Further tags

Κάτι μεταξύ του ό,τι νά 'ναι και του «άσ' τα να πάνε», ίσως μία εκδοχή για να δηλώσει κανείς το «χάλια ό,τι να 'ναι», ή «ό,τι να ναι και σκατά».

- Τι έγινε ρε φίλε, πώς τα πέρασες στις διακοπές; Εκείνο το μαγαζί καλό; καλό;
- Τι καλό ρε μαν!; Τσάκα-μάκα να πούμε! Χάλια μαύρα! Τίποτα δεν άξιζε...
- Τέτοιο χάλι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται προς συνομιλητή μας κυρίως για να αμφισβητήσουμε εκτίμηση, πρόβλεψη ή προσδοκία του για το μέλλον, ή και μια γενικότερη γνώμη του.

Εννοούμε, δηλαδή, ότι η άποψή του είναι κυριολεκτικά εκ κωλοτρυπίδης ορμώμενη, ή ότι και το αντικείμενο της προσδοκίας του είναι αντίστοιχης πχοιότητας.

Επίσης, όταν σε μια συζήτηση ο συνομιλητής μπαφεριάζει, δηλαδή δεν του έρχεται αμέσως η έκφραση της βαθυστόχαστης σκέψης, αλλά κομπιάζει, μέχρι να ολοκληρωθεί το download.

Σύγκρινε με ρούφα κι έρχεται, καυλομελέτα κι έρχεται.

  1. - Ντάξει δεν πειράζει, λίγους μήνες θα κυβερνήσει ο Σαμαράς, και μετά ούτως ή άλλως, θα έρθει ο Τσίπρας στην εξουσία.
    - Καλά, σφίξου κι έρχεται...

  2. - Δεν βγαίνουμε με τίποτα από το Ευρώ. Ακόμα και να μας βάλουν στον τοίχο οι Γερμανοί, θα ασκήσει πιέσεις ο Ομπάμα και θα μας σώσουν. Δεν θέλουν μια μαύρη τρύπα τόσο κοντά στην Μέση Ανατολή...
    - Καλά, σφίξου κι έρχεται.

  3. - Και να δεις πώς το είχε πει ο Ζίζεκ στην ομιλία του. Ότι ήταν ένας τύπος με μπλε μελάνι, και ένας άλλος με ένα κόκκινο... Και ήταν στη Σιβηρία...
    - Σφίξου αγόρι μου. Σφίξου κι έρχεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δύο επιπλέον ορισμοί:

  • Λέγεται αποδοκιμαστικά για κάποιον που επιτέλους τελείωσε κάτι (συνήθως στον αόριστο: έσωσε).
  • Στον αόριστο (αντί για παθητική φωνή) για κάτι που σώθηκε.
  1. Όταν έσωσε και ντύθηκε η Άννα, είχαν ήδη φύγει οι άλλοι από το καφέ.

  2. Μού 'σωσε το αλεύρι, πετάξου να φέρεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πληρώνω τόσα πολλά, όσα και τα αδρόνια που υπάρχουν στο σύμπαν, το οποίο παρεμπίπταμπλυ γαμιέται μονίμως με θέρμη περισσή, ιδίως όταν μας αναγκάζει να πληρώνουμε.

Πιάστηκα μαλάκας και πληρώνω αδρά, αβέρτα κουβέρτα, τα γαμησιάτικα ή απλά έτσι επειδή γουστάρω για να κάνω το κομμάτι μου.

'Η και αδρονίως. Πώς λέμε εναγωνίως; ένα τέτοιο πράγμα.

Ένας μάγκας δεν πληρώνει ποτέ την νύφη, τα σπασμένα, το μάρμαρο... Απλά πληρώνει αδρονίως γιατί έτσι πρέπει και γιατί μπορεί.

  1. Λέλος προς φίλο Βρασίδα:
    - Θυμάσαι που μου είχες πει να μην κάνω καμία μαλακία και νυμφευθώ το Λίλιαν;
    - Ννναί...
    - Την έκανα!._ Έκτοτε τότε πληρώνω αδρονίως.
    - Μμμου χαθείς παλιό χλεχλέ...

  2. - Κοκάλωσέ το, θα στουκάρουμε τη φεράρι (εννοείται σταματημένη στο φανάρι)!
    - Μη μασάς αγορίνα μου, πληρώνω αδρόνια άμα λάχει!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η επιτυχής κατάληξη ενός ραντεβού σε ένα πόδι νύχτα.

- Φίλε θυμάσαι εκείνο το μωράκι που 'χα βάλει στο μάτι;
- Για πε...
- Το πιστόλιασα χτες!
- Σσσωραίος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε WC καφετέριας, ασανσέρ -από τρελή καύλα που έπρεπε πάραυτα να εκτονωθεί; Με την πλάτη της σε δέντρο, σε γιαπιά, σκοτεινές ταράτσες -ελλείψει διαθέσιμου τετράτροχου, βάρκας, φράγκων για ευπρεπή γαμιστρώνα; Επειδή τα κυβικά της κι η πουτάνα η μέση τότε το επέτρεπαν; Επειδή άλλο σπάσιμο το κρεβάτι δεν θα άντεχε; Για να μη μείνει απωθημένο; Για πρακτική μετά από πολύωρη κατανάλωση εκπαιδευτικών ταινιών; Για την εμπειρία; Για να βγάλεις γούστα; Γιατί μπορούσες; Όλα παίζουν!

Λέγεται:
---παρουσία κολλητών, πάνω – κάτω της ίδιας ΕΣΣΟ, που κι η δική τους έχει πάρει το κακοχάμπερο κι έχουν συγκαταγράψει τα περασμένα μεγαλεία, αλλά κυρίως

---σαν γείωση σε κάποιον -συχνά νέοπα- που ‘χει πάρει αέρα και στα ‘χει ζαλίσει. Άσχετα με του λόγου το αληθές, υπονοεί πως «κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι από τότε», «κάτι ξέρει κι ο παλιός», «όταν πήγαινες, εγώ γυρνούσα», «τι να μας πεις κι εσύ για τη ζωή σου», «σε τα μας;» και τα σχετικά.

Εννοείται πως το «τότε» μπορεί ν’ αντικατασταθεί απ’ οτιδήποτε χρονικό.

1.
- Από πότε είν’ αυτή ρε μαλάκα;
- Να δω… Καλοκαίρι του ’84.
- Πω ρε πούστη μου!! Τότε γαμούσα όρθιος.

2.
- μπλα, μπλα, μπλα και τότε στη Ράμπλα… μπλα, μπλα, αλλά στη Μπερτσελονέτα.. μπλα, μπλα, μπλα, και φέρνει μια παέγια… μπλα, μπλα, μπλα,…
- Και πότε ήσουνα εκεί;
- Πρόπερσι.
- A!... Όταν έκανα το γύρο, ακόμα γαμούσα όρθιος.

(sic)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρέα με τοπικά, θυμίζουν χολιγουντιανές ταινίες κατασκοπίας και δικαίως, αφού συνηθίζονται από σινάφια που ασχολούνται με παρακολουθήσεις (μπάτσοι, μυστικές υπηρεσίες, ντετέκτιβς, ηδονοβλεψίες και ..ταλιμπάν).

Όπου βέβαια, μάτια και αυτιά είναι το Έσελον (για βαριές δουλειές), μικροκάμερες, μικροπομποί, κοριοί, κι άλλα τζεϊμζμποντικά γκατζετοειδή (μόνο πέντε κλικ μακριά σας) που λέγεται πως κάνουν μεγάλες πιένες, χωρίς να αποκλείονται οι παραδοσιακοί πλην αναντικατάστατοι παντός είδους ρουφιάνοι.

Σε άλλο επίπεδο και πιο κυριλέ, πολύ κοντά τους είναι το «εσωτερική πληροφόρηση».

Στην απλή καθομιλουμένη το νόημα κυμαίνεται από το χαζοχαρούμενα κατινίστικο «δε με γελάς εμένα, ξέρω τι γίνεται» μέχρι το εκφοβιστικά ψυχοπαθολογικό «ό,τι κάνεις, το μαθαίνω» που μπορεί να συμμαζέψει πιτσιρίκια και να συνετίσει τσαχπίνες γκόμενες που παίζει το μάτι τους.

  1. Με κάμερα δεν κυκλοφορώ, αλλά έχω μάτια παντού. Και στο «Αγλαΐα Κυριακού», όπου νοσηλεύεται η 11χρονη Αφγανή, που παραλίγο να χάσει τη ζωή της από την έκρηξη βόμβας στα Πατήσια. Δύο άνδρες εμφανίστηκαν αργά το βράδυ της Τρίτης στο νοσοκομείο και επισκέφθηκαν το κοριτσάκι. Ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος , συνοδευόμενος από τον πρωτοσύγκελλο πατέρα Γαβριήλ Παπανικολάου…

  2. Ήταν τρεις πολύ εκπαιδευτικοί μήνες (ποικιλοτρόπως) και πέρασα ευχάριστα, με ευχάριστη παρέα, μιλώντας για το αγαπημένο μας θέμα. Ξέρω, επίσης, ότι διαγραφήκαμε από το forum (όχι ότι το τσέκαρα κόλας, αλλά έχω αυτιά παντού) και ότι η εκπομπή είναι on hiatus μέχρι να αλλάξει όνομα και να βρει ο Γρυπάρης τους αντικαταστάτες μας

(Ως εδώ όλα απ’ το δίχτυ)

  1. - Κι επειδή πήρε απόσπαση Κατερίνη, λες πως γι' αυτήν τέλος; Οριστικά;
    - Ναι, έχω μάτια εκεί και μου λένε πως ήδη τράβηξε γι’ αλλού.
    (sic)

(από patsis, 17/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δύο έννοιες:

  • Το λέμε για να αποτρέψουμε τον συνομιλητή μας από το να κάνει κάτι, γιατί κάτι δυσάρεστο θα του συμβεί, ή θα του κάνουμε εμείς.
  • Εισάγει δευτερεύουσα πρόταση, με την έννοια «για την περίπτωση που».

Η αρχική (μη slang) διατύπωση: μην τυχόν και.

  1. - Μην και του πεις για τη Μαρία, θα σου κλαίγεται όλο το βράδυ!
    - Μην και μάθω ότι μπεκροπίνατε, θα σας πάρει και θα σας σηκώσει!
  2. - Μια βδομάδα τώρα δεν τρώω σκόρδο και κρεμμύδι, μην και μου προτείνει η Σόφη να βγούμε...
    - Πάρε μαζί σου νερό μην και διψάσετε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο των:

  • Άντε και γα-μπιπ -- όταν δεν θέλουμε να εκστομίσουμε το β' συνθετικό. Μερικές φορές το λέμε μονολογώντας, όταν κάνουμε μια ζημιά ή όταν χτυπάμε.
  • «Έστω ότι» ή του «ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι» αλλά με πιο στενό εύρος χρήσης: χρησιμοποιείται για να αποθαρρύνει τον συνομιλητή μας από μια ιδέα του, λέγοντάς του ότι ακόμα και αν την εφαρμόσει, το αποτέλεσμα δεν θα είναι το επιθυμητό.
  1. (Κουβαλάω μια στίβα πιάτα)
    Κραααααααας!
    - Ε άντε και!

  2. - Άντε και ξεκινάμε δωδεκάμισι από Κηφισιά για Γλυφάδα. Πού ξέρουμε ότι θα βρούμε τραπέζι; Σάββατο είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεκινάω και ολοκληρώνω μια ενέργεια ή διαδικασία.

  1. Μισό λεπτό να ρίξω ένα χέσιμο.

  2. Ρίξτου ένα φορμάτ και καθάρισες.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified