Further tags

Γαζί ή κέντημα ή κεντίδι, είναι τα συνεχόμενα στίγματα στο πετσί των πρεζάκηδων από την μακροχρόνια ενδοφλέβια χρήση πρέζας (σουτάρισμα, βάρεμα, τοξοβολία).

Τα σημάδια απ' τα πρώτα τρυπήματα σιγά σιγά φεύγουν, με τη βοήθεια ίσως και κάποιας ειδικής αλοιφής. Αν όμως κολλήσεις με τη ζουζού (μιλάμε για κόλλημα βελόνας, κυριολεκτικά!) οι βλάβες είναι ανεπανόρθωτες και οι φλέβες δεν επανέρχονται στην πρότερή τους κατάσταση, «χάνονται» και δεν ξαναβγαίνουν ποτέ.

Το γαζί κάνει την εμφάνισή του συνήθως σε χέρια ή πόδια, ακριβώς πάνω από τη φλέβα. Όταν αυτές οι φλέβες καούν, επιστρατεύονται άλλες, όπως π.χ. του λαιμού. Όταν πλέον όλες οι υπόλοιπες φλέβες καταστραφούν και εξαφανιστούν, ύστατο σημείο για βαρέματα απομένει η ελιά, ψηλά κι εσωτερικά των μηρών, δίπλα στην οικογένεια. Από εκεί περνά μια μεγάλη και ανθεκτική κεντρική φλέβα. Συνήθως στην ελιά δημιουργείται και φωλιά, σημείο δλδ όπου, μετά από άπειρες ενέσεις, η σύριγγα βρίσκει στόχο σχεδόν μόνη της, χωρίς πολύ ψάξιμο. Σε εντελώς προχώ καταστάσεις, το πλαστικό σέο προσαρμόζεται στη φωλιά χωρίς καν τη μεσολάβηση βελόνας, και το σταφ χύνεται απευθείας μέσα. Το βάρεμα στην ελιά είναι λίαν επικίνδυνο: παίζει να κουτσαθείς ή να παραλύσεις από καμιά θρομβοφλεβίτιδα. Η ένεση ως γνωστόν δεν είναι παίξε-γέλασε, θέλει χέρια, δεν είναι για ατζαμήδες...

Άμεσες αιτίες του κεντήματος:

  • Πολυχρησιμοποιημένες βελόνες, που έχουν στομώσει και φθαρεί.
  • Η απρόσεκτη, σκιτζίδικη χρήση. Γενικά οι ενεσάκηδες δεν είναι αυτό που λέμε άτομα της υπομονής. Πάντα λαίμαργοι και καυλωμένοι, σκέφτονται μόνο πως να ξεχαρμανιάσουν. Η διαδικασία ανεύρεσης φλέβας είναι όμως μια τελετουργία βασανιστική, μανουριάρικη, που μπορεί να κρατήσει και ώρες. Απαιτεί συνεχείς δοκιμές με αναρροφήσεις (τρυπάς λίγο τη φλέβα για να δεις αν θα εισρεύσει αίμα στη σύριγγα, αν ναι τότε είσαι οκ). Πολλοί δεν την παλεύουν, κλατάρουν και βαράνε στο γάμο του Καραγκιόζη...
  • Το ξινό και άλλα φαρμακευτικά οξέα, που χρησιμοποιούνται για τη διάλυση της ακατέργαστης και νοθευμένης πρέζας. Το ξινό γαμάει και τα δόντια.

Η απλή πράξη του τρυπήματος, είναι από μόνη της μια αρρώστια, ανεξαρτήτως του όποιου ψυχοσωματικού εθισμού προκαλεί η ουσία. Οι τοξικομανείς, αλλά και άλλα άτομα που τοποθετούνται - ή θέλουν να αυτοτοποθετούνται - στο λεγόμενο «περιθώριο» (φυλακισμένοι, πανκιά, παλαιότερα κάποιοι ναυτικοί), τη βρίσκουν γενικά με το να ταλαιπωρούν το σώμα τους. Χτυπάνε τατού, κάνουν piercing, μέχρι και χαρακιάζουν το δέρμα τους με ξυραφάκι, χωρίς καμιά «καλλιτεχνική» πρόθεση (οι γνωστοί τσαμπουκάδες). Με τους τρόπους αυτούς, ξεσπούν στο ίδιο τους το σώμα, την οργή και το μίσος που έχουν σωρεύσει εναντίον της κενωνίας...

Για να καλύψουν τα κεντίδια στο δέρμα τους, οι πρεζάκηδες συνήθως χτυπάνε τατουάζ ακριβώς από πάνω. Τα παλιά τατουάζ, τα λεγόμενα «φυλακόβια», γίνονταν με την πρωτόγονη τεχνική των κόκκων πυριτίου: αποτελούσαν κάρφωμα πρώτης τάξεως οτι κάτι δεν πάει καλά με τον φέροντα. Άλλος τρόπος απόκρυψης των στιγμάτων είναι με τα μακριά μανίκια, που ορισμένοι δεν αποχωρίζονται ούτε το ντάλα καλοκαίρι...

- Πω ρε φίλε, για τσέκαρε μία τον πρεζάκια απέναντι! Τι κεντίδια είν' αυτά, τι ράμματα, γαζιά κανονικά κι ετς...
- Ε, ναι, μοδίστρα με τα όλα της ο τύπος μιλάμε...

σουτάρισμα και γαζόκρυψη (από johnblack, 19/07/09)μοδιστρούλα (από johnblack, 19/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέρος δεύτερο. Για όποιον δεν έχει δει το Part One, ας ρίξει πρώτα μια ματιά εδώ.

Το πρώτο λήμμα είχε ασχοληθεί με τα κωλοφτιαγμένα τετράτροχα. Εμείς θα επεκταθούμε στο χώρο της μοτοσυκλέτας, των κωλοφτιαγμένων δικύκλων. Παράλληλα, θα προσθέσουμε μερικές γενικές παρατηρήσεις επί του κωλοφτιάγματος.

Ο όρος αποτελεί τον υπερθετικό βαθμό του απλού «φτιαγμένο». Αφορά τόσο τις μηχανικές βελτιώσεις (επεμβάσεις σε κινητήρα, αναρτήσεις κλπ), όσο και τις καθαρά «εξωτερικές», «εικαστικές» παρεμβάσεις με μόνο σκοπό τη μόστρα και τη φιγούρα (φιμάτο τζάμι, ηχοσύστημα κλπ). Συνήθως οι δύο τύποι μετατροπών συνυπάρχουν.

Το κωλοφτιαγμένο δέον όπως μη ταυτίζεται με το πειραγμένο. Το πείραγμα αναφέρεται αποκλειστικά σε κάποια επέμβαση στα μηχανικά μέρη του οχήματος, με σκοπό να τσουλάει καλύτερα. Πειραγμένο είναι το λοιπόν σαφώς στενότερη έννοια.

Επειδή πλέον το κωλοφτιαγμένο το λέει κι η κουτσή Μαρία, οι κάγκουρες χρησιμοποιούν εναλλακτικά, επί το λακωνικότερον, τον πιο μπρουτάλ όρο κωλόφτιαγμα.

Γνωρίσματα κωλοφτιαγμένων δικύκλων:

α. Πειραγμένο μοτέρ, για αύξηση ιπποδύναμης και ροπής. Στην αγορά κυκλοφορούν ορισμένα κιτάκια (kit), δλδ βελτιωτικά πακετάκια που περιέχουν ανταλλακτικά μεγαλύτερα και γαμιστερότερα από τα μαμίσια: πιστόνι, εκκεντροφόρος, καρμπυρατέρ και άλλα καλούδια.

β. Αλλαγή μπροστινού συστήματος αναρτήσεων. Οι μηχανόβιοι μιλούν για «μπροστινά», «μπουκάλες» ή «πιρούνια». Όσο παχύτερες οι μπουκάλες, τόσο μεγαλύτερη ευστάθεια και ακαμψία εμφανίζει το μηχανάκι σε στροφές και μεγάλες ταχύτητες. Τα συμβατικά πιρούνια αντικαθίστανται από τα εξελιγμένου τύπου upside-down (κορυφαία μάρκα εν προκειμένω η περίφημη Öhlins). Η πισινή ανάρτηση, το λεγόμενο «ψαλίδι», σπανίως αντικαθίσταται, απλά ρυθμίζεται.

γ. Μετατροπή σε Supermotard, συνήθως για ψηλά μηχανάκια τύπου XT.

δ. Άπειρο χρώμιο και νικέλιο στα μεταλλικά μέρη που φαίνονται. Είναι το πασίγνωστο νικέλωμα, από τις μεγαλύτερες καγκουριές όλων των εποχών. Τα μέρη που το υπέστησαν είναι τα νικελωμένα (καπάκια κινητήρα, σκελετός, ζάντες κλπ).

ε. Επεμβάσεις στο σύστημα πέδησης. Σωληνάκια υψηλής (πίεσης), για πιο άμεση απόκριση του φρένου (κάνουν και πιο ωραία στο μάτι). Δαγκάνες Βrembo. Mεγαλύτερης διαμέτρου δισκόφρενα, συχνά σε περίεργα σχήματα (μαργαρίτες).

στ. Υπερμεγέθη φίλτρα αέρος (χοάνες), ειδικά στα παπιά. Προεξέχουν στα δεξιά του μοτέρ και έχουν σχήμα κόλουρης πυραμίδας.

ζ. After market εξατμίσεις. Για τα παπιά κλασικές είναι οι Sebring, σε μεγαλύτερα μοτόρια εκτιμώνται ιδιαίτερα οι Αkrapovic, σλανγκιστί οι ακράπες (ενικός η ακράπο). Διότι επιβάλλεται να κάνουμε θόρυβο.

η. Μεταλλικά αξεσουάρ σε έντονα χρώματα (πράσινο, μοβ, κόκκινο) που αντικαθιστούν τα μαμίσια: τιμονάκι, βίδες, αντίβαρα τιμονιού, ακόμη και ολάκερες ζάντες.

θ. Ειδικά για παπιά, πολύ λεπτά λάστιχα (σχεδόν σα ποδηλάτου), για να τσουλάει καλύτερα το εργαλείο στις κόντρες.

ι. Πινακίδα «τσακισμένη» (για παπιά) ή καρφωμένη κάτω από την ουρά (για μεγαλύτερα μηχανάκια). Για να μη τη βλέπουν οι μπάτσοι. Για τον ίδιο λόγο, τοποθετείται φιμάτο πλαστικό επικάλυμμα.

ια. Αυτοκόλλητα. No Fear, ταραντούλα, σκορπιός, αλιενάκι, φωτιές. Σε αμάξια: 2 Fast 4 U, Stop That Noise!, Somebody Stop That Car! κλπ.

Να πούμε τέλος οτι το φαινόμενο του κωλοφτιαξίματος ολοένα και υποχωρεί στους εκσυγχρονισμένους καιρούς που διανύουμε. Οι εταιρείες πλασάρουν πλέον έτοιμα κωλοφτιαγμένα μηχανάκια στην αγορά, επί των οποίων οιαδήποτε επέμβαση θα αποτελούσε ιεροσυλία. Το φαινόμενο έχει βαθύτερες κοινωνικο-οικονομικο-πολιτισμικές ρίζες αλλά ουδόλως προτίθεμαι να επεκταθώ.

Αν δείτε τροχόμπατσο να έχει σταματήσει αμάξι ή μηχανάκι, μία στις τρεις παίζει αυτό να είναι κωλοφτιαγμένο. Βγάζει μάτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικώς, πρόκειται για γνωστής ταυτότητας αλλά αγνώστου ονόματος αντικείμενα, των οποίων τα επίσημα ονόματα δεν γνωρίζουμε ή δεν θυμόμαστε την κρίσιμη στιγμή.

Δεν είναι σαφές ποιος από τους τρεις τύπους διαχωρισμού των δύο λέξεων είναι ο συνηθέστερος, αλλά τους έχω συναντήσει και τους τρεις, οπότε τους παραθέτω προς σχολιασμό:

Διαχωρισμός τύπου Α: Απλώς αποτελούν δύο διαφορετικές λέξεις, που χρησιμοποιούνται για αναφορά σε δύο διαφορετικά αντικείμενα στην ίδια πρόταση, ώστε να μη μπερδεύεται ο συνομιλητής μας.

Διαχωρισμός τύπου Β: Το καβλιτζέκι αφορά μακρόστενα αντικείμενα, εκ του καυλί, δείτε και εδώ, ενώ το ματζαφλάρι δεν προσδιορίζει σχήμα.

Διαχωρισμός τύπου Γ: Το ματζαφλάρι μπορεί να είναι οτιδήποτε, ενώ το καβλιτζέκι πρέπει να είναι high-tech.

τύπου Α: Σε κάποιες καφετιέρες το καβλιτζέκι έχει ένα ματζαφλάρι στην άκρη που κάνει ακριβώς αυτή τη δουλειά: προσθέτει αέρα για να κάνει πιο πλούσιο το μείγμα.

τύπου Β: - Πιάσε ρε Μήτσο το καβλιτζέκι (=κλειδί Allen) να βιδώσουμε το ματζαφλάρι (=παξιμάδι).

τύπου Γ: - Ανοίγεις την πόρτα του rack γυρνώντας δεξιά το ματζαφλάρι (=μπετούγια) και κουμπώνεις στο τρίτο router το καβλιτζέκι (=κάρτα μνήμης).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πληθυντικιά, οφείλει την ύπαρξη της στην σχετικά πρόσφατη, εκνευριστική συνήθεια ορισμένων ραδιοφωνικών παρουσιαστών (με πρώτους διδάξαντες κάποιους όντως εξαιρετικούς παραγωγούς της Καλύτερης Παρέας), να «πληθυντικοποιούν» λέξεις, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν μια χαρά στο ενικό τους.

Έτσι λοιπόν έχουμε τις μουσικές, τις καλημέρες/καλησπέρες, τις σκηνές (όχι τα αντίσκηνα, τις μουσικές σκηνές), το «στα ποτήρια μας», «τα κεράσματα» ή/και «δροσερές μπύρες» (όταν προωθείται χορηγός-ξύδι, το «και για να σας λυθούν οι απορίες», και λοιπά.
Οι πληθυντικιές δεν πρέπει να συγχέονται με συχνά, καραμπινάτα γλωσσικά ολισθήματα που δεν περιορίζονται στους προαναφερθέντες όπως «στα πλαίσια», «οι ασκοί του Αιόλου», κλπ.

Πιθανότερη εξήγηση για την πλυθηντικιά είναι αφενός η στάνταρ προχώ τρεντουλιά (κατάλοιπο της ΚΛΙΚ εποχής) και αφεδύο, η χαριτωμενιά που προσδίδει, όταν φυσικά αποδίδεται με την κατάλληλη φωνή της σχολής Σημίτη (της Αφροδίτης ντε, όχι του Τάπερμαν): κάτι μεταξύ μπλαζέ βαρεμάρας, σοροπάτης τσαχπινιάς και γουτσισμού. (Παρεμπιπτόντως η φωνή της Σημίτη είναι πλέον ότι ήταν στις δεκαετίες 80 και 90 το σαξόφωνο του Κατσαρού: ακόμα και στις πτήσεις της Ολυμπιακής αυτήν ακούς).

Η πληθυντικιά συνήθως πάει πακέτο με την άλλη εκνευριστική συνήθεια, αυτή του Greeklish Mix, δηλαδή του συνδυασμού ελληνικών/αγγλικών σε διαφημιστικά για συναυλίες ή άλλες εκδηλώσεις (πάντα με τα προηγούμενα ηχητικά χαρακτηριστικά και μπόνους τα στrroγγυλά και μακρόσυrrτα «ρ» εφέ):

Στο Cavo Paradiso, την Παrrασκευή 22 Μαrrτίου, απευθείας από το Amsterdam, το control του dance floor θα πάrrει ο μάγος της Alternative-Super-Dooper-Trance-House-Acoustic-Dark-Trip-Hop-Progressive-Gothic σκηνής και rresident του club Toukits’imana pinibafous, DJ Milupas. Στο warm-up ο MC Saltapidas σε ένα αεrrάτο DJ set.

Πολλές καλησπέρες σε όλους και όλες. Πολλές καλές μουσικές θα ακούσουμε απόψε και ήρθε η ώρα για Jack στα ποτήρια για τα κεράσματα.

Got a better definition? Add it!

Published

Από την αγγλική λέξη junk που σημαίνει χίλια δυο, κυρίως το σκουπίδι, το του πεταματού, το άχρηστο. Ο χαρακτηρισμός κολλάει παντού. Ναι μεν το λέμε κυρίως για φαγητό (πχ για τα Goody's ή για κανα βρώμικο), αλλά παίζει και για καταστάσεις, εκπομπές τηλεόρασης, ένδυση, γενικά για οτιδήποτε φτηνιάρικο.

- Πάμε να δούμε την καινούργια ταινία του Λαρς;
- Ωχ όχι απόψε! Προτιμώ να κάτσω να δω κανα τζανκ στην τηλεόραση να χαζέψω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικά ο μίσχος, το ξερό κλαδάκι που χρησιμοποιείται κυρίως ως προσάναμμα, ενίοτε και προς χαρχάλεμα.

Μεταφορικά έχει τις σημασίες:

Α. ισχνός, αδύνατος, διά προφανείς λόγους.

Β. οξυδερκής, εύστροφος, λόγω της χρήσης του ως προσανάμματος και της ιδιότητας του να «αρπάζει» άμεσα. Βλέπε και σπίρτο.

  1. Αιιι, φάε μπρε συφοριασμένο, τσάκνο έγινες!

  2. - Νογάει πράμα;
    - Ιιιιι, τσάκνο σ' λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

γτπ: για τον πούτσο.

Στο Youtube υπάρχει σίγουρα, μπήκε και στο slang.gr.

-Τη βλέπεις εκείνη τη γκόμενα εκεί κάτω; Τρελό καβλί.
-Κόψε κάτι ρε, γτπ είναι, πλάκα βυζί, χάλια μούρη, μην το ψάχνεις, θέλει πολύ σιλικόνη για να στρώσει

Και στο slang.gr με άλλους δύο ορισμούς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαντασιακό έγχορδο μουσικό όργανο στο οποίο όλοι λίγο-πολύ έχουμε επιδοθεί όταν μας αρέσει ένα ροκάδικο κομμάτι. Συνίσταται στην απομίμηση με κινήσεις των χεριών του παιξίματος κιθάρας (και μάλιστα ηλεκτρικής), μόνο που στην πραγματικότητα μοιάζει περισσότερο σαν να μας έπιασε χορός saint Vitus.

Το λήμμα πρόκειται για μετάφραση του αγγλ. air guitar.

Κάθε φορά που ακούω Pete Townshend και Who, πιάνω την ανεμοκιθάρα μου και της δίνω και καταλαβαίνει.

The Who (από allivegp, 22/07/09)Pete "windmill\' Townshend (από allivegp, 22/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστικό σύνθετο εκ του σεξ + σπυρί = καυλόσπυρο /«IEK ακμή»/«boutons de jeunesse» (σπυριά της νεότητος για τις Σουσούδες).

Ο μακαρίτης ο γνωστός μου στην Αυστραλία (καλός άνθρωπος θεοσχωρέστον), είχε λέει ακούσει, πριν χρόνια κάτι Μαόρι, που δεν τους πολυήξερε, να λένε οτι τα σπυριά αυτά εμφανίζονται όταν κάνεις πολύ σέξ (μόνος σου) και ότι εξαφανίζονται όταν αποφασίσεις να παίξεις και με άλλα παιδάκια ή κάτσεις σ' ένα τρίστρατο με πανσέληνο, μ' ένα πνιγμένο κουνέλι στο χέρι και κάνεις μιαν ευχή.

Το clearasil, εξαφανίζοντας τις αντενδείξεις των κατά μόνας ηδονών, δημιούργησε αυταπάτες περί το σεξ σε μια ολόκληρη γενιά...

Να μην συγχέεται με μέγα ποιητή της αλβιόνος, που άλλωστε λέγεται Σακεσπήρος (όπως Γλάδστωνας, πλατεία Κάνιγγος, Βάκωνας, Καρτέσιος κ.λπ.).

- Τί την καλαφατίζεις τη μάπα σου έτσι μωρή; Θα σε πάνε μέσα για πλαστοπροσωπία!
- Άσε, έχω βγάλει κάτι σέξσπυρ και δε φεύγουνε με τίποτα! Πώς θα κυκλοφορήσω έτσι;

Ο εθνικός τρομπαδούρος της Αγγλίας. (από Khan, 24/07/09)

Βλ. και καυλόσπυρο / καβλόσπυρο, Καυλόσπυρος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κι όμως, έτσι αποκαλείται η μπάλα στις εκφράσεις των ποδοσφαιρόφιλων, ιδίως όταν παρακολουθούν ένα παιχνίδι από την τηλεόραση, και μάλιστα σε φάσεις που έχουν να κάνουν με αλλαγή της κατοχής της μπάλας.

Συντάσσεται με τα ρήματα: παίρνω, τσιμπάω, ξεχνάω, κ.α.

  1. Του έκανε τάκλιν και του πήρε το παραδάκι.

  2. Φίλε, καλή η κούρσα σου, αλλά ξέχασες το παραδάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified