Further tags

Τρίπτυχο που λακωνικά περιγράφει την ευτυχή κατάληξη ενός φλερτ.

Μπορεί να γραφτεί και ως: Α-μου-κάτσει, Α-μουνί-κε, Ρουφάει...

Εμπνευσμένο από τρεις διεθνείς νιγηριανούς ποδοσφαιριστές της δεκαετίας του 90:

Daniel Owefin Amokachi
Emmanuel Amuneke
Peter Rufai

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως οι δυο πρώτοι (Αμοκάτσι-Αμουνίκε) ήταν επιθετικοί, ενώ ο Ρουφάι ήταν τερματοφύλακας. Λεπτομέρεια που προσδίδει επιπλέον σημειολογική ομορφιά στον ορισμό.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με το λήμμα Χοσάδας (ο)

  1. - Τι λέει το πάρτυ;
    - Καλά μωρέ, τα κλασσικά... Αμοκάτσι, αμουνίκε ρουφάι.

  2. (μέρος του λήμματος σε ερώτηση): - Σου φαίνεται καλή αυτή;
    - Ναι, αλλά αν αμοκάτσι αμουνίκε, λες να ρουφάι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να τονίσει την κατάσταση κάποιου μετά από πραγματικά υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.

Συγγενικό λήμμα με διάφορα άλλα που φανερώνουν την σχέση που έχει η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ με την αδυναμία ελέγχου και των πιο απλών λειτουργιών του σώματος (στην προκειμένη περίπτωση τον έλεγχο του σφιγκτήρα του πρωκτού).

- Πώς πέρασες χθες ρε;
- Άσε μαλάκα, έχεσα παντελόνια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ζεσταίνομαι πάρα πολύ, λιώνω.

  2. Σερβίρω ποτό.

  3. (για τις γυναίκες)
    Είμαι πολύ καβλωμένη, στάζω ποτάμια (οξύμωρο)

  1. Καλά, σήμερα με τόση ζέστη βρήκες να κάνεις δουλειές στον κήπο; 'Αει παράτατα και πήγαινε πλύσου, στάζεις ολόκληρος. Σε λίγο έρχονται οι γείτονες για καφέ και συ θα είσαι σε τέτοιο χάλι;

  2. - Έλα ρε συ Παναγιώτη, στάξε μου ένα τελευταίο και μετά πάω σπίτι...

  3. ... και που λες, έσκασε μύτη στο πάρτυ με περίεργο ύφος ... και κει που πήγαινα να φύγω μου πιάνει το χέρι και το βάζει κάτω από την φούστα της και, μαλάκα, όχι μόνο δεν φορούσε τίποτα αλλά έσταζε ... τα είδα όλα, σου λέω ...
    - και;...
    - ε τι και, δεν μπορούσε να γίνει τίποτα, δεν προλάβαινα, την πήγα και την άφησα σπίτι της.
    - ΤΙΛΕΡΕΜΑΛΑΚΑ! τί μαλάκας καληνυχτάκιας είσαι συ ρε πούστη μου! Με δουλεύεις! ΟΧΙ ρε πούστη! Όχι, τον μαλάκα! Ρε τον-μαλάκα-τον-μαλάκα! (κλπκλπκλπ)

(από Khan, 22/12/13)(από Khan, 03/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ένας βρίσκεται κάπου και κάνει κάτι, αλλά όχι ουσιαστικά, και χωρίς επιτυχία.

Συνήθως χωρίς να έχει όρεξη, μόνο για να δείξει ότι υπάρχει

- Που λες περάσαμε τέλεια στο πάρτυ. Ο Νίκος ανέβηκε και τραγούδησε, η Γωγώ πείραζε τους πάντες, ο Βαγγέλης έκανε όλο μαλακίες και γελούσαμε, ήταν η ψυχή του πάρτυ.
- Ο Κώστας ήρθε; Έμαθα είναι χάλια από τότε που χώρισε
- Ναι, ήρθε, αλλά ήταν φιλική συμμετοχή. Καθόταν στη γωνία και κάπνιζε και δεν τον πρόσεξε κανένας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημόσια Επιχείρηση Ξαπλωμένης Αρίδας. Χρησιμοποιείται κυρίως για/από τους τεμπέληδες για να δείξουν ότι δεν κάνουν απολύτως τίποτα.

  1. (Ο1)- Ρε συ ο Κώστας που δουλεύει;
    (Ο2)- O Kώστας; Στέλεχος στη Δ.Ε.Ξ.Α.!

  2. (Ο1)- Πού είπαμε ότι δουλεύεις ρε Τάκη;
    (Ο2)- Στη Δ.Ε.Ξ.Α. ρε. Άσε ,βαράω κάτι υπερωρίες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σατιρική παραφθορά της έκφρασης «άλλ' αντ' άλλων». Έχει νόημα μόνο γραπτώς. Παραπέμπει στον ηθοποιό Αλέν Ντελόν.

- Πήγες στην εκδήλωση;
- Ναι, αμέ...
- Και;
- Ε τι και... Άλαν Ντάλον έλεγε το γαμίδι το πρόγραμμα. Ούτε εκδήλωση ούτε τίποτα. Οι πόρτες κλειστές. Η ημερομηνία ήταν λάθος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χαρακτηρίζει ανθρώπους, καταστάσεις, μέρη, ουσίες.

Για κάποιον μάλλον άγνωστο λόγο η λέξη έχει καταλήξει να σημαίνει το τελείως αντίθετό της. Έχω την εντύπωση (και με διορθώνετε αν κάνω λάθος) ότι, κανονικά, ξενέρωτος είναι αυτός που δεν περιέχει νερό, δεν έχει δηλαδή αραιωθεί, διατηρεί όλη του την ουσία και τη νοστιμιά, ο ανέρωτος (βλ. το ούζο του άντρα του Πολλά Βαρύ που μην του μιλάτε το πρωί), ο άκρατος, ο αμιγής, ο ως ωσεκτουτού δυνατός, ο σκληρός (άντρας, τσιγάρο), ο καπάτσος και λοιπά και λοιπά.

Όμως τελικά (ή και αρχικά;) ξενέρωτος σημαίνει βαρετός, ανούσιος, άγευστος, μη ενδιαφέρων.

Ή μήπως λέω Άλαν Ντάλον;

Τι ξενέρωτα πράγματα ρε πούστη... Είναι δυνατόν τώρα να τρώμε έτσι ωραία όλοι μαζί και αυτός να σηκώνεται να πάει, λέει, να πλύνει τα δόντια του για να μην φάει άλλο; Αν είναι δυναμό!

Δες και ξενέρωμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοείται: το φιλικό γαμήσι. Είναι κάτι σαν σέρβις, με την διαφορά ότι ως επί το πλείστον αφορά εφηβικές καταστάσεις ξεραΐλας, στα χρόνια εκείνα κατά τα οποία πολύ συχνά δεν υπάρχει τίποτα διαθέσιμο στον ορίζοντα παρεκτός από κάποιον φίλο ή κάποια φίλη.

Επίσης είναι το γαμήσι χωρίς συνέχεια (σχέση).

Με το φιλικό υποτίθεται ότι αποφεύγονται τυχόν παρεξηγήσεις που συχνά ακολουθούν μια ξεπέτα.

  1. Χθες έπεσε φιλικό με τον Σάκη και στάνιαρα!

  2. Να σου ρίξω ένα; Φιλικό θα είναι.

Φιλικό Φοίβος - Αθηνά (από allivegp, 13/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουφιά είναι μια εντελώς άστοχη και αψυχολόγητη πράξη ή λόγος, μια πατατιά, μια κοτσάνα, μια ασχετίλα. Είναι αυτό που θα ταίριαζε μόνο σε ένα ούφο να πει ή να κάνει, αλλά που μπορεί να αφορά και τον καθένα μας. Η λέξη λέγεται καλοπροαίρετα, συνήθως.

- Μα τι σ' έπιασε πάλι και κάνεις όλο ουφιές ρε παιδάκι μου, αλτσχάιμερ έχεις πάθει;
- Γιατί, τι έγινε;
- Πας καλά;! Χαμπάρι δεν πήρες που πήγες να βάλεις τα σκουπίδια στο ψυγείο;
- Α, ναι.
- Τι «α ναι», προχθές κλειδώθηκες έξω από το σπίτι, πριν μια βδομάδα άφησες την κάρτα στο ΑΤΜ με περασμένο τον κωδικό κι έφυγες, χαιρετάς αγνώστους στον δρόμο, βάζεις άδεια την παγοθήκη στην κατάψξ, έχω αρχίσει να ανησυχώ!
- Έλα μωρέ, νταξ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη η οποία, απ' όσο γνωρίζω, λανσαρίστηκε από τη Μαλβίνα. Υφασματοσκόπηση είναι το οφθαλμόλουτρο, το μπανιστήρι, αλλά σε ευγενική εκδοχή, σε πολύ δήθεν πιάτσες, αφορά δε πολύ δήθεν κώλους που διαγράφονται μέσα από πολύ λεπτά υφάσματα.

- Πού ήσασταν χθες;
- Είχαμε κάτσει στο Da capo για μια υφασματοσκόπηση.

(από ironick, 31/08/08)

Λογοπαίγνιο με το φασματοσκόπηση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified