Further tags

Η Χοντρή του Θησαυρού ήταν δημοφιλής γελοιογραφία που δημοσιευόταν στο ελληνικό περιοδικό ποικίλης ύλης Θησαυρός. Επρόκειτο για μια παχύσαρκη κυρία, η οποία καταπίεζε τον μικροκαμωμένο σύζυγό της Ζαχαρία. Πρόγονος της συγκεκριμένης γελοιογραφίας υπήρξε η Αντζουλίνα, μια προπολεμική εικονογραφημένη καρικατούρα του τουρκικού εντύπου Ράμιζ, που μεταφέρθηκε στην Ελλάδα από το σχεδιαστή Μιχάλη Γάλλια. Αργότερα το ζευγάρι συνέχισε να γελοιογραφείται και από άλλους γελοιογράφους, όπως ο Βασίλης Χριστοδούλου και ο Αρχέλαος στο περιοδικό Οικογενειακός Θησαυρός μέχρι το 1967. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει παχύσαρκη γυναίκα, η οποία μάλιστα επιβάλλεται με τον όγκο της.

Τη Χοντρή του Θησαυρού πήγε και παντρεύτηκε ο κακομοίρης! Ποιος τον σώζει τώρα! Θα φάει πολλή παντόφλα.

Got a better definition? Add it!

Published

Υπάρχουν τρεις μεγάλες και συχνά αλληλεπικαλυπτόμενες χρήσεις του χατζηπαπάρα:

- Γειά σου ρε μπούλη Νικολάκη Χατζηπαπάρα που το παίζεις και εργοδότης...
(εδώ)

- δεν θα μπορούσε να εξαιρεθεί η μεγάλη συναυλία που δίνει κάθε χρόνο ο ποιοτικός τραγουδιστής - ίνδαλμα της νεολαίας του νηπιαγωγείου, Μιχάλης Χατζηπαπάρας, στην Κουναβούπολη σήμερα το βράδυ κάτω από την ευγενική χορηγία της cosmote με την οποία έχουν ταυτιστεί χιλιάδες κοριτσάκια, καθώς βρίσκονται στα σύννεφα ψηλά με ένα cosmote τηλέφωνο αγκαλιά.
(εκεί)

- Διονύσης Σαββόπουλος. Πιο πολύ ΠΑΣΟΚ από τον Χατζηπαπάρα! Ανταμείψτε τον…
(χατζηπαπαραπέρα)

(από Vrastaman, 01/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας, αλλά όχι με την καλή έννοια. Ο χλιμίτζουρας, ο μουνίκακας, ο τρομπομαρίνας.

Εκ του τρομπάρω.

- Ποιος μαλάκας, ποιος παλιομαλάκας, ποιος τρόμπας του Υπουργείου Οικονομικών σκέφτηκε να βάλει 13% ΦΠΑ στην γλυκιά μπουγάτσα, και 23% στην αλμυρή...
(Νίκος Χατζηνικολάου, εδώ)

- ΠΟΣΟ ΤΥΦΛΟΣ ΚΑΙ ΤΡΟΜΠΑΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ ;
(εκεί)

Φωτορεαλιστική απεικόνιση (από Vrastaman, 05/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα Γιαννιώτικα είθισται να λέγεται ο χαζός και ξεροκέφαλος. Αυτός που ενώ σφάλλει, δεν ακούει τις συμβουλές των άλλων.

Χρησιμοποιείται κυρίως όταν δεν ενδείκνυται η χρήση βαρέων ύβρεων.

Βρε Γιώργο, αφού δέκα φορές λάθος το έκανες, κάτσε να σου δείξω... Πω...πω...πω... πολύ τζόρας είσαι ρε αγόρι μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που σου σπάει τα νεύρα και καταντάει εκνευριστικός την ώρα που κάνεις κάτι σημαντικό ή κάποιος που δεν σε αφήνει σε ησυχία για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.

- Ρε συ, σταμάτα πια, βαρεθήκαμε να σε ακούμε!
- Ναι, ρε συ, καταντάει τόσο...
- Σπαστικόνευρος.
- Ά μα γειά σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογικά, αυτός που σπάει την παρθενιά μίας κοπέλας ή τα αρχίδια ενός τυπά...

Με μεταφορική έννοια, ο κουραστικός τύπος που, με αυτά που λέει ή με τις παπαριές που κάνει, εκνευρίζει τους άλλους σε βαθμό κατά γράμμα σπασίματος...

Συνώνυμο: σπασαρχίδης, o

- Ρε συ αυτός ο Μιχάλης τι σπάστης που είναι ρε τύπε όλο παπαριές το παλικάρι!!
- Όχι μόνο σπάστης, σπασαρχίδης επιστήμονας είναι ο βλάκας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με τη λέξη αυτή χαρακτηρίζουμε μία ομάδα ατόμων ελεεινών και αθλίων, με ροπή προς τη διαφθορά. Ο σκύλος, ως γνωστόν, χρησιμοποιείται ως υβριστικός χαρακτηρισμός σε πολλές γλώσσες (αραβικά, τουρκικά, κ.τλ.).

  1. Blogoσχόλιο:

Πέντε μέρες έχουν περάσει από την ομολογία των εγκλημάτων πολέμου του Αττίλα από τον Αττίλα στην Κύπρο και το Ανανικό σκυλολόι δεν έχει αναχαράξει κουβέντα! Τα εγκλήματα πολέμου κατά της χώρας που τους έχει δώσει υπηκοότητα δεν τους απασχολούν.

  1. Νιτσεϊκό απόσπασμα:

Η ζωή είναι μια πηγή χαράς, εκεί όμως που πίνει και το σκυλολόι όλα τα πηγάδια είναι δηλητηριασμένα.
Μου αρέσει καθετί καθαρό, αλλά δεν αντέχω να βλέπω τα στόματα με τα δόντια που τρίζουν και την δίψα των ακάθαρτων.
Έριξαν τα μάτια τους βαθιά στα πηγάδια: τώρα ανεβαίνει ως εμένα το αντιπαθητικό τους χαμόγελο. Έχουν δηλητηριάσει το άγιο νερό με την ακολασία τους: και καθώς ονόμασαν χαρά τα βρώμικα όνειρά τους, δηλητηρίασαν ακόμη και τις λέξεις.
Η φλόγα γίνεται απρόθυμη όταν πλησιάζουν τις υγρές καρδιές τους στη φωτιά, το ίδιο και το πνεύμα κοχλάζει και καπνίζει εκεί όπου το σκυλολόι πλησιάζει τη φωτιά.
Γλυκερός και παραώριμος γίνεται στα χέρια τους ο καρπός: το βλέμμα τους ρίχνει τα φύλλα των καρποφόρων δέντρων και μαδάει τις κορυφές τους.
Και μερικοί, που αποστράφηκαν την ζωή, αποστράφηκαν μόνο το σκυλολόι: δεν ήθελαν να μοιραστούν τα πηγάδια και την φλόγα και τους καρπούς με το σκυλολόι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ρακετάγκουρας, ρακετοκάγκουρας

Προέρχεται από τη σύνθεση της «ρακέτας» και του «κάγκουρα». Αυτή η σύνθεση λαμβάνει χώραν χιλιάκις -τι λέω- εκατομμυριάκις, εις κλαρινοπαραλίας κατά τη διάρκεια του μεγάλου ελληνικού καλοκαιριού.

-Εχω θεμα με τους ρακετιστες.
-Δια ροπαλου θα επρεπε να τους απαγορευεται η εισοδος.
-Ειναι με διαφορα η πιο σιχαμενη φυλη της παραλιας δεν εχει βγει και κατι να τους ψεκαζουμε να ψοφανε σαν τις κατσαριδες...
-υπάρχουν οι καγκουρορακετίστες ή αλλιώς ρακούν που πετάνε το μπαλάκι με όλη τους τη δύναμη και όπου να ναι.. Και αυτοί που σέβονται παίζουν πιο προσεγμένες μπαλιές και γενικότερα δεν δημιουργούν πρόβλημα.
-οποιος βγαλει μινι χειροβομβιδες σε σχημα μπαλακι τεννις η πιγκ πονγκ, θα βγαλει τρελο χρημα.
-Αι ρακεται μου σπάνε το καμπαναριο, τακ τουκ όλη την ώρα, σε οοοοοοοοοοολη τη παραλία!!
-Με ενοχλούν αυτοί που τους ενοχλούν οι ρακέτες. :P
θρεντ όπου οι Insomniacs αδειάζουν τη χολή τους

θέρος τρύγος πόλεμος

  • 10 πράγματα που μου έμαθε η ζωή για τις διακοπές
    Φροντίστε να είστε μέσα στη θάλασσα νωρίς το πρωί και κατά τη δύση του ηλίου. Το ψυχικό και συναισθηματικό όφελος είναι απείρως πολλαπλασιαστικό. Αποφύγετε το καταμεσήμερο με τον πανσουρλισμό, και τους ρακετάγκουρες. (εδώ)

  • Το κέφι ανάβει όταν Ρακετοκάγκουρες και Ξέκωλα ανεβαίνουν στα λευκά τραπέζια του Μπιτσόμπαρου για να αποδώσουν σε χορογραφία λαϊκά άσματα. (εδώ)

  • Κοιλιακοι των απειρων "συμπληρωματων" κ λάδι μαυρίσματος με γκλιτερ για να τυφλώνονται αναμετάξυ τους οι ρακετοκαγκουρες.

  • Πάντως, δεν έχεις δει ρακετοκαγκουρα αν δεν πας στην παραλια Barceloneta της Βαρκελώνης.. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγνώστου προελεύσεως σύνθετη λέξη που υποδηλώνει ταν ηλίθιο και τον κακεντρεχή.

Τι παπαροζούμης είσαι ρε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται και ως συνώνυμο του μαλάκας.

Εκ της γνωστής ατάκας του Χ. Κλυνν «δεν μας χέζεις ρε Νταλάρα!»

Τί είπε πάλι ο νταλάρας!

(από Khan, 19/03/15)

Δες και νταλαροειδές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified