Ένας τύπος ο οποίος είναι κοντός και όταν κλάνει σηκώνει σκόνη. Συνήθως έχει σχήμα σόμπας και το κεφάλι του μοιάζει με μπουρί.
- Ρε Μαρίκα ξέχασες έξω από το σπίτι τη σόμπα.
- Όχι ρε Γεωργία, ποια σόμπα, ο ανηψιός μου είναι.
Ένας τύπος ο οποίος είναι κοντός και όταν κλάνει σηκώνει σκόνη. Συνήθως έχει σχήμα σόμπας και το κεφάλι του μοιάζει με μπουρί.
- Ρε Μαρίκα ξέχασες έξω από το σπίτι τη σόμπα.
- Όχι ρε Γεωργία, ποια σόμπα, ο ανηψιός μου είναι.
Got a better definition? Add it!
Ο κοντός, χοντρός και καραφλός άντρας.
- Καλά είδες τον τύπο που τα έφτιαξε η Μαίρη;
- Ναι ρε συ! Καλά τι του βρίσκει του θερμοσίφωνα;
Got a better definition? Add it!
O βρικόλακας σύμφωνα με τη βιβλιογραφία είναι ο νεκρός που, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, βγαίνει τις νύχτες από τον τάφο του και γυρίζει ανάμεσα στους ζωντανούς για να τους πιει το αίμα και γενικότερα να τους βλάψει.
Η έννοια κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό, είναι η αφαίρεση αίματος από έναν ζωντανό οργανισμό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η λέξη έχει χιουμοριστική χροιά.
Ως βρικόλακα στη συγκεκριμένη περίπτωση θεωρούμε κάποιον/α νοσοκόμο/α μιας νοσοκομειακής μονάδας που ασχολείται με την αιμοληψία. Η αιμοληψία βέβαια απ' αυτόν τον βρικόλακα, είναι εθελοντική κι όχι επιβεβλημένη (κλασσική έννοια).
Σε μια εταιρεία έχει έρθει μονάδα εθελοντικής αιμοδοσίας. Οι υπάλληλοι παίρνουν 2 μέρες άδεια απ' αυτήν την υπόθεση:
Πέτρος: Γιάννη, έλα ρε, ο βρικόλακας δε θα μας περιμένει για πολύ. Σε λίγο φεύγει.
Γιάννης: Πάμε να δώσουμε το πολύτιμο αίμα μας. Δυο μέρες είναι αυτές. Θα την περάσω ζάχαρημε τη Λίλιαν.
Πέτρος: Δεν τα ξέρεις καλά τα πράγματα φίλε. Εγώ στη γνώρισα, μαζί θα πάτε; Μαζί μου θα ‘ρθει.
Γιάννης: Κάνουμε κανα πικάντικο;
Έχω και μία κάρτα αιμοδοσίας κι όποτε θέλουν αίμα οι βρικόλακες απ' το νοσοκομείο, όλο και μου γράφουν, αλλά αυτή μάλλον δεν θα χρησιμέψει.
Δες.
Σε ένα πάρτι - όργιο οι βρικόλακες γεμίζουν τα ποτήρια τους με αίμα από ζωντανούς ανθρώπους, που έχουν ανοιχτές τις φλέβες τους (όπως γίνεται με την... αιμοδοσία)!
http://www1.rizospastis.gr/story.do?id=3417914&publDate=15/6/2006
Got a better definition? Add it!
Χαράκτηρισμός για γυναίκα μετρίου αναστήματος, παχουλή και με μεγάλο στήθος.
- Κοίτα ρε κάτι βυζιά η Σούλα.
- Άσε ρε με τον κουβά... το σούπερ μάριο...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Παρακμιακή έκφραση που υποδηλώνει γκόμενα άγρια, μηχανή στο κρεββάτι, με απόδοση δίχρονης μηχανής.
Πω ρε μάγκα, το είδες το δίχρονο;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η άβυζη γυναίκα που μοιάζει με αγόρι στην προεφηβική ηλικία. Χαρακτηρίζεται επίσης «τάβλα».
Το παίζει και σέξι, η παντόφλα!!
Βλ. και πλάκα, κόντρα πλακέ, απλώστρα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στη ναρκοσλάνγκ, ο τύπος ή το μέρος που μπορείς να βρεις ή/και να προμηθευτείς ό,τι βάλει ο νους σου (θεωρητικά) από τα είδη ναρκωτικών που κυκλοφορούν. Συνήθως αυτός ή εκεί που υπάρχει κάποια ποικιλία γιατί σπάνια έως ποτέ δεν τα έχει κάποιος όλα.
-Λέω να φύγω για κάνα μήνα κάμπινγκ στη Ίφκινθο και πρέπει να ψωνίσω τίποτα, έχεις καμιά καλή άκρη;
-Tράβα στο Τζίμακα, αυτος είναι φαρμακείο. Ό,τι γουστάρεις τό 'χει.
-Και οι ξήγες του, λένε;
-Όπως σε κόψει...
«Με περνάει μια βόλτα από τό Σύνδεσμο... μαλάκα φαρμακείο εκεί μέσα... χόρτα, σκόνες, χάπια... Τα πάντα όλα! Τρόμαξα να βγω...»
Got a better definition? Add it!
Ψιλοπαλιό παρατσούκλι των ΠΑΣΠιτών (παλιό, γιατί με τη γενιά της vodaphone έχουμε μπερδέψει τα μπούτια μας σ' ότι αφορά την αντιστοίχηση κώμης - κουλτούρας - πολιτικής θέσης κλπ. -....θα καταλάβετε). Το «φασολάκια» προκύπτει από το ιδιόμορφο και ομοιόμορφο της εμφάνισης των ΠΑΣΠιτών, το οποίο εθύμιζε σε ορισμένους τα συμπαθή ψυχανθή (πράσινο σώμα, όρθιο κοτσάνι). Μιλάμε για τις εποχές όπου ο ζιλές ήταν υποχρεωτικός. Από γνωστό φοιτητικό σύνθημα...(βλ. παράδειγμα).
Πράσινα μπλουζάκια, και τα μαλλιά καρφάκια
δεν είναι οι ΠΑΣΠίτες, είναι φασολάκια...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μηδενιστικός και αρκετά ισοπεδωτικός χαρακτηρισμός του γυναικείου φύλου.
Η έκφραση συνδυάζει κάποια υποθετικά χαρακτηριστικά που μοιράζονται οι γυναίκες με τα φίδια όπως το ότι είναι ύπουλες και σου την φέρνουν εκεί που δεν το περιμένεις, με το γεγονός ότι διαθέτουν βυζιά.
Συνήθως χρησημοποιείται σαν αναφώνημα οργής από κάποιον παθόντα, αλλά μπορεί να είναι και επιφώνημα συμπαράστασης από τους φίλους του.
Σίγουρα ένας σκληρός και άδικος όρος.
Ενικός (φίδι με βυζιά) δεν υπάρχει.
«Μα είναι δυνατόν ύστερα απ' όλα αυτά που έχω κάνει γι' αυτήν να με κερατώσει; Πουτάνες, φίδια με βυζιά, όλες τους!»
«Χαλάρωσε ρε συ, αφού ξέρεις ότι έτσι είναι οι γυναίκες, τι περίμενες; Φίδια με βυζιά...»
Got a better definition? Add it!
Η συγκεκριμένη λέξη περιγράφει τα πολύ μικρά ζώα ή ζωύφια.
Μεταφορικά αποτελεί μειωτικό χαρακτηρισμό για τιποτένιους και ασήμαντους ανθρώπους, ταυτίζοντάς τους με ζωύφια, η ζωή των οποίων ουδεμία αξία έχει.
Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδος χρησιμοποιείται για την περιγραφή του αγριμιού. Ετυμολογικά κατά πάσα πιθανότητα συνδέεται με τη λέξη ζώο [αρχ. ελληνικά ζώδιον, με τροπή του ω σε ου].
Και χαιρετώ από μακριά κάθε πουλί
και κάθε ζούδι φτερωτό
που ακυβέρνητο τρυγάει τα πλήθη
Η ζήλια μου ενέχει απελπισία
Αφού με ξέρεις
τι δε μου μιλάς φθινόπωρο;
Φύγε από εδώ ρε ζούδι, που με απειλείς κιόλας, μην αρπάξω κανένα
παλούκι..
Απόσπασμα ιστορίας εθνολογικού χαρακτήρος από το διαδίκτυο:
«Δεν είδαν όμως τίποτα και πάλι το πρωί βρήκαν 1 πρόβατο πεθαμένο. Το συζητήσαν και με άλλους και αφού δεν βρίσκανε λογική εξήγηση φωνάξαν τον αλαφροίσκιωτο. Εκείνος παραφύλαξε το βράδυ και τους είπε ότι ήταν κάποιο ζούδι που σκότωνε τα πρόβατα. Ο αλαφροίσκιωτος τους είπε ότι την επόμενη νύχτα πρέπει να μαζευτούν 4-5 άτομα, να φέρουν λίγο μπαρούτι και να κάνουν ότι θα τους πει αυτός. Τους είπε ότι πρέπει να ανάψουν μία φωτιά και να καθήσουν όλοι γύρω γύρω και να έχουν το μπαρούτι έτοιμο να το ρίξουν στη φωτιά μόλις τους πει »τώρα«. Τους είπε όμως ότι αυτό πρέπει να γίνει την στιγμή ακριβώς που θα τους έδινε εντολή και πως ότι κι αν τον δουν να παθαίνει σε καμία περίπτωση να μην ρίξουν το μπαρούτι πριν. Όντως το βράδυ έκαναν ότι τους είπε. Στις 12 η ώρα ο αλαφροίσκιωτος σηκώθηκε πάνω κι άρχισε να μιλάει σε κάποιον που δεν βλέπανε. Σε λίγο ο τόνος του είχε γίνει πιο θυμωμένος και έδειχνε σαν να δέχεται αλλά και να ρίχνει χτυπήματα στον αέρα. Οι άλλοι φοβήθηκαν πολύ. Ξαφνικά τον βλέπουν να έχει γίνει κατακόκκινος και να να βγάζει βογγητά σαν κάποιος να τον έπνιγε. Τότε τα χρειαστήκαν όλοι και δεν ξέρανε τι να κάνουνε. Και τότε με ξέπνοή φωνή τους είπε »τώρα« και ρίξαν το μπαρούτι στη φωτιά. Μετά την μικρή έκρηξη ο αλαφροίσκιωτος άρχισε να αναπνέει και να συνέρχεται. Τους είπε ότι τώρα είχε το ζούδι υπό τον έλεγχό του και ρώτησε τον πατέρα του παππού μου που θέλει να το στείλει. Τότε όλοι μαζί είπαν στο μαντρί του τάδε (ενός που δεν τον συμπαθούσαν). Από το επόμενο βράδυ αρχίσαν να πεθαίνουν τα πρόβατα του αλουνού ένα ένα!»
Σχετικά: έχνος, το, ζουλάπι, το
Got a better definition? Add it!