Further tags

Φωτογραφία ή εικόνα που έχει υποστεί επεξεργασία στο Photoshop (άλλως γνωστό και ως φωτομάγαζο) ή οποιοδήποτε αντίστοιχο πρόγραμμα, όπως Corel.

Συνήθως αναφέρεται σε φωτομοντάζ (είτε για πλάκα, είτε στεγνά για παραπλάνηση του κοινού), ή σε διορθώσεις που αποκοπούν στο να φαίνεται ομορφότερο το εικονιζόμενο πρόσωπο/κορμί (από μοντέλες και τραγουδιάρες μέχρι δημοσιογράφους και πολιτικούς) - και όχι σε αθώα επεξεργασία τύπου «διόρθωση κόκκινων ματιών».

Ετυμ. (εν μέρει αντιδάνειο) < αγγλ. photoshop <
photo (= φωτογραφία) < photograph < ελλ. φως + γράφειν
+ shop (= μαγαζί) < παλ. αγγλ. sceoppa (= πάγκος πωλητή).

- Χαχα, την είδες την τελευταία φωτοσοπιά στη Σαλάτα Εποχής; Κολλήσανε τη μούρη του Κακλαμάνη σε πόστερ του Σχιζοφρενή δολοφόνου με το πριόνι. Μιλάμε, έκλασα στο γέλιο.

(κοιτάζοντας φωτογραφία περιοδικού)
- Πωωω, πολύ παιδί αυτή η Δούνια... Τούμπανο...
- Φωτοσοπιά είναι ρε στόκε, ξέρεις τι κυτταρίτιδα έχει αυτή κανονικά;
- Δηλαδή, άμα σου κάτσει, θα της πεις όχι, ε;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμπακτος ψηφιακός δίσκος..

Ο εφευρέτης δεν πρόλαβε να κατοχυρώσει την πατέντα του δισκιλίου, όντας ο ίδιος τσιρλίντερ, έτσι αυτή πέρασε σε άλλα χέρια.

Έκτοτε γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία σαν μέσο καταγραφής και αναπαραγωγής ντοκουμέντων εικόνας, ήχου, δεδομένων και ό,τι άλλων σκατών μπορεί να περιέχει.

Σαν ελάχιστο «φόρο τιμής» σε αυτόν που το ανακάλυψε, ίσως και γιατί μοιάζει με μικρό δίσκο ή απλά για να τον ειρωνευτούν - που δεν πρόλαβε να χεστεί και στο τάληρο - το ονομάζουν δισκίλιο (εκτός από cd, dvd κ.τ.λ.).

-Βάλε λίγο αυτό το δισκίλιο να δούμε τι έχει...
-Χέσε μας μωρέ τώρα..

Σχετικό: δωδ, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για κάτι που δεν μας αρέσει καθόλου!

-Κοίτα αυτή τη φούστα...
-Μπουιου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καμικάζι λεγόταν ο Iάπωνας πιλότος που στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έριχνε το γεμάτο εκρηκτικές ύλες αεροπλάνο, το οποίο οδηγούσε εθελοντικά, επάνω στον εχθρικό στόχο βρίσκοντας ταυτόχρονα και ο ίδιος το θάνατο. Καμικάζι επίσης χαρακτηρίζουμε ένα άτομο που οδηγεί αυτοκίνητο ή δίκυκλο με πολύ ριψοκίνδυνο τρόπο.

Εδώ μιλάμε, όμως, για ένα μαλακισμένο σπαζαρχιδιστικό έντομο (μυγάκι, κουνουπάκι και λοιπές εντομολογικές δυνάμεις) που έχει θέσει ως ιερό σκοπό της ζωής του να αυτοκτονήσει μέσα στο ποτήρι σου. Κι αφού σου 'χει αποσπάσει την προσοχή κυνηγώντας το, στο τέλος σου χαλάει και το ρόφημα αφού θα βαπτιστεί εκεί μέσα.

Υπάρχουν, ωστόσο, κάποια άλλα που έχουν έχουν μάστερ στις ανασκαφές και έχουν στόχο ζωής να εξερευνήσουν τα ρουθούνια σου.

- 'Ασε, χθες πήγα να πιώ καφέ σε ένα ειδυλλιακό σημείο κάτω από δέντρα με βαθιά σκιά κι εκεί που απολάμβανα τη φύση, ξάφνου μου την πέφτει ένα γαμημένο καμικάζι. Όλο περιστρεφόταν γύρω απ' το ποτήρι. Στο τέλος έπεσε μέσ' στον καφέ. Έφυγα βρίζοντας.
- Πάλι καλά που δεν έφαγες κοτσιλόσημο στην καράφλα σου. Κάτω από δέντρα καθόσουν. Κωλόφαρδε!
- Γκρρρρρ!

(από Desperado, 08/02/09)(από alamo, 02/03/10)παλίο αντιεροπορικό για ρίψη καμικάζι (από GATZMAN, 20/07/11)

Βλ. και καμικαζέντομο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συσκευή της πλάκας που χάλασε πολύ γρήγορα, χωρίς απαραίτητα να είναι κινέζικη η κατασκευή.

- Το μίξερ τι λέει; Το χρησιμοποιείς συχνά;
- Άσε, δούλευε καλά για ένα μήνα και μετά βγήκε κινέζικο.

Σχετικά λήμματα: κινεζιά, η μέιντ ιν Τσάινα (made in China) ROC

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Φλεβάρης λόγω του ότι έχει λιγότερες μέρες από τους άλλους μήνες χαρακτηρίζεται κουτσοφλέβαρος. Αλλάζοντας το πρώτο γράμμα, ο κουτσοφλέβαρος γίνεται πουτσοφλέβαρος. Ο όρος πουτσοφλέβαρος, είναι εύηχος και εκφραστικός όρος. Πώς θα μπορούσε όμως, να χρησιμοποιηθεί;

  1. Η παροιμία λέει: «Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει».
    Ο πουτσοφλέβαρος στην περίπτωση αυτή δραστηριοποιείται, όταν ο Φλεβάρης φλεβίζει. Έχει να κάνει δηλαδή με το γαμημένο φλεβαριάτικο πουτσόκρυο.

2.Ο όρος θα μπορούσε να ειπωθεί χιουμοριστικά, όταν κάποιος πάει να ρίξει ένα φλεβαριάτικο πέο κάτουρο, όταν κάποιος θέλει να φτιάξειπλεκτό φλεβαριάτικα, αλλά κι όταν κάποιος θέλει να βουτήξει φλεβαριάτικα τον κολιό στο ξύδι. Εδώ ειδικά παίζει παραφρασμένα η παραπάνω παροιμία ως: «Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καυλοκαίρι θα μυρίσει», με έμφαση φυσικά στη λέξη καυλοκαίρι (καιρός όπου εφαρμόζεται το δόγμα:Τελεία και καύλα).

Όταν ο κουτσοφλέβαρος εκφέρεται πουτσοφλέβαρος, θυμίζει τον Χατζηχρήστο που ως Ζήκος στην ταινία: «Της κακομοίρας», έλεγε: «Αν ξεδιπλωθώ θα γίνω 1 και 90». Μα πως θα ξεζιπαριστεί ο πουτσοφλέβαρος; Ας είναι καλά το πρώτο συνθετικό της σύνθετης λέξης (πούτσος), που 'χει πτυσσόμενεςιδιότητες. Αλλά κι η λέξη «φλέβα» που περιέχεται στον όρο, κάνοντας συντροφιά με τη λέξη πέος, δίνει τη δική τους χροιά στα πράγματα. Να τι λέει ο link για αυτό.

Πέρι: Άκουσες Λίλιαν; Η Πούτση κι η Πετρούλα είπαν πως αύριο θα έχει πουτσόκρυο. Κανονικός πουτσοφλέβαρος!
Λίλιαν: Ε τότε, δεν έρχεσαι απ' το σπίτι να μου ρίξεις έναν ξεγυρισμένο πουτσοφλέβαρο; Λέω να φωνάξω και τη φίλη μου τη Μαρία, την κουτσή, ξέρεις, για να γίνει κουτσοφλεβαριάτικα το γαμήσι της κουτσής. Το συνιστά κι ο Πάνος ο φίλος μου.
Πέρι: Άμα θα 'ρθει κι η κουτσή Μαρία έδεσε το γλυκό. Μα για στάσου. Γι' αυτό το γαμήσι χρειάζεται και ένα τούβλο. Πού θα βρούμε;
Λίλιαν: Θα φωνάξουμε τον Μιστόκλα. Μιλάμε για το... τούβλο.

Ο Πέρι πάει να φύγει...
Λίλιαν: Πού πας;
Πέρι: Πάω τουαλέτα μωρέ για να ρίξω έναν πουτσοφλέβαρο.
Λίλιαν(με διάθεση πειράγματος): Πας να φτιάξεις πλεκτό, ή να κατουρήσεις;
Πέρι: Χα χα χα... Σωραία! Δε μου λες ρε, μιας και μιλάμε για ντύσιμο, δε μου 'πες, τι φόρεμα θα φοράς αύριο;
Λίλαν: Κούτσι φόρεμα, για να ταιριάζει στην περίσταση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη προερχόμενη από τα τουρκικά [τουρκ. barbut, τυχερό παίγνιο, με ζάρια], που πέρασε στα νέα ελληνικά για να περιγράψει το τζόγο με ζάρια.

Συχνότατα το άθλημα ανθεί την Πρωτοχρονιά, ενώ συναντάται και στο αρσενικό, «ο μπαρμπούτης». Παραχθέν ουσιαστικό η μπαρμπουτιέρα, δηλ. το τραπέζι στο οποίο γίνονται οι ριξιές.

- Πού είναι ρε ο Κώστας;
- Πέρασε τη νύχτα στο αυτόφωρο. Η Αστυνομία έκανε ντου στου Κώστα και μπαγλάρωσε όλους όσους έπαιζαν μπαρμπούτι. Άστα να πάνε φιλαράκι...

(από Galadriel, 16/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φασπούτσι ή φασπούτς θα μπορούσαμε να πούμε το «μία στα όρθια» ή το πολύ γρήγορο πιστόλι που εκπυρσοκροτεί σε χρόνο dt. Η κατάσταση αν και κατά κανόνα είναι χαμηλής ποιότητας, σε πολλές περιπτώσεις καταφέρνει να εκτονώνει πόθους της στιγμής, με πολλή ένταση και μεγάλη ικανοποίηση στους συμμετέχοντες.

Το φασπούτσι. μπορεί να γίνει σε πολλούς χώρους όπως τουαλέτες καταστημάτων, αυτοκίνητο, παραλίες κ.λπ.

  1. Άλλη εκδοχή είναι η λέξη να προέρχεται από την «φάση» και «πούτσα».

Αν δώσουμε στην «φάση» την έννοια που αφορά τις αλλαγές των φάσεων της σελήνης, τότε έχουμε τις αλλαγές των φάσεων της πούτσας ,σε διάφορες καταστάσεις όπως: μετά το πρωινό ξύπνημα, περιβάλλον πουτσόκρυου κ.λπ.

Αν δώσουμε στην «φάση» την έννοια του στιγμιότυπου σε αγώνα, τότε έχουμε την φάση σε γήπεδο με αντίπαλους τους δυο αιωνίους: μουνομάχοι vs μουνόλυσσας.

Εχτές ήπια τόσα ξύδια που δεν καταλάβαινα τίποτα! Μέχρι και φασπούτσι έφαγα. Ούτε το όνομά του δεν ρώτησα!

How to fuck a woman fast (από Galadriel, 09/02/09)

Σχετικό: ταχυπηδήκουλας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αποτελεί παράφραση της παλιά παροιμίας «το χρήμα πολλοί εμίσησαν, τη δόξα ουδείς». Η σλανγκοπαροιμία περί μαλάκα και μαλακίας προκύπτει από την αρχική παροιμία μάλλον με τη μεσολάβηση της εσφαλμένης μεν αλλά σύντομης και εύχρηστης εκδοχής «το χρήμα πολλοί αγάπησαν...», η οποία βέβαια παραλείπει το «τη δόξα ουδείς» γιατί θα ήταν πασιφανές λάθος, και η οποία δε συγκρίνει χρήμα και δόξα, απλά καταγγέλλει την φιλαργυρία και τα άσχημα καμιά φορά αποτελέσματά της....

Η σλανγκ πλιατσικολόγησε πάνω σε αυτή την εσφαλμένη και ηθικολογική εκδοχή αναφερόμενη στο πολυαγαπημένο της ζήτημα, τη μαλακία, και μεταφέροντας τη σύγκριση στο επίπεδο όχι διαφορετικών αξιών (χρήμα ή δόξα) αλλά μεταξύ πράξης και υποκειμένου της πράξεως: μεταξύ «μαλάκα» και «μαλακίας». Έτσι, όμως, έδωσε και ένα άλλο, όχι πιστό, αλλά εξίσου ισχυρό νόημα, στην όλη νοηματική δομή της αρχικής παροιμίας...

Να σημειώσουμε ότι ως φόρμα, η φράση είναι φοβερά σλανγκοεύχρηστη: σχεδόν κάθε χαρακτηρισμός μπορεί να ενταχθεί και να προκύψουν φράσεις με λεπτές νοηματικές αποχρώσεις, αλλά και μικρές οάσεις αμφισημίας που είναι όμως ανάλογα την περίσταση τίγκα στο νόημα, λ.χ.

  • το πουστρηλίκι πολλοί αγάπησαν, τον πούστη ουδείς
  • το κλανίδι πολλοί αγάπησαν, τον κλασμένο ουδείς
  • το γαμήσι πολλοί αγάπησαν, τη γαμιόλα ουδείς, κ.λπ. κ.λπ.

    Γενικά, το νόημα είναι περίπου ότι μια πράξη αγαπητή και ηδονική, δε θα πρέπει πάντως να γίνεται καθ' υπερβολή ώστε να χαρακτηρίζει κάποιον... Οπότε, η αφηρημένη δομή και φόρμα έχει περάσει στη σλανγκ (βάλαμε το «μαλάκας» συγκεκριμένα περισσότερο ως εμβληματικό), γιατί καλύπτει μια ανάγκη: την ανάγκη με ασεβή τρόπο (που εξασφαλίζεται με την βεβήλωση μιας ηθικοπλαστικών καταβολών αρχικής φράσης) να μπορούν να καταγγελθούν, όταν πρέπει, τα καθόλου μισητά κατά τα άλλα για τη σλανγκ φαινόμενα υπερβολής.

Θα πρέπει επίσης να πούμε ότι, σαν φράση γενικά και ειδικά δεν είναι και πολύ ποιοτική, ούτε καν για σλανγκ, ανήκει στα τάρταρα της σλανγκ, not least επειδή περιέχει καθ' υπερβολή και παρήχηση σλανγκο-ύβρεις. Και νοηματικά, δεν είναι τόσο καλή ώστε να τη λέμε συχνά, έστω κι αν σχηματίζεται πολλές φορές μέσα στο κεφάλι μας με ακατανίκητο συνειρμικό τρόπο. Για το ότι δεν τη λέμε ευθύνεται επίσης η σχετική της αμφισημία/αστοχία για παροιμία που θέλει να είναι («ποιοι αγάπησαν τη μαλακία;» «δεν υπάρχουν μαλάκες που αγαπήθηκαν;»). Συγγενεύει δηλαδή γενικά με ένα απροσδιόριστο βασίλειο καθημερινής γλωσσικής σαχλαμάρας, διαφορετικό πάντως από αυτό στο οποίο ανήκουν όσα ο χρήστης Jesus έχει επισημάνει ως προσδίδοντα γελοιότητα στο λόγο εδώ, και διαφορετικό και από το βασίλειο των σεφερλισμών.

Απαντά και με το αρχαιοπρεπέστερο «ηγάπησαν».

Παράδειγμα 1 (από δικού μου)

- Με παράτησε η Φιλίππα, γιατί λέει στέλνω mail στις πρώην μου... μπουχουχου...
- Εμ, τη μαλακία πολλοί αγάπησαν, το μαλάκα ουδείς...

Παράδειγμα 2 (από blog - συνιστώ ανεπιφύλακτα να διάβάσετε το συγκεκριμένο ποστ)

Αγαπητοί εν Χριστω αδελφοί να γνωρίζετε ότι αν την τινάζετε πάνω από τρεις φορές θεωρείτε αυνανισμός (μαλακία).

Την μαλακία πολλοί αγάπησαν, τον μαλάκα ουδείς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με την κλασσική έννοια, αγιασμός είναι η λειτουργία που γίνεται στην εκκλησία, κατά την οποία ο ιερέας αγιάζει το νερό(αγιασμό επίσης) που μ΄ αυτό θα ραντίσει και θα ευλογήσει τους πιστούς.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η λειτουργία του αγιασμού αφορά τη λειτουργία της πεολειχίας στο γήπεδο από τον μπαργαλάτσο επιβήτορος.Εκεί παρέχεται ο αγιασμός που δεν έιναι άλλος από τη λάβα που εξέρχεται εκ του μπαργαλάτσου.

Αν το άτομο που θα λάβει την ευλογία είναι εξπέρ στα πνευστά, θα ευλογηθεί καλύτερα αφού δια των αριστοτεχνικών στοματικών κινήσεων του, θα επιτευχθεί μεγαλύτερη παραγωγή αγιασμού, η οποία θα αξιοποιηθεί καταλλήλως αφού δε θα χαθεί ούτε σταγόνα.

Ωστόσο και δια της διασπερματέυσεωςθα μπορούσε να επέλθει ο αγιασμός δια ραντίσματος του ατόμου που θα λάβει την ευλογία σε συγκεκριμένο μέρος του σώματος του.

Αν και ο κλασσικός αγιασμός μπορεί να δοθεί και εκτός εκκλησίας καθώς και σε διάφορες χρονικές στιγμές της ημέρας, εντούτοις ο συγκεκριμένος αγιασμός έχει μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας.Παρέχεται οποτεδήποτε και οπουδήποτε συμφωνηθεί κοινά από τον επιβήτορα και από το άτομο που θα λάβει την ευλογία, έχει δεν έχει απεργία η ΕΥΔΑΠ.

Σημείωση:
1.O αγιασμός μπορεί να δοθεί είτε prive, είτε όχι, π.χ

2.Σε αντίθεση με την κλασσική περίπτωση όπου οι αναμένοντες την ευλογία δε συμμετέχουν στην παραγωγή αγιασμού, εδώ απαιτείται ο επιζητών την ευλογία να συμμετάσχει μετά του επιβήτορος (ποιμένος) δια την παραγωγή του αγιασμένου υγρού.

Αναφέρεται περιστατικό που συνέβη την 31/1
Παπα Γιώργης:Λάουρα να σε βλέπουμε και λίγο στην εκκλησία.Σε βλέπω κάποιες Κυριακές που περνάς αξημέρωτα την ώρα που πάω να ανοίξω την εκκλησία για τη λειτουργία αλλά μάλλον από ακολασίες γυρίζεις.Ελα αύριο ευλογημένη να πάρεις αγιασμό.
Η Λάουρα όμως ξεχάστηκε.Το βράδυ το είπε στον Μένιο.Ο Μένιος κοιτώντας την πονηρά της λέει:
-Μην ανησυχείς μανάριμου.Για σένα τώρα τις απόκριες και παπά Μένιος ντύνομαι.Γιαυτό σγούψε ευλογημένη και έλα να πάρεις αγιασμό.
-Και που είναι η εκκλησία σου παπά Μένιο μου;
-Εκει που είναι το καμπαναριό μου.Αντε, τι περιμένεις;

Αγιάσος Λέσβου:Ισως εδώ συμβαίνουν πολλοί τέτοιοι αγιασμοί. (από GATZMAN, 09/02/09)Μπαργαλάτσος ευλογίας (από GATZMAN, 09/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified