Further tags

Λέγεται ο άνδρας που διατηρεί ενεργές σεξουαλικές σχέσεις με οποιαδήποτε φακλάνα.

Λόγω της δυσκολίας χειρισμού και ανύψωσης μιας τέτοιας γυναίκας σε διάφορες σεξουαλικές στάσεις, ο χαρακτηρισμός του άνδρα αυτού, αντικατοπτρίζει ότι ο ίδιος και το παλαμάρι τού λειτουργεί ως γρύλος.

-Αχ Τάσο μου αρέσεις. Μα μην φεύγεις,που πάς; Γύρνα πίσω!!!!
-Τι λες μωρή φακλάνα δεν σου κάθομαι ούτε με σφαίρες άμε να βρεις κάνα γρύλο.

(από sar12345, 21/08/11)(από sar12345, 26/08/11)

Δες και φαλαινοθηρικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να τονίσει επίθετα στον υπερθετικό βαθμό.

  1. - Ρε συ είναι η ιδέα μου ή ο Λαζόπουλος είναι φόλα ΚΚΕ;
    - Α μπα μαλάκα. Η ιδέα σου! Εσύ τι λες;

  2. - Τι λέει, θα πάμε αύριο να δούμε την Πανάθα Champions League; Να πεις και στον Φώτη άμα είναι.
    - Ρε την παλεύεις; Δεν σου έχω ξαναπεί ότι ο Φώτης είναι φόλα γαύρος;

Αγγλιστί: big time, Γαλλιστί: vachement.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται ο άντρας που την πέφτει στις γυναίκες, που είναι γενικά ενεργητικός, που δεν μασάει. Οι πράξεις του αυτές, λέγονται ματσκαριλίκια.

Κατά την Παρδαλή Λέξη, ματσκάς είναι στα αντιχασιώτικα ο θηριώδης άντρας.

  1. - Ήρθε ο Γιώργος ο ματσκάς, τον πούστη χθες βράδυ σε 5 κορίτσια κόλλησε μέσα σε 20 λεπτά!

  2. - Βγήκαμε χθες με τον Γιώργο κι άρχισε τα ματσκαριλίκια, συνέχεια πάει και μιλάει αυτό το παιδί ρε, δεν κολλάει καθόλου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή χρησιμοποιείται όταν κάποιος βρίσκεται προ δυσάρεστης και αναπόφευκτης εκπλήξεως.

Η πλήρης έκφραση είναι πάτησα καλό γάτο και έχει κι άλλα συνώνυμα όπως το πάτ(η)σα μπάκακα, πάτ(η)σα μπράσκα κλπ.

- Άσε ρε φίλε ...σήμερα το μεσημέρι με το που τελειώνω τη δουλειά σκάει μύτη το αφεντικό και με έχωσε άλλες 2 ώρες. Πάτσα γάτο.
- Πω ρε φίλε, τι έπαθες..
- Άστα να πάνε...

Ήρθαν τα μαντάτα σου
πάτησες τη γάτα σου
επήγες κι έπεσες μες στους ατσίδες
και σου τα τρώγανε οι παπατζήδες

Τραγούδι: Παπατζήδες
Μουσική και στίχοι: Τόλης Χάρμας
Πρώτη εκτέλεση: Τάκης Μπίνης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται σε παρέες αντρών και λαμβάνει χώρα συνήθως σε διακοπές. Συγκεκριμένα ο ένας από αυτούς κάνει ένα γύρο στην παραλία-κλαμπ-καφετέρια με σκοπό να εντοπίσει αντίστοιχη παρέα του αντίθετου φύλου. Δουλειά του δεν είναι να μιλήσει στη συγκεκριμένη παρέα, αλλά απλά να ενημερώσει για την ύπαρξη της.

-Μίλα ρε Θοδωράκο σε καμιά κοπέλα όλο εμείς μιλάμε!
-Καλάαα σήμερα θα με δείτε... θα κάνω μύγα.
-Ναι καλά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετικός προσδιορισμός, που δύναται να περιγράψει αποκλειστικά εκπροσώπους του θεωρούμενου ως «ισχυρού» φύλου.

Οι έχοντες πέος λοιπόν, το χρησιμοποιούν να «γεμίζουν» τυχόν αδειανά - και πιθανώς άπατα - μέρη του ανθρώπινου σώματος του συντρόφου τους.

Χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε περιπτώσεις μόνιμων σχέσεων.

- Είδα τον Κώστα και τη Τζίνα (εναλλακτικά: τον Κώστα και το Γιάννη) εχθές να περπατάνε χεράκι-χεράκι.
- Ναι ρε, αφού είναι ο γεμιστήρας της (εναλλακτικά: αφού είναι ο γεμιστήρας του) εδώ και πέντε μήνες.

Αν ο πέοντας είναι γεμιστήρας, τότε το μουνί είναι όπλο? (από Vrastaman, 22/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα που χρησιμοποιείται σε ποδοσφαιρικό αγώνα όταν ο επιθετικός καταφέρνει και κάνει στον αμυντικό μια τρίπλα κάτω από τα πόδια με υπερβολικά αργό ρυθμό.

Επίσης, χρησιμοποιείται όταν κάνουμε κάτι με τη θέληση μας αλλά το κάνουμε να μοιάζει σαν να έγινε κατά λάθος.

  1. - Δώσε πάσα ρε!
    - Πάω να τον κόψω εγώ!
    - ............
    - ............
    - Όπα λίγο...
    - Όχι ρε μου ξέφυγε...

  2. - Πεινάω πολύ ρε...δεν αντέχω...(μπαμ!) Όπα λίγο... ωωω τι λάθος!!! έκατσα πάνω σε 3 κρουασάν.
    - Ρε φίλε φάτα τώρα κρίμα είναι!
    - Έχεις δίκιο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πασπαρτού εθνικό επιφώνημα (βλ. ορισμό αυτοκτονημένου) εμφανίζεται με μια ειδικότερη σημασία, ως τροπικό επίρρημα με θετική αξιολόγηση, σε περιπτώσεις του τύπου:

- Ως τις δύο η ώρα το μαγαζί ήτανε ύπνος, δεμπά να έκανε ο ντιτζέι παπάδες. Κανείς δε χόρευε, τρελή ξενέρα η φάση. Ώσπου σκάνε ξαφνικά δυο μωρά σπαθάτα, ανέβηκαν στης μπάρας την πλάτη και κάνανε το μαγαζί όπα.

Το όπα είναι, δηλαδή, μια κατάσταση ξεφαντώματος όπου πρυτανεύει το πατροπαράδοτο ελληνικό kefi. To όπα είθισται να προκύπτει αιφνιδίως και να μεταδίδεται δίκην κύματος, αναδυόμενο μέσα από φάσεις αδράνειας / νωχελικότητας / υποτονικότητας, χωρίς ωστόσο αυτό να είναι απόλυτο:

- Φέτος στον Κιάμο το μαγαζί ήτανε όπα κάθε βράδυ. Ο άνθρωπος είναι περφόρμερ, ξέρει να επικοινωνεί με το κοινό, διαδραστικός κάργα.

Υπεύθυνα για την τροπή από υπνοστεντόν σε όπα είναι, συνήθως, δίποδα εγκλήματα με μίνι φούστες και ψηλοτάκουνα.

Ο ορισμός αφιερούται τῳ φιλτάτῳ Khan.

Στον ορισμό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με έπιασε τσίρλα!

- Σού λέω ρε ο Τάκης μόνο στα λόγια είναι. Προχθές ήμασταν μέσα στο αμάξι και περνάει ένας μαλάκας ένα στοπ. Και φωνάζει ο δικός σου «ΠΟΥ ΠΑΣ ΡΕ ΟΡΝΙΟ;» Και κατεβαίνει από το αμάξι μια ντουλάπα 2 μέτρα...Ε, και τον πήγε γαρμπίλι! Σηκωθήκαμε και φύγαμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου η ανάγκη για αφόδευση είναι τόσο επιτακτική, που μπορείς να παρομοιάσεις την εικόνα των οπισθίων σου με το γνωστό τζανκ φουντ.

Πιο συγκεκριμένα, η κουράδα προεξέχει τόση απόσταση πια από τα κωλομάγουλα, όση και το λουκάνικο από τα ψωμάκια του χοτ- ντογκ.
Η φράση αυτή πρωτοχρησιμοποιήθηκε στην ταινία Rat Race (2001).

- Φίλε, πρέπει να χέσω επειγόντως!
- Δε μπορείς να περιμένεις πέντε λεπτά; Τώρα, φτάνουμε!
- Δε μπορώ άλλο! Μου έχει γίνει χοτ ντογκ!

βλ. και με το σκατό στον κώλο, χελωνάκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified