Further tags

Λέγεται περί ατόμων ποταπών, που προσπαθούν να διαβάλουν άτομα ακέραιας ηθικής και χαρακτήρα, μεταφέροντας τους ευθύνες για πράξεις που δεν τους ανήκουν. Επειδή όμως -ειδικά σε μικρές κοινωνίες όπως αυτές των χωριών- ο κόσμος γνωρίζει πολύ καλά το ποιόν τους, δεν πείθεται.

Τα σκατά συμβολίζουν τις πράξεις για τις οποίες προσπαθούν τα εν λόγω κακόβουλα άτομα να αρνηθούν πως φέρουν ευθύνη.

Η χρήση της λέξης «ξερά» οφείλεται στην τάση αυτών των ατόμων να επαναλαμβάνουν συγκεκριμένες αρνητικές συμπεριφορές, με αποτέλεσμα να «ξεραθεί» η γνώμη του κόσμου για αυτούς, να παγιωθεί δηλαδή.

- Σου ξαναλέω, κυρα-Λένα μου. Άδειο το βρήκα το πορτοφόλι σου στο δρόμο, μα την παναγία! Κάποιος θα πήρε τα λεφτά και το άφησε.
- Άσ' τα αυτά Τιτίκα, ξερά σκατά σε αλλουνού τον κώλο δε χωράνε...! Σε ξέρω τι κουμάσι είσαι του λόγου σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ανθρώπου που είναι άμαθος σε μία εργασία (για χειρωνακτικές συνήθως) και κατ' επέκταση κουράζεται εύκολα, μέχρι να πάρει το κολάι.

Η λέξη καβελινάκια προέρχεται από το «καβελίνα / καβαλίνα», περιττώματα ζώων δηλαδή (ο όρος χρησιμοποιείται απ' όσο ξέρω μόνο για άλογα / γαϊδούρια / μουλάρια), τα οποία αφότου έρθουν σε επαφή με το φως του ήλιου δεν αργούν να σκληρύνουν (ξεραθούν).

Το δροσιό είναι οι πρωινές ώρες γύρω στις 06:00 - 08:00 και χρησιμεύει ώστε να τονιστεί η αδυναμία αυτού που δέχεται τον χαρακτηρισμό να φέρει εις πέρας την εργασία του ακόμα και υπό ευνοϊκές συνθήκες, μιας και τα περιττώματα δεν ξεραίνονται εύκολα χωρίς παρουσία ήλιου.

- Αχ, γιαγιάκα, είχαμε πάει εχτές να σκάψουμε κάτι αυλάκια για να φυτέψουμε τομάτες με τον πατέρα μου και κοίτα να δεις πως έγιναν τα χέρια μου!
- Εμ, αφού εκεί πάνω στας Αθήνας όλο ξερομαλακώνετε μπροστά από τα λαπιτόπια σας, έχετε γίνει ντιπ για ντιπ λαπάδες... Τα μικρά καβελινάκια με το δροσιό ξεραίνονται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπαταλάω ώρες και ώρες της ημέρας μου κάνοντας κάτι ή βρισκόμενος σε συγκεκριμένο μέρος.

  1. - Παιδί μου, θα πάθουν τίποτε τα μάτια σου τόσες ώρες που ξερομαλακώνεις με αυτό το παλιοπαίχνιδο στον υπολογιστή. Κάνε και ένα διάλειμμα!

  2. - Πού τον χάνεις πού τον βρίσκεις, ο Τάκης όλο σε κάποιο καφέ θα ξερομαλακώνει. Ειλικρινά, απορώ που βρίσκει τα χρήματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται όταν κανείς αντιλαμβάνεται πως οι συνθήκες είναι δυσμενείς και πως κάποιος πρόκειται να τον βάλει στο χώμα, ή εναλλακτικά η αυτοκτονία έχει αρχίσει να φαίνεται καλή ιδέα.

Η φράση προέρχεται από τη διαδικασία που ακολουθείται όταν κανείς «πνέει τα λοίσθια» και κατά την οποία ο ράφτης μετράει τις διαστάσεις του μελλοντικού νεκρού ώστε να μπορέσει να του παρέχει μια σινιέ αμφίεση την οποία θα φορά για τα επόμενα καναδυό χρόνια (μέχρι τα σκουλήκια να τη φάνε - πέραν του θανόντα - και αυτή).

- Συνάντησα τον Κώστα εχθές, και μου είπε πως αν σε πετύχει, καλά θα κάνεις να έχεις πάρει τα μέτρα σου, γιατί θα σε κάνει τόπι στο ξύλο...
- Ακόμα έχει νεύρα για τότε με την γκόμενά του; Πωωω, έλεος ρε μαλάκα! Τι εμπαθής άνθρωπος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λήμμα που οι ρίζες του εντοπίζονται στα παιχνίδια στρατηγικής (συνήθως ηλεκτρονικά). Για να γίνω πιο κατανοητός, ας παραθέσω ένα εξ αυτών το οποίο έχει απασχολήσει γενεές επί γενεών Ελλήνων. Στο παρόν παιχνίδι, η φράση απαντάται εναλλακτικά και ως «Στέλνω σπαθάκια», διότι όταν κανείς βρίσκεται υπό πολιορκία, εμφανίζονται δύο σπαθιά σε συγκεκριμένο σημείο του παραθύρου του παιχνιδιού ώστε να το αντιληφθεί και να πάρει τα μέτρα του.

Η σημασία της φράσης, όπως ίσως να έχετε ήδη υποθέσει, είναι η εκδήλωση εχθροπραξιών από το μέρος αυτού που τη χρησιμοποιεί, σε άλλους παίκτες, με σκοπό την ολική τους καταστροφή και την επιβολή και επέκταση της κυριαρχίας του.

- Έλα παιδί μου, θα κρυώσει το φαγητό και δεν θα τρώγεται μετά!
- Περίμενε ρε μάνα, έχω να στείλω κάτι επιθέσεις σε ένα νουμπά εδώ πέρα, και πρέπει να γίνουν σε... Δύο λεπτά και τριάντα-τρία δευτερόλεπτα ακριβώς.
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για την ακρίβεια, η φράση ολόκληρη είναι: «Κοίτα να δεις τι πάθαμε, στον Άγιο Γυμνοκώλη, που μας επέσαν τα βρακιά και φάνηκαν οι κώλοι».

Λέγεται όταν κάποιος θυμάται - συνήθως μετά φρίκης - καταστάσεις οι οποίες του προκάλεσαν μεγάλη ντροπή ή/και αμηχανία.

Κατάσταση στην οποία θα ταίριαζε να ειπωθεί η φράση:

- Που λες, είχα πάει για Σ/Κ στο εξοχικό του πεθερού μου και εκεί που καθόμαστε στο τραπέζι και είχα από τη μία την κοπέλα μου και από την άλλη τη μάνα της, η δεύτερη άρχισε να με χουφτώνει ασύστολα κάτω από το τραπέζι. Αντιλαμβάνεσαι πως η κατάσταση ήταν τεταμένη. Προς τα επάνω, αν με πιάνεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικά ο όρος αναφέρεται σε κάθε κατάσταση που είναι πιεστική. Προέρχεται από την πρέσα που σφίγγει τα πράγματα ώς εκεί που δεν φτάνει.

Οι δύο πιο δημοφιλείς κατηγορίες που θα ακούσετε τον όρο είναι οι ακόλουθες:

  • μονότερμα γκρίνιας ή/και μιζεροκατάστασης που έχει πολύ πρήξιμο ή/και στεναχώρια
  • καγκουροβόλτα με μηχανές ή αυτοκίνητα, όπου η πρέσα αναφέρεται στην οριακή (προς τα πάνω) λειτουργία του κινητήρα.

Ασχετο! Τιπ για στιχουργούς: ριμάρει με το κομπολόι και το συγγενολόι εύκολα, και λίγο πιο δύσκολα με το κονβόι.

  1. - Ρε, είδα τον Μάκη χτες. Σαν να γέρασε δέκα χρόνια.
    - Δεν τα 'μαθες. Έχασε τον πατέρα του και την μάνα του μέσα σε διάστημα έξι μηνών. Και η δουλειά του πάει κατά διαόλου.
    - Πολύ πρεσολόϊ ρε παιδάκι μου.

  2. - Την Κυριακή έχει πρεσολόϊ.
    - Βγάλατε διαδρομή;
    - Ξεκινάμε οκτώ από εθνική για Ωραιόκαστρο.
    - Ωραία... Πείτε μου τι καφέδες πίνετε, γιατί, αφού με το μωρό μου θα φτάσουμε πρώτοι, να παραγγείλω.
    - Πρόσεξε μη σκίσεις το στριγκάκι σου...

  3. - Μαλάκα μου, είμαι προχθές στο μπαράκι, και με πιάνει ένα πρεσολόϊ το Μαράκι, για το πού ήμασταν χθες, άνευ προηγουμένου.
    - Και τα ξέρασες όλα ρε Μπάμια;
    - Δεν είπα τίποτα, αλλά κάτι την έχει πονηρέψει.

(από electron, 23/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση λέγεται σε κάποιον για τον οποίο υπάρχει σαφής υποψία κλοπής. Βλ. τη χρήση της στην ταινία «Της Κακομοίρας».

- Εγώ θα βγω για λίγο κι εσύ πρόσεξε εδώ μέσα, έχω το μικρό να σε παρακολουθεί.
- Εμένα; Γιατί;
- Άστα αυτά! Συζητιέται το χεράκι σου στη γειτονιά...

Got a better definition? Add it!

Published

Το σύνολο κανόνων και μηχανισμών λειτουργίας που διέπουν τη ζωή ενος γκικ.

Λέγεται πειραχτικά για άτομα που η μέρα τους ξεκινά και τελειώνει μπροστά από έναν υπολογιστή, είτε λόγω των συνεχών προσπαθειών τους να τον overclockάρουν, είτε γιατί λιώνουν σε οποιαδήποτε εκ των παρακάτω συνηθειών: παρακολούθηση πορνογραφικού υλικού γνωστών/αγνώστων στοιχείων (πάντα μέσω του υπολογιστή), παρακολούθηση των συνηθειών ανύποπτων κορασίδων σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης (stalking αγγλιστί), ηλεκτρονικά παίγνια μέχρι τελικής πτώσεως και άλλες χλιμιτζουριές.

Όλα αυτά, έναντι αντίξοων συνθηκών, όπως την αιφνίδια εισβολή της μητέρας τους στο υπόγειο, το hamster που πρέπει να του αλλάξουν τα ροκανίδια για να μπορεί να χέσει, την τουαλέτα που βούλωσε για άγνωστους για αυτούς λόγους, κλπ.

- Ρε συ, κανένα νέο από τον μαλάκα τον Νίκο έχεις; Έχω να τον δω, χρόνια και ζαμάνια.
- Γάμησε τα, από όταν χώρισε με τη Μαρία όλο μέσα μένει, μπροστά από ένα PC. BIOS και πολιτεία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γαμάτος, ο σούπερ, ο γουάου. Σπάνιος σλανγκισμός από τη δεκαετία του '90 και τα Λύκεια. Υποτίθεται αγγλισμός του γαμάτου.

- Μπήκες στο slang.gr, το site που σου είπα;
- Μπήκα, φίλε μου, κι έπαθα την πλάκα μου! Φακάτο!

Πίπη Φακ... ιδομύτη (από GATZMAN, 04/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified