Further tags

PSE = Porn Star Experience.

Λέξη από τη διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως πορνοστάρ (ό,τι βλέπετε στις τσόντες).

- Φίλε, πήρα τη Λάουρα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! χαλαρά και sexy; gfe;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ pse κατάσταση. Λες και παίζαμε σε τσόντα!
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

GFE = Girl Friend Experience.

Λέξη από τη διάλεκτος των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως κοπέλες σου (με κουβεντούλα, ρομαντισμό) και έτσι.

- Φίλε, πήρα τη Μόνικα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! Σε αποτελείωσε;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ gfe κατάσταση. Μου θύμισε την πρώην μου, τη Λίτσα.
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το έγχρωμο ή ασπρόμαυρο αποτύπωμα, πάχους ελαχίστων μικρών του μέτρου μm, επάνω σε επιφάνεια.

Συνήθως αναπαριστά ήρωες comics, cartoon κλπ και επικολλάται διακοσμητικά από παιδιά σε βιβλία, τετράδια, παιχνίδια αλλά και επιδερμίδα ως tatoo κλπ.

Μεταφορικά, ή καθ' υπερβολή, εκφράζει το αποτέλεσμα-κατάληξη που υφίσταται κάποιος ένεκα βίαιου συμβάντος ή μεταχείρισης.

  1. Η στοργική μήτηρ: - Κάτσε φρόνιμα, γιατί θα σου χώσω κάνα φούσκο και θα βγεις χαλκομανία στο τοίχο.

  2. Ο συνεπιβάτης δικύκλου: - Τι; 235 ;! Κατέβασε ρε μαλάκα ταχύτητα γιατί άμα φύγουμε θα γίνουμε χαλκομανία.

(από iwn, 23/11/10)(από iwn, 23/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση επαναφέρει πάραυτα και προσεδαφίζει στον πλανήτη Γη τη συζήτηση, από την αόριστη, γενικόλογη, φιλολογική, βερμπαλιστική, νομιναλιστική, εξωπραγματιστική και αποπροσανατολιστική διάθεση του συνομιλητή μας.

Συνώνυμα: ως εδώ και μη παρέκει, τέρμα οι φιλολογίες, α όλα κι όλα.

Κοίταξε, ένα κι ένα κάνουν δυό. Αν δεν τελειώσεις σήμερα τη δουλειά που σου ανέθεσα, αύριο να μη πατήσεις το πόδι σου εδώ.

Δες και άσε τα φιλοσοφικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο άρρεν η θήλυ, ευθυτενές, ίσιο, άκαμπτο, δε σκύβει, δεν καμπουριάζει. Βαδίζει περήφανα, λεβέντικα, αεράτα, κιμπαρλίδικα.

Συγχρόνως είναι λεπτό, αδύνατο, όχι παχύσαρκο, ούτε υπέρβαρο, ούτε κοντό, προσομοιάζων / -ουσα το ευθύ σπαθί, απ' όπου και ο όρος.

Αναφέρονται και οι σπαθάτες κουβέντες, δηλαδή λόγος ευθύς, σαφής, ξηγημένος, ντεκλαρέ, ντόμπρος, χωρίς υπονοούμενα, περιστροφές ή παρερμηνείες.

Συνώνυμα: ορθά-κοφτά, τσεκουράτα, χύμα, φόρα παρτίδα.

  1. - Είναι ωραίος, ψηλός, σπαθάτος, με πράσινα μάτια και του αρέσει ο χορός.

  2. - Δεν ξέρω πώς σου τα 'παν οι άλλοι, εγώ πάντως θα σ'τα πω με σπαθάτες κουβέντες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανακεφαλαιώνοντας και συμπληρώνοντας:

Προέρχεται απ’ την ιταλική ρίζα sfogli-. Στα ιταλικά sfogliare σημαίνει αφαιρώ φύλλα, μαδώ πέταλα, ξεφυλλίζω, ρίχνω μια ματιά. Εξού κι η σφολιάτα.

Σημαίνει:

  1. τέχνασμα χαρτοκλέφτη (σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη),

  2. απάτη, «μου βγήκε μούφα/ φόλα/φέσι/σκάρτο»,

  3. για πρόσωπα: απατεώνας, λαμόγιο, κομπιναδόρος.

  4. Υποτιμητικά δηλώνει κάποιον ή κάτι που δεν αξίζει την προσοχή, τη μισή μερίδα, την ασχημούλα γκομενίτσα.

  5. για καταστάσεις, κυρίως στην έκφραση τρώω σφόλι σημαίνει: ταλαιπωρούμαι, χώνομαι τα μάλα, γειώνομαι απότομα, παθαίνω νίλα μεγάλο κάζο, πήγα για μαλλί και βγήκα κουρεμένος, μου ’ρθε ο ουρανός σφοντύλι, έσπασα/μου 'πεσαν τα μούτρα μου, βρίσκω το μάστορά μου, την έφαγα σα πούστης.

  6. στις εκφράσεις: πετάω/ρίχνω ένα σφόλι/σφόλια, με πήρανε τα σφόλια, τον αρχίσανε στα σφόλια σημαίνει την προκλητική κουβέντα, το έμμεσο χοντρό πείραγμα, πετάω/ρίχνω σπόντες/μπηχτές, κουλαντρίζω, τσιγκλάω.

Εδώ όμως το πείραγμα έχει κοινό (συχνά «με λυμένο το ζωνάρι για καυγά») που δε στέκει θεατής αλλά (μπορεί και) νά ‘ναι συνένοχο και συνεργός, οπότε πέφτει σφολοχάλαζο / σφολοβρόχα, με σκοπό να «την ανοίξει» στο θύμα με το οποίο έχει προηγούμενα (αλλού στο σάη ο Hodjas το περιγράφει μια χαρά, αλλά το σφόλι έπρεπε χωρίς «» και χωρίς το «έμμεσο»).

Αν πάλι σε πάρουνε τα σφόλια, ο στόχος ήταν άλλος, αλλά εσύ «είχες τη μύγα και μυγιάστηκες» κι «άστραψε ο κώλος σου», οπότε πέφτει (επιπλέον) και το γέλιο της αρκούδας.

  1. Στα Γιάννενα η «μπουγάτσα» τυλίγεται σε φύλλο και όχι σε σφόλια (σφολιάτα). Προσφέρεται σε δύο παραλλαγές: τυρί και κρέμα.
    (απ’ το δίχτυ)

  2. …ρε συ πονηρόπουλε που πήρες και 2 κράνη και ζΗτω και ΟΥαΟ και μας άνοιξες τα μάτια και μας έδειξες ότι μας κλέβει ο βιφιρις άμα πάω εγώ και πάρω από το σάιτ που λες και φάω κάνα σφόλι και δε πάρω κράνος και και και και ΝΑ ΡΘΩ ΑΠΟ ΚΕΙ ΝΑ ΜΕ ΔΩΣΕΙΣ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΜΟΥ ΠΙΣΩ;;;;; (από μπλογκ)

  3. - Να δεις αδερφάκι μου τι σφόλια είναι όλη η γαμημένη φάρα τους: για ‘να μερεμέτι ούτε δυο μισάωρα, με φραπεδιές και έτσι, μου ‘ραψαν ένα κουστούμι, μου βγήκε ο κούκος αηδόνι.
    - Έε καλά. Το ‘παμε. Ποιος είν’ ο καλύτερος μεζές;
    - Ποιος;
    - Συκωτάκια μάστορα στη σούβλα.

5α. Πάντως ΕΛΔΥΚάς δεν είναι άσχημα. Τον πρώτο καιρό τρως ένα σφόλι, αλλά μετά δε διαφέρει και πολύ από μια μονάδα στην Ελλάδα. Αρκεί να μην είσαι γκαντέμης και σε στείλουν ΕΦ (προσαρμοσμένο απ’ το δίχτυ)

5β. Ο Ερνέστο αδικεί τον εαυτό του παίζοντας έτσι. Τον δικαιολογώ όμως. Το σφόλι που έφαγε από την Ανόρθωση τον έχει κάνει και παίζει συντηρητικά σε όλα τα δύσκολα ματς. Έχει καεί ο άνθρωπος από τότε και έχει το σύνδρομο του φόβου. (αγορασμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από την σχετικά κυριολεκτική σημασία, δηλαδή παύω να τελώ εν καύληι, για τους άντρες εν στύσει, είτε μετά την ευτυχή εκπλήρωση της καύλας μου, είτε απλώς λόγω ξενερώματος και υπερβολικής αναμουνής πρβλ. στο ξεκαύλωτο, έχει και μια λίγο πιο ιδιαίτερη σημασία: επιδίδομαι σε μία από τις ποικίλες μετουσιώσεις και μεταρσιώσεις της καύλας, με συμπεριφορά παρορμητική, λιγούρικη, κουτουρατζίδικη, εφηβική.

Όταν λέμε μετουσιώσεις και μεταρσιώσεις της καύλας εννοούμε τα γνωστά, μηχανάκια, αυτοκίνητα, κυνήγι, όπλα, πολεμικές τέχνες, ακροδεξιές οργανώσεις ή αντίθετα ακτιβιστικές διαδηλώσεις με έφεση στο μπάχαλο, λήμματα στο σλανγκρ, το να γράφεις με bold αντί για italics Η ΜΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ, υπογεγραμμένα ή παραγεγραμμένα ιώτα μπαγαποντοδοτικά κουλούρια, γράψιμο ποίησης, ζωγραφική, μουσική, γλύψιμο και ταλιμπάν.

Συνήθως λέγεται με συγκατάβαση προς τον ξεκαυλούμενο, στο στυλ «άστον να ξεκαυλώσει λίγο με το τάδε», και εννοούμε ότι θα μπορούσε να κάνει και κάτι πιο επικίνδυνο, ή να τον βαρέσει η μαλακία στο κεφάλι. Όχι ότι δεν είναι επικίνδυνο και το να ξεκαυλώνεις με τα παραπάνω. Μέχρι και να καταστρέψεις την ελληνική γλώσσα μπορείς...

Επίσης, μπορεί να ειπωθεί ως υποτιμητική γείωση για αυτόν στον οποίο αναφέρεται. Ενώ δηλαδή ο δράστης μιας από τις παραπάνω δραστηριότητες μπορεί να είναι υπερήφανος γι' αυτήν, χρησιμοποιώντας την έκφραση «ξεκαυλώνω» την θεωρούμε ως υποκατάστατο σεξουαλικής στέρησης, εν ολίγοις ως ισοδύναμη με εκτονωτικό αυνανισμό.

  1. Και ακούστε και αυτό: φίλος, 34 ετών, είναι κάτοχος F430, Μ5, Ζ8, Ζ1, Μ3, 996 turbo και όταν θέλει να ξεκαυλώσει πάει Μέγαρα ή Σέρρες (εδώ)

  2. Απο το να ξεκαβλώσε με ένα παπί ή με το αμάξι του μπαμπά καλύτερα να ξεκαβλώσει με ώρες προπόνησης kick boxing που είναι πολύ πιο ασφαλείς (κάπου εδώ)

  3. Εγω παλι θεωρω οτι οποιος λεει οτι ξερει παπου προς παπου το αίμα του και την καθαρότητα του ειναι μαλλον ψευτης ή ρατσιστης εθνικαρος και ελληναρας που να παει να οργανωθει στην Χρυση Αυγη το συντομοτερον δυνατον μπας και ξεκαυλωσει...
    (εδώ)

  4. 1η κιθάρα θέλει να πάρει το παλικάρι να ξεκαυλώσει και του λες να παίξει jazz;
    (εδώ)

  5. Καμιά φορά περιπρισμένος αριθμός αντιεξουσιαστών την πέφτει στα ΜΑΤ για να ξεκαυλώσει. Η υπόλοιπη πορεία διαδηλώνει ειρηνικα (εδώ)

serious delirium (από jesus, 22/11/10)(από Khan, 12/02/15)

βλ. και ξεχαρμανιάζω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατακλέβω κάποιον, ιδίως αφαιρώντας από έναν χώρο (και όχι από πάνω του, αν και λέγεται και σ' αυτήν την περίπτωση) αγαθά και τιμαλφή.

Ο χώρος, μετά την διαδικασία του «νοικοκυρέματος», μοιάζει άδειος από τα πράγματα που λείπουν, χωρίς να χρειάζεται πια όλη αυτή η απαραίτητη τακτοποίηση, π.χ. των τσιγάρων στα ράφια του μίνι μάρκετ, των πακέτων στην αποθήκη κλπ. Με λίγο πικρό χιούμορ, μπορείς πια να απολαύσεις έναν χώρο πιο μινιμάλ.

Κυριολεκτικά σημαίνει «φτιάχνω» κάποιον, του προσφέρω τον πλούτο και τα μέσα να «γίνει άνθρωπος» (παράδειγμα 3).

  1. Από εδώ:

Βαρέθηκα να βλέπω τους συμπολίτες μου να κατηγορούν τους αλβανούς κ.λ.π. αλλοδαπούς ότι τους κλέβουν τις δουλειές ενώ στην πραγματικότητα οι ίδιοι ποτέ δεν θα έκαναν τις δουλειές που κάνουν αυτοί... (κι ας μου σπασαν το μαγαζί προχθές 4-5 αλβανοί και μ έκαναν ...νοικοκύρη αλλά αυτό είναι άλλο θέμα πάλι στις καταγγελίες... )

  1. Από εδώ:

Εμείς δε χρειάζεται να κάνουμε μετακόμιση στην εταιρεία... Την έκαναν άλλοι για μας. Μπήκαν χτες βράδυ και μας έκαναν νοικοκύρηδες!

  1. Από εδώ:

Ίσως όμως κι όλα αυτά να είναι αυταπάτες και να μην υπάρχει ελπίδα σωτηρίας για το προϊόν (σ.σ. τη σταφίδα) που κάποτε έκανε νοικοκύρηδες χιλιάδες αγρότες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από «αλιεύω» κυριολεκτικά και μεταφορικά, για αυτοκίνητο σημαίνει ότι αυτό «τραβάει» από την μία μεριά εξαιτίας φθαρμένων ελαστικών ή αναρτήσεων ή, σπανιότερα, κακών ρυθμίσεων μετά από παρέμβαση στα μηχανολογικά ή οδήγησής του στα όρια. Αυτό, βέβαια, φέρνει και τρέμουλο στο τιμόνι και την καμπίνα και γενική αστάθεια στον έλεγχο του αυτοκινήτου.

Μοιάζει με το νευρικό τράβηγμα της πετονιάς από το ψάρι που μόλις πιάστηκε ή από τα χέρια του ψαρά (στην καθετή) που θέλει να παρασύρει το ψάρι ώστε να τσιμπήσει.

Διαβάστε και για το torque steering. Δείτε και τον τζόγο.

  1. Από εδώ:

ΤΟ Ζ3 ειναι δυσκολο αμαξι! (ειδικα το facelift που εχει μεγαλυτερο αξονα πισω) αν δεν γινει κατι σωστα το αμαξι ψαρευει, και δεν φρεναρει σωστα.

  1. Από εδώ:

Τελικά να μην πολυλογώ το αυτοκίνητο πάει χαλιά στον δρόμο δηλαδή ψαρεύει και στις ταχύτητες 140 και άνω ελαφραίνει πολύ το τιμόνι και δεν είναι και ευθύβολο σε σημείο που μερικές φορές με τρομάζει. Μήπως ξέρει κανείς σας τις σωστές γωνιές στο 307 5θ 1.6-2003 μοντέλο για μια καλή και σταθερή ευθυγράμμιση;

  1. Από εδώ:

RX8 από ροπές …….άστα , αν σου ξέφευγε καμμία στροφή με λάθος σχέση ( κάτω από 7000 στροφές) έψαχνες το πιο μαλακό χωράφι για να βγείς. Και πάνω από το 200 πάλευες με το τιμόνι γιατί το αυτοκίνητο ψαρεύει ενοχλητικά.

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει και γαμήσι. Εξού κι όταν μας χώνουνε δεν το χαιρόμαστε καθόλου (νταξ, υπάρχουν κι εξαιρέσεις).

Εξάλλου ήδη στο σάη τονίζεται η έννοια «γαμώ» του «χώνω».

Κυριολεκτικά είναι το μπήξιμο / θάψιμο στη γη. Η κάλυψη με χώμα.

Το πρόσθεσα περισσότερο για την έκφραση: «Καλές χωσές», που σημαίνει «Καλά γαμήσια» κι είναι βέβαια ευχή (δηλαδή αν το πεις σε φαντάρο, του εύχεσαι να γαμήσει κι όχι να γαμηθεί στο χώσιμο - με τη μεταφορική έννοια).

Να μην μπερδεύεται με το χωσιά, που σημαίνει επίθεση μετά από ενέδρα.

Σάββατο είναι, οπότε σας εύχομαι όλους: - Καλές χωσές!!! Αλάνιααα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified