Με φωνές τρομάζω και σκορπίζω τα ζώα.
(Αρκαδικό)
- Αοούυαα..Πρρρρ...Γιαλλαλλαούυυι..Πρρρρρ.
- Κιτσο, τι έγινε, είσαι καλά;
- Ασ με ξεπρογκάω τα ζα.
Με φωνές τρομάζω και σκορπίζω τα ζώα.
(Αρκαδικό)
- Αοούυαα..Πρρρρ...Γιαλλαλλαούυυι..Πρρρρρ.
- Κιτσο, τι έγινε, είσαι καλά;
- Ασ με ξεπρογκάω τα ζα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ρίχνω άκυρο, εκθέτω κάποιον διαψεύδοντάς τον δημόσια και κατηγορηματικά και γενικά αποδεικνύοντας ρητά ή υπόρρητα ότι αυτά που λέει και κάνει είναι άκυρα.
Πάσα (Δ.Π.): vikar.
2. Γυναικείο ένστικτο είναι αυτό που σε βγάζει μαλάκα πριν προλάβεις να το κερδίσεις με την αξία σου.
Got a better definition? Add it!
Όταν ένας άνθρωπος είναι ψυχικά και σωματικά εξασθενημένος συνήθως λέει βαράω φρίκες, ενέσεις, διάλυση κ.ά. Με λίγα λόγια βαριέται και μαλακίζεται ενοχλώντας όσους είναι γύρω του.
Ενώ σε άλλες εκφράσεις μπορεί να εννοεί την μεγάλη ηλιθιότητα που διακατέχει ένα άτομο σε κάποια χρονική στιγμή.
Σε πανεπιστήμια:
- Επόμενη ώρα τι έχουμε ρε συ;
- Ανθρωπολογία ρε τρελέ.
- Πο γαμώ το κέρατο, δεν αντέχω ρε, βαράω φρίκες.
Σε έναν δημόσιο χώρο το άτομο Β πετάει εν αγνοία του το φραπέ που είχε αφήσει το άτομο Α λίγο πιο πέρα απ το τραπέζι του με σκοπό να το πιει αργότερα.
Α: Όπα ρε μεγάλε, τον καφέ γιατι τον πέταξες;
Β: Δικός σου ήταν ρε ψηλέ;!
Α: Καλά δικέ μου, βαράς φρίκες σήμερα, άσ' το.
Σύγκρινε: φρικάρω, τρώω φρίκη.
Got a better definition? Add it!
Μιλάμε για καθαρό φιάσκο.
Δεν είναι απλό να εξηγήσει κανείς σε ποιες περιστάσεις αρμόζει αυτή η έκφραση μιας και καλύπτει ένα εύρος από την απογοήτευση ενός αποτυχημένου «blind date» έως και το φτιάξιμο της Ομόνοιας. Χωρίς πολλά-πολλά είναι η κατάσταση που σου βγήκε σκάρτη.
Got a better definition? Add it!
Το γαμοσλανγκοπροθήμα βλαχο- προσδίδει σε σχεδόν οποιαδήποτε λέξη μια ουρδεσάνς χυδαίου και νεοπλουτίστικου. Σιγουράκι. Στα πλαίσια αυτά, βλαχοφιλελέδες αποκαλούνται τα πρηξαρχίδια που παπαγαλίζουν καμαρωτά χυδαίες φιλελέ ή νεοφιλελέ κασέτες, συχνά χωρίς να καταλαβαίνουν τι λένε.
Το εν λόγω μπινελίκι εξαπολύεται, inter alia:
Από καραμανλικούς, λαϊκούς δεξιούς, αυγά, κ.ά. λεβέντες στα αριστερά του Καλιγούλα που βγάζουν φλύκταινες με τα όσα αποκλίνοντα πολιτικοκοινωνικά πρεσβεύουν οι δρασυριζαίοι νεοφιλελέφτ νεοφιλενινιστές (Κχανκ ©): τα ΛΟΑΤ του Γ. Βαλλιανάτου, τους αναξιοπαθούντες γυφτοσκοπιανούς που υπερασπίζεται το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι, τους φωταδιστές Νίκους Δήμους που επιμένουν να αποκαλούν τα Ίμια Καρντάκ κ.ταλ.
Βλ. και: βλαχοδήμαρχος, βλαχοκυριλέ, βλαχόμαγκας, βλαχομπαρόκ, βλαχοντίσκο, βλαχοντιτζέι, βλαχορόκ, βλαχοτηνέιτζερ, βλαχοτρέντι, βλαχοχιπστέρι κ.ταλ.
Πάσα από το δουπού και πρώτο μήδι: ΜηΧεΣω.
1.Οι μόνες επιχειρήσεις που όταν κλείνουν συγκινούν τους βλαχοφιλελέδες είναι αυτές του ΚΚΕ Βλ.
2.ΠΟΙΟΣ ΠΟΥΣΤΗΣ ΡΕ ΜΑΛΑΚΕΣ ΕΜΑΘΕ ΤΟ TWITTER ΣΤΟΥΣ ΒΛΑΧΟΦΙΛΕΛΕ; ΚΑΛΑ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΣΤΟ FB; (Φωνακλάς, εδώ.)
3.αμα αρχίσουν οι βλαχοφιλελε τις ντοπιολαλιες γαμα τα Βλ.
4.Crash-test κλασικών φιλελέδων vs. βλαχοφιλελέδων: συγκρίνατε την αισθητική των μετεκλογικών δηλώσεων Στέφανου Μάνου και Θάνου Τζήμερου:
«Ελπίζω οι δυνάμεις που αναδείχθηκαν να μπορέσουν να συνεργαστούν να φτιαχτεί μια κυβέρνηση για να κυβερνηθεί η χώρα. Με τις δυνάμεις που διαθέτουμε θα βοηθήσουμε, γιατί κινδυνεύει να διαλυθεί ο τόπος» (Στ. Μάνος)
«...αναγνωρίζω πως είμαι προδότης, προδότης, προδότης (μπορείτε να το συνεχίσετε εσαεί), δοσίλογος, γερμανοτσολιάς, σκουλήκι που έκλεψε την ψήφο σας για δικό του όφελος, αλήτης, χαμερπής, κάθαρμα, μικροτσούτσουνη κομπλεξάρα (...) Εν τω μεταξύ, όλοι εσείς που πέσατε να κατασπαράξετε με λύσσα το πρώτο κόμμα που έγινε από ανθρώπους της διπλανής πόρτας, επειδή δεν τα έκανε όλα ακριβώς όπως τα είχατε στο μυαλό σας, να χαίρεστε την ανανέωση του πολιτικού σκηνικού που προέκυψε με την ψήφο σας ή με την αποχή σας.» (Θ. Τζήμερος)
Got a better definition? Add it!
Ο πονοκέφαλος γενικά, χρησιμοποιείται όμως κυρίως αντί του χανγκόβερ.
Εκ του αγγλικού headache.
Πω, τι χέντακας είναι αυτός!
- Μέρα, τι λέει;
- Τι να λέει, έχω ένα χέντακα, λες και με χτύπησε τρένο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μη μπερδεύεστε δεν πρόκειται για τη βιομηχανική κλέμα. Πρόκειται για σαρδάμ με νόημα.
Είναι σύνθετη λέξη και απαρτίζεται από τις λέξεις κλέψιμο και ψέμα. Θα ειπωθεί κυρίως υπό εκνευρισμό, σε διαδικασίες η καταστάσεις ανταγωνιστικές μεταξύ ατόμων.
Κοινωνικές ομάδες που πιθανόν να την εκστομίσουν, είναι οπαδοί φίλαθλοι και στοιχηματίες, χαρτόμουτρα γκέυμερς και όχι μόνο. Χαρακτηριστικό δε της λέξης αυτής, ακριβώς επειδή το 99,9% των φορών θα προκύψει απο σαρδάμ παρά από λογική σκέψη, είναι ότι την πρώτη φορά που θα ειπωθεί, θα ακολουθήσει μια μικρή παύση ξαφνιασμού του στυλ τι είπα τώρα ο μαλάκας, που τη σειρά της όμως θα κλέψει η συνειδητοποίηση της κατάστασης επιβεβαιώνοντας έτσι στον αδικημένο ότι ναι, έχει πέσει θύμα πλεκτάνης, τον έκλεψαν και το αποτέλεσμα ή η διαδικασία αυτή καθ'αυτή είναι ψεύτικη.
Με άλλα λόγια ο ηττημένος επικαλείται την μη εγκυρότητα της διαδικασίας στην οποία συμμετείχε κηρύσσοντας έτσι την ήττα του ψεύτικη. Το κλέμμα διαπιστώνεται κυρίως κατά τη διάρκεια διαδικτυακού παιχνιδιού που λόγω κακής σύνδεσης ο παίχτης χάνει κάποια φρέιμς απ' το παιχνίδι, και μη βλέποντας τον τρόπο με τον οποίο έχασε αρχίζει να ωρύεται πως το παιχνίδι τον κλέβει και πως έχασε με ψεύτικο τρόπο.
-2. - Α ρε κωλοβαζελίνες, σας πεθάναμε μέσα στο γαβροτίγανο τη κυριακή...
- Τι μιλάτε ρε γαύροι λαγοί να πούμε, αφού και η διαιτησία πουλημένη ήτανε, κλέμμα το παιχνίδι κλέμμα...
Got a better definition? Add it!
Η στιγμή όπου η αύρα του σώματος αντιλαμβάνεται πως κάτω από τα μπούτια μας περιμένει ένα παγωμένο στεφάνι λεκάνης. Ο επιστημονικός όρος είναι προχεσαλγία. Οι Ιάπωνες ως πρωτοπόροι στην τεχνολογία έχουνε βγάλει θερμαινόμενα στεφάνια για την καταπολέμηση αυτής της μάστιγας του 21ου αιώνα.
Τα καλοριφέρ στις τουαλέτες είναι χαλασμένα. Καλή προχεσόπικρα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ηπειρώτικο ιδίωμα, που σημαίνει ξεπάτωμα.
- Θα σε ξεκαλαθιάσω.
- Καλά, ρίξε τα ζάρια πρώτα γιατί τα ζάλισες.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όταν κάποιος/-α γελάει και φαίνονται τα δόντια του (όπως συνήθως όταν βγαίνουμε φωτογραφίες και χαμογελάμε).
Υ.Σ: Εδώ θα ανέβαζα κάποιο βιντεάκι για να καταλάβετε πώς το εννοώ αλλά έψαχνα επί μισή ώρα και δε βρήκα κάτι άξιο λόγου. Συνήθως γελάνε έτσι οι old school μαμάδες / θείες κτλπ κτλπ, δλδ είναι σπάνιο να βρεις κάποιο τη σήμερον ημέρα να το κάνει αυτό, αλλά ήδη θα κατάλαβες τι εννοώ οπότε ζάμα το!
Λέει κάποιος ένα αστείο που δεν είναι κ τόσο αστείο -σα τις κρυάδες απ' τη σειρά «Κωνσταντίνου & Ελένης»- κ ο άλλος ξεκαρδίζεται.
- Τι χλιμιντρίζεις ρε;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified