να σε πληγώσω" που δεν πήρε ποτε πίσω την απάντηση που του άξιζε ... βρε τράβα κ γραμμήσου
    -Προτιμω το σαλτα (εδώ)

  4. όλο ακούω πως η κυβέρνηση θα τραβήξει μια κόκκινη γραμμή ... για την ώρα αντε γραμμηθειτε και οι 300 (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοκίμως είναι η χοντρή κάλτσα που φορούσαν οι βλάχοι, και γενικότερα οι άνθρωποι της υπαίθρου, και δη οι φουστανελάδες, η οποία είναι συχνά πλεγμένη από χοντρό μαλλί και φτάνει πολύ ψηλά στο πόδι, το σκουφούνι. Συνεκδοχικώς, σημαίνει τον βλάχο άνθρωπο, τον άξεστο, τον αγροίκο. Υπάρχει ήδη στον 19ο αιώνα, όταν είχε εκδηλωθεί με μένος ο διχασμός ανάμεσα στους αστούς φραγκοφορεμένους ψαλιδόκωλους και στους εντόπιους πουστανελάδες φουστανελάδες. Βλέπω λ.χ. εδώ ότι βλαχόκαλτσες αποκαλούνταν μειωτικά οι δηλιγιαννικοί. Επίσης, στο ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου εδώ, βρίσκω κείμενο της εφημερίδας Βραδινή από το 1923 που διαπομπεύει με μίσος τους πρόσφυγες από τη Μικρασιατική καταστροφή οι οποίοι είχαν κατακλύσει την Αθήνα, παρομοιαζόμενη με Αφγανιστανούπολη, και όπου εμφανίζεται η λέξη.

Τζιεράκια τηγανίζονται, κωλόπανα κυματίζουν, σανιδώματα προχείρων ικριωμάτων τοποθετούνται εις τα καλύτερά μας πεζοδρόμια, μανδήλια, τσεμπέρια, βλαχόκαλτσες, τηγάνια, παλιοπάπουτσα, αντεριά, κρεμώνται εις καλύβας του αθιγγανικοτέρου είδους, χαλβάδες και ρεβανές εκτίθενται προ ευπρεπών καταστημάτων, κηπάρια δημοτικά, τα οποία είχαν αποκτήσει ολίγους καλούς πρασίνους τόνους ηρημώθησαν. Την στιγμήν οπού η πόλις μας έβαινε προς την ευπροσωποτέραν εμφάνισίν της επήλθον η αρρυθμία, η τσαπατσουλοσύνη, η ασχημία, η βαρβαρότης και έστησαν βάναυσον χορόν εις τα πλέον συχναζόμενα ευπρεπή μέρη της. [...] Νομίζω ότι πρέπει να θεωρώμεν ως αντινομίαν την εμφάνισιν των αρμοδίων χωρίς σαρίκι. Προτείνομεν, λοιπόν, να φορέσουν τούτο όλοι οι δημοτικοί μας άρχοντες, αλλά και μπουρνούζια με το μαρκούτσι του αργιλέ εις το χέρι. Τι διάβολο άρχοντες της αφγανιστανουπόλεως είναι ούτοι φορούντες λαιμοδέτην και καπέλο; (Εδώ).

Παραδείγματα, όπου ο (αρκετά απαρχαιωμένος) όρος χρησιμοποιείται συνεκδοχικά για τον αγροίκο, την μπασκλασαρία:

  1. ρε βλαχοκαλτσες αντε τηγανιστε καμια μελιτζανα στον κοιλουμπα το συζυγο που βγαζετε και γλωσσα. Κλώσσες δευτεράντζες του πεταματού, ολη μερα κι ολη νυχτα εδω μεσα, διαβαζετε και σχολιαζετε και επεμβαινετε σαν να ειναι ο σταυλος σας, παλιολινάτσες, τελευταίες! (Free Gossip).
  2. Σκέτη βλαχόκαλτσα είν` αυτός. (Εδώ).
  3. Τι περιμένεις απ' αυτή τη βλαχόκαλτσα; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαδεδομένη βρισιά γενικού χαρακτήρα.

Η κύρια, η ας πούμε πιο κυριολεκτική, σημασία της αναφέρεται σε έναν παθητικό ομοφυλόφιλο που γαμιέται.

Γαμιόλη! Όταν σου λέω να έρχεσαι θα τσακίζεσαι! ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΞΕΚΩΛΙΑΡΗ; Θα έρχεσαι αμέσως γιατί αυτό σημαίνει ότι θέλω τις τρύπες σου για να ξεκαυλώσω. (Από το Gay world).

Στο σημείο αυτό, ψάχνοντας για παράδειγμα έπαθα ινσέψιο, καθώς άγνωστός μου μπλογοτέχνης αφιέρωσε μπλογοτέχνημά του με τον χαρακτηριστικό τίτλο "Μπομπ ο Γαμιόλης" σε αυτόν που θα ήταν τόσο καμένος, ώστε να ψάξει τη λέξη γαμιόλης στο γούγλε. Εκ μέρους της καμενιάς μου, αλλά και της καμενιάς όλων των Σλάνγκων Δράκων που ψάχνουμε στον γούγλη παρόμοιες λέξεις, δέχομαι την αφιέρωση και παραθέτω απόσπασμα του κειμένου. Γιατί όλοι ξέρουμε ότι ο Μπομπ Σφουγγαράκης είναι τελειωμένη λουγκρίτσα, αλλά δεν ξέρουμε και τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες που μας αποκαλύπτει το κείμενο.

Μπομπ ο γαμιόλης [...] Ο Υπερόπτικ κάνει αυτό το ποστ για να ποτίσει με φόρο τιμής αυτόν τον άνθρωπο που στο γκούκλε πάτησε «μπομπ ο γαμιόλης» και μπήκε εδώ. Γι’αυτόν τον υπεργκούγκλερ ο Υπερόπτικ θα γράψει ΤΩΡΑ ποστ με θέμα το μπομπ το γαμιόλη, θα αναλύσει υπεροπτικά και δίχως έλεος πόσο γαμιόλης είναι ο μπομπ, πόσο τον παίρνει από κάθε τρύπα και γουστάρει, πόσο ποταπός τελειωμένος και ξεκατινιασμένος μπορεί να είναι ο Μπομπ, πόσο ξεφτιλισμένη λούγκρα τον θεωρούν όλοι στη γειτονιά. Ο Μπομπ είναι μεγάλη ψωλαρπάχτρα και αυτό είναι καιρός να το μάθουμε όλοι. Είχες δίκιο φίλε γκούγκλερ που το έψαξες λίγο παραπάνω. Και ιδού τα στοιχεία: Σήμερα δευτέρα, 8:36 το πρωί, ο Μπομπ εθεάθη να τον κολατσίζει από τρία άτομα αγνώστου ταυτότητας στο πάρκινγκ πίσω από τους κάδους της ανακύκλωσης. Ο Πάτρικ ήταν δίπλα και τράβαγε βίντεο που μετά το ανέβασε στο γιουπόρν ρήαλ τάιμ. [...] Στη διαδρομή μετά ο Μπομπ έβαλε τρικλοποδιά σε τρεις γριούλες που προσπαθούσαν να περάσουν απέναντι, έκλασε στα μούτρα του τυφλού εφημεριδοπώλη, ζωγράφισε πουτσάκια σε τρία στοπ και κατούρησε τα παρτέρια της πλατείας. Έτσι για να ξέρουμε ποιος είναι ο μπομπ. (Εδώ).

Συνεχίζοντας το καμένο γούγλισμα πέφτω σε φιλοσοφικό κείμενο περί πουστιάς και επανάστασης που μας εξηγεί πώς ο όρος γαμιόλης αποκτά μια μεταφορική διάσταση για να χαρακτηρίσει άτομο ποταπό, μπαμπέσικο, ύπουλο.

Όποιος μας τη φέρνει, όποιος μας κάνει πουστιά, χαρακτηρίζεται καριόλης, γαμιόλης, πούστης. (Περισσότερα εδώ).

Πρόκειται, επομένως, για μια γενικότατη βρισιά.

  1. "Κάψου γαμιόλη μπάτσε!". [...] Δεν λέω σε καμία περίπτωση ότι το «κάψου γαμιόλη», που ακούστηκε στο ρεπορτάζ του CNN από κάποιον ψυχανώμαλο συνάνθρωπό μας, την ώρα που η μολότοφ έσκαγε πάνω στο πρόσωπο του πεσμένου αστυνομικού της ομάδας «Δίας», εκφράζει όλους αυτούς τους ανθρώπους που κατεβαίνουν στον δρόμο και διαδηλώνουν. Σε καμία περίπτωση. (Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μην πεις, εδώ).
  2. Ποιος γαμιόλης από το περιβάλλον του Σαμαρά (σωματοφύλακας ή σύμβουλος του Μαξίμου) έχει το δικαίωμα να βγάζει προς τα έξω τόσο προσωπικές πληροφορίες και δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει; (Εδώ)

Στη συνέχεια του γουγλίσματος τρώω δεύτερη ινσέψιο, όταν βλέπω πως το λήμμα γαμιόλης φέρεται να υπάρχει σε αυτοματοποιημένα ηλεκτρονικά λεξικά ολοκληρωτικών δυστοπιών του μέλλοντος, ενώ δεν το είχε ακόμη το σλανγκρ! (ξεφτίλα).

Ο ΡομποΒό έβγαλε έναν απλό αρμονικό στα 1440 Hz και εγκαταλείποντας οριστικά τον έμμετρο λόγο, πρόσθεσε:

-Γαμάς. Δεύτερο πρόσωπο, ενικός αριθμός του ρήματος 'γαμώ'. Παραβίαση του άρθρου 6.842 παράγραφος 312 της Επαναστατικής Νομοθεσίας για την εφαρμογή της πολιτικής ορθότητας".

-Να πας να με καταγγείλεις ρε γαμιόλη! του φώναξε από το μπανιο ο Eπιθεωρητής.

-Γαμιόλης. Ονομαστική πτώση, ενικός αριθμός, του επιθέτου 'γαμιόλης, γαμιόλα'. Παραβίαση του άρθρου... Αλλά ο επιθεωρητής είχε ήδη μπει κάτω από το ντουζ. (εδώ)

Τέλος ως γαμιόλης σημαίνεται ενίοτε ο γαμιάς, ο γαμίκος και όχι ο γαμημένος. Πιθανή εξήγηση είναι ότι μπορεί το γαμώ εν προκειμένω να εννοείται με μια γενική σημασία συνουσιάζομαι, όπως στην έκφραση ποιον πρέπει να γαμήσω ή στο αγγλικάνικο fuck. Ή έχουμε το γλωσσικό φαινόμενο που θα ονόμαζα επιστημονικώς σλανγκική αλλαξοκωλιά, όταν δηλαδή ο γαμών λαμβάνει τις ονομασίες του γαμουμένου δίκην πούστη άντρα, επειδή ας πούμε είναι τυχερός που γαμάει, είναι κερατάς ή πούστης με την έννοια θαυμασμού, οπότε εν ολίγοις αποδίδουμε στον γαμούντα ονόματα του γαμουμένου για να δηλώσουμε λ.χ. την κωλοφαρδία του που γαμάει μια θεσπέσια μουνάρα, ή τον θαυμασμό μαζί με φθόνο που έχουμε για αυτόν, ή ότι πονάει τον γαμούμενο πάνω στο γαμήσι φερόμενος πούστικα και χωρίς μπέσα κ.ο.κ. Για σχετικό προβληματισμό, βλ. του πούστη. Δεν είναι πάντως σπάνιο ή παράξενο πάνω στα γαμησιάτικα μπινελίκια η γαμουμένη να φωνάζει ιαχές τ. "γάμησέ με ρε πούστη", "ξέσκισε με ρε γαμιόλη" κ.τ.ό.

  1. Τυχερός γαμιόλης γαμάει δύο υπέροχα καυλιάρικα μουνάκια. (Από πορνοσελίδα).
  2. eiste oi kaloiteroi gamo thn poutsa sou gamioli! (Από το sirina.tv).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ενδοπαλαμική πεοπαλινδρόμηση, η μαλακία στα Πατρινά. Εκ του διασήμου ρήματος μινάρω.
Κατά το κουτσουκέλα.

  1. πω πω βγάζω γούστα στο σπίτι με παρεάκι. λατρεμένες κουβέντες, μπηχτές και μιναρέλα (εδώ)

  2. μιναρισμα, μιναρέλα, μιναρω κλπ. Πατρινη λέξη που σημαίνει πολλα! Χαχα (εδώ)

  3. τεντουρα παρτυ σου λεει σημερα στη Πατρα...να το κανατε μιναρελα παρτυ θα του ταιριαζε περισσοτερο οσο να πεις!#ka8olou_humor (εδώ)

  4. Συνεχομενα Retweets aka η νεα μιναρελα! (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του τσιμπουκόστομα, κυρίως χρησιμοποιείται ως βρισιά, προκειμένου να υποχρεώσουμε τον υβριζόμενο αντίπαλο στη σιωπή, αφού θεωρείται ότι το στόμα του έχει ως μοναδική χρηστική αξία το να παίρνει πίπες, οπότε δεν θα πρέπει να το χρησιμοποιεί επιπλέον και για να μιλάει/ εκφέρει τη γνώμη του/ πιάνει σε αυτό πράγματα και πρόσωπα που τον υπερβαίνουν και τα λερώνει αναφέροντάς τα λεκτικώς κ.ο.κ. Μικρή διαφορά από το απλό τσιμπουκόστομα είναι ότι το πουτανόστομα παίρνει πίπες επί πληρωμή, οπότε είναι ακόμη μεγαλύτερη ξευτίλα.

  1. Καλα να παθεις κωλομπουτσουρα να γαμας ολα οσα σου συμβαινουν κωλοαπογονε του χιτλερ που τροει χουμους και ψοφαει απο βαλλιστικη επιθεση κωλοκαριολη παλιολεσβια πούστη σαμαρα ο κασιδιαρης σας γαμαει μεσα στο σπτι σου γαμο το κωλοκερατο της πουτάνας και του πουστη που σε γαμησε ανθρωπο και μαλακισμενο κατασκευασμα φατη στον κωλο σου μπασταρδοποιημενο ανανδρο τσογλανι πολιτικος φτωχος ξυλο απελεκητο καριολη κωλοπαιδι κωλογιδοβοσκε κερατα γαμωπουστα που πιανεις στο πουτανοστομα σου τις ανακριτριες τσογλαναραιε της κορινθιας αλβανομεταναστη βλακα τωρα στη φυλακη ευχομαι να μπεις μαλακισμενο σκατοτσογλανακι κωλοπαιδο (Το βρισίδι συνεχίζεται αρκετά ακόμη εδώ).
  2. re shiloputane an me ksana piasis mes t putanostoma sou pou mono pipes kseri na kami kales ena s spasw tha s aniksw ti kele s orkizume s to tha se skotosw (Από Ασκ, μάλλον για κυπριακό ιδίωμα πρόκειται).
  3. Που να τα βγάλεις πέρα με το πουτανόστομα τους! Και πάλι οι γυναίκες από πάνω! (Σχέσεις).

Σπανιότερα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σαδομαζοχιστικές φαντασιώσεις με θετικό πρόσημο, ή, μάλλον, με αρνητικό πρόσημο με την κα(υ)λή έννοια, για να περιγράψει κάπως πιο κυριολεκτικά κάποιον που όντως έχει διαπρέψει στην πεολειχία.

  1. Η Καίτη με έπιασε από το αυτί και με έφερε μπροστά στα δύο πέη αναγκάζοντάς με να πλησιάσω σε απόσταση αναπνοής το ένα. - Έλα καριόλα! Άνοιξε το πουτανόστομα σου να πιπώσεις το γαμιά μου! Είπε επιτακτικά η Καίτη. (Από κίνκι μπλογοτέχνημα).
  2. -Και τώρα οι δυο μας βρωμότσουλο! Άνοιξε το χυμένο σου πουτανόστομα και άρχισε να μιλάς. Κλαίγοντας με λυγμούς , άρχισα να διηγούμαι την ιστορία μου. Όλα ξεκίνησαν όταν γνώρισα την Κυρία Βάνα η οποία μετακόμισε στο διπλανό διαμέρισμα όπου κατοικούσα ως φοιτητής. Φυσικά η Κυρία Βάνα ήταν μια Γυναίκα που δεν μπορούσε να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο. (Από μπλογοτέχνημα που χρησιμοποιεί την αφηγηματική τεχνική in media res).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κωλοτρυπίδα, η κωλότρυπα. Λέγεται κι έτσι για να εξαρθεί το αυτονόητο που παραλείπουν οι άλλες εκφράσεις, ότι δηλαδή είναι μια τρύπα (δυνητικά) γεμάτη σκατά. Νήντλες του σέι ότι όταν χρησιμοποιείται με αυτή τη συγκριτικά κυριολεκτική σημασία σε σεξουαλικά συμφραζόμενα, συνήθως δεν εκφράζει αποκλειστικά και μόνο αηδία, αλλά κυρίως μεράκια, γούστα, μπιντιεσεμικές καταστάσεις και άλλα ξεκωλαριλίκια, όπου οι μερακλήδες μάλλον φτιάχνονται στην ιδέα της μερέντας και των διαφόρων μεζέδων.

  1. -Κοίτα πόσο ανοιχτή είναι η σκατότρυπά της φίλε...κοίτα... Μας χωράει και τους δύο...
    - Όχι...μη!!! Σας παρακαλώ νιώθω ήδη ξεσκισμένη...!, παρακάλεσα. (Από ερωτική ιστορία στο Φλοκ τζι αρ).
  2. Η Φωφώ μη έχοντας τι άλλο να κάνει άρχισε να γλείφει τη σκατότρυπα της Σοφίας, που είχε κολλήσει πάνω στα χείλια της.
  3. Ε? Ε? μέχρι και την σκατότρυπά μου σου αρέσει να καθαρίζεις βρωμοπουστράκι μου! Λατρεμένο σιχαμένο κωλογλειφτράκι μου?» (Από το Μπουντουσουμού).

Κατ' επέκταση, έχει και τις διάφορες μεταφορικές σημασίες της κωλοτρυπίδας, όπως έναν βρωμερό τόπο ή ένα άθλιο σπίτι (βλ. και κωλοτρυπίδα). Ενίοτε σημαίνει ότι οι εν λόγω τόποι είναι και μικροί και μηδαμινοί, εκτός από άθλιοι.

  1. Αλβανια- μια σκατότρυπα στα βαλκάνια. (Εδώ).
  2. Μια σκατότρυπα είναι η Αθήνα, όπου οι άνθρωποι αγωνίζονται να επιβιώσουν, με τα νεύρα τους μονίμως σπασμένα. (Εδώ).
  3. Αξίζει κανένας από εμάς τους υπόλοιπους να παλεύει σε αυτή την άθλια χώρα; Καλύτερα να φεύγουμε από την σκατότρυπα όσο είναι ακόμα καιρὀς (Εδώ).
  4. ΤΟ ΣΑΙΤ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΝΤΗΣΕΙ ΜΙΑ ΣΚΑΤΟΤΡΥΠΑ ΓΕΜΑΤΗ ΤΡΟΛΛ ΚΑΙ ΝΟΜΙΖΕΤΕ ΟΤΙ ΘΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΚΑΤΙ ΑΞΙΟΠΙΣΤΟ? ΕΛΕΟΣ! (Εδώ).
  5. Με αυτό τον τρόπο θα εξασφαλίζεις λεφτά και μια σκατότρυπα για να μεγαλώσεις τα βρωμοπαιδά σου. (Εδώ).

Συχνά χρησιμοποιείται για να δηλώσει ένα μέρος όπου υποτίθεται ότι κρύβεται ο υβριζόμενος, που θεωρείται ως βρωμερός, σιχαμένος και άξιος να λουφάζει σε μια κωλοτρυπίδα μέχρι να αναλάβει και πάλι δράση.

  1. Είμαι πραγματικά περίεργος σε ποια σκατοτρυπα θα κρυβόταν ο Πάγκαλος αν κάποιος απ τους συγγενείς των νεκρών του ζητούσε αποδείξεις. (Από Τουίτερ).
  2. Μαλακάκο δεξιούλη πατριωτάκο πίσω στη σκατότρυπά σου, παίξε και καμιά μαλακία και άσε μας εμάς να κάνουμε ό,τι μας καυλώσει.. (Τρομπαχτικό).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπολογικό όνομα που δηλώνει τον μαλάκα, συνώνυμο του μαλακαντρέας. Πιθανολογώ ότι ο λόγος που επελέγησαν τα ονόματα Αντώνης και Αντρέας και όχι κάποια άλλα σχετίζεται με τους πολιτικούς Αντώνη Σαμαρά και Ανδρέα Παπανδρέου αντιστοίχως με το ότι αρχίζουν από άλφα και είναι τρισύλλαβα. Για τη σλανγκικότητα εξάλλου του ονόματος Αντώνης, βλέπε τα βουβαντώνης, τρελαντώνης, αλλά και το αντώνης. Καίτη, λοιπόν, η μεγάλη πλειοψηφία των αποτελεσμάτων στον γούγλη αναφέρεται στον πρώην πρωθύ Αντώνη Σαμαρά, το τυπολογικό όνομα προϋπήρχε.

  1. Οι καραγκιόζηδες και οι μαλακαντώνηδες νόμιζαν ότι πουλώντας τρέλα θα έκρυβαν την αδυναμία βιωσιμότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Και ναι. Οι νέοι με ικανότητες δεν θα μείνουν στο τριτοκοσμικό κωλοχανείο για να ψήνουν τυρόπιτες και να φτιάχνουν καφέδες. (Κάπιταλ).
  2. Το βέβαιο είναι ότι δεν κινδυνεύει από μαλακαντώνηδες και μαλακαδώνηδες. (Τοίχο-τοίχο: Αυτή η κυβέρνηση έχει κερδίσει τον σεβασμό μου).
  3. Τὸ ὅτι ὁ Σαμαρᾶς εἶναι Μαλακαντώνης καὶ ὄχι Τρελλαντώνης ἀποδεικνύεται ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἐφορτώθη βλακωδῶς αὐτὰ τὰ φυράματα τὰ ὁποῖα βεβαίως εὐκαιρίας δοθείσης θὰ προδώσουν καὶ αὐτόν. (Ἐδῶ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρισιά για τους πυροσβέστες-μπαόκια που δεν κρύβουν τον ενθουσιασμό τους όταν βάζει γκολ ο ΜΠΑΟΚ και μπαίνουν στον αγωνιστικό χώρο, πανηγυρίζοντας.
Εξαπολύεται από βάζελους, "ΚΑΝΤΕ ΤΟ ΓΙΑ ΕΜΕΝΑ" ινστρούκτορες.
Και μετά λέει, τους ... βρίζουν!εδώ

  1. Σκίζουμε και ξερνάμε πάνω στα μπαόκια που εκπροσωπούν ότι πιο σιχαμένο και κομπλεξικό στα βαλκάνια. Είναι οι μούλοι του βορρά, είναι ζώα αγράμματα, κομπλεξοκέφαλα δίποδα, μπουγατσοκοιλιάδες κοπρόσκυλοι, και καπηλευτές των σωμάτων ασφαλείας όπως η πυροσβεστική. Γαμήστε τον μπαοκ και τους κοπροσβέστες της τούμπας. Δείξτε σε όλους πως η εξέλιξη και η υγεία είναι εδώ. ΝΙΚΗΣΤΕ ΤΟΝ ΜΠΟΥΓΑΤΣΑΣ ΓΙΟ, ΤΟΝ ΠΟΥΣΤΗ ΚΑΙ ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΟ.
    ΚΑΝΤΕ ΤΟ ΓΙΑ ΕΜΑΣ, ΚΑΝΤΕ ΤΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ, ΚΑΝΤΕ ΤΟ ΓΙΑ ΕΜΕΝΑ, ΚΑΝΤΕ ΤΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΤΗΝ ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΤΗ ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

μπουγατσάνθρωπος, μπουγατσοκοιλιάς, μπουγάτσας γιος, μπουγατσούπολη

Μετά την τεκμηριωμένη 'απάντηση-ελεγεία-κόλαφο' για την μπουγάτσα (την σκέτη αλλά και την έτσι) του Ρoniroskylou και την μπουγάτσα με φλουρί, με τουρίστα, με πουλί, με κεριά, στο σλανγκρ έχουν πλέον προστεθεί και τα κάτωθι:

Η Σάγκα της μπουγάτσας συνεχίζεται ενταύθα με τα μπουγατσάνθρωπος, μπουγατσούπολη (αυτά τα λέμε κι οι σαλονικιοί) και με τα μισαλλόδοξα και φανατικά μπουγατσοκοιλιάς, μπουγάτσας γιος
(εδώ)

μπουγατσάνθρωπος, μπουγατσούπολη

Ο σαλονικιός.
Ο κάτοικος της μπουγατσούπολης Ξεσσαλονίκης.
Το μπαόκι.

Σημείωση: Αν και η πόλη των Σερρών φημίζεται για την μπουγάτσα της, μπουγατσούπολη λέγεται η Σαλονίκη.

  1. Είμαι μπουγατσάνθρωπος ρε φίλε και μας χωρίζουν κατι 3ψήφια χιλιόμετρα. Σ'ευχαριστώ πάντως! Αφόυ είναι kithara.gr approved ο VHT θα τον δοκιμάσω. ξέρετε να τον φέρνει κανένας στην συμπρωτεύουσα? (εδώ)

  2. ρίξε λίγο ΜΕΓΑΛΟ ΕΡΩΤΙΚΟ να χαλαρώσω και να κοιμηθώ γιατί είμαι μέσα στα νευρα στην μπουγατσούπολη όλη την βδομάδα. (ΔΕΘ) Στις 8 πμ ξεκινάνε οι γύφτοι με τα μεγάφωνα και τα παλισίδερα. Τωρα το βράδυ ο κάθε μπαόγκο-σκουλίκης βάζει το στέρεο στο τέρμα στο Ρενο κλιο και βουρ τα γκάζια. Ασε τα μοτοσυκλέτια που έχουν οι μπουγατσανθρωποι. Μία εξάτμιση κανονική δεν άκουσα ακόμα. Καληνυχτα.

  3. Οι μπουγατσάνθρωποι, επέδειξαν δείγματα γαυρίλας, όταν στο Β' ημίχρονο δεν έβγαλαν ΚΙΧ. Αποκορύφωμα της βραδιάς, όταν μετά το δικό μας "ΣΙΓΑ, ΣΙΓΑ ΜΑΣ ΠΗΡΑΤΕ Τ'ΑΥΤΙΑ", μας έβρισαν 2-3 φορές και τους χειροκροτήσαμε ειρωνικά. (εδώ)

  4. Φατε σανο και βελαξτε ρε κωλομπαοκια!!! Κομπλεξικοι μπουγατσανθρωποι γαμω τη Θεσσαλονικη!!! (εδώ)

  5. Ο πιο γελοιος, αχρειος, ελεεινος και τιποτενιος ξεφτιλας Αντρας του πολιτικου συστηματος της χωρας. Μπουγατσανθρωπος πραμα που χρονια τωρα ρουφαει απο τον κρατικο κορβανα σαν θεονηστικο κουταβι ζεστο χρημα σε βαρος των κοροιδων που τον στηριζουν. (εδώ)

μπουγατσοκοιλιάς

Κατά το σαπιοκοιλιάς.

Από το (panathinaikosforum):

  1. Σκίζουμε και ξερνάμε πάνω στα μπαόκια που εκπροσωπούν ότι πιο σιχαμένο και κομπλεξικό στα βαλκάνια. Είναι οι μούλοι του βορρά, είναι ζώα αγράμματα, κομπλεξοκέφαλα δίποδα, μπουγατσοκοιλιάδες κοπρόσκυλοι, και καπηλευτές των σωμάτων ασφαλείας όπως η πυροσβεστική.

μπουγάτσας γιος

Κατά το πουτανασγιός.

  1. Δείξτε σε όλους πως η εξέλιξη και η υγεία είναι εδώ. ΝΙΚΗΣΤΕ ΤΟΝ ΜΠΟΥΓΑΤΣΑΣ ΓΙΟ, ΤΟΝ ΠΟΥΣΤΗ ΚΑΙ ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΟ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τελευταίο παιδί, το στερνοπαίδι, ή, κατά την έκφραση του Νίκου Καζαντζάκη, το στερνοβύζι. Προφ από το από και το σπόρος- σπέρμα. Πρόκειται για μια παλιά λέξη που τη βρίσκουμε σε σπουδαίους πεζογράφους μας όπως ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Στρατής Τσίρκας.

  1. Είχε κάμει έντεκα γιους και τέσσερις θυγατέρες, όλοι θεριά. Μονάχα ο στερνός, το αποσπόρι, δε φελούσε, ήταν πολλά φτενός… -Τι να τον κάνουμε; Βουλεύονταν με τη γυναίκα του. Βοσκός δεν κάνει, δεν έχει ανάκαρα να κλέψει. Ζευγάς δεν κάνει, νεφρά δεν έχει ν’ αλετρίσει. Καραβοκύρης δεν κάνει, τον πιάνει η θάλασσα…
    -Κάνει για παπάς, πρότεινε η γριά που αγαπούσε ξέχωρα το στερνοβύζι της.
    -Παπάς για δάσκαλος, παπά έχουμε, δάσκαλο δεν έχουμε στο χωριό, ας τον κάμουμε δάσκαλο…» (Νίκος Καζαντζάκης, Ο Καπετάν Μιχάλης, Αθήνα: εκδ. Δίφρος, 1955).
  2. Ύστερα από χρόνια γεννήθηκε ο Νίκος, τ' αποσπόρι. (Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962, σ. 55).

Η παλαιά αυτή λέξη έχει ενταχθεί σε κάποια λεξικά, βλ. λ.χ. εδώ, αν και όχι σε όλα, δεν τη βρίσκω λ.χ. στον Μπάμπη. Την αναρτώ εδώ αφενός γιατί είναι μια από τις σημαντικές λέξεις της σάγκας του σπέρματος, και αφεδύο γιατί έχει κάποιες σημασιολογικές αποχρώσεις βρισιάς που δεν τις βρήκα σε λεξικά και έχουν ενδιαφέρον. Κατ' αρχήν, το αποσπόρι μπορεί να είναι γεροντόσπερμα. Μιλάμε, γενικά, κατά μία μάλλον λαϊκή φαντασία, για ένα ξεθυμασμένο σπέρμα, αδύναμο, και μπορεί να θεωρηθεί ότι το παιδί που γεννιέται από αυτό βγαίνει γιωτόμπαλο, με ειδικές δεξιότητες, κοινώς μόγκολο. Η σημασία του αποσποριού ως γιωτά υπάρχει λ.χ. στο παράδειγμα του Καζαντζάκη, που παρέθεσα. Μάλλον για παρόμοιους λόγους το αποσπόρι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βρισιά. Λ.χ. βρίσκω το παράδειγμα:

Και το σκουλήκι ανώτερό σου είναι υπάνθρωπο αποσπόρι. (Εδώ).

Μια ιδιαίτερη σημασία έχουν παραδείγματα που θίγουν ότι κάποιος είναι ο νεώτερος εκπρόσωπος ενός μεγάλου ελληνικού πολιτικού τζακιού, οπότε θίγεται αφενός ότι την αξία του την οφείλει στο τζάκι, και αφεδύο ότι είναι τρόπον τινά ο χειρότερος, ο πιο ελλειμματικός του τζακιού, ότι είναι τρόπον τινά ο ξεθυμασμένος της οικογένειας. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις ο Γεώργιος Ανδρέα Παπανδρέου, ο "ολίγιστος των Παπανδρέου", κατά τον Χρήστο Γιανναρά, αλλά και ο νεωστί εκλάμψας Κώστας Μπακογιάννης. Ανάλογα ισχύουν βεβαίως και με τα άλλα τζάκια.

Τώρα, το κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί άφθαρτο το πολιτικό αποσπόρι μιας διεφθαρμένης μέχρι το κόκκαλο δυναστείας, έτερον εκάτερον. (Εδώ).

Μερικά κλικ πιο μεταφορικώς, χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει ένα οποιοδήποτε τελευταίο έκγονο μιας κατάστασης, όπου τα στοιχεία της αρχικής κατάστασης είναι πλέον πιο ξεθυμασμένα, πιο ελλειμματικά, πιο ντεκαφεϊνέ, πιο φλώρικα, πιο ξεφτιλισμένα, πιο η τραγωδία επαναλαμβάνεται ως φάρσα κιέτσ'. Ιδιαιτέρως λέγεται για ξεφτιλισμένα έκγονα παλαιών βαρβάτων ιδεολογιών. Λ.χ. ένας σύγχρονος ναζιάρης μπορεί να αποκληθεί αποσπόρι του Χίτλερ, ή, αν μου επιτραπεί ένα πέταλο, ένας μεταμοντερνιάρης (μετα-)μαρξιστής διανοούμενος της γενιάς Μαρξ & Κόκα Κόλα μπορεί να αποκληθεί αποσπόρι του μαρξισμού κ.ο.κ.

  1. Κουτσοφλέβαρος: αστοχιάρης κι αποσπόρι του χειμώνα.. (Εδώ).
  2. Στην τεράστια απόσταση που χωρίζει τον παπά και τον επαναστάτη ο εθελοντής είναι αποσπόρι του πρώτου. (Εδώ).
  3. Κάθαρμα εξαφανίσου, αποσπόρι του Γκέμπελς. (Από διαδικτυακό βρις-οφ).
  4. Και όταν μιλάμε για κόμματα εννοούμε τα κόμματα με αρχές και προγράμματα και όχι κομματικά αποσπόρια μιας καταστροφικής λαίλαπας. (Εδώ).
  5. Ο κοσμοπολιτισμός είναι το αποσταμένο αποσπόρι του κάθε πολιτισμού. (Εδώ).

Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια παλαιακή λέξη- ψαγμενιά, ό,τι πρέπει για λοουμπαπάδες.

"Ψάχνω σαν μαλάκας ψάχνω, της ελπίδας μου να βρω το αποσπόρι"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified