Further tags

Χαρακτηρισμός προσώπου το οποίο είναι λίγο sui generis, λίγο τρελαμένο, λίγο εκτός της πεπατημένης, γενικώς λίγο πιο μακριά από το μέσο όρο.

Σημείωση: Το άτομο που είναι «αλλού» είναι πιθανό να είναι σωματικώς εδώ, γεγονός το οποίο μπερδεύει λίγο τα πράματα, αλλά αν υπάρχει καλή θέληση θα υπάρξει τελικώς και συνεννόηση.

1
... Μιλάμε ότι το τυπάκι είναι εντελώς τελείως αλλού. Μού 'λεγε κάτι ιστορίες χθες για τους Ελοχίμ και τους Νεφελίμ και φρίκαρα. Λες κι είχα βγει ραντεβού με το Λιακόπουλο, γαμώ την τύχη μου μέσα.

2
- Είσαι αλλού;
- Τι αλλού ρε μαλάκα; Εδώ είμαι.
- Ναι εδώ είσαι, αλλά είσαι αλλού με τις παπαριές που μου λες.
- Πώς δηλαδή;
- Α καλά...

Ας θυμηθούμε και το αριστούργημα του Μίλαν Κούντερα, Η ζωή είναι αλλού (από patsis, 13/07/09)

βλ. και αλλούφο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν συμβαίνει τίποτα. Θα μπορούσαμε απλά να πούμε «δεν τρέχει τίποτα», αλλά το κάστανο τι θα το κάναμε; Περιέργως ο συμπαθής καρπός προσδίδει έμφαση, όπως άλλωστε και στην έκφραση δεν την παλεύει (παλεύω) κάστανο.

- Ωχ, εμάς σταματάει ο μπάτσμαν; Και σ' τό 'λεγα ρε καυλοτίμονε να μην περνάς με κόκκινο...
- Μη μασάς, δεν τρέχει κάστανο. Θα τη σβήσω αύριο το πρωί στο ρουσφετοπωλείο της γειτονιάς. Χαλαρά...

(από acg, 20/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νευριάζω.

- Γιατί στράβωσες έτσι με τον Τάσο;
- Ε πώς να μην στραβώσω, τέτοιος παρτάκιας που είναι;

Βλ. και τρώω στράβωμα, έφαγα στράβα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο πολύ κοντός άνθρωπος.
  2. Όταν κάποιος απαντά σε υβριστικό λόγο του αντιπάλου του και καταφέρνει να τον κάνει να μην μπορεί να σκεφτεί κάτι να του αντιμιλήσει και σωπαίνει.
  1. Ε την τάπα! 1.20 όρθια είναι!

  2. - Άντε ρε... που δε σε κόβει ούτε 2+2 πόσο κάνει!
    - Μιλάς και συ, που δεν πέρασες ούτε την τάξη!;
    - ...
    - Φάε την τάπα τώρα και μη μιλάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος δεν πεινά κι έτσι αργεί να τελειώσει το φαγητό του.

- Κοίτα τον πόση ώρα ανακατεύει τα ρεβύθια...
- Ναι, ναι χορτασίλα του μυρίζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που τονίζει το βαθμό κάποιου γεγονότος.

- Μα τι λέει; Είναι τρελός;!
- Εντελώς τελείως!

Κομφούζιο, Σωτήρης Καλυβάτσης, Αντώνης Κανάκης, Αντώνης Παραράς. Στο 1:55. (από patsis, 19/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που εκφέρεται σε περίπτωση πολυκοσμίας σε ένα μέρος. Προέρχεται από τον τίτλο του βιβλίου του Τσιφόρου Ο κόσμος και ο κοσμάκης και κατά κάποιον τρόπο σημαίνει ότι είναι μαζεμένος κάπου κόσμος και κοσμάκης.

- Δεν χωράμε εδώ μέσα... του Τσιφόρου γίνεται!!!

Δες και της πουτάνας το σχήμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αγανακτώ
  2. Μαστουρώνω (από το μπάφος)

Είχε τόσο καπνό εκεί μέσα... μπάφιασα κι έφυγα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι δημόσιες σχέσεις, ως επάγγελμα.

Τα γραφεία δημοσίων σχέσεων λέγονται και γραφεία πι-αρ. Οι ασκούντες το επάγγελμα λέγονται πι-αρ-τζήδες.

Εκ του αγγλικού PR, συντομογραφία του public relations.

Συγγενές λήμμα: κονέ

Χτες πήρα ένα e-mail από την υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων -πι-αρ κάπως έτσι τους λένε αυτούς- ενός ραδιοφωνικού σταθμού η οποία μετά από τα ομολογουμένως πολύ κολακευτικά της σχόλια για το Blog και το PodCasting μου μου σέρβιρε μια πρόταση για συνεργασία. (Από blog)

Η πουστιά έχει αναχθεί σε επιστήμη και ενίοτε μπερδεύεται με το Πι Αρ. (Από blog)

Η εταιρεία δαπανούσε τεράστια ποσά όχι μόνο για διαφήμιση και χορηγίες (χρηματοδοτώντας αθλητές, καλλιτέχνες αλλά ακόμα και πολιτικούς...) αλλά επίσης τεράστια και άγνωστα ποσά για «δημόσιες σχέσεις». Ένα μικρό παράδειγμα «πι-αρ»: στα γραφεία των εφημερίδων, κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα καταφθάνουν δώρα, δωράκια και δωράρες (στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, φυσικά, τα δώρα των εταιρειών προς δημοσιογράφους θεωρούνται διαφθορά, όχι στην Ελλάδα.) (Από blog)

Απογοήτευση για τους «πι-αρ-τζήδες»: αυτοί θεωρούσαν πως το κουπόνι θα ήταν το έναυσμα για μαζικές αγορές βιβλίων μεγάλης αξίας, αλλά διαψεύστηκαν οικτρά. (Από blog)

Του Αρκά (από patsis, 20/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η θρησκευτική εκδοχή του (δε) μασώ, υποδηλώνει ότι το υποκείμενο είναι τόσο αποφασισμένο να κρατήσει συγκεκριμένη στάση επί ενός θέματος που ακόμη κι ο Χριστός να ερχόταν να του εξηγήσει γιατί πρέπει να αλλάξει γνώμη, αυτός δεν θα καταλάβαινε και δεν θα μετεπέιθετο. Μιλάμε για κάργα αποφασισμένο τύπο, όχι μαλακίες.

- Σιγά μη μασήσω από τον χλιμίτζουρα τον Θρασύβουλο. Εγώ θα την βγάλω γκόμενα την Λίτσα και δεν καταλαβαίνω Χριστό. Την είχε λέει γκόμενα παλιά και οι φίλοι δεν κάνουν τέτοια. Μωρέ δε γαμιόμαστε λέω 'γω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified